ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 697

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                             Πολιτική έφεση αρ.402/2008

 

18 Ιουνίου, 2009

 

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,  ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΔΔ.

 

 ΜΕΤΑΞΥ:

Αναφορικά με τον περί Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Μαρτυρία) Νόμο Κεφ.12 και τη Συνθήκη της Χάγης για λήψη Μαρτυρικών Αποδείξεων στην Αλλοδαπή σε Αστικές και Εμπορικές υποθέσεις (Κυρωτικός Νόμος 67/82)

                                                    Και                           

Αναφορικά με το αίτημα του Επαρχιακού Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών, λήψη μαρτυρίας

από τον κ.Ευάγγελο Εμπεδοκλή

-------------

 

Για τον αιτητή:   κ.Α.Χαβιαράς

 

- - -

 

 

 

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα αναγνώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Επαρχιακό Δικαστήριο της περιοχής της Νέας Υερσέης των ΗΠΑ με επιστολή του ημερ. 24.9.2008, διαβίβασε παρακλητικό αίτημα δικαστικής συνδρομής για τη λήψη  μαρτυρίας από τον κ.Ευάγγελο Εμπεδοκλή, κάτοικο Στροβόλου.

 

Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Μαρτυρία) Νόμου, Κεφ.12 διόρισε ως εξεταστή την Επαρχιακό Δικαστή κα.Μ.Παπαδοπούλου και έκδωσε στις 7.11.2008 διαταγή, δυνάμει της οποίας ο πιο πάνω αναφερόμενος Ε.Εμπεδοκλής θα έπρεπε να παρουσιαστεί, την ημέρα και ώρα που θα καθόριζε η εξεταστής, για να εξεταστεί ενόρκως σχετικά με τη μαρτυρία που απαιτείται σύμφωνα με την πιο πάνω υποβληθείσα αίτηση για δικαστική συνδρομή.

 

Ο κ.Ε.Εμπεδοκλής, καταχώρισε έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης της Δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 7.11.2008, προβάλλοντας ως λόγο έφεσης την αντικανονικότητα της τηρηθείσας διαδικασίας και/ή την παράβαση των προνοιών της Σύμβασης δια την Λήψιν Μαρτυρικής Αποδείξεως εν τη Αλλοδαπή εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις, που κυρώθηκε με το Ν.67/82.  Λίγες ημέρες μετά την υποβολή έφεσης και συγκεκριμένα στις 15.1.2009, ο αιτητής καταχώρησε την εκδικαζόμενη μονομερή αίτηση με την οποία ζητά άδεια του Δικαστηρίου για επίδοση της πιο πάνω έφεσης στα, «ενδιαφερόμενα πρόσωπα».  Fred S.Zeidman και Joseph P.LaSala αμφοτέρων στις ΗΠΑ ή στους δικηγόρους τους στην Κύπρο κ.κ.Μαρκίδη & Μαρκίδη.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του κ.Μάριου Χριστοφόρου δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων του αιτητή.  Η έφεση αναφέρει, στρέφεται εναντίον του παραπεμπτικού του παρακλητικού αιτήματος δικαστικής συνδρομής.  Επειδή η έφεση στοχεύει στην ανατροπή της παραπομπής «και ως εκ τούτου η έκβαση της έφεσης επηρεάζει τα συμφέροντα των προσώπων που με αίτημα τους .. προκάλεσαν την έκδοση του αιτήματος της δικαστικής συνδρομής».  Τα πιο πάνω αναφερόμενα πρόσωπα ενεργούν, συνεχίζει ο ενόρκως δηλών, «ως εμπιστευματοδόχοι του AremiSoft Trust" και ότι οι δικηγόροι Μαρκίδη & Μαρκίδη, διευθέτησαν την επίδοση του παρακλητικού αιτήματος στον αιτητή. 

 

Κατά την αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, υιοθέτησε το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως που συνοδεύει την αίτηση, προσθέτοντας ότι δεν μπόρεσε να εντοπίσει νομολογία έτσι ώστε να υποστηρίξει τη θέση του.

 

Το βασικό ερώτημα που τίθεται προς εξέταση είναι ο χαρακτηρισμός, από τον αιτητή,  των S.Zeidman και J.LaSala, ως «ενδιαφερομένων προσώπων.»

 

Η διαδικασία έκδοσης Διατάγματος εξέτασης, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 3(1) του περί αλλοδαπών Δικαστηρίων (Μαρτυρία) Νόμου Κεφ.12 (ο «Νόμος»), ενεργοποιείται με την υποβολή μονομερούς αιτήσεως, που μπορεί να έχει τη μορφή έγγραφης εξουσιοδότησης ή επιστολής παράκλησης ή άλλης μορφής μαρτυρία, από «αρμόδιο Δικαστήριο σε αλλοδαπή χώρα».  Με το αίτημα απαιτείται η τεκμηρίωση της επιθυμίας (του αρμόδιου Δικαστηρίου) για λήψη μαρτυρίας, από οποιοδήποτε μάρτυρα που βρίσκεται εντός της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου (άρθρο 2, «το Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας.)

 

Σε περίπτωση που η επιστολή παράκλησης διαβιβάζεται στο Δικαστήριο από το Υπουργείο Εξωτερικών, υπάρχει μηχανισμός με τον οποίο ζητείται η συνδρομή του Γενικού Εισαγγελέα ώστε να ενεργοποιηθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του Νόμου, διαδικασία έκδοσης του Διατάγματος Εξέτασης (αρ.10 του Νόμου).

 

Συνεπώς παρατηρούμε ότι σε κανένα σημείο του εν λόγω Νόμου, γίνεται οποιαδήποτε αναφορά ή νύξη, σε άτομα ή οργανισμούς που είχαν προκαλέσει ή καταχωρήσει οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία στο αλλοδαπό Δικαστήριο.  Η μόνη προϋπόθεση είναι η βεβαίωση ότι «εκκρεμεί αστικό, εμπορικό ή ποινικό θέμα «(αρ.3(1) του Νόμου).

 

Το άλλο  νομικό πλαίσιο επί του οποίου εδράζεται η έκδοση του Διατάγματος Εξέτασης είναι ο περί της Συμβάσεως δια την Λήψιν Μαρτυρικής Αποδείξεως εν τη Αλλοδαπή εις Αστικάς και Εμπορικάς υποθέσεις (Κυρωτικός) Νόμος του 1982 (Ν.67/82) «η Σύμβαση».

 

Μια διεθνής σύμβαση, κυρωθείσα με νόμο σύμφωνα με το άρθρο 169 του Συντάγματος έχει αυξημένη ισχύ, έναντι οποιουδήποτε ημεδαπού νόμου, ανεξαρτήτως αν αυτός προηγείται ή έπεται της κυρωθείσας σύμβασης (Malachtou v. Armefti (1987) 1 A.A.Δ. 207).

 

Η υποβολή «Παρακλήσεως» για τη λήψη «μαρτυρικής απόδειξης», σε σχέση με αστικές και εμπορικές υποθέσεις, γίνεται από δικαστική αρχή ενός Συμβαλλόμενου προς την αρμόδια αρχή ετέρου Συμβαλλομένου κράτους (άρθρο 2 της Σύμβασης).

 

Προσδιορίζεται μια Κεντρική Αρχή σε κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος η οποία αποδέχεται τις παρακλήσεις χωρίς τη μεσολάβηση άλλης αρχής του κράτους τούτου (άρθρο 2 της Σύμβασης).

 

Ακολουθείται, κατ΄αναλογίαν, η διαδικασία που προβλέπεται στο Κεφ.12, που αναλύσαμε πιο πάνω.

 

Η Σύμβαση καινοτομεί, ως προς τη δυνατότητα που προσφέρει. Δυνάμει του άρθρου 7 της Σύμβασης, παρέχεται η δυνατότητα  στην αιτούσα αρχή,  να πληροφορείται, αν επιθυμεί, για το χρόνο και τόπο διεξαγωγής της διαδικασίας (λήψης της μαρτυρικής απόδειξης), «ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι αντιπρόσωποι των, εάν υπάρχουν, να δυνηθούν να παραστούν».

 

Ταυτοχρόνως το άρθρο 9 της Σύμβασης καθορίζει ως εφαρμοστέο, σε σχέση με τη διαδικασία λήψης της μαρτυρίας, το «οικείον» δίκαιο.  Τέλος, το άρθρο 20, επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να εκπροσωπούνται κατά τη λήψη της μαρτυρικής αποδείξεως.

 

Δυνάμει της Δ.35 θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η ειδοποίηση έφεσης θα πρέπει να επιδίδεται σ΄όλα τα μέρη που άμεσα επηρεάζονται από την έφεση.  Προκαθορίζεται περαιτέρω ότι δεν είναι απαραίτητο να επιδίδεται σε οποιοδήποτε διάδικο που δεν επηρεάζεται από το αποτέλεσμα της δίκης.  Ταυτοχρόνως όμως, παρέχεται η δυνατότητα στο Εφετείο να δώσει οδηγίες για επίδοση της ειδοποίησης έφεσης σε όλους τους διάδικους ή ακόμη και σε τρίτα πρόσωπα που δεν είναι διάδικοι.  Η εμβέλεια της Δ.35 θ.5 εξηγήθηκε πρόσφατα στην Κακουλλή (2007) 1 Α.Α.Δ. 682

Η έννοια του άμεσα επηρεαζομένου προσώπου, αναλύθηκε στην Κρονίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1994) 3 Α.Α.Δ. 33, ως «το μέρος του οποίου τα δικαιώματα θα επηρεαστούν δυσμενώς από την αποδοχή της έφεσης».  Παράλληλα θεωρήθηκε, στην πιο πάνω υπόθεση, ότι η παρεχόμενη εύλογη ευκαιρία, σε κάθε επηρεαζόμενο από δικαστική διαδικασία, να εμφανιστεί και να εκφράσει την άποψη του, ως επιταγή που πηγάζει από τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης.

 

Στο ίδιο νομικό πλαίσιο και εφαρμόζοντας την αρχή που εφαρμόστηκε στην Κρονίδου (ανωτέρω), το Εφετείο στην υπόθεση Σταύρος Ιωαννίδης & Συνεργ.  Αρχιτεκτ. Μηχαν., -Τεχν.Σύμβουλοι (2006) 1 Α.Α.Δ. 171, ενέκρινε αίτηση για επίδοση της ειδοποίησης έφεσης σε τρίτα πρόσωπα που, ενδεχομένως, όπως λέχθηκε, θα επηρεάζοντο τα δικαιώματα τους.  Η υπόθεση αφορούσε αμφισβήτηση όρου που επιβλήθηκε σε διαδικασία κατάσχεσης ποσού εις χείρας τρίτου.  Το γεγονός ότι δεν είχε οριστεί η έφεση για εκδίκαση, επηρέασε την κρίση του Δικαστηρίου.

Η πιο φιλελεύθερη προσέγγιση που απορρέει σαφώς από την πιο πάνω νομολογία είχε ως βασικό επίκεντρο την αρχή που αναλύεται και στην Κακουλλή (ανωτέρω) ότι δηλαδή η μοναδική έγνοια του Δικαστηρίου είναι να δώσει την ευκαιρία σε κάθε επηρεαζόμενο, αμέσως ή εμμέσως να εμφανιστεί και να ακουστεί.

 

Η ιδιαιτερότητα στην προκείμενη υπόθεση είναι ότι η πρωτοβουλία για γνωστοποίηση της ειδοποίησης στα τρίτα πρόσωπα, προέρχεται από τον εφεσείοντα.  Τούτο, δεν θα είχε, ενδεχομένως, οποιαδήποτε συνέπεια σε μια άλλης φύσεως υπόθεση.

 

Η υποβολή παράκλησης για δικαστική συνδρομή προέρχεται από δικαστική αρχή, συμβαλλόμενου κράτους.  Δεν βρίσκομε πώς θα μπορούσε να χαρακτηριστούν ως ενδιαφερόμενα μέρη τα αναφερόμενα στην αίτηση πρόσωπα.  Η ιδιότητα των «Συμβαλλομένων», δυνάμει της Σύμβασης, δεν αφήνει περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία, παρά ότι τα πρόσωπα που εμφανίζονται ως «ενάγοντες» ή «εναγόμενοι» στο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν ενεργοποιούνται.  Το δικαστικό διάβημα της Παράκλησης γίνεται για να βοηθηθεί η δικαστική αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους για να συμπληρώσει την εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία στο «αρμόδιο δικαστήριο» (αρ.3(1) του Νόμου, Κεφ.12).

Συνακόλουθα η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

                                                                   ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.

 

                                                                   ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο