ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 1153
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Aίτηση αρ. 90/08
ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ.ΠΑΜΠΑΛΛΗ, Δ
Αναφορικά με το άρθρο 155(4) του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Διάφορες Διατάξεις) Νόμου του 1964
Και
Αναφορικά με την αίτηση των Μιχάλη Μιχαηλίδη και Χλόης Μιχαηλίδη, από τη Λευκωσία για παραχώρηση άδειας να αιτηθούν για την έκδοση διατάγματος certiorari
Και
Αναφορικά με την Απόφαση/Πρακτικό του ΑΕΔ Ιωαννίδη ημερ. 05.11.08 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην αγωγή υπ΄αρ.1007/07 μεταξύ Marfin Popular Bank Public Co Ltd vs 1. Mιχάλης Μιχαηλίδης 2. Χλόη Μιχαηλίδου 3. Κώστας Τουμπουρής 4.Λάμπρος Παναγιωτίδης.
- - -
24.11.2008
Για τον αιτητή: κ.Χρ.Κληρίδης
- - -
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο Μιχάλης Μιχαηλίδης και η Χλόη Μιχαηλίδου είναι, μεταξύ άλλων οι εναγόμενοι στην αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με αριθμό 1007/07. Το αντικείμενο της αίτησης είναι η παροχή αδείας στους αιτητές να αποταθούν για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 5.11.2008 με την οποία δόθηκαν οδηγίες ως προς τη προσκόμιση μαρτυρίας για το θέμα των εξόδων της αγωγής.
Η έκδοση διατάγματος certiorari επιδιώκεται για το βασικό λόγο της έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και συνακόλουθα, όπως προβάλλεται, της ύπαρξης νομικού λάθους το οποίο είναι εμφανές στο ίδιο το πρακτικό ημερ. 5.11.2008.
Από την έκθεση γεγονότων, που συνοδεύει την αίτηση, η Marfin Popular Bank Public Co.Ltd. καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, εναντίον τεσσάρων εναγομένων, μεταξύ των οποίων και των αιτητών, την αγωγή 1007/07, διεκδικώντας την αποπληρωμή χορηγηθέντος δανείου. Σε κάποιο στάδιο, μετά την καταχώριση υπεράσπισης από τους εναγομένους 1 και 2 (αιτητές), η αγωγή συμβιβάστηκε εξωδίκως. Οι συνήγοροι της τράπεζας των εναγόντων καταχώρισαν στις 22.9.2008, γραπτή ειδοποίηση διακοπής της διαδικασίας. Αυτή ορθώς, ενόψει της προβολής υπεράσπισης, δεν έγινε δεχτή και κατά την επόμενη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου τέθηκε θέμα επιδίκασης των εξόδων τους. Τελικώς στις 21.10.2008, οι συνήγοροι των εναγόντων, είχαν αιτηθεί προφορικώς την παραχώρηση αδείας για την απόσυρση της αγωγής, πράγμα το οποίο και έγινε.
Επειδή υπήρχε διαφωνία μεταξύ των δύο πλευρών ως προς τις συνθήκες που οδήγησαν στην καταχώρηση της αγωγής και στη συνέχεια του επιτευχθέντος συμβιβασμού, ο πρωτόδικος Δικαστής, αφού άκουσε ανάλογη επιχειρηματολογία από τους δυο δικηγόρους κατέληξε με την ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 5.11.2008, ότι ήταν απαραίτητο ν΄ακούσει μαρτυρία, πριν ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια επιδίκασης των εξόδων της αγωγής.
Για το σκοπό αυτό προγραμμάτισε την υπόθεση για ακρόαση στις 25.11.2008, δίδοντας «το δικαίωμα στην κάθε πλευρά να προσκομίσει μαρτυρία σε σχέση με τις πιο πάνω εκτεθείσες περιστάσεις.»
Το κύριο επιχείρημα του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών είναι ότι η απόσυρση της αγωγής, που έγινε μετά από άδεια του Δικαστηρίου στις 21.10.2008, οδήγησε στον τελικό τερματισμό της δικαστικής διαδικασίας. Από το σημείο αυτό και μετά, πρόσθεσε, δεν υπάρχει νομοθετική πρόνοια ή οποιοσδήποτε διαδικαστικός θεσμός που να επιτρέπει στο Δικαστήριο να ακούει μαρτυρία και κατά συνέπεια να προχωρεί σε ευρήματα για το θέμα των εξόδων. Η Δ.15 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας επιλύει το θέμα επιδίκασης των εξόδων, κατέληξε επί του προκειμένου.
Πρόσθεσε δε ο κ.Κληρίδης ότι δυνατότητα προσκόμισης μαρτυρίας υπάρχει είτε με βάση τη Δ.48, όσον αφορά αιτήσεις, ή τη Δ.33, σε σχέση με αγωγές.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων Δικαστηρίων. Αυτή ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το πλαίσιο εξέτασης σε αιτήσεις αυτής της μορφής (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν από τα γεγονότα προκύπτει εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογεί την παραχώρηση αδείας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari (Ξάνθος Λυσιώτης (1996)1 Α.Α.Δ. 1066).
Και αν ακόμη ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν είναι αρκετό για να του δοθεί άδεια καταχώρισης αίτησης προνομιακού εντάλματος, όταν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. (Botrov (1996) 1 A.A.Δ. 889).
Υπάρχει κατά την άποψη μου μια λανθασμένη θεώρηση των πραγμάτων, όπως τα πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών. Η αγωγή έχει μεν συμπληρωθεί, με την απόσυρση της στις 21.10.2008, ως προς το σκέλος της χρηματικής απαίτησης, αλλά έμεινε άθικτο το θέμα των εξόδων που αποτελεί συνακόλουθο θέμα κάθε δικαστικής διαδικασίας. Ο ίδιος ο διαδικαστικός κανονισμός Δ.15 θ.1, που επικαλούνται οι αιτητές ότι ισχύει, επιτρέπει στο Δικαστήριο, υπό όρους, εγκρίνοντας αίτηση για απόσυρση μιας αγωγής να αποφασίσει για το θέμα των εξόδων. Τούτο μπορεί να γίνει είτε πριν, είτε μετά την ακρόαση (after the hearing) ή τη δίκη (trial).
H τελική κρίση του Δικαστηρίου ως προς το θέμα των εξόδων είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την τελική απόφανση άρα τη δικαστική λειτουργία. Συνεπώς υπάρχει δικαστική εργασία που πρέπει να γίνει για να ολοκληρωθεί πλήρως η αγωγή 1007/07.
Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Ξάνθος Λυσιώτης (ανωτέρω), από τον Νικολαϊδη, Δ.
«΄Οταν το συγκεκριμένο δικαστήριο κέκτειται δικαιοδοσίας να αποφασίσει ένα θέμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερέβη ή έκανε κατάχρηση της δικαιοδοσίας του, απλά και μόνο γιατί παρεμπιπτόντως ερμήνευσε λανθασμένα νομοθέτημα, αποδέκτηκε παράνομη μαρτυρία, απέρριψε νόμιμη μαρτυρία, προέβη σε λανθασμένη εκτίμηση της βαρύτητας της μαρτυρίας ή ακόμα κι΄αν καταδίκασε χωρίς μαρτυρία (βλ.Halsbury´s Laws of England, 3η ΄Εκδοση, Τόμος ΙΙ, παραγρ.119 και Αναφορικά με το Μάριο Χρίστου, ανωτέρω).
Η ταλαιπωρία που ενδεχομένως να υποστούν οι διάδικοι, όπως πρόβαλε ο συνήγορος των αιτητών δεν αποτελεί παράγοντα στοιχειοθέτησης εξαιρετικών παραστάσεων για την παραχώρηση της αιτούμενης αδείας (Ιn re Botrov) (ανωτέρω). Ταυτοχρόνως δεν βρίσκω ότι θίγονται με οποιοδήποτε τρόπο, ή διαφαίνεται κίνδυνος επηρεασμού των δικαιωμάτων των εναγομένων-αιτητών, με την ακολουθητέα διαδικασία που επέλεξε το πρωτόδικο Δικαστήριο. (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993)1 Α.Α.Δ. 442.)
Η ρύθμιση της διαδικασίας, γιατί περί αυτού πρόκειται στην προκείμενη περίπτωση, δεν επιδέχεται έλεγχο με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος (Ιορδάνου (2004) 1 Α.Α.Δ. 914). Θα πρόσθετα τέλος ότι η κατ΄ισχυρισμόν κακή άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου δεν έχει περιορίσει με οποιονδήποτε τρόπο το δικαίωμα των αιτητών παρουσίασης της υπόθεσης τους.
Συνακόλουθα βρίσκω ότι δεν έχει αποκαλυφθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση και η αίτηση θα έχει απορριπτική κατάληξη.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Κ.Παμπαλλής, Δ.