ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 974
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 65/2008)
18 Σεπτεμβρίου, 2008
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) PHILIPPOS NIKIFOROU BUYSELL ENTERPRISES LTD, (2) NIKIFOROS TECHNOLOGIES LTD, (3) BUYSELL INTERNATIONAL LTD, (4) ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΙ (5) ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ/΄Η PROHIBITION ΚΑΙ/΄Η MANDAMUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡ. 28.8.2008 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΟΡΚΟ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΑΟΥΖΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
________________________
Γιώργος Χριστοδούλου, μαζί με Στέφανο Μαυροκέφαλο και Χριστόφορο Θεοδώρου, για τους Αιτητές.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση, οι αιτητές ζητούν άδεια του Δικαστηρίου, με την οποία να τους επιτρέπεται να καταχωρίσουν αίτηση για:-
«(ι) την έκδοση εντάλματος τύπου Certiorari που να διατάσσει την εξάλειψη και/ή ακύρωση του εντάλματος έρευνας που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στις 28.8.2008 προς το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών και όλους τους Επιθεωρητές του στην Κύπρο,
(ιι) την έκδοση εντάλματος τύπου prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στο Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών και όλους τους Επιθεωρητές του στην Κύπρο από του να επεμβαίνουν και/ή να εισέρχονται στα υποστατικά που βρίσκονται στις πιο κάτω διευθύνσεις, ήτοι Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ΄ 86, 6017 Λάρνακα, Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα, και
(ιιι) την έκδοση εντάλματος mandamus που να διατάσσει το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών και όλους τους Επιθεωρητές του στην Κύπρο να παραδώσουν και/ή επιστρέψουν άμεσα στους Αιτητές όλα τα αντικείμενα και/ή έγγραφα που παραλήφθηκαν την 1η Σεπτεμβρίου 2008 από τα υποστατικά που βρίσκονται στις πιο κάτω διευθύνσεις, ήτοι Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ΄ 86, 6017 Λάρνακα, Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα, δυνάμει του υπό κρίση διατάγματος.»
Ζητούν, επίσης, όπως η ισχύς και η εκτέλεση του εντάλματος, καθώς και κάθε παρεπόμενη αυτού διαδικασία ανασταλούν μέχρι την οριστική εκδίκαση της αίτησης.
Οι λόγοι, για τους οποίους ζητείται η πιο πάνω άδεια, είναι:-
«(α) Δεν προσκομίστηκε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι στα υποστατικά που βρίσκονται στην Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και στην οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα, που να δημιουργούν βάσιμο λόγον ότι οποιαδήποτε αντικείμενα, βιβλία ή έγγραφα, των οποίων η επιθεώρηση πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για την διάπραξη αδικήματος, βρίσκονταν στα εν λόγω υποστατικά, και ότι σε σχέση προς αυτά στοιχειοθετείται καθ' οιονδήποτε τρόπο η ύπαρξη εύλογης υποψίας για διάπραξη ποινικού αδικήματος.
(β) Δεν παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα έρευνας την δέουσα γραπτή μαρτυρία ούτως ώστε να κρίνει το ίδιο το Δικαστήριο αν από αυτή τη μαρτυρία εγειρόταν πράγματι η αναγκαία υποψία διάπραξης αδικήματος.
(γ) Λανθασμένα το Δικαστήριο κατά την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας στην αιτιολογημένη απόφασή του, αναφέρει ότι η Ποινική Δικονομία, άρθρα 27 και 28, εφαρμόζονται μόνο όσον αφορά τον τύπο του εντάλματος.
(δ) Δεν παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, που εξέδωσε το υπό κρίση ένταλμα έρευνας, γεγονότα έτσι ώστε να κρίνει κατά πόσον υπήρχε ή όχι εύλογη υποψία ή και βάσιμος λόγος να πιστεύει ότι έχουν διαπραχθεί ποινικά αδικήματα, εφόσον ειδικότερα δεν υπήρχε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι ασκείτο κτηματομεσιτεία ως προνοεί ο περί Κτηματομεσιτών Νόμος του 2004 (Ν. 273(Ι)/2004).
(ε) Λανθασμένα το Δικαστήριο, κατά την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος, αποφάσισε ότι είχε εμποδιστεί η είσοδος του Γεώργιου Αραούζου στο σχετικό υποστατικό.
(στ) Το Δικαστήριο παράνομα παρέλειψε να διατάξει όπως παρουσιαστούν ενώπιόν του τα οποιαδήποτε κατασχεθέντα αντικείμενα, ώστε να εκδώσει κατάλληλες οδηγίες.
(ζ) Λανθασμένα το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι ο περί Κτηματομεσιτών Νόμος του 2004 (Ν. 273(Ι)/2004) παρέχει την δυνατότητα, με βάση το άρθρο 33(2) για κατάσχεση, εφόσον όμως πρώτα σχηματισθεί η εντύπωση ή διαπιστωθεί εκ της επιθεωρήσεως που διενεργείται με βάση το άρθρο 33(1) ότι έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του Νόμου. Κατά την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος, το Δικαστήριο παράνομα εξέδωσε τούτο, εφόσον επέτρεψε με το ένταλμά του την κατάσχεση παντός αντικειμένου προτού διενεργηθεί η επιθεώρηση με βάση το άρθρο 33(1) και προτού προβεί σε εύρημα ότι στοιχειοθετείται εύλογη υποψία για διάπραξη αδικήματος με βάση το Νόμο.
(η) Το υπό κρίση ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 23 του Συντάγματος, αφού αποστερεί το δικαίωμα της κατοχής κινητής περιουσίας, χωρίς να ικανοποιείται καμία εκ των προϋποθέσεων που θέτει το εν λόγω άρθρο.
(θ) Το υπό κρίση ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 25 του Συντάγματος, αφού αποστερεί το δικαίωμα της άσκησης επαγγέλματος από τους Αιτητές αφού αυτοί δραστηριοποιούνται μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη γης και την αγοραπωλησία ακινήτων σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.
(ι) Το υπό κρίση ένταλμα έρευνας αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας, και/ή δεν εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου.
..................................................................................................................
(ιγ) Το Δικαστήριο δεν έλαβε οποιαδήποτε μέτρα ούτως ώστε να υπάρχει επαρκής και ουσιώδης έλεγχος (ι) κατά την είσοδο των επιθεωρητών του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών στα επίδικα υποστατικά, (ιι) κατά την διαδικασία έρευνας, (ιιι) κατά την διαδικασία κατάσχεσης αντικειμένων και/ή εγγράφων περιλαμβανομένων και ηλεκτρονικών δεδομένων, και (ιν) για σκοπούς της διαχείρισης των κατασχεθέντων, κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, τα άρθρα 16.1, 17.1 του Συντάγματος και το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
΄Οτι το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδώσει προνομιακό ένταλμα σε σχέση με ένταλμα έρευνας εξετάστηκε και αποφασίστηκε στην Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, έτσι ώστε το ζήτημα δε θα με απασχολήσει - (βλ., επίσης, Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα (1997) 1 Α.Α.Δ. 1014).
Το επίδικο ένταλμα είναι χρήσιμο να αναφερθεί ότι εκδόθηκε δυνάμει του ΄Αρθρου 34(1)(α)(β) του περί Κτηματομεσιτών Νόμου του 2004, (Ν. 273(Ι)/2004), (ο «Νόμος»), το οποίο προβλέπει τα εξής:-
«34.(1) Τηρουμένων κατά τα λοιπά των σχετικών για την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων έρευνας διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, Επαρχιακός Δικαστής με βάση ένορκη καταγγελία -
(α) αφού ικανοποιηθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος να πιστεύει -
(ι) ότι οποιαδήποτε αντικείμενα, βιβλία ή έγγραφα, τα οποία Επιθεωρητής έχει εξουσία δυνάμει του άρθρου 33 να επιθεωρεί, βρίσκονται σε οποιαδήποτε υποστατικά και ότι η επιθεώρησή τους είναι πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή
(ιι) ότι έχει διαπραχθεί ή είναι εν τω πράττεσθαι ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιαδήποτε υποστατικά· και
(β) αφού ικανοποιηθεί επίσης ότι η είσοδος στα υποστατικά έχει εμποδισθεί ή είναι πιθανόν να εμποδισθεί,
δύναται να εκδώσει δικαστικό ένταλμα που να επιτρέπει στον Επιθεωρητή να εισέλθει στα υποστατικά, ασκώντας και βία αν παραστεί ανάγκη.»
Προτού εξετάσω την επιχειρηματολογία, η οποία με εκτενή αναφορά σε νομολογία αναπτύχθηκε από το συνήγορο, θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω το ένταλμα έρευνας, με την αιτιολογία του, ως και την ένορκο δήλωση, στη βάση της οποίας αυτό εκδόθηκε:-
«Επειδή φαίνεται στην ένορκο καταγγελία του Επιθεωρητή Γεώργιου Αραούζου, από τη Λευκωσία, ότι υπάρχει εύλογος αιτία να πιστεύεται ότι στα υποστατικά που βρίσκονται στις πιο κάτω διευθύνσεις, ήτοι Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ 86, 6017 Λάρνακα, Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και Οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα, βρίσκονται τεκμήρια που σχετίζονται με υποθέσεις παράνομης κτηματομεσιτείας και παρακοής δικαστικού διατάγματος,
αυτό το ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια, να μπείτε στα αναφερόμενα υποστατικά και να ερευνήσετε τα πιο πάνω υποστατικά και να ασκήσετε σε αυτά οιεσδήποτε εξουσίες σας παρέχονται από το Νόμο ως αν ενεργούσατε ως αστυνομικός ανακριτής κατά τη διερεύνηση ποινικού αδικήματος, περιλαμβανομένης και της εξουσίας κατάσχεσης οιωνδήποτε εγγράφων ή άλλης μαρτυρίας αν πιστεύετε ότι μπορούν να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε μελλοντική ποινική διαδικασία.
΄Εχω ικανοποιηθεί λογικά για την ύπαρξη της ανάγκης έκδοσης του παρόντος εντάλματος.»
«Αξίζει να σημειώσω ότι, κατά την άποψή μου, το ΄Αρθρο 34 του Ν.273(Ι)/04 προσδιορίζει εξαντλητικά τις προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου εντάλματος. Η αναφορά σε Ποινική Δικονομία αντιλαμβάνομαι ότι παραπέμπει στον τύπο μόνο του εντάλματος (βλ. ΄Αρθρο 28, Κεφ. 155). Οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 34(1)(α)(β), εις αντιδιαστολή του ΄Αρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, διαπιστώνεται, πιστεύω, ότι καλύπτουν και τη βάσιμη πιθανότητα αποκάλυψης αποδεικτικών στοιχείων για διάπραξη αδικήματος, διευρύνοντας έτσι το σκοπό έκδοσης εντάλματος έρευνας δυνάμει του σχετικού νόμου.
Από την ένορκο δήλωση προκύπτει βάσιμη υποψία διάπραξης αδικήματος (άσκησης επαγγέλματος κτηματομεσίτη - ΄Αρθρο 14 και παρακοή διατάγματος - ΄Αρθρο 30(3)), η οποία συνδέεται με τα αναφερόμενα υποστατικά, ως επίσης και ότι αντικείμενα, βιβλία και έγγραφα που δύνανται να επιθεωρηθούν από Επιθεωρητή βρίσκονται στα εν λόγω υποστατικά και η επιθεώρηση τους πιθανό να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη των εν λόγω αδικημάτων. Περαιτέρω, εύλογα προκύπτει ότι έχει διαπραχθεί ή διαπράττεται αδίκημα, ως τα δύο αδικήματα που προαναφέρονται. Τέλος, προκύπτει ακόμη ότι η είσοδος για τέτοια έρευνα έχει εμποδιστεί.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους έχω ικανοποιηθεί λογικά για την ύπαρξη ανάγκης έκδοσης του παρόντος εντάλματος, υπό το φως πάντα των διατάξεων του ΄Αρθρου 34 του Ν273(Ι)/04. Η έρευνα να λάβει χώρα μεταξύ των ωρών που στο ΄Αρθρο 29 του Κεφ. 155 αναφέρονται.»
«Ο υποφαινόμενος Γεώργιος Αραούζος, από τη Λευκωσία, ασκώντας τα καθήκοντα του Επιθεωρητή του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών δυνάμει των άρθρων 32 και επ. του Περί Κτηματομεσιτών Νόμου (Ν.273/2004), καταθέτω ενόρκως ότι εναντίον των PHILIPPOS NIKIFOROU BUYSELL ENTERPRISES LTD, NIKIFOROS TECHNOLOGIES LTD, ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ και ΧΡΙΣΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΟΥ, οι οποίοι διατηρούν ή σχετίζονται με τα υποστατικά που βρίσκονται εντός της Επαρχίας Λάρνακας και συγκεκριμένα στη Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ 86, 6017 Λάρνακα, Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και Οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα υπάρχει μαρτυρία που παρέχει εύλογη υποψία ότι ενέχονται σε υπόθεση διενέργειας παράνομης κτηματομεσιτείας και παρακοής δικαστικού διατάγματος, αδικήματα τα οποία διαπράχθηκαν κατά ή προ της 25 Αυγούστου 2008 στα πιο πάνω υποστατικά.
Συγκεκριμένα:
(α) ΄Εχει εξασφαλιστεί γραπτή μαρτυρία ότι οι εταιρείες Philippos Nikiforou Buysell Enterprises Ltd και Nikiforos Technologies Ltd συνδέονται με περιοδικό που κυκλοφορεί σε τακτική βάση και στο οποίο περιέχονται προσφορές για πωλήσεις και ενοικιάσεις ακινήτων. Στο εν λόγω περιοδικό γίνεται ρητή αναφορά ότι στην επαρχία Λάρνακας λειτουργούν καταστήματα όπου μπορεί κάποιος να αποταθεί για πωλήσεις και ενοικιάσεις ακινήτων στις πιο κάτω διευθύνσεις, ήτοι Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ 86, 6017 Λάρνακα, Λεωφόρο Αθηνών 84, παραλία Φοινικούδων, Λάρνακα και Οδό Χαλκιδικής 1, Τουριστική Περιοχή Πύλας, Λάρνακα.
(β) ΄Εχει εξασφαλιστεί γραπτή μαρτυρία ότι ο Φίλιππος Νικηφόρου είναι ο μοναδικός υπάλληλος της Nikiforos Technologies Ltd.
(γ) Την 25 Αυγούστου 2008 και περί ώρα 12:00 και έπειτα από σχετική καταγγελία, επισκέφθηκα υποστατικό στη Λεωφόρο Αρχ. Μακαρίου Γ 86, 6017 Λάρνακα με την επωνυμία BuySell Real Estate για έλεγχο και διαπίστωσα ότι το εν λόγω υποστατικό ήταν ανοικτό και ότι εισέρχονταν σε αυτό πελάτες που εξυπηρετούνταν σε σχέση με αγοραπωλησίες ακινήτων.
(δ) Το πιο πάνω υποστατικό ήταν ανοικτό παρά το γεγονός ότι έχει εκδοθεί προσωρινό διάταγμα του Ε.Δ. Λάρνακας στην υπόθεση 10640/08, διά του οποίου διατάσσεται το κλείσιμο ή/και αναστολή της λειτουργίας των ακόλουθων υποστατικών ή/και γραφείων μέχρι την πλήρη εκδίκαση της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό υπόθεσης.
(ε) Προσωπικά διαπίστωσα ότι στο πιο πάνω υποστατικό βρισκόταν ως υπεύθυνος και εξυπηρετούσε πελάτες ο κ. Χρίστος Λεωνίδου, ο οποίος είναι ένας εκ των κατηγορουμένων στην πιο πάνω υπόθεση εναντίον του οποίου εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα.
(στ) Ενόψει των πιο πάνω και με βάση την σχηματισθείσα εύλογη υποψία μου ότι το πιο πάνω υποστατικό χρησιμοποιείται για σκοπούς άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη και αφού υπέδειξα τη σχετική μου ταυτότητα, απαίτησα από τον εν λόγω Χρίστο Λεωνίδου, ως το πρόσωπο που φαινόταν να έχει την εποπτεία ή τον έλεγχο του υποστατικού την παρουσίαση όλων των εγγράφων που βρίσκονταν στο υποστατικό καθώς και την παροχή πληροφοριών που κρίθηκαν αναγκαίες για τον έλεγχο και τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων της νομοθεσίας, όπως π.χ. από ποιον εργοδοτείται, από ποιο λαμβάνει οδηγίες, τις συναλλαγές που διεκπεραίωσε το κατάστημα στο παρελθόν και λοιπές πληροφορίες. Του ζήτησα επίσης να μου επιτρέψει να επιθεωρήσω ηλεκτρονικούς υπολογιστές που βρίσκονταν στα γραφεία του υποστατικού.
(ζ) Ο κ. Λεωνίδου αρνήθηκε να μου δώσει όσα του ζήτησα και μου ανέφερε επί λέξει: 'Δεν έχω τίποτε να σου δώσω. 'και να φύγεις αμέσως'.
(η) Με βάση τα ανωτέρω και επειδή ευσεβάστως εισηγούμαι ότι ικανοποιείται η ύπαρξη βάσιμου λόγου ότι:
- αντικείμενα και έγγραφα, τα οποία Επιθεωρητής έχει εξουσία δυνάμει των πιο πάνω διατάξεων να επιθεωρεί, βρίσκονται στα πιο πάνω υποστατικά και η επιθεώρησή τους είναι πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη αδικήματος δυνάμει του ρηθέντος Νόμου ή εν πάση περιπτώσει ότι έχει διαπραχθεί ή είναι εν τω πράττεσθαι ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του ρηθέντος Νόμου στα πιο πάνω υποστατικά· και
- η είσοδος μου στα πιο πάνω υποστατικά έχει εμποδισθεί και είναι πιθανόν να εμποδισθεί και στο μέλλον,
το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών αιτείται από το σεβαστό σας Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 34 του ρηθέντος Νόμου και των σχετικών διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας την έκδοση εντάλματος που να επιτρέπει σε οποιοδήποτε Επιθεωρητή να εισέλθει στα υποστατικά για έρευνα, ανεύρεση και κατάσχεση οποιωνδήποτε τεκμηρίων ήθελε κριθεί ότι σχετίζονται με τα διερευνώμενα αδικήματα.»
Ο ισχυρισμός ότι το ένταλμα αφορά σε τρία υποστατικά, ενώ η μαρτυρία που δόθηκε για αντικείμενα, βιβλία ή έγγραφα αφορά μόνο για το υποστατικό στη Λεωφόρο Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ 86, Λάρνακα - επειδή αυτό επισκέφθηκε ο Επιθεωρητής του Συμβουλίου Κτηματομεσιτών - δεν ευσταθεί, όπως δεν ευσταθεί και ο ισχυρισμός ότι δεν παρουσιάστηκε η γραπτή μαρτυρία, η οποία υπήρχε. Στην ένορκο δήλωση, στη βάση της οποίας το ένταλμα εκδόθηκε, αναφέρεται ότι και για τα τρία υποστατικά υπάρχει γραπτή μαρτυρία, που παρέχει εύλογη υποψία ότι αυτά ενέχονται σε υπόθεση παράνομης κτηματομεσιτείας. Η μαρτυρία παρατίθεται και εξειδικεύεται πώς, με αυτή, εμπλέκονται οι αιτητές. Θεωρώ ότι, από τη στιγμή που το περιεχόμενο της γραπτής μαρτυρίας που υπήρχε αποκαλύφθηκε, η μη παρουσίαση της κατάθεσης, αυτής καθ' εαυτής, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα του εντάλματος έρευνας. ΄Ο,τι συνέθετε τη μαρτυρία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και αυτό είναι το σημαντικό, αφού το ζητούμενο είναι εάν η μαρτυρία τίθεται ενώπιον του δικαστηρίου, για να μπορεί το ίδιο να κρίνει εάν αυτή δημιουργεί εύλογη υποψία. Στην υπόθεση Ροδοθέου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1043, στην οποία ο συνήγορος παρέπεμψε - σ' αυτή δόθηκε άδεια για καταχώριση αίτησης της φύσεως certiorari - δεν αποφασίστηκε ότι ήταν αναγκαίο να τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου αυτούσια η γραπτή μαρτυρία. ΄Ο,τι θεωρήθηκε αναγκαίο να τεθεί ενώπιόν του ήταν το περιεχόμενο της γραπτής μαρτυρίας, για να κριθεί από το ίδιο. Αυτό αντιλαμβάνομαι να είναι το νόημα της αναφοράς ότι:- (σελ. 1046)
«... η γραπτή μαρτυρία που κατ' ισχυρισμό κατείχε η Αστυνομία που αποκάλυπτε την διάπραξη ποινικού αδικήματος δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστή για να κρίνει ο ίδιος αν από αυτή εγειρόταν πράγματι η αναγκαία υποψία διάπραξης αδικήματος, ...»
Εν πάση περιπτώσει, τα γεγονότα της Ροδοθέου, (πιο πάνω), διαφοροποιούνται. Εκεί ούτε το αδίκημα προσδιορίστηκε, ούτε η σχετική νομοθετική πρόνοια, που υπήρχε υπόνοια ότι παραβιάστηκε, αναφέρθηκε.
Στην παρούσα περίπτωση, όσα περιλαμβάνονται στη γραπτή μαρτυρία υπήρχαν - στοιχεία (α) - (η) της ενόρκου δηλώσεως - και εκτιμήθηκαν από το Δικαστήριο, προτού αυτό καταλήξει στην έκδοση του εντάλματος και δε βρίσκω ότι εκτιμήθηκαν λανθασμένα ως προς την αποκάλυψη βάσιμης υπόνοιας και για τα τρία υποστατικά, λαμβανομένου υπόψη του περιεχομένου του στοιχείου (α) στην ένορκο δήλωση.
Ούτε ο ισχυρισμός ότι η ένορκος δήλωση δεν περιείχε γεγονότα που να εγείρουν βάσιμο λόγο ότι ασκείτο κτηματομεσιτεία ευσταθεί. Η αναφερόμενη σύνδεση των αιτητών 1 και 2 με περιοδικό, στο οποίο διαφημίζονται πωλήσεις και ενοικιάσεις ακινήτων, και η παραπομπή στις διευθύνσεις και των τριών υποστατικών στα οποία αφορά το ένταλμα ήταν, πιστεύω, ικανοποιητικά. Από την αιτιολογία του εντάλματος, φαίνεται ότι το Δικαστήριο εκτίμησε όλα όσα περιέχονται στην ένορκο δήλωση και ικανοποιήθηκε ότι, από τη μαρτυρία, δημιουργείται η αναγκαία εύλογη υποψία. Η αιτιολογία φανερώνει ότι το Δικαστήριο δεν αρκέστηκε στην ύπαρξη εύλογης υποψίας, επειδή αυτό πίστευε ο ενόρκως δηλών, αλλά γιατί το ίδιο το διαπίστωσε, όπως απαιτεί, άλλωστε, και η νομολογία. ΄Οπως αναφέρεται στην Πολυκάρπου, (πιο πάνω):- (σελ. 216)
«Το Δικαστήριο οφείλει να εξάξει το δικό του συμπέρασμα επί του προκειμένου από τα γεγονότα που θα περιέχονται στην ένορκη δήλωση. Αναφέρω ενδεικτικά την απόφαση της Βουλής των Λόρδων στην υπόθεση I.R.C. v. Rossminster Ltd, (ανωτέρω) στη σελ. 87 (d-e) και σελ. 102(d), η οποία αφορά την έκδοση εντάλματος ερεύνης. Είναι το συμπέρασμα αυτό του Δικαστηρίου και όχι εκείνο της Αστυνομίας που συνιστά τη νόμιμη βάση για την έκδοση του εντάλματος συλλήψεως σε όλες ανεξαίρετα τις περιπτώσεις. Ο Δικαστής πρέπει να ενεργεί επί του προκειμένου πάντοτε κατά τρόπο δικαστικό.»
Αμφισβητούν, επίσης, οι αιτητές την πλήρωση της προϋπόθεσης που θέτει το ΄Αρθρο 34(1)(β) του Νόμου, εκ του γεγονότος ότι ο Επιθεωρητής του Συμβουλίου εισήλθε στο υποστατικό της Λεωφόρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ 86, στη Λάρνακα, χωρίς οποιοσδήποτε να τον εμποδίσει. Με αναφορά στο λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, ο κ. Χριστοδούλου εισηγήθηκε ότι το νόημα της λέξης «είσοδος» δεν μπορεί να είναι άλλο παρά «η κίνηση από χώρο που νοείται ως εξωτερικός σε χώρο που νοείται ως εσωτερικός».
Το ΄Αρθρο 33(1) του Νόμου προβλέπει τα εξής:-
«33.(1) Επιθεωρητής, κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων και ευθυνών του δυνάμει του άρθρου 32, έχει εξουσία, σε οποιαδήποτε εύλογη ώρα και επιδεικνύοντας το έγγραφο της εξουσιοδότησής του, να εισέρχεται σε οποιοδήποτε υποστατικό εκτός εκείνου που χρησιμοποιείται ως κατοικία, το οποίο πιστεύει εύλογα ότι χρησιμοποιείται για σκοπούς άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, και να απαιτεί από τον ιδιοκτήτη ή το πρόσωπο το οποίο φαίνεται να έχει την εποπτεία ή τον έλεγχο του υποστατικού την παρουσίαση οποιωνδήποτε εγγράφων καθώς και την παροχή οποιωνδήποτε πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες για τον έλεγχο και τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.»
Είναι, από το πιο πάνω άρθρο, σαφές ότι η είσοδος δεν εξαντλείται στη φυσική κίνηση του Επιθεωρητή στο εσωτερικό του υποστατικού. Γίνεται σε συνάρτηση με το σκοπό της, που δεν είναι άλλος από τον έλεγχο, όταν ο Επιθεωρητής πιστεύει ότι το υποστατικό χρησιμοποιείται για την άσκηση κτηματομεσιτικής εργασίας.
Στην παρούσα περίπτωση, υπήρχε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι ο Επιθεωρητής, όταν ζήτησε να ασκήσει την εξουσία που του παρέχει το πιο πάνω άρθρο, εμποδίστηκε και κλήθηκε να το εγκαταλείψει. Θα ήταν χωρίς νόημα το πιο πάνω άρθρο, εάν η ερμηνεία της λέξης «είσοδος» ήταν αυτή που εισηγείται ο συνήγορος. Ούτε απαιτείτο προσπάθεια ελέγχου των εγγράφων σε όλα τα υποστατικά, λαμβανομένων υπόψη αυτών που αναφέρονται στην ένορκο δήλωση υπό στοιχεία (α) - (δ). Η άρνηση για συνεργασία είχε ήδη εκδηλωθεί με την εκδίωξη του Επιθεωρητή. Υπήρχε, συνεπώς, η απαιτούμενη προϋπόθεση - (΄Αρθρο 34(1)(β) του Νόμου) - της πιθανής παρεμπόδισής του και για τα δύο άλλα υποστατικά, τα οποία δεν επισκέφθηκε αλλά ελέγχονταν και αυτά από τους αιτητές.
Είναι γεγονός ότι στο εκδοθέν ένταλμα δεν υπάρχει πρόνοια για παρουσίαση των αντικειμένων που λήφθηκαν από τα υποστατικά στο Δικαστήριο, όπως προβλέπει το ΄Αρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155. Η παράλειψη αυτή θεωρώ ότι δεν επιδρά στη νομιμότητα του επίδικου εντάλματος. Πρόκειται για απλή παρατυπία - (βλ. Αυξεντίου άλλως Μπίλλυς ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 5).
Περαιτέρω, παρατηρώ ότι το ένταλμα εκδόθηκε μετά που δεν επετράπη επιθεώρηση των εγγράφων στο υποστατικό της Λεωφόρου Μακαρίου Γ΄ 86, στη Λάρνακα. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 33 του Νόμου, ο Επιθεωρητής έχει δικαίωμα, όταν σχηματίσει εύλογη πεποίθηση ότι έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα σύμφωνα με το Νόμο, να κατάσχει έγγραφα ή άλλη μαρτυρία, εάν πιστεύει ότι αυτά μπορούν να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε μελλοντική ποινική διαδικασία. Ο Επιθεωρητής εμποδίστηκε. Πρόκειται για ένταλμα το οποίο εκδόθηκε σύμφωνα με το ΄Αρθρο 34(1) του Νόμου και η έκδοσή του σκοπό είχε να καταστήσει δυνατή την άσκηση των εξουσιών που το ΄Αρθρο 33 του Νόμου παρέχει στον Επιθεωρητή. Περαιτέρω, η μη παρουσίαση των κατασχεθέντων στο Δικαστήριο δεν αποκλείει την εφαρμογή του ΄Αρθρου 32(3) του ΚΕΦ. 155.
Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι δε δικαιολογείται η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ