ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 596
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 248/2006)
29 Μαΐου, 2009
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΪΛΑΣ,
Εφεσείων-Ενάγων,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ
ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΚΩΣΤΑ ΣΑΪΤΤΗ,
Εφεσίβλητου-Εναγόμενου.
________________________
Αντώνης Δράκος, για τον Εφεσείοντα.
Στέλλα Ερωτοκρίτου (κα), για τον Εφεσίβλητο.
________________________
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων - ενάγων, σε ηλικία 16½ ετών, περίπου, ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα, από το οποίο τραυματίστηκε σοβαρά. Αποτέλεσμα ήταν η καταχώριση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας της Αγωγής Αρ. 4001/99 για αποζημιώσεις. Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η ορθότητα της απόφασης στην εν λόγω αγωγή.
Πρωτόδικα, η ευθύνη για το δυστύχημα, έστω και σε προχωρημένο στάδιο, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων και δηλώθηκε σε ποσοστό 75% για τον εφεσίβλητο - εναγόμενο και 25% για τον εφεσείοντα. Ενόψει της εξέλιξης αυτής, οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου περιορίστηκαν στην έκταση των σωματικών βλαβών και των καταλοίπων τους, στην αποτίμησή τους σε χρήμα, στις αποζημιώσεις για τις ειδικές ζημιές και στην απώλεια μελλοντικών απολαβών του εφεσείοντα.
Κατά τη δίκη πρωτόδικα, δηλώθηκαν παραδεκτά γεγονότα και κατέθεσε ένας μεγάλος αριθμός μαρτύρων - 13 από πλευράς του εφεσείοντα και 5 από πλευράς του εφεσίβλητου. Αρκετοί από αυτούς ήταν ιατροί.
Τα γεγονότα, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο στη βάση των παραδεκτών γεγονότων, της αξιόπιστης μαρτυρίας που δεν αμφισβητήθηκε και εκείνης που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη, έχουν ως ακολούθως:-
Ο εφεσείων, ο οποίος κατάγεται από την Αθηένου, γεννήθηκε στις 6/5/1981. Στις 9/12/1997, γύρω στις 7.40 μ.μ., ενώ οδηγούσε το μοτοποδήλατό του, Αρ. εγγραφής NM 517, στη συμβολή των οδών Ηφαίστου και Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αθηένου, ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα, από το οποίο τραυματίστηκε στο κεφάλι. Στη σκηνή βρέθηκε τυχαία η ιατρός Μ. Χρονίδη, η οποία τον περιέθαλψε μέχρι που τον παρέλαβε το ασθενοφόρο και τον μετέφερε στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε κρανιοεγκεφαλική κάκωση και κάταγμα κρανίου. Στη συνέχεια, τις πρωινές ώρες, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του, μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και εισήχθη στην εντατική μονάδα του Νευροχειρουργικού Τμήματος. Αξονική τομογραφία, στην οποία υπεβλήθη, κατέδειξε κάταγμα αριστερού κροταφικού οστού και κατάγματα σπλαχνικού κρανίου. Διαπιστώθηκε, επίσης, πολύ μικρό επισκληρίδιο αιμάτωμα και θλάση στον αριστερό μετωπιαίο λοβό. Ο εφεσείων ήταν σε κωματώδη κατάσταση, αντιδρούσε μόνο στα επώδυνα ερεθίσματα με σπαστική κάμψη του αριστερού άνω άκρου και με έκταση του δεξιού άνω άκρου. Την ίδια ημέρα, το μικρό επισκληρίδιο αιμάτωμα επεκτάθηκε με πιεστικά φαινόμενα. Ο Δρ. Ανδρέας Χριστόπουλος, Νευροχειρουργός, Βοηθός Διευθυντής στο Νευροχειρουργικό Τμήμα, επειδή, σε περίπτωση μη έγκαιρης επέμβασης, κινδύνευε η ζωή του εφεσείοντα, διενήργησε αμέσως κρανιοτομή στην αριστερή μετωποκροταφοβρεγματική χώρα για αφαίρεση του αιματώματος. Τα αποτελέσματα της επέμβασης ήταν άριστα. Η μετεγχειρητική εξέλιξη του εφεσείοντα και η βελτίωση της νευρολογικής του κατάστασης οδήγησαν αυτός να πάρει εξιτήριο από το νοσοκομείο στις 24/12/1997.
Ο εφεσείων ουδέποτε ήταν καλός μαθητής και οι βαθμοί του στις τρεις πρώτες τάξεις του γυμνασίου ήταν σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Από την πρώτη τάξη είχε ενταχθεί σε Πρόγραμμα Εκπαιδευτικής Βοήθειας, το οποίο τελεί υπό την εποπτεία της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικών Ψυχολόγων του Υπουργείου Παιδείας και παρέχει μαθήματα στήριξης σε αδύνατους μαθητές. Στα κύρια μαθήματα (Μαθηματικά, Νέα Ελληνικά, Ιστορία, Φυσικά) η τελική βαθμολογία κάθε έτους ήταν απροβίβαστη και στις εξετάσεις σ' αυτά αποτύγχανε. Προβιβαζόταν μετά από την επανεξέταση του Σεπτεμβρίου, με εξαίρεση στην τρίτη τάξη, στην οποία παρέμεινε στάσιμος. Κατά το χρόνο του δυστυχήματος φοιτούσε στο δεύτερο έτος του Συστήματος Μαθητείας της Τεχνικής Σχολής - προσφέρεται σε παιδιά που δεν μπορούν να ακολουθήσουν την Τεχνική ή την Επαγγελματική κατεύθυνση που παρέχουν οι Τεχνικές Σχολές - στον κλάδο Συγκολλητών και οι απολαβές του ήταν £40,00 εβδομαδιαίως. ΄Οσα παιδιά παρακολουθούν το σύστημα μαθαίνουν τέχνη κοντά σε κάποιο τεχνίτη και πληρώνονται. Προϋπόθεση για συμμετοχή σ' αυτό είναι κάποιος να έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, ή να έχει αποφοιτήσει από την τρίτη τάξη του γυμνασίου. Ο εφεσείων μετά το δυστύχημα συνέχισε τη φοίτησή του, τελικά, όμως, εγκατέλειψε το Σύστημα Μαθητείας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά που έκρινε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και του πατέρα του αναξιόπιστη, απέρριψε τη θέση τους ότι, μετά το δυστύχημα, ο εφεσείων είχε επιληπτικές κρίσεις - μία ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο και δύο μετά που εξήλθε από αυτό. ΄Εκρινε ότι δεν υπήρχε ιατρική μαρτυρία σε σχέση με αυτές. Αντίθετα, υπήρχε αναντίλεκτη ιατρική μαρτυρία ότι εμφάνιση επιληπτικής κρίσης προκαλεί πανικό στους οικείους του ασθενούς, έτσι ώστε, εάν συνέβαιναν τέτοιες κρίσεις στον εφεσείοντα, φυσιολογικά, οι δικοί του θα αναζητούσαν ιατρική συμβουλή και θα υπήρχε ιατρική μαρτυρία. Παρά την έλλειψη, όμως, εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων, κατέληξε ότι τα τραύματα του εφεσείοντα ήταν ενδεχόμενο να του προκαλέσουν μετατραυματική επιληψία, η πιθανότητα της οποίας, έστω και αν με την πάροδο του χρόνου μειώνεται, επαυξάνει τις αποζημιώσεις.
Αναφορικά με την έκπτωση των διανοητικών λειτουργιών του εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι αυτή αμέσως μετά το δυστύχημα ήταν σημαντική, με την πάροδο, όμως, του χρόνου, βελτιώθηκε, ώστε ό,τι παρέμεινε είναι μικρή έκπτωση των διανοητικών λειτουργιών του. Για την πιο πάνω κατάληξη, έλαβε υπόψη του, εκτός από τη μαρτυρία του Δρα Χριστόπουλου (Μ.Ε.3), και τη μαρτυρία του Δρα Γεωργιάδη - (Μ.Υ.4), η οποία ήταν στην ίδια γραμμή με αυτή του Δρα Χριστόπουλου.
Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο τραυματισμός του εφεσείοντα στον αριστερό οφθαλμό είχε ως αποτέλεσμα μόνιμη ελαφριά ατροφία του οπτικού νεύρου, με συνακόλουθο τη μείωση της όρασής του. Με δεδομένο ότι η όρασή του πριν το δυστύχημα ήταν 70% του κανονικού και μετά από αυτό σταθεροποιήθηκε στο 50%, η μείωσή της από το δυστύχημα ανέρχεται σε ποσοστό 20%.
Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από νομολογία[1], κατέληξε ότι τα λογικά, υπό τις περιστάσεις, ποσά τα οποία δικαιούται ο εφεσείων, επί βάσεως πλήρους ευθύνης του εφεσίβλητου, είναι £40.000,00 (€68.344,00) γενικές αποζημιώσεις, £1.160,00 ειδικές αποζημιώσεις - αφορούν απώλεια των μισθών του μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς Ιούνιος 1998 (29 εβδομάδες επί £40,00) - και £20.000,00 (€34.172,00) απώλεια μελλοντικών απολαβών. Στο τελευταίο ποσό κατέληξε, αφού απέρριψε τη θέση του εφεσείοντα ότι αυτός κατέστη πλήρως ανίκανος για εργασία και εφάρμοσε, ελλείψει στοιχείων για υπολογισμό των αποζημιώσεων με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου, τη μέθοδο του κατ' αποκοπή ποσού. Η πορεία του εφεσείοντα, κατέληξε, μετά το τέλος της σχολικής χρονιάς 1997-1998 ήταν ασαφής. Με τα εφόδια που αυτός είχε πριν από το δυστύχημα - χαμηλή νοημοσύνη και χαμηλή επίδοση στα μαθήματα - δεν προδιαγραφόταν πορεία για ολοκλήρωση του συστήματος μαθητείας και, στη συνέχεια, εξασφάλιση μόνιμης εργοδότησης στο ύψος των απολαβών που δόθηκαν από το συντεχνιακό - Μ.Ε.10, δηλαδή £104,00 εβδομαδιαίως. Ο κλάδος, επίσης, τον οποίο είχε επιλέξει, σύμφωνα με τη μαρτυρία, δεν είχε καλές προοπτικές.
Οι λόγοι έφεσης, στην ουσία, αφορούν το ύψος των αποζημιώσεων και το εύρημα σε σχέση με τη μη εκδήλωση μετατραυματικής επιληψίας. Ο λόγος έφεσης σε σχέση με την ημερομηνία υπολογισμού του τόκου αποσύρθηκε, μετά από συμφωνία των συνηγόρων και κοινή δήλωση ότι ημερομηνία έναρξης υπολογισμού του, επί οιουδήποτε ποσού ήθελε επιδικαστεί, είναι η 12/11/2002.
Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης σε δύο ενότητες - στην πρώτη, το λόγο σε σχέση με το ύψος των γενικών αποζημιώσεων και το λόγο για το εύρημα μη εκδήλωσης μετατραυματικής επιληψίας και, στη δεύτερη, το λόγο σε σχέση με τον τρόπο υπολογισμού και το ποσό των αποζημιώσεων των μελλοντικών απολαβών.
Πρώτη ενότητα:
Ο συνήγορος του εφεσείοντα υποστηρίζει ότι το ποσό των £40.000,00, υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων, είναι έκδηλα ανεπαρκές. Καίτοι, υπέβαλε, το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε ορθά από τη νομολογία, το ποσό, ενόψει των διαπιστώσεών του για τα τραύματα του εφεσείοντα και τα συνακόλουθά τους, δεν είναι ικανοποιητικό. Οι όποιες πνευματικές και μαθησιακές ελλείψεις αυτός παρουσίαζε πριν το δυστύχημα, με τον τραυματισμό του, χειροτέρεψαν, η δε όραση του αριστερού του ματιού περιορίστηκε ακόμη περισσότερο. Εφόσον, εισηγείται, υπήρχε η μαρτυρία του Μ.Ε.7 - Δρα Θ. Κυριακίδη, σύμφωνα με τον οποίο «... η μετατραυματική του επιληψία μπορεί να θεωρηθεί μόνιμη ...», η μαρτυρία του εφεσείοντα και του πατέρα του, σε σχέση με αυτήν την πτυχή, δε δικαιολογείτο να απορριφθεί ως αναξιόπιστη. Ενώ, υπέβαλε, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ότι ο τραυματισμός του εφεσείοντα ήταν πολύ σοβαρός, με επιπτώσεις στην προσωπικότητά του - το ίδιο διαπίστωσε, παρακολουθώντας τον, ότι «... ο Ενάγων, ούτε συγκροτημένη σκέψη έχει, αλλά ούτε μπορεί να μεταφέρει με συνοχή τις σκέψεις του στον προφορικό λόγο. Στο εδώλιο του Μάρτυρα ήταν υπερκινητικός και αγχωμένος ... Αναφέρω ως ενδεικτικό όλων των πιο πάνω, ότι η προσπάθειά του να περιγράψει τις συνθήκες του δυστυχήματος ... ήταν ένα συνονθύλευμα ασύνδετων φράσεων από τις οποίες δεν έβγαινε οιοδήποτε νόημα.» - και ότι ο κίνδυνος επιληπτικών κρίσεων είναι υπαρκτός, απέτυχε να υπολογίσει ορθά το ποσό των γενικών αποζημιώσεων, το οποίο, καθώς εισηγείται, θα πρέπει να είναι της τάξεως των £80.000,00.
Δε συμφωνούμε με το συνήγορο του εφεσείοντα ότι το ζήτημα της εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων αντιμετωπίστηκε λανθασμένα. Μετά την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα και του πατέρα του, ήταν αναπόφευκτη η εν λόγω διαπίστωση. Σημειώνουμε εδώ ότι δεν υπάρχει λόγος έφεσης σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας. Η μαρτυρία του Μ.Ε.7 - Δρα Κυριακίδη, όπως πρωτόδικα διαπιστώθηκε, στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στις πληροφορίες που δόθηκαν σ' αυτόν από τον εφεσείοντα και τον πατέρα του. Συνεπώς, η γνώμη του σε σχέση με αυτή την πτυχή δεν μπορούσε να διαφοροποιήσει το εύρημα περί ανυπαρξίας εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων. Βέβαια, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν παραγνώρισε τον υπαρκτό κίνδυνο εμφάνισης τέτοιων κρίσεων, έστω και αν αυτός, με την πάροδο του χρόνου και τη λήψη της κατάλληλης θεραπείας από τον εφεσείοντα, εξασθενεί.
Οι βασικές αρχές που διέπουν το ζήτημα των γενικών αποζημιώσεων, όπως αυτές έχουν συνοψισθεί στη Χαριλάου ν. Νικολάου (2003) 1 Α.Α.Δ. 1460, έχουν ως εξής:- (σελ. 1473-1475)
«΄Εχει νομολογηθεί ότι σκοπός της επιδίκασης αποζημιώσεων είναι να δοθεί στον ενάγοντα αποζημίωση για την ζημιά, απώλεια ή βλάβη που έχει υποστεί. Οι αρχές που διέπουν τον προσδιορισμό των αποζημιώσεων συνοψίζονται στην απόφαση του Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στην Paraskevaides (Overseas) Ltd and Another v. Christofi (1982) 1 C.L.R. 789, 793. Παραθέτουμε σε μετάφραση το σχετικό απόσπασμα:
'Στόχος των αποζημιώσεων που επιδικάζονται είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη στην απώλεια και στη ζημιά του διαδίκου που τραυματίστηκε χωρίς να εναποτίθεται υπέρμετρο βάρος πάνω στον αδικοπραγούντα. (Βλ. Fletcher v. Autocar Transporters Ltd [1968] 1 All E.R. 726, Constantinou v. Salahouris (1969) 1 C.L.R. 416). Με άλλες λέξεις, το ποσό που επιδικάζεται πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτό. Συνεπώς, η κοινωνική δεοντολογία κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι σε κάθε περίπτωση παράγοντας σχετικός προς το έργο μας ειδικά σε σχέση με μη χρηματική απώλεια. Η χρηματική ζημιά, ως περισσότερο επιδεκτική μαθηματικού υπολογισμού εξαρτάται λιγότερο από κοινωνικά κριτήρια. Στόχος του εγχειρήματος είναι η κατάληξη, στο τέλος της πορείας, σε αριθμό που είναι δίκαιος και εύλογος κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης.'
(Βλ. και Fysco Constructing Co. Ltd ν. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014, 1028 και Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιος Γ. Συκοπετρίτης Λτδ. κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049).
Η αποζημίωση για αστικά αδικήματα δεν έχει σκοπό την τιμωρία αλλά την αποκατάσταση. Αυτή τούτη η ατέλεια του χρήματος ως μέσου για αποκατάσταση, δεν πρέπει να επενεργεί προς επαύξηση των αποζημιώσεων (Βλ. Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66, 74).
Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει επιδείξει μια σταθερή άνοδο του επιπέδου των γενικών αποζημιώσεων. ΄Εχει τονίσει την ανάγκη για μια πιο δίκαιη και φιλελεύθερη αποτίμηση του ανθρώπινου πόνου και των πολλαπλών στερήσεων που προκαλούν οι αναπηρίες στα θύματα της αμέλειας (Βλ. Ioannou and Paraskevaides (Overseas) (πιο πάνω), Παναγή ν. Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239, Παναγιώτου ν. Φραγκέσκου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 687, Μαϊττα ν. Γεωργίου κ.ά., Πολιτική ΄Εφεση 8499, 9.1.99 και Βρυωνίδης ν. Σωφρονίου (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1181). Προηγούμενες αποφάσεις δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο υπό την έννοια της αρχής του stare decisis αλλά παρέχουν καθοδήγηση (βλ Παναγή, πιο πάνω). Πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη η συνεχής μείωση της αξίας του χρήματος.
Πρέπει να λεχθεί ότι το Εφετείο δεν δικαιολογείται να επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου όσον αφορά τις αποζημιώσεις, εκτός αν πεισθεί είτε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, είτε ότι το ποσό των αποζημιώσεων είναι τόσο έκδηλα υπερβολικό ή τόσο έκδηλα ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων δικαιούται ο ενάγων (βλ. Ioannou v. Howard (1966) 1 C.L.R. 45, Antoniou v. Iordanous and Another (1976) 1 C.L.R. 341, Φοινικαρίδης κ.ά. ν. Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Κωνσταντίνου ν. Σταύρου (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 453, Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 396 και Παναγιώτου ν. Φραγκέσκου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 687).»
Στην παρούσα περίπτωση, ο εφεσείων, σε νεαρή ηλικία, ενώ βρισκόταν στην αρχή μιας νέας προσπάθειας για απόκτηση εφοδίων στη ζωή του, αφού οι νοητικές του δυνατότητες δεν του επέτρεπαν να ακολουθήσει άλλη κατεύθυνση, τραυματίστηκε σοβαρά, κινδύνευσε και ταλαιπωρήθηκε, όχι χωρίς κατάλοιπα. Η μικρή, έστω, έκπτωση των διανοητικών λειτουργιών του, μαζί με την περαιτέρω μείωση της όρασης του αριστερού οφθαλμού του, θεωρούμε ότι δεν αποζημιώνονται ικανοποιητικά με το επιδικασθέν ποσό, το οποίο βρίσκουμε έκδηλα χαμηλό. Κρίνουμε πως αυτό θα πρέπει να αντικατασταθεί με ποσό ύψους €100.000,00.
Δεύτερη ενότητα:
Παραπονείται ο εφεσείων ότι ο υπολογισμός της απώλειας των μελλοντικών απολαβών του δεν έγινε στη βάση της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου, καίτοι ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπήρχαν τα στοιχεία, τα οποία επέτρεπαν την εφαρμογή της. Προς υποστήριξη της θέσης του, παρέπεμψε στη μαρτυρία του Μ.Ε.2, η οποία έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη. Αυτή, εισηγήθηκε, καταδείκνυε ότι ο ίδιος, μέσα από το σύστημα μαθητείας που ακολουθούσε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα εργοδοτείτο ως σιδηρουργός, με εισόδημα τουλάχιστον £104,00 εβδομαδιαίως ή, στη χειρότερη περίπτωση, ως εργάτης, με ανάλογο εισόδημα, λόγω, όμως, του δυστυχήματος, κατέστη ανίκανος για εργασία. Διαζευκτικά, εισηγήθηκε ότι, και σε περίπτωση που η αποτίμηση της απώλειας με τη μέθοδο του κατ' αποκοπή ποσού θεωρηθεί ως ορθή, πάλι το ποσό που επιδικάστηκε, υπό τις περιστάσεις, είναι έκδηλα ανεπαρκές.
Ο λόγος έφεσης σε σχέση με τη μέθοδο υπολογισμού των μελλοντικών απολαβών δεν ευσταθεί. Παραβλέπει η εισήγηση το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων δεν κατέστη από το δυστύχημα ανίκανος για εργασία, ότι το ιστορικό της πορείας του στο γυμνάσιο, σε συνδυασμό πάντοτε με τη χαμηλή νοημοσύνη του, δεν προδιέγραφε με βεβαιότητα ολοκλήρωση της τέχνης που αυτός επέλεξε να ακολουθήσει, και ότι, σε περίπτωση ακόμα που την ολοκλήρωνε, δεν ήταν βέβαιο εάν θα εργοδοτείτο μόνιμα με τις απολαβές που ισχυρίστηκε. Η επίδοσή του δεν ήταν η καλύτερη, ώστε, σε σύγκριση με άλλους που ακολουθούσαν τον κλάδο του, αυτός να είχε σίγουρη εργοδότηση. Το γεγονός ότι, κατά τον πρώτο χρόνο φοίτησής του στο σύστημα μαθητείας, η απόδοσή του ήταν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ή, όπως ανέφερε ο Μ.Ε.2, τη μαρτυρία του οποίου αποδέχτηκε το Δικαστήριο, «... εύκολα μπορούσε να καταλάβει, ήταν αντικειμενικός με τα σίδερα, μπορούσε να εξοικειωθεί πάνω σε οποιαδήποτε εργασία τον έβαλλα, με τα σίδερα. ... ΄Ηταν να γίνει ένας σχετικά καλός υπάλληλος, ...» δεν προδιαγράφει πετυχημένη πορεία με μόνιμη εργασία, δεδομένου και του συνόλου της μαρτυρίας.
Θεωρούμε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο, με βάση το μέχρι τότε ενδιαφέρον του εφεσείοντα για απόκτηση επαγγελματικών εφοδίων και τα δεδομένα που είχε, δεν εφάρμοσε τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου.
Στη Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66, σε σχέση με τη μείωση της εισοδηματικής ικανότητας σε περίπτωση μη εφαρμογής της μεθόδου του πολλαπλασιαστή και του πολλαπλασιαστέου, αναφέρεται ότι:- (σελ. 75-76):-
«Το ύψος συναρτάται μ' όλους εκείνους τους παράγοντες που τείνουν να διαφωτίσουν για την πιθανότητα απώλειας εισοδήματος στο μέλλον. ... Μεταξύ των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, όπως επισημαίνεται, είναι η ηλικία του ενάγοντα, η επαγγελματική του κατάσταση και κατάρτιση, καθώς και η φύση της ανικανότητάς του (για εργασία). ... Η περιορισμένη μόρφωση αποτελεί πρόσθετο επιβαρυντικό παράγοντα για τις μελλοντικές εισοδηματικές του προοπτικές. ...»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο συνεκτίμησε τους πιο πάνω παράγοντες και δε βρίσκουμε το ποσό που επιδίκασε, στη βάση του συνόλου των δεδομένων, να είναι έκδηλα ανεπαρκές.
Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.
Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:-
Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων αυξάνεται σε €75.000,00.
Το πιο πάνω ποσό, όπως και τα υπόλοιπα ποσά που επιδικάστηκαν πρωτόδικα - (£15.000,00 γενικές αποζημιώσεις για απώλεια απολαβών και £870,00 ειδικές αποζημιώσεις) - θα φέρουν νόμιμο τόκο από 12/11/2002, όπως έχει συμφωνηθεί.
Επιδικάζονται €2.000,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσείοντα.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Κ. Κληρίδης, Δ.
/ΜΠ
[1] Χρίστου ν. Χριστοφή κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 503· Θεοδούλου ν. A. Panayides Contracting Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 2134· A. Panayides Contr. Ltd v. Χαραλάμπους (2004) 1 Α.Α.Δ. 416· Αζόφ ν. Προδρόμου κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 331