ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 862
10 Ιουλίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη 2,
v.
ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 346/2006)
Συμβάσεις ― Συμφωνία εγγυήσεως για τρεχούμενο τραπεζικό λογαριασμό ― Κατά πόσο η εγγύηση συνιστούσε συνεχή εγγύηση ώστε να εκάλυπτε και μεταγενέστερη συμφωνία παραχώρησης δανείου στον πρωτοφειλέτη ― Πρόθεση των συμβαλλομένων μερών όπως εκφράζεται μέσα από τη λεκτική διατύπωση των όρων της συμφωνίας εγγυήσεως ― Διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε σχέση με το κατά πόσο μια εγγύηση είναι ή όχι συνεχής.
Aπόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Αποτελεί κατ' εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης Eφετείου.
Στις 2.2.1998, η εφεσείουσα - εναγόμενη 2 υπέγραψε συμφωνία εγγυήσεως προς όφελος των εφεσιβλήτων - εναγόντων για την παροχή ή συνέχιση παροχής από αυτούς δανείων ή τραπεζικών διευκολύνσεων στον πρωτοφειλέτη Γεώργιο Γεωργίου, εναγόμενο 1.
Στις 17.3.2000 οι εφεσίβλητοι προέβησαν σε επαναέγκριση του υφισταμένου από το 1991 ορίου και του τρεχούμενου λογαριασμού ύψους £5.000 του Γ. Γεωργίου. Η επαναέγκριση αυτή εξασφαλιζόταν, όπως αναφέρεται στο σχετικό έγγραφο, από τις υφιστάμενες εγγυήσεις.
Στις 4.9.2000 οι εφεσίβλητοι τερμάτισαν τη λειτουργία του υφιστάμενου τρεχούμενου λογαριασμού προς τον Γ. Γεωργίου και αξίωσαν την άμεση πληρωμή του υπολοίπου. Στις 14.3.2003 με σχετική επιστολή ζήτησαν από την εφεσείουσα να εξοφλήσει το χρεωστικό υπόλοιπο ύψους £10.532,79 και όταν αυτή δεν το έπραξε καταχώρησαν αγωγή και εξασφάλισαν απόφαση εναντίον του Γ. Γεωργίου και της εφεσείουσας κεχωρισμένως και αλληλεγγύως για το ποσό των £9.371,64 με τόκο 9% από 5 Νοεμβρίου, 2003, επί του ποσού των £7.757,62 μέχρι εξοφλήσεως. Επίσης εκδόθηκε διάταγμα πώλησης ενυπόθηκου κτήματος της εφεσείουσας.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι με την εκκαλούμενη απόφαση το πρωτόδικο Δικαστήριο διεύρυνε το αντικείμενο της αγωγής περιλαμβάνοντας και το περιεχόμενο άλλης αγωγής μεταξύ των διαδίκων. Επίσης ότι το Δικαστήριο έσφαλε στην αξιολόγηση των περιστάσεων κάτω από τις οποίες υπογράφηκε η επίδικη εγγύηση.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η εγγύηση που δόθηκε από την εφεσείουσα στις 2.2.1998 μπορεί να χαρακτηριστεί ως συνεχής εγγύηση, έτσι ώστε να καλύψει και την παραχωρηθείσα διευκόλυνση που έγινε προς τον Γ. Γεωργίου στις 17.3.2000.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απάντηση στο προαναφερθέν ερώτημα εξαρτάται από την πρόθεση των συμβαλλομένων μερών όπως αυτή προκύπτει από τη λεκτική διατύπωση των όρων της συμφωνίας εγγυήσεως ημερ. 2.2.1998. Η ερμηνεία που έδωσε σε αυτήν το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι πρόθεση των μερών ήταν η εξασφάλιση των εφεσιβλήτων για τις υφιστάμενες και τις μελλοντικές διευκολύνσεις που παραχώρησαν ή θα παραχωρούσαν προς όφελος του Γ. Γεωργίου.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε επαρκείς και σαφείς λόγους γιατί αποδέχθηκε τη μαρτυρία του υπαλλήλου των εφεσειόντων ως προς τις συνθήκες υπογραφής των διαφόρων εγγράφων που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και δεν έχει τεκμηριωθεί οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την παρέμβαση του Εφετείου για ανατροπή των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξιοπιστία του εν λόγω μάρτυρος.
Η έφεση απορρίφθηκε με €1.700 πλέον έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Νικήτας v. Medcon Constr. Ltd κ.ά. (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 643,
Σολομωνίδη κ.ά. v. Πετρίδου κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 632,
Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ v. T.G. & Sons Importing Ltd κ.ά. (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 180.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Κυριακίδου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 883/04), ημερομ. 29.9.2006.
Π. Πετράκης, για την Εφεσείουσα.
Θ. Καουτζάνη, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα αναγνώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 29 Σεπτεμβρίου, 2006, εκδόθηκε απόφαση υπέρ της Τράπεζας Κύπρου Λτδ (εφεσιβλήτων) και εναντίον των (1) Γεωργίου Γεωργίου και (2) Αναστασίας Γεωργίου (εφεσείουσας) κεχωρισμένως και αλληλεγγύως για το ποσό των £9.371,64 με τόκο 9% από 5 Νοεμβρίου, 2003 επί του ποσού των £7.757,62 μέχρι εξοφλήσεως. Επίσης εκδόθηκε διάταγμα πώλησης ενυπόθηκου κτήματος της εφεσείουσας.
Τα γεγονότα τα οποία συνθέτουν την υπόθεση αυτή δεν αμφισβητούνται και θα τα παραθέσουμε σε συντομία. Στις 2.2.1998 οι εφεσίβλητοι συμβλήθηκαν με τον Γ. Γεωργίου και συμφώνησαν όπως του παρέχουν ή συνεχίσουν να του παρέχουν δάνεια ή τραπεζικές διευκολύνσεις με τους όρους που προσδιορίζονται στη σχετική συμφωνία. Ενόψει της πιο πάνω συμφωνίας και της συνέχισης των διευκολύνσεων προς τον Γ. Γεωργίου η εφεσείουσα υπέγραψε εγγύηση προς όφελος των εφεσιβλήτων ημερ. 2.2.1998.
Η εφεσείουσα περαιτέρω υπέγραψε στις 6.2.1998 έγγραφο υποθήκης σύμφωνα με το οποίο παραχώρησε το δικαίωμα στους εφεσίβλητους να προχωρήσουν σε πώληση των ενυποθήκων κτημάτων της για κάλυψη ποσού μέχρι £24.000,00 ως περαιτέρω εξασφάλιση των υποχρεώσεων που ανέλαβε ο Γ. Γεωργίου (πρωτοφειλέτης) προς τους εφεσίβλητους. Την ιδία ημέρα κατατέθηκε στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας σύμβαση και δήλωση υποθήκης με αρ. Υ1031/98 προς όφελος των εφεσιβλήτων.
Στις 20.3.2000 οι εφεσίβλητοι προχώρησαν μετά από αίτημα του Γ. Γεωργίου σε επαναέγκριση του υφισταμένου από το 1991 ορίου και του τρεχουμένου λογαριασμού ύψους £5.000. Η πιο πάνω επανέγκριση εξασφαλιζόταν, όπως αναφέρεται στο σχετικό έγγραφο, από τις υφιστάμενες εγγυήσεις και εξασφαλίσεις.
Στις 4.9.2000 οι εφεσίβλητοι με επιστολή τους τερμάτισαν τη λειτουργία του υφιστάμενου προς τον Γ. Γεωργίου τρεχούμενο λογαριασμό και αξίωσαν την άμεση πληρωμή του υπολοίπου. Στις 14.3.2003 με σχετική επιστολή ζήτησαν από την εφεσείουσα να εξοφλήσει το χρεωστικό υπόλοιπο ύψους £10.532,79. Επειδή η εφεσείουσα δεν ανταποκρίθηκε καταχωρήθηκε στις 27.1.2004 η αγωγή, στην οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση.
Η εφεσείουσα με την παρούσα έφεση παραπονείται ότι η εκδοθείσα απόφαση εναντίον της πρέπει να παραμερισθεί, γιατί:
(α) η εγγύηση επί της οποίας εδράζεται η απόφαση και το συνακόλουθο έγγραφο υποθήκης είχαν εκτελεστεί για άλλη διευκόλυνση που δόθηκε προς τον Γ. Γεωργίου και αποτελεί αντικείμενο άλλης αγωγής.
(β) Το Δικαστήριο έσφαλε στην αξιολόγηση των περιστάσεων κάτω από τις οποίες υπογράφτηκε η πιο πάνω εγγύηση της εφεσείουσας· ή
(γ) ότι με την εκκαλούμενη απόφαση το πρωτόδικο Δικαστήριο, διεύρυνε το αντικείμενο της αγωγής περιλαμβάνοντας και το περιεχόμενο άλλης αγωγής μεταξύ των ιδίων διαδίκων. (1ος λόγος έφεσης).
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έπρεπε να λάβει υπόψη του το κλητήριο ένταλμα της αγωγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας 883/04 το οποίο δεν κατατέθηκε «ως προς την αλήθεια του περιεχομένου του».
Ο τελευταίος αυτός λόγος έφεσης δεν προωθήθηκε μέσα από το περίγραμμα της εφεσείουσας συνεπώς θεωρείται ως εγκαταληφθείς.
Ως προς τον πρώτο λόγο έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας, ισχυρίστηκε ότι η δοθείσα εγγύηση ημερ. 2.2.1998 δόθηκε αποκλειστικά για τραπεζικές διευκολύνσεις που αποτελούν το αντικείμενο της αγωγής 883/04. Το ίδιο ισχύει πρόσθεσε και για την κατατεθείσα υποθήκη με αριθμό ΜΥ1031/98. Η εγγύηση και η υποθήκη ήταν για κάλυψη του ποσού των £24.000,00 που διεκδικείται με την Αγωγή Αρ. 883/04 και όχι για το διεκδικηθέν, στα πλαίσια της εκκαλούμενης απόφασης, ποσό.
Το πιο πάνω επιχείρημα εδράζεται σε συλλογισμό που εξάγεται, όπως υποστήριξε ο συνήγορος, από τα γεγονότα που περιβάλλουν τη συναλλαγή και τη χρονική ταύτιση της παραχωρηθείσας διευκόλυνσης των £24.000,00 και των προσφερθεισών από την εφεσείουσα ήτοι της εγγύησης ημερομηνίας 2.2.1998 και της υποθήκης ημερ. 6.2.1998. Ταυτοχρόνως τονίστηκε, η χρονική απόσταση της αρχικής διευκόλυνσης του 1991 και της επανέγκρισης του ορίου προς τον Γ. Γεωργίου για £5.000,00 που έγινε στις 17.3.2000, οδηγούν προς το αναπόδραστο συμπέρασμα που εισηγείται η εφεσείουσα.
Ο μόνος μάρτυρας που αναφέρθηκε στις συνθήκες υπογραφής των διαφόρων εγγράφων που κατατέθηκαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ο Χρ. Παπαλαμπριανού, υπάλληλος των εφεσειόντων. Η αμφισβήτηση της μαρτυρίας του προβλήθηκε από την εφεσείουσα, ως λόγος έφεσης. Όπως ορθώς επεσήμανε η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων, το εφετείο δεν επεμβαίνει και δεν υποκαθιστά την κρίση του πρωτόδικου δικαστή, όσον αφορά την αξιοπιστία των μαρτύρων. Τούτο γίνεται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις όταν υπάρχει διάσταση μεταξύ της προσαχθείσας μαρτυρίας και των ευρημάτων του Δικαστηρίου. (Βλ. Νικήτας v. Medcon Constr. Ltd κ.ά. (1997) 1(Β) A.A.Δ.642 και Σολομωνίδη κ.ά. v. Πετρίδου κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 632.
Ο κ. Παπαλαμπριανού έτυχε ευρείας αντεξέτασης και το πρωτόδικο Δικαστήριο, δίδει με σαφήνεια και επάρκεια τους λόγους που το οδήγησαν στην αποδοχή της μαρτυρίας του. Δεν βρίσκουμε συνεπώς ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης, στο εύρημα αξιοπιστίας που κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι η εφεσείουσα δεν έδωσε μαρτυρία, επί της ουσίας της διαφοράς των διαδίκων. Ο δε άλλος μάρτυρας που κατέθεσε, ο κ. Γ. Γεωργίου, έδωσε έμφαση σε γεγονότα που είχαν λάβει χώραν μετά την επιστολή τερματισμού των τραπεζικών διευκολύνσεων, χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε μαρτυρία για τις συνθήκες υπογραφής των επίδικων συμφωνιών εγγύησης.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η εγγύηση που δόθηκε από την εφεσείουσα στις 2.2.1998 μπορεί να χαρακτηριστεί ως συνεχής εγγύηση, έτσι ώστε να καλύψει και την παραχωρηθείσα διευκόλυνση που έγινε προς τον Γ. Γεωργίου στις 17.3.2000.
Το θέμα αυτό έτυχε ανάλυσης στην υπόθεση Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ v. Τ.G & Sons Importing Ltd κ.ά. (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 180 στην οποία μας παρέπεμψαν αμφότεροι οι συνήγοροι και με την οποία συμφωνούμε.
Αναφέρεται συγκεκριμένα στη σελίδα 189:
«Το κατά πόσο σε μια συγκεκριμένη υπόθεση μια εγγύηση είναι συνεχής ή όχι είναι ζήτημα που σχετίζεται με την πρόθεση των μερών όπως εκφράζεται μέσα από το λεκτικό που χρησιμοποίησαν, όπως αυτό γίνεται δίκαια αντιληπτό με την έννοια που έχει χρησιμοποιηθεί και η πρόθεση αυτή διακριβώνεται με τον καλύτερο τρόπο με το να εξετάζεται η σχετική κατάσταση των μερών κατά το χρόνο συγγραφής του εγγράφου (βλ. Pollock and Mulla Indian Contract and Specific Relief Acts, 9η έκδοση, 1972, σελ. 619). Έχει περαιτέρω νομολογηθεί ότι το θέμα δεν μπορεί να αποφασισθεί με βάση μόνο την απλή ερμηνεία του εγγράφου χωρίς να εξεταστούν οι συνθήκες που το περιβάλλουν για να ανευρεθεί ποιο ήταν το αντικείμενο το οποίο τα μέρη είχαν κατά νουν όταν δόθηκε η εγγύηση (Heffield v. Meadows [1869] L.R. 4 C.P. 595, 599)".
Η λεκτική διατύπωση των όρων της συμφωνίας εγγυήσεως ημερ. 2.2.1998, όπως ορθά, κατά την άποψή μας, ερμηνεύεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ως προς την πρόθεση των μερών. Να εξασφαλιστούν οι εφεσίβλητοι για τις υπάρχουσες και μελλοντικές διευκολύνσεις που παραχώρησαν ή θα παραχωρήσουν στο μέλλον στον Γ. Γεωργίου. Ταυτοχρόνως η εφεσείουσα, όπως καταγράφεται με σαφήνεια στο συγκεκριμένο έγγραφο, αποδέχτηκε να παράσχει εγγύηση, και στη συνέχεια επεξέτεινε την εγγύηση αυτή, με υποθήκη προς όφελος των εφεσιβλήτων, για να καλύψει τις τραπεζικές διευκολύνσεις προν τον Γ. Γεωργίου.
Οι περιβάλλουσες συνθήκες υπογραφής της συμφωνίας εγγυήσεως και κατ' επέκταση και της υποθήκης όπως περιγράφονται από το πρωτόδικο Δικαστήριο, βασιζόμενο στην αποδεχτή μαρτυρία που πρόσφεραν οι εφεσίβλητοι, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όντως η πρόθεση της εφεσείουσας ήταν να παράσχει συνεχή εγγύηση και υποθήκη για υφιστάμενες και μελλοντικές διευκολύνσεις που παραχώρησαν ή θα παραχωρούσαν οι εφεσίβλητοι προς όφελος του Γ. Γεωργίου.
Με γνώμονα τα πιο πάνω βρίσκουμε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να στοιχειοθετήσει και τον πρώτο λόγο έφεσης.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 πλέον έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 πλέον έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.