ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 1096
12 Νοεμβρίου, 2008
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
Μ. ΜΟΝΙΑΤΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες,
v.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 254/2006)
Συμβάσεις ― Γραπτή σύμβαση ενοικίασης για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, πισίνας, κουζίνας και μπαρ για σκοπούς επιχείρησης από πλευράς του ενοικιαστή ― Κατά πόσο η συμφωνία καταρτίστηκε με απάτη και ψευδείς παραστάσεις εκ μέρους των ιδιοκτητών μέσα στην έννοια των Άρθρων 17 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, με αποτέλεσμα αυτή (η συμφωνία) να μην είναι έγκυρη.
Συμπεράσματα Δικαστηρίου ― Συμπεράσματα πρωτόδικου Δικαστηρίου στη βάση λανθασμένης εκτίμησης της μαρτυρίας ― Επέμβαση Εφετείου κρίθηκε αναγκαία.
Στις 15.5.2000, οι εφεσείοντες, ιδιοκτήτες συγκροτήματος τουριστικών διαμερισμάτων στην τουριστική περιοχή Γερμασόγειας στη Λεμεσό, ενοικίασαν στον εφεσίβλητο την πισίνα των διαμερισμάτων μαζί με την κουζίνα και το μπαρ του υποστατικού για την περίοδο ενός χρόνου. Ο εφεσίβλητος παρέλαβε την πισίνα και ό,τι άλλο διαλάμβανε η συμφωνία, στην κατάσταση που όλα βρίσκονταν κατά την έναρξη της ενοικίασης και άρχισε τη λειτουργία της επιχείρησης.
Ο εφεσίβλητος καταχώρησε αγωγή εναντίον των εφεσειόντων αξιώνοντας το ποσό των ΛΚ30.000 που οι τελευταίοι εισέπραξαν ως ενοίκια, συμπεριλαμβανομένου του ποσού της τραπεζικής εγγύησης που ανερχόταν σε ΛΚ20.000, και την οποία ο εφεσίβλητος παρέδωσε στους εφεσείοντες για κάλυψη οποιωνδήποτε ζημιών που ήταν ενδεχόμενο να υποστούν οι εφεσείοντες λόγω της μη πληρωμής του ενοικίου κατά την ημέρα που αυτό είχε ορισθεί πληρωτέο ή λόγω παράβασης εκ μέρους του εφεσίβλητου οποιουδήποτε άλλου όρου της συμφωνίας. Ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε στην αγωγή του ότι οι εφεσείοντες, δολίως και με ψευδείς παραστάσεις πέτυχαν τη σύναψη της συμφωνίας με αποτέλεσμα αυτός να μη δύναται να ασκεί νόμιμα και ομαλά την επιχείρησή του και να υποστεί «ανεπανόρθωτη ζημιά». Με την αγωγή ο εφεσίβλητος αξίωσε επίσης αποζημίωση ύψους ΛΚ47.500 ως διαφυγόν κέρδος υπολογιζόμενο στις ΛΚ5.000 μηνιαίως από 1.8.2000 μέχρι 14.5.2001.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στη διαπίστωση ότι κατά το χρόνο της κατάρτισης της συμφωνίας, οι εφεσείοντες δεν πληροφόρησαν τον εφεσίβλητο ότι η επιχείρηση λειτουργούσε και ως υπαίθριο εστιατόριο και τον άφησαν με την εντύπωση ότι η επιχείρηση λειτουργούσε μόνο ως πισίνα και μπαρ ενώ απαραιτήτως έπρεπε να λειτουργεί και ως υπαίθριο εστιατόριο. Οι εφεσείοντες απέκρυψαν την πραγματικότητα και στη γραπτή συμφωνία, όπου με την χρήση της λέξης «κουζίνα» στο κείμενο του συμβολαίου δημιουργείται ασάφεια «...κατά πόσο αφορά υπαίθριο εστιατόριο ή λειτουργία πισίνας και μπαρ γιατί κουζίνα έχει και το μπαρ...».
Κατά την κρίση του πρωτόδικου δικαστή η εκ μέρους των εφεσειόντων απόκρυψη των πιο πάνω πραγματικών γεγονότων από τον εφεσίβλητο έγινε εκ προθέσεως «...... με σκοπό να στερήσουν από τον ενάγοντα τα πραγματικά γεγονότα βάσει των οποίων θα ασκούσε ελεύθερη βούληση για να αποφασίσει αν θα προχωρήσει στη σύναψη αυτής της συμφωνίας και όλα αυτά συνιστούν εκ μέρους των απάτη και ψευδείς παραστάσεις μέσα στην έννοια των Άρθρων 17 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149.». Μια άλλη διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ότι ο εφεσίβλητος πληροφορήθηκε για πρώτη φορά στις 28.7.2000 ότι η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης ήταν και για υπαίθριο εστιατόριο και δικαίως ακύρωσε τη συμφωνία με τους εφεσείοντες με την αγωγή 5111/00 τεκμ.24, που καταχώρησε εναντίον τους στις 8.8.2000.
Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου για το ποσό των ΛΚ18.500 μέρους του ποσού της τραπεζικής εγγύησης αφαιρουμένων ΛΚ1.500 εξόδων που είχαν επιδικασθεί υπέρ των εφεσειόντων στα πλαίσια της προαναφερόμενης αγωγής 5111/00. Το Δικαστήριο επεδίκασε επίσης υπέρ του εφεσίβλητου αποζημιώσεις ύψους ΛΚ4.445 υπό μορφή επιστροφής μη δεδουλευμένων ενοικίων που προπληρώθηκαν και αποζημιώσεις για διαφυγόν κέρδος ΛΚ19.000 για την περίοδο Αυγούστου - Οκτωβρίου 2000. Το Δικαστήριο απέρριψε την απαίτηση των εφεσειόντων για μικρό ποσό αποζημιώσεων.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Υποστήριξαν ότι τα επιμέρους συμπεράσματα και διαπιστώσεις του Δικαστηρίου που οδήγησαν στο τελικό συμπέρασμα ότι δολίως απέκρυψαν από τον εφεσίβλητο ότι η επιχείρηση έπρεπε να λειτουργεί υποχρεωτικά και ως εστιατόριο σύμφωνα με την άδεια λειτουργίας του ΚΟΤ είναι αυθαίρετο και προϊόν λανθασμένης εκτίμησης της μαρτυρίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι εφεσείοντες δεν απέκρυψαν οτιδήποτε από τον εφεσίβλητο που είχε σχέση με την κουζίνα ειδικά ή οτιδήποτε άλλο που είχε σχέση με το αντικείμενο της ενοικίασης γενικότερα. Στο χώρο υπήρχε κουζίνα η οποία αποτελούσε μέρος της ενοικίασης. Δεν προκύπτει ότι οι εφεσείοντες θέλησαν δολίως να δημιουργήσουν ασάφεια στο κείμενο της συμφωνίας όπως λανθασμένα αποφάνθηκε ο πρωτόδικος δικαστής.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα απέδωσε ευθύνη στους εφεσείοντες και συνεπώς οι αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν δεν έχουν έρεισμα. Η επιδίκαση αποζημιώσεων για διαφυγόν κέρδος στηρίχθηκε ανεπίτρεπτα σε απομακρυσμένη πιθανολόγηση χωρίς αξιόπιστα στοιχεία μαρτυρίας που θα δικαιολογούσαν είτε το ποσό που επιδικάστηκε είτε το σκεπτικό της απόφασης.
Η έφεση επιτράπηκε με €3.000 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Σταυρινίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 4929/01), ημερομ. 3.7.06.
Χρ. Παύλου, για τους Εφεσείοντες.
Ν. Καλλής, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Δυνάμει γραπτής συμφωνίας ημερ. 15.5.2000 οι διάδικοι συμφώνησαν μεταξύ τους όπως οι εφεσείοντες ενοικιάσουν στον εφεσίβλητο την πισίνα «Καρπούζι» με την κουζίνα και το μπαρ του υποστατικού, την επίπλωση και τον εξοπλισμό όπως όλα περιγράφονται στο συνημμένο στη συμφωνία έγγραφο. Η ενοικίαση ήταν για ένα χρόνο και το ενοίκιο συμφωνήθηκε στις ΛΚ20.000. Η πισίνα, το μπαρ και η κουζίνα βρίσκονται στο πίσω μέρος της πολυκατοικίας MONIATIS HOLΙDAY APARTMENTS στη Γερμασόγεια, η οποία ανήκει στους εφεσειόντες και αποτελείται από τουριστικά διαμερίσματα. Η συμφωνία διαλάμβανε όρο ότι οι πελάτες των διαμερισμάτων θα είχαν ελεύθερη πρόσβαση στην πισίνα την οποία θα χρησιμοποιούσαν δωρεάν. Ο εφεσίβλητος παρέδωσε στους εφεσείοντες τραπεζική εγγύηση ΛΚ20.000 για κάλυψη «οποιωνδήποτε ζημιών υποστούν οι ιδιοκτήτες είτε λόγω μη πληρωμής οποιασδήποτε από τις δόσεις του ενοικίου κατά την ημερομηνία που αυτή είναι πληρωτέα είτε λόγω παράβασης εκ μέρους του ενοικιαστή οποιουδήποτε άλλου όρου της συμφωνίας αυτής». Ο εφεσίβλητος παρέλαβε την πισίνα και ό,τι άλλο διαλάμβανε η συμφωνία, στην κατάσταση που όλα βρίσκονταν κατά την έναρξη της ενοικίασης και άρχισε τη λειτουργία της επιχείρησης.
Μέσα σε σύντομο χρόνο αφότου άρχισε να λειτουργεί η επιχείρηση από τον εφεσίβλητο, προέκυψαν προβλήματα. Ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (ΚΟΤ) άσκησε εναντίον του εφεσίβλητου ποινική δίωξη για παράνομη λειτουργία υπαίθριου εστιατορίου και στις 23.8.2000 εκδόθηκε εναντίον του προσωρινό διάταγμα αναστολής/τερματισμού της λειτουργίας του εστιατορίου «ΚΑΡΠΟΥΖΙ» κλπ «... μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης ή μέχρι νεωτέρων διαταγών του δικαστηρίου.» Το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 4.9.2000 πλην όμως ο εφεσίβλητος δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο και το διάταγμα έγινε οριστικό.
Οι ελλείψεις στο μαγειρείο που εντόπισε ο υπάλληλος του ΚΟΤ κατά τις διαδοχικές επιθεωρήσεις που διενήργησε και η έκδοση του προσωρινού διατάγματος που ακολούθησε, φαίνεται να αποτέλεσαν την αφορμή για τη διατάραξη της σχέσης των διαδίκων. Στην αγωγή που καταχώρησε ο εφεσίβλητος εναντίον των εφεσειόντων, ισχυρίστηκε ότι οι τελευταίοι, δολίως και με ψευδείς παραστάσεις πέτυχαν τη σύναψη της μεταξύ τους γραπτής συμφωνίας ημερ. 15.5.2000 με αποτέλεσμα να μη δύναται να ασκεί νόμιμα και ομαλά την επιχείρησή του και να υποστεί «ανεπανόρθωτη ζημιά». Στην έκθεση απαίτησης, εκθέτει λεπτομέρειες του δόλου και της απάτης που ισχυρίζεται ότι διέπραξαν σε βάρος του οι εφεσείοντες. Λέγει συναφώς ότι οι εφεσείοντες του απέκρυψαν ότι η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης από τον ΚΟΤ ήταν για υπαίθριο εστιατόριο και αντί αυτού, του υπέδειξαν ότι θα λειτουργούσε την επιχείρηση ως πισίνα με μπαρ. Παρά το γεγονός ότι στο συμβόλαιο γίνεται λόγος για κουζίνα εντούτοις δεν υπήρχε κουζίνα ούτε και ο αναγκαίος εξοπλισμός για τη λειτουργία κουζίνας. Λέγει επίσης ότι οι εφεσείοντες παρότι γνώριζαν ότι αυτός λειτουργούσε παράνομα την επιχείρηση εντούτοις όχι μόνο δεν τον ενημέρωσαν για την παρανομία αλλά αντίθετα τον παρότρυναν και/ή του επέτρεψαν να συνεχίσει να παρανομεί. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι συνεπεία των πράξεων και/ή παραλείψεων των εφεσείοντων αποστερήθηκε του δικαιώματος να λειτουργεί ταυτόχρονα εστιατόριο στο χώρο της πισίνας γεγονός που μείωσε κατακόρυφα τα έσοδα και τα κέρδη του. Ως αποτέλεσμα, η ζημιά του ανήλθε στις ΛΚ30.000 δηλαδή το ισόποσο που εισέπραξαν οι εφεσείοντες ως ενοίκια συμπεριλαμβανομένου του ποσού της τραπεζικής εγγύησης. Με την αγωγή ο εφεσίβλητος αξίωσε επίσης αποζημίωση ύψους ΛΚ47.500 ως διαφυγόν κέρδος υπολογιζόμενο στις ΛΚ5.000 μηνιαίως από 1.8.2000 μέχρι 14.5.2001.
Η θέση των εφεσειόντων είναι ότι εξ αρχής ενημέρωσαν τον εφεσίβλητο για το είδος της επιχείρησης και ότι ο τελευταίος επιθεώρησε όλους τους χώρους, την επίπλωση και τον εξοπλισμό που ενοικίασε πριν από την υπογραφή της συμφωνίας ενοικίασης. Λέγουν επίσης ότι ενημέρωσαν τον εφεσίβλητο ότι η άδεια λειτουργίας του ΚΟΤ ήταν για υπαίθριο εστιατόριο που σε κάθε περίπτωση αποτελούσε πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα για την επιχείρηση. Στο πλαίσιο της πιο πάνω ενημέρωσης παρέδωσαν στον εφεσίβλητο τιμοκατάλογο φαγητών, ποτών, ροφημάτων, παγωτών κλπ, που είχε σφραγιστεί από τον ΚΟΤ στις 9.5.2000. Στην πρώτη σελίδα του καταλόγου αναγραφόταν η επωνυμία της επιχείρησης «ΚΑΡΠΟΥΖΙ CLUB SWIMMING POOL RESTAURANT». Στο υποστατικό υπήρχε κουζίνα με σχετικό εξοπλισμό η οποία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες της επιχείρησης κατά τον ίδιο ή με ανάλογο τρόπο που την χρησιμοποιούσαν προηγουμένως οι εφεσείοντες, προτού ενοικιάσουν το υποστατικό στον εφεσίβλητο. Η θέση των εφεσειόντων επί του προκειμένου είναι ότι, εν πάση περιπτώσει, με ελάχιστα έξοδα που δεν θα ξεπερνούσαν τις ΛΚ1.000 ο εφεσίβλητος θα μπορούσε να παρασκευάζει ο ίδιος φαγητά χρησιμοποιώντας την υποδομή της υπάρχουσας κουζίνας αντί να τα προμηθευόταν από παρακείμενο εστιατόριο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο προτίμησε να στηριχθεί στη μαρτυρία του εφεσίβλητου η οποία, καθώς διαπιστώθηκε, υποστηριζόταν και από το περιεχόμενο της γραπτής συμφωνίας των διαδίκων ημερ. 15.5.2000, όπως την ερμήνευσε το δικαστήριο. Μια από τις βασικές διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ότι κατά το χρόνο της σύνταξης και υπογραφής της συμφωνίας οι εφεσείοντες δεν πληροφόρησαν τον εφεσίβλητο ότι η επιχείρηση λειτουργούσε και ως υπαίθριο εστιατόριο και άφησαν έτσι τον εφεσίβλητο με την εντύπωση ότι η επιχείρηση λειτουργούσε μόνο ως πισίνα και μπαρ ενώ απαραιτήτως έπρεπε να λειτουργεί και ως υπαίθριο εστιατόριο. Οι εφεσείοντες απέκρυψαν την πραγματικότητα και στη γραπτή συμφωνία όπου με τη χρήση της λέξης «κουζίνα» στο κείμενο του συμβολαίου δημιουργείται ασάφεια «... κατά πόσο αφορά υπαίθριο εστιατόριο ή λειτουργία πισίνας και μπαρ γιατί κουζίνα έχει και το μπαρ ...».
Κατά την κρίση του πρωτόδικου δικαστή η εκ μέρους των εφεσειόντων απόκρυψη των πιο πάνω πραγματικών γεγονότων από τον εφεσίβλητο έγινε εκ προθέσεως « .... με σκοπό να στερήσουν από τον ενάγοντα τα πραγματικά γεγονότα βάσει των οποίων θα ασκούσε ελεύθερη βούληση για να αποφασίσει αν θα προχωρήσει στη σύναψη αυτής της συμφωνίας και όλα αυτά συνιστούν εκ μέρους των απάτη και ψευδείς παραστάσεις μέσα στην έννοια των Άρθρων 17 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149.». Μια άλλη διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ότι ο εφεσίβλητος πληροφορήθηκε για πρώτη φορά στις 28.7.2000 ότι η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης ήταν και για υπαίθριο εστιατόριο και ότι δικαίως ακύρωσε τη συμφωνία με τους εφεσείοντες με την αγωγή 5111/00 τεκμ. 24, που καταχώρησε εναντίον τους στις 8.8.2000.
Στη βάση των πιο πάνω διαπιστώσεων κρίθηκε ότι ο εφεσίβλητος ως το μη υπαίτιο μέρος της συμφωνίας δικαιούταν σε αποζημιώσεις. Εκδόθηκε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου για το ποσό ΛΚ18.500 μέρους του ποσού της τραπεζικής εγγύησης που εισέπραξαν οι εφεσείοντες αφαιρουμένων ΛΚ1.500 εξόδων που είχαν επιδικασθεί υπέρ των εφεσειόντων στις 5.6.01 στα πλαίσια της προαναφερόμενης αγωγής 5111/00. Επιδικάστηκαν επίσης υπέρ του εφεσίβλητου αποζημιώσεις ύψους ΛΚ4.445 υπό μορφή επιστροφής μη δεδουλευμένων ενοικίων που είχαν προπληρωθεί. Υπέρ του εφεσίβλητου επιδικάστηκαν επίσης και αποζημιώσεις για διαφυγόν κέρδος ΛΚ19.000 για την περίοδο Αυγούστου - Οκτωβρίου 2000. Το εν λόγω ποσό υπολογίστηκε από το δικαστήριο στη βάση μαρτυρίας ότι τα μηνιαία κέρδη του εφεσίβλητου από την επιχείρηση ήταν ΛΚ7.500 μείον ΛΚ3.500 που εισέπραξε ο εφεσίβλητος μέχρι τις 23.8.2000, μετά το κλείσιμο του μπαρ κλπ στις 28.7.2000. Όλα τα πιο πάνω ποσά ανέρχονται στις ΛΚ42.445, ποσό για το οποίο εκδόθηκε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων πλέον έξοδα. Η απαίτηση των εφεσειόντων για μικρό ποσό αποζημιώσεων απορρίφθηκε.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ζητούν τον παραμερισμό της. Είναι η θέση τους ότι τα επιμέρους συμπεράσματα και διαπιστώσεις του δικάσαντος δικαστηρίου που οδήγησαν στο τελικό συμπέρασμα ότι δολίως απέκρυψαν από τον εφεσίβλητο ότι η επιχείρηση έπρεπε να λειτουργεί υποχρεωτικά και ως εστιατόριο σύμφωνα με την άδεια λειτουργίας του ΚΟΤ είναι αυθαίρετο και προϊόν λανθασμένης εκτίμησης της μαρτυρίας.
Στο προΐμιο της γραπτής συμφωνίας των διαδίκων περιγράφεται με τρόπο γενικό το αντικείμενο της ενοικίασης.
«ΕΠΕΙΔΗ οι ιδιοκτήτες είναι νόμιμοι δικαιούχοι και/ή κάτοχοι και/ή διαχειριστές πισίνας με κουζίνα και μπαρ και τη σχετική επίπλωση και τον εξοπλισμό της, που φέρει την ονομασία «Καρπούζι» και βρίσκεται στο πίσω μέρος της πολυκατοικίας που είναι γνωστή ως «Moniatis Holiday Apartments» στην οδό Γεωργίου Α΄ αρ. 64, Ποταμός Γερμασόγειας, Λεμεσός που πιο κάτω θα αναφέρεται ως «το Καρπούζι».»
Εκτός από την πιο πάνω γενική περιγραφή του αντικειμένου δεν υπάρχει στο έγγραφο οποιαδήποτε άλλη εξειδίκευση ή λεπτομερής περιγραφή της πισίνας, του μπαρ και της κουζίνας. Στο λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη η «κουζίνα» ερμηνεύεται ως ο χώρος σπιτιού ή καταστήματος όπου παρασκευάζονται φαγητά. Αυτή είναι η έννοια της κουζίνας που γνωρίζει και αντιλαμβάνεται όποιος γνωρίζει ελληνικά και έτσι έπρεπε να είχε γίνει αντιληπτή και από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η λέξη κουζίνα στο κείμενο της γραπτής συμφωνίας δεν δημιουργεί ασάφεια όπως λανθασμένα αποφαίνεται ο πρωτόδικος δικαστής λέγοντας αχρείαστα ότι «κουζίνα έχει και το μπαρ». Σαφώς περιλαμβανόταν στην ενοικίαση και η κουζίνα της επιχείρησης ανεξάρτητα του σκοπού που η χρήση της θα εξυπηρετούσε. Έχουμε τη γνώμη ότι οι εφεσείοντες δεν απέκρυψαν οτιδήποτε από τον εφεσίβλητο που είχε σχέση με την κουζίνα ειδικά ή οτιδήποτε άλλο που είχε σχέση με το αντικείμενο της ενοικίασης γενικότερα. Στο χώρο υπήρχε κουζίνα η οποία αποτελούσε μέρος της ενοικίασης. Δεν προκύπτει ότι οι εφεσείοντες θέλησαν δολίως να δημιουργήσουν ασάφεια στο κείμενο της συμφωνίας όπως λανθασμένα αποφάνθηκε ο πρωτόδικος δικαστής.
Ο όρος 7(γ) της συμφωνίας αναφέρεται στις ώρες λειτουργίας της πισίνας καθημερινά από τον Απρίλη μέχρι τον Οκτώβρη. Στον ίδιο όρο υπάρχει επιφύλαξη σύμφωνα με την οποία ο εφεσίβλητος «... δεν θα υποχρεούται να ακολουθεί το ίδιο ωράριο για τη λειτουργία του μπαρ και της κουζίνας του Καρπουζιού αλλά θα δικαιούται να το διαφοροποιεί ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης του.» Αν η βούληση των διαδίκων ήταν να ισχύσει η πιο πάνω επιφύλαξη μόνο για το μπαρ θα ήταν αρκετό να περιοριζόταν για το μπαρ χωρίς να συμπεριλάβουν και την κουζίνα γεγονός το οποίο υποδηλώνει ότι κατά πάσα πιθανότητα η επιφύλαξη τέθηκε για να καλύπτει τόσο το μπαρ όσο και την κουζίνα δηλαδή δύο ξεχωριστά πράγματα.
Ο εφεσίβλητος εξαρχής γνώριζε ότι η επιχείρηση λειτουργούσε με άδεια του ΚΟΤ εφόσον ο όρος 7(ζ) της γραπτής συμφωνίας που αφορά στο δικαίωμα του για την ανανέωσή της προβλέπει,
«(ζ) Εφόσον ασκήσει το δικαίωμα του για ανανέωση της ενοικίασης, πληρώνει από την επόμενη περίοδο όλες τις ετήσιες άδειες ποτού, καπνού, μουσικής καθώς επίσης και τις ετήσιες άδειες λειτουργίας του ΚΟΤ και του Δήμου Γερμασόγειας.»
Προκύπτει ότι ο εφεσίβλητος γνώριζε ότι η επιχείρηση λειτουργούσε με άδεια του ΚΟΤ και αν δεν ενδιαφέρθηκε να πληροφορηθεί τους όρους της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης πριν υπογράψει τη συμφωνία μόνο τον εαυτό του πρέπει να μέμφεται. Έχουμε επομένως τη γνώμη ότι οι εφεσείοντες δεν απέκρυψαν από τον εφεσίβλητο οτιδήποτε που είχε σχέση με την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης. Ο εφεσίβλητος είχε στη διάθεσή του όλα τα στοιχεία και διατηρούσε τη δυνατότητα να πληροφορηθεί λεπτομερώς για τους όρους άδειας λειτουργίας της επιχείρησης του ΚΟΤ. Είναι φανερό ότι το πρόβλημα για τον εφεσίβλητο προέκυψε όταν, για δικούς του λόγους, αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του επιθεωρητή του ΚΟΤ όταν ο τελευταίος διαπίστωσε κατά τις επιθεωρήσεις που διενήργησε συγκεκριμένες παραλείψεις που αφορούσαν στη λειτουργία της επιχείρησης και είχαν σχέση με την κουζίνα κατά παράβαση της άδειας του ΚΟΤ. Με αφορμή αυτό το περιστατικό και το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε εναντίον του ο εφεσίβλητος θεώρησε πως η ευκαιρία ήταν κατάλληλη να διακόψει τη λειτουργία της επιχείρησης από την οποία, καθώς ισχυρίστηκε, αποκόμιζε σημαντικά κέρδη.
Ενόψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα απέδωσε ευθύνη στους εφεσείοντες και συνεπώς οι αποζημιώσεις που έχουν επιδικασθεί είναι χωρίς έρεισμα. Επιγραμματικά σημειώνουμε ότι η επιδίκαση αποζημιώσεων για διαφυγόν κέρδος στηρίχθηκε ανεπίτρεπτα σε απομακρυσμένη πιθανολόγηση χωρίς αξιόπιστα στοιχεία μαρτυρίας που θα δικαιολογούσαν είτε το ποσό που επιδικάστηκε είτε το σκεπτικό της απόφασης.
Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η έφεση επιτυγχάνει με €3.000 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.
Η έφεση επιτρέπεται με €3.000 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.