ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 496
18 Απριλίου, 2008
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. TONI & GUY LIMASSOL LTD,
2. TONI & GUY (HAIR ACADEMY),
Εφεσείοντες,
ν.
ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 392/2006)
Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Κατά πόσο το αγώγιμο δικαίωμα των εναγόντων είχε ως βάση την υφιστάμενη σύμβαση εργασίας μεταξύ των ιδίων και του εναγομένου και/ή το επίδικο θέμα αφορούσε στην εργασιακή σχέση μεταξύ των διαδίκων ή κατά πόσο αφορούσε αθέτηση συμφωνίας ― Κατά πόσο δικαιοδοσία, για επίλυση της επίδικης διαφοράς είχε το κατά τόπον αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο ή το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ― Άρθρο 12(1)(ε) του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών (Τροποποιητικού) Νόμου του 1996 (Ν.79(Ι)/96).
Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία το Δικαστήριο έκρινε πως η αξίωση των εναγόντων - εφεσειόντων, που είναι κομμωτές, εναντίον του εναγόμενου - εφεσίβλητου, μαθητευόμενου κομμωτή στο κομμωτήριό τους, συνιστούσε αυτοτελή αξίωση που εγειρόταν από σύμβαση εργασίας και επομένως η αγωγή ενέπιπτε στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών και ως εκ τούτου το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε αρμοδιότητα να την εκδικάσει.
Οι εφεσείοντες αξίωναν από τον εφεσίβλητο ποσό ύψους Λ.Κ.2.000 που, στη βάση της μεταξύ τους συμφωνίας, θα επωμίζονταν οι πρώτοι από τη μαθήτευση του δεύτερου στο κομμωτήριό τους ως τεχνικού κομμωτηρίου εργαζόμενου και παραμένοντος στην υπηρεσία τους για περίοδο ενός έτους. Σε αντίθετη περίπτωση ο εφεσίβλητος θα έπρεπε να πληρώσει τα δίδακτρα ο ίδιος στους εφεσείοντες. Σύμφωνα με την έκθεση απαιτήσεως των εφεσειόντων, ο εφεσίβλητος παραιτήθηκε από την εργασία του πριν την λήξη της περιόδου του ενός έτους από τη ημερομηνία της σύμβασης.
Ο εφεσίβλητος αρνήθηκε τον ισχυρισμό των εφεσειόντων για την ύπαρξη του προαναφερόμενου όρου για καταβολή των διδάκτρων του από τους εφεσείοντες, νοουμένου ότι θα παρέμενε στην υπηρεσία τους για ένα έτος και ανταπαιτητικά αξίωνε αποζημιώσεις και/ή συνεισφορά από τους πρώτους εφεσείοντες, σε περίπτωση που κρινόταν νομικά υπεύθυνος για πληρωμή του αξιούμενου ποσού στους εφεσείοντες 2.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Τα θέματα τα οποία εγείρονται στην εξεταζόμενη υπόθεση διέπονται από το Άρθρο 12(1) του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου του 1967 (Ν.8/67, όπως τροποποιήθηκε) με τον ομώνυμο τροποποιητικό νόμο του 1996 (Ν.79 (Ι)/96) με την προσθήκη της παραγράφου (ε). Για να εμπίπτει μια αυτοτελής αξίωση, όπως αυτή που περιλαμβάνεται στην έκθεση απαιτήσεως, στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών θα πρέπει αυτή η αυτοτελής αξίωση να εγείρεται «από τη σύμβαση εργασίας». Ο όρος αυτοτελής αξίωση που εγείρεται από τη σύμβαση εργασίας, εξυπακούει αξίωση που αφορά στην εργασιακή σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου και βασίζεται στη μεταξύ τους σύμβαση εργασίας. Αυτό άλλωστε δείχνουν και οι υπόλοιπες πρόνοιες της παραγράφου 12(1)(ε).
2. Στην προκείμενη περίπτωση το κατ' ισχυρισμό αγώγιμο δικαίωμα των εφεσειόντων πηγάζει από την κατ' ισχυρισμό συμφωνία των μερών στην περίπτωση τερματισμού της σύμβασης εργασίας από τον εφεσίβλητο και δεν βασίζεται ούτε και εγείρεται από την ίδια τη σύμβαση εργασίας. Ακόμα, το επίδικο θέμα δεν αφορά στην εργασιακή σχέση των διαδίκων αλλά είναι καθαρά θέμα αθέτησης συμφωνίας, και επομένως εμπίπτει στη δικαιοδοσία του κατά τόπον αρμόδιου Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Η έφεση επιτράπηκε με €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσειόντων. Η υπόθεση παραπέμφθηκε πίσω στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού προς εκδίκαση.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Elbee Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 149,
Παναγιώτου v. Δ.Σ. Αρτοκουλουροποιείου Λτδ (2002) 1 Α.Α.Δ. 1381,
Στυλιανίδης v. British American Insurance Co. Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ 517.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, (Σταυρινίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2850/04), ημερομ. 16.11.06.
Θ. Κυπριανού για Χρ. Κινάνη, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Μελάς, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερ. 16.11.06, με την οποίαν το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως η αξίωση των εναγόντων-εφεσειόντων συνιστούσε αυτοτελή αξίωση που εγειρόταν από σύμβαση εργασίας και επομένως ότι η αγωγή ενέπιπτε στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών και ως εκ τούτου το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε αρμοδιότητα να την εκδικάσει.
Στην έκθεση απαίτησης των εναγόντων - εφεσειόντων γινόταν αναφορά σε σύμβαση εργασίας μεταξύ των διαδίκων σύμφωνα με την οποίαν ο εναγόμενος - εφεσίβλητος θα ήταν μαθητευόμενος τεχνικός κομμωτηρίου εργαζόμενος σε κομμωτήριο των πρώτων εναγόντων-εφεσειόντων και παράλληλα θα παρακολουθούσε και ειδική εκπαίδευση σε τεχνικά θέματα στους δεύτερους ενάγοντες - εφεσείοντες. Οι διάδικοι συμφώνησαν ότι τα δίδακτρα για την εκπαίδευση του εφεσίβλητου, ανερχόμενα σε Λ.Κ.2.000.-, θα τα επωμίζονταν οι πρώτοι εφεσείοντες, νοουμένου ότι ο εφεσίβλητος θα παρέμενε στην υπηρεσία τους για περίοδο ενός έτους. Σε αντίθετη περίπτωση ο εφεσίβλητος θα έπρεπε να πληρώσει τα δίδακτρα ο ίδιος στους εφεσείοντες. Σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης ο εφεσίβλητος, πριν τη λήξη της περιόδου του ενός έτους από την ημερομηνία της σύμβασης παραιτήθηκε από την εργασία του και αυτό συνιστά παράβαση της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας ένεκα της οποίας οι εφεσείοντες υπέστησαν ζημιά ύψους Λ.Κ.2.000., ίση δηλαδή με το ύψος των διδάκτρων και/ή υπηρεσιών που παραχωρήθηκαν από τους εφεσείοντες στον εφεσίβλητο, την οποίαν οι εφεσείοντες με την αγωγή τους αξίωσαν.
Η αξίωση δηλαδή των εφεσειόντων ήταν για ποσό Λ.Κ.2.000.- ως δίδακτρα και/ή δυνάμει συμφωνίας και/ή υπολοίπου χρεωστικού λογαριασμού και/ή δανείου και/ή δυνάμει αδικαιολόγητου πλουτισμού και/ή ως χρήματα καταβληθέντα αχρεωστήτως και/ή ως αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στην απόφαση του, αναφέρθηκε στην δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών και ειδικά στο Άρθρο 12 του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου αρ. 8/67, το οποίον προνοεί, μεταξύ άλλων, στην παράγραφο (1), υποπαράγραφος (ε), ότι στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών υπάγεται η διάγνωση και απόφαση επί των αυτοτελών αξιώσεων που εγείρονται από τη σύμβαση εργασίας και περιλαμβάνουν απαιτήσεις για ετήσιες άδειες, δεδουλευμένο ημερομίσθιο, φιλοδώρημα, 13ον μισθό και οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα προκύπτει από νόμο, κανονισμό, έθιμο και ατομική ή συλλογική σύμβαση.
Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στην προαναφερόμενη απόφαση του αφού αναφέρθηκε σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και συγκεκριμένα στις αποφάσεις Elbee Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 149 και Ηρόδοτος Παναγιώτου ν. Δ.Σ. Αρτοκουλουροποιείου Λτδ (2002) 1 Α.Α.Δ. 1381).
Αξίζει να σημειωθεί ότι με τη υπεράσπιση και ανταπαίτηση του εφεσιβλήτου γινόταν άρνηση του ισχυρισμού των εφεσειόντων για ύπαρξη του προαναφερόμενου όρου για καταβολή των διδάκτρων του εφεσίβλητου από τους εφεσείοντες, νοουμένου ότι θα παρέμενε στην υπηρεσία τους για ένα έτος και ανταπαιτητικά αξιώνονταν αποζημιώσεις και/ή συνεισφορά από τους πρώτους εφεσείοντες, σε περίπτωση που ο εφεσίβλητος κρινόταν νομικά υπεύθυνος για πληρωμή του αξιούμενου ποσού στους εφεσείοντες 2.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης ως προς τη μη ύπαρξη δικαιοδοσίας, εκ μέρους του Επαρχιακού Δικαστηρίου, να εκδικάσει την αγωγή και ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του Ν.8/67, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.79(Ι)/96.
Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών καθιδρύθηκε δυνάμει του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου του 1967 (Ν.8/67, όπως τροποποιήθηκε). Με τον περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996 (Ν.79(Ι)/96), το Άρθρο 12 του βασικού νόμου τροποποιήθηκε με την προσθήκη της παραγράφου (ε). Στην έκταση που είναι σχετικό, το άρθρο διαβάζεται τώρα ως εξής:
«Καθιδρύεται Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, (εν των παρόντι Νόμω καλούμενο 'Το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών') εις την αποκλειστικήν δικαιοδοσίαν του οποίου υπάγεται η διάγνωσις και απόφασις επί των ακολούθων διαφορών:
............................
(ε) αυτοτελείς αξιώσεις που εγείρονται από τη σύμβαση εργασίας και περιλαμβάνουν απαιτήσεις για ετήσιες άδειες, δεδουλευμένο ημερομίσθιο, φιλοδώρημα, δέκατο τρίτο μισθό και οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα προκύπτει από νόμο, κανονισμό, έθιμο, ατομική ή συλλογική σύμβαση.»
Στην υπόθεση Στυλιανίδης ν. British American Insurance Co. Ltd (1990) 1 A.A.Δ 517 αποφασίστηκε ότι με το Άρθρο 30(2) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν.24/67), με το οποίο παρέχεται δικαίωμα προσφυγής σε Επαρχιακό Δικαστήριο, διασφαλίζεται η ευχέρεια διεκδίκησης αποζημιώσεων βάσει άλλου νόμου ή αρχών δικαίου. Σημειώθηκε ακόμα, στην προαναφερόμενη απόφαση, ότι ο πρωταρχικός σκοπός του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου είναι η προστασία του εργοδοτουμένου από το μονομερή τερματισμό της απασχόλησης του, ως μέτρο κοινωνικής ασφάλειας και δεν επηρεάζει ή καταργεί τον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149 ή τις αρχές του Κοινού Δικαίου, στο βαθμό που ρυθμίζουν σχέσεις εργασίας ή τις συνέπειες της διαρρήξεώς των.
Στην υπόθεση Elbee Ltd (ανωτέρω) τονίστηκε η αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών για εκδίκαση αυτοτελών αξιώσεων που εγείρονται από τη σύμβαση εργασίας.
Εξετάσαμε με πολλή προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η απάντηση στα θέματα που εγείρονται με την υπό εξέταση έφεση βρίσκεται στο λεκτικό του προαναφερόμενου Άρθρου 12(1)(ε). Για να εμπίπτει μια αυτοτελής αξίωση, όπως αυτή που περιλαμβάνεται στην έκθεση απαίτησης, στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών θα πρέπει αυτή η αυτοτελής αξίωση να εγείρεται «από τη σύμβαση εργασίας». Κατά την κρίση μας ο όρος αυτοτελής αξίωση που εγείρεται από τη σύμβαση εργασίας, εξυπακούει αξίωση που αφορά στην εργασιακή σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου και βασίζεται στη μεταξύ τους σύμβαση εργασίας. Αυτό άλλωστε δείχνουν και οι υπόλοιπες πρόνοιες της παραγράφου 12(1)(ε) οι οποίες αναφέρονται στο τι μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν τέτοιες αξιώσεις και αναφέρουν συγκεκριμένα απαιτήσεις για ετήσιες άδειες, δεδουλευμένο ημερομίσθιο, φιλοδώρημα, δέκατο τρίτο μισθό και οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα προκύπτει από νόμο, κανονισμό, έθιμο και ατομική ή συλλογική σύμβαση. Κατά την εκτίμηση μας η φράση «και οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα .» θα πρέπει να ερμηνευτεί ejusdem generis, δηλαδή σε συνάρτηση και κατ΄ αναλογία προς ότι προηγείται της φράσης αυτής, που είναι διάφορα δικαιώματα που αφορούν στην εργασιακή σχέση.
Στην προκείμενη περίπτωση το κατ' ισχυρισμό αγώγιμο δικαίωμα των εφεσειόντων πηγάζει από την κατ' ισχυρισμό συμφωνία των μερών στην περίπτωση τερματισμού της σύμβασης εργασίας από τον εφεσίβλητο και δεν βασίζεται ούτε και εγείρεται από την ίδια τη σύμβαση εργασίας. Ακόμα, το επίδικο θέμα δεν αφορά στην εργασιακή σχέση των διαδίκων αλλά είναι καθαρά θέμα αθέτησης συμφωνίας, και επομένως εμπίπτει στη δικαιοδοσία του κατά τόπον αρμόδιου Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Ενόψει των προαναφερομένων κρίνουμε την πρωτόδικη απόφαση ως λανθασμένη και την έφεση ως βάσιμη. Κατά συνέπεια η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η υπόθεση παραπέμπεται πίσω στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού προς εκδίκαση. Έξοδα €1.500.-, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσειόντων.
Η έφεση επιτρέπεται με €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσειόντων. Η υπόθεση παραπέμπεται πίσω στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού προς εκδίκαση.