ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 157
14 Φεβρουαρίου, 2008
[KΩNΣTANTINIΔHΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
1. MARK MAN LTD,
2. ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΟΣΚΑΣ,
3. SERGEI PILIUGIN,
Εφεσείοντες - Αιτητές,
ν.
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 308/2006)
Προνομιακά εντάλματα ― Mandamus ― Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus με το οποίο, μεταξύ άλλων, να διατάσσεται η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου να ανακαλέσει και/ή αναστείλει την άδεια λειτουργίας εταιρείας εγγεγραμμένης στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών προς την οποία είχαν μεταβιβαστεί οι εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες γαλλικής εταιρείας η οποία λειτουργούσε στην Κύπρο έχοντας εξασφαλίσει άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών από την Κεντρική Τράπεζα ― Απόρριψη αίτησης λόγω του ότι το θέμα για το οποίο εζητείτο η έκδοση του εντάλματος Mandamus δεν ενέπιπτε στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη βάση του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος ― Επικύρωση πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.
Διοικητικό Δίκαιο ― Αποφάσεις Κεντρικής Τράπεζας σε σχέση με τη χορήγηση ή ανάκληση άδειας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου (Ν.66(I)/97) ― Κατά πόσο εμπίπτουν στον τομέα του ιδιωτικού ή του δημοσίου δικαίου.
Το θέμα που ουσιαστικά εξετάζεται στην παρούσα έφεση είναι κατά πόσο η εξουσία που έχει η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, στη βάση του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου (Ν. 66(Ι)/1997), να δίδει άδεια άσκησης, με ή χωρίς όρους, τραπεζικών εργασιών σε νομικά πρόσωπα ή να ανακαλεί ή να προβαίνει στην τροποποίηση μιας τέτοιας άδειας, ανάλογα με τα περιστατικά που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια επέμβαση, εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εξετάζοντας στην πρωτοβάθμιά του δικαιοδοσία αίτηση των αιτητών - εφεσειόντων για έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus εναντίον της Κεντρικής Τράπεζας, αποφάνθηκε ότι η προαναφερθείσα εξουσία ανάγεται αποκλειστικά στον τομέα του δημοσίου δικαίου στη βάση των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος και άρα δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης για έκδοση Mandamus η οποία ενέπιπτε στις πρόνοιες του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων η γαλλική εταιρεία Banque Nationale de Paris Intercontinentale S.A. (BNPI) στην οποία η Κεντρική Τράπεζα χορήγησε άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο, μεταβίβασε τις εμπορικές και επιχειρηματικές της δραστηριότητες στην εταιρεία BNP Paribas (Cyprus) Ltd που ήταν εγγεγραμμένη στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών. Κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων πλευρών η Κεντρική Τράπεζα τροποποίησε την άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών που είχε χορηγηθεί στην BNPI με την προσθήκη όρων, μεταξύ των οποίων, και όρο λήξης της ισχύος της άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών άμα τη ολοκληρώσει της διάλυσης του υποκαταστήματος της ΒΝΡΙ στην Κύπρο. Η ΒΝΡΙ δεν συμμορφώθηκε με τους όρους που τέθηκαν και απεκάλυψαν σε τρίτα πρόσωπα λεπτομέρειες λογαριασμών πελατών τους με αποτέλεσμα οι πελάτες που επηρεάστηκαν να υποστούν σημαντικές απώλειες και οικονομικές ζημιές. Οι πιο πάνω διαφορές που προέκυψαν μεταξύ της BNPI και των προσώπων που είχαν επηρεαστεί οδήγησαν στην καταχώριση αγωγών σε κυπριακά δικαστήρια. Ως αποτέλεσμα της παράλειψης της BNPI να συμμορφωθεί προς τις αναληφθείσες υποχρεώσεις της οι αιτητές ζήτησαν από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να εξετάσει το θέμα της ανάκλησης των αδειών που είχαν δοθεί στη BNPI και αργότερα στην BNP Paribas (Cyprus) Ltd. Η Κεντρική Τράπεζα αρνήθηκε να προβεί στη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων πληροφορώντας εγγράφως τους αιτητές ότι έκρινε ότι δεν υπήρχε θέμα παράβασης οποιουδήποτε όρου της τροποποιηθείσας άδειας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Αν και η διαχωριστική γραμμή μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου σε αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας που αφορούν τραπεζικές εργασίες είναι λεπτή, εν τούτοις τόσο η χορήγηση άδειας για την έναρξη των τραπεζικών εργασιών όσο και η ανάκληση μιας τέτοιας άδειας εμπίπτουν αποκλειστικά στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου και ελέγχονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
2. Ο περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμος (Ν. 66(Ι)/1997) παρέχει στην Κεντρική Τράπεζα εξουσία να χορηγεί, με ή χωρίς όρους, άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών σε νομικά πρόσωπα. Επιπρόσθετα χορηγείται εξουσία ανάκλησης ή τροποποίησης μιας τέτοιας άδειας ανάλογα με τα περιστατικά που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια επέμβαση. Στην παρούσα περίπτωση τα δυσμενή επακόλουθα για τους πελάτες της BNPI που είχαν επηρεαστεί από την αποκάλυψη των λογαριασμών τους, υποδεικνύει ότι το θέμα δεν περιορίζεται μέσα στα στενά πλαίσια μιας ιδιωτικής διαφοράς, αλλά είναι θέμα που ανάγεται στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Τόσο η χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών όσο και η ανάκληση μιας τέτοιας άδειας εμπίπτει στον ρυθμιστικό και εποπτικό ρόλο που ασκεί η Κεντρική Τράπεζα πάνω σε εκείνα τα νομικά πρόσωπα που λειτουργούν ως τραπεζικοί οργανισμοί και η άσκηση αυτού του ελέγχου έχει δημόσιες και όχι ιδιωτικές προεκτάσες.
Η έφεση απορρίφθηκε με 3000 ευρώ έξοδα, συν Φ.Π.Α., εις βάρος των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία v. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218,
Beogradska Banka v. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 698/2000, ημερ. 8/12/2000,
Margal Ltd. v. Κεντρικής Τράπεζας (1993) 3 Α.Α.Δ. 194.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Αίτ. Αρ. 54/2006), ημερ. 19/9/2006.
Κ. Μελάς, για τους Εφεσείοντες.
Αλ. Ευαγγέλου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
KΩNΣTANTINIΔHΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση οι Mark Man Ltd, Αντώνης Τόσκας και Sergei Piliugin (εφεσείοντες) προσβάλλουν την ορθότητα πρωτόδικης απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα τους που είχαν καταχωρίσει εναντίον της Κεντρικής Τράπεζας (η εφεσίβλητη) για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Στις 29/11/1985 η Κεντρική Τράπεζα χορήγησε άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο στη γαλλική εταιρεία Banque Nationale de Paris Intercontinentale S.A. (BNPI). Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, στις 31/12/2002, οι εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες της BNPI μεταβιβάστηκαν στην εταιρεία BNP Paribas (Cyprus) Ltd που ήταν εγγεγραμμένη στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών.
Κατόπιν αίτησης των ενδιαφερόμενων πλευρών η Κεντρική Τράπεζα τροποποίησε στις 31/12/2002 την άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών που είχε χορηγηθεί στην BNPI, με την προσθήκη των πιο κάτω όρων:
"1. Η BNPI, δεν θα πρέπει να επιδιώξει, από σήμερα και εις το εφεξής, να προκαλέσει την δημιουργία ή να εμπλακεί σε συζητήσεις για την δημιουργία νέας επιχείρησης που θα ασχολείται με την άσκηση τραπεζικών εργασιών στην ή από την Κύπρο και θα περιορίσει τις δραστηριότητες της στην διάλυση (winding-up) του υποκαταστήματος που διαθέτει στην Κύπρο και/ή την μεταβίβαση του καθαρού ενεργητικού της σε άλλη Τράπεζα η οποία είναι κάτοχος αδείας για άσκηση τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο.
2. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διάλυσης των λειτουργιών του υποκαταστήματος της BNPI στην Κύπρο, η BNPI, θα πρέπει να δώσει σχετική ειδοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου.
3. Η ισχύς της άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών, ημερομηνίας 29.11.1985, ως αυτή ετροποποιήθη από σήμερα, θα λήξει αυτόματα, άμα τη ολοκληρώσει της διάλυσης του υποκαταστήματος της BNPI στην Κύπρο."
Επιπρόσθετα την ίδια μέρα η Κεντρική Τράπεζα πληροφόρησε εγγράφως τον τοπικό Διευθυντή της BNPI στην Κύπρο ότι η BNPI δεν θα έπρεπε πλέον να ασκεί τραπεζικές εργασίες στην Κύπρο. Στη σχετική επιστολή η Κεντρική Τράπεζα σημείωνε ότι,
"Δια της παρούσης, επισυνάπτω, το τροποποιημένο κείμενο της άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών, που παραχωρήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2005, προς την Banque Nationale de Paris Intercontinentale S.A., και βάσει της οποίας, επιτρέπετο προς αυτήν η εγκαθίδρυση υποκαταστήματος στην Κύπρο, υπό την μορφή, Διεθνούς Τραπεζικής Μονάδας.
Δυνάμει αυτής της τροποποίησης, το υποκατάστημα σας, εμποδίζεται από σήμερα, από του να ασκεί τραπεζικές λειτουργίες στην και από την Κύπρο και απαιτείται από εσάς η έναρξη των διαδικασιών διάλυσης (winding-up), συμφώνως προς τα Άρθρα 211, 213 και 362 του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ο οποίος, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, και καταχώρηση Αίτησης στο Δικαστήριο, για Διάλυση του υποκαταστήματος, το οποίο συστάθηκε υπό την μορφή υπεράκτιας εταιρείας στην Κύπρο."
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων η BNPI παρέλειψε να συμμορφωθεί με τους πιο πάνω όρους και πιο συγκεκριμένα ότι, κατά παράβαση των αρχών της εμπιστευτικότητας, απεκάλυψαν σε τρίτα πρόσωπα λεπτομέρειες λογαριασμών πελατών τους με αποτέλεσμα οι πελάτες που είχαν επηρεαστεί να υποστούν σημαντικές απώλειες και οικονομικές ζημιές. Οι πιο πάνω διαφορές που προέκυψαν μεταξύ της BNPI και των προσώπων που είχαν επηρεαστεί οδήγησαν στην καταχώριση αγωγών σε κυπριακά δικαστήρια. Ως αποτέλεσμα της παράλειψης της BNPI να συμμορφωθεί προς τις αναληφθείσες υποχρεώσεις της οι αιτητές ζήτησαν από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να εξετάσει το θέμα της ανάκλησης των αδειών που είχαν δοθεί στη BNPI και αργότερα στην BNP Paribas (Cyprus) Ltd. Η Κεντρική Τράπεζα αρνήθηκε να προβεί στη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων πληροφορώντας εγγράφως τους αιτητές στις 5/7/2006 ότι έκρινε ότι δεν υπήρχε θέμα παράβασης οποιουδήποτε όρου της τροποποιηθείσας άδειας. Πιο συγκεκριμένα στην πιο πάνω επιστολή η Κεντρική Τράπεζα πληροφορούσε τους εφεσείοντες ότι,
"Το τέως κυπριακό υποκατάστημα της BNPI είχε, την 31η Δεκεμβρίου, 2002, μεταφέρει όλα τα καθαρά περιουσιακά του στοιχεία σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Κύπρο ("BNP Paribas Cyprus Ltd") και συνεπώς, δεν τίθεται θέμα παράβασης οποιουδήποτε όρου της ως άνω τροποποιητικής τραπεζικής άδειας, που να επισύρει οποιαδήποτε κύρωση, σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997 έως 2005 ....... Όσον αφορά την ανάκληση άδειας τράπεζας, επισύρω την προσοχή σας στο άρθρο 30 των περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμων του 1997-2005."
Μετά τη λήψη της πιο πάνω επιστολής οι εφεσείοντες καταχώρισαν αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus, με το οποίο,
(i) Θα διαταττόταν η Κεντρική Τράπεζα να ανακαλέσει και/ή αναστείλει την άδεια λειτουργίας που εκδόθηκε στην BNP Paribas (Cyprus) Ltd,
(ii) Θα διαταττόταν η BNPI όπως συμμορφωθεί προς τις οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας που περιλαμβάνονταν στην άδεια διεξαγωγής τραπεζικών εργασιών της 31/12/2002.
Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση του σημείωσε ότι η χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών, όπως και η ανάκληση χορηγηθείσας άδειας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου (N. 66(Ι)/97) παρέχεται στην Κεντρική Τράπεζα και το ερώτημα αν μια τέτοια απόφαση ή παράλειψη της Κεντρικής Τράπεζας εμπίπτει στον τομέα του ιδιωτικού ή του δημόσιου τομέα δεν είναι εύκολο να απαντηθεί, αφού η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο είναι αρκετά λεπτή (βλ. Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218). Όμως στην υπό εξέταση περίπτωση το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτοβάθμια του δικαιοδοσία αποφάνθηκε ότι η εξουσία άσκησης εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας ρυθμιστικού και εποπτικού ρόλου υπερέβαινε τα όρια των συμφερόντων μεμονωμένων πελατών και είχε γενικότερη εφαρμογή ώστε να καλύπτει γενικότερα και τα συμφέροντα του κοινού, σημειώνοντας ότι,
"Στην προκείμενη περίπτωση η εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας κατά την έκταση που αυτή αφορά στη χορήγηση άσκησης τραπεζικών εργασιών ή στην ανάκληση τέτοιας άδειας ή στην τροποποίηση όρων που έχουν τεθεί, θεωρώ ότι ανάγεται αποκλειστικά στον τομέα του δημόσιου δικαίου."
Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη ότι το ερώτημα που είχε εγερθεί δεν ενέπιπτε στη δικαιοδοσία που καθορίζει το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος (το οποίο προνοεί ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδίδει τα εντάλματα habeas corpus, mandamus, prohibition, quo warranto και certiorari) και τη σχετική νομολογία ότι τα προνομιακά αυτά εντάλματα περιορίζονται σε πράξεις ή αποφάσεις εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου που καθορίζεται με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος, απέρριψε την αίτηση.
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης ισχυριζόμενοι ότι η προσέγγιση ότι το θέμα δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος είναι λανθασμένη, αφού η παράλειψη ενός διοικητικού οργάνου δεν θεραπεύεται πάντα μέσα στα πλαίσια των προνοιών του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις είναι ανεδαφικές. Αν και η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού δικαίου σε αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας που αφορούν τραπεζικές εργασίες είναι λεπτή, εντούτοις με σειρά αποφάσεων του το Ανώτατο Δικαστήριο υπέδειξε ότι τόσο η χορήγηση άδειας για την έναρξη τραπεζικών εργασιών όσο και η ανάκληση μιας τέτοιας άδειας, εμπίπτουν αποκλειστικά στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου και ελέγχονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος (βλ. Beogradska Banka v. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 698/2000, ημερ. 8/12/2000, Margal Ltd. v. Κεντρικής Τράπεζας (1993) 3 Α.Α.Δ. 194 και Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218). Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Τόκα (πιο πάνω) που αφορούσε προσφυγή η οποία είχε καταχωρηθεί εναντίον άρνησης του Διευθυντή του Κτηματολογίου να δώσει πληροφορίες στον εφεσίβλητο που αφορούσαν το διαχωρισμό κτήματος σε οικόπεδα, το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι,
"H εγγενής φύση της πράξης, σε συνδυασμό με το συμφέρον του κοινού στο συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας δημόσιας αρχής ή οργάνου, αποτελεί το βασικό κριτήριο για την οριοθέτηση των αντίστοιχων τομέων του δικαίου."
Ο περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμος (Ν. 66(Ι)/1997) παρέχει στην Κεντρική Τράπεζα εξουσία να χορηγεί, με ή χωρίς όρους, άδεια άσκησης τραπεζικών εργασιών σε νομικά πρόσωπα. Επιπρόσθετα χορηγείται εξουσία ανάκλησης ή τροποποίησης μιας τέτοιας άδειας ανάλογα με τα περιστατικά που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια επέμβαση. Στην παρούσα περίπτωση τα δυσμενή επακόλουθα για τους πελάτες της BNPI που είχαν επηρεαστεί από την αποκάλυψη των λογαριασμών τους, υποδεικνύει ότι το θέμα δεν περιορίζεται μέσα στα στενά πλαίσια μιας ιδιωτικής διαφοράς, αλλά είναι θέμα που ανάγεται στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Τόσο η χορήγηση άδειας άσκησης τραπεζικών εργασιών όσο και η ανάκληση μιας τέτοιας άδειας εμπίπτει στον ρυθμιστικό και εποπτικό ρόλο που ασκεί η Κεντρική Τράπεζα πάνω σε εκείνα τα νομικά πρόσωπα που λειτουργούν ως τραπεζικοί οργανισμοί και η άσκηση αυτού του ελέγχου έχει δημόσιες και όχι ιδιωτικές προεκτάσεις.
Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται ως ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με 3000 ευρώ έξοδα, συν Φ.Π.Α., σε βάρος των εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με 3000 ευρώ έξοδα, συν Φ.Π.Α., εις βάρος των εφεσειόντων.