ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 1 ΑΑΔ 746

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                (Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 274/05 και 275/05)

 

19 Ιουνίου, 2008

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

                                               

(Πολιτική Έφεση Αρ. 274/05)

                                               

ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ,

                                                          Εφεσείουσα,

- και -

1.    ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

2.    ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΜΟΣΦΙΛΩΤΗΣ,

                                                          Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 275/05)

                                               

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΣΦΙΛΩΤΗΣ,

                                                          Εφεσείοντες,

- και -

ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ,

                                                          Εφεσίβλητης.

 

 

 

Πολιτική Έφεση αρ. 274/05

Π. Μιχαήλ, για την Εφεσείουσα.

Α. Μαππουρίδης, για τους Εφεσίβλητους 1.

Στ. Μαυρομάτης, για τους Εφεσίβλητους 2.

Πολιτική Έφεση αρ. 275/05

Στ. Μαυρομάτης, για τους Εφεσείοντες.

Π. Μιχαήλ, για την Εφεσίβλητη.

 

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.

_____________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Μετά την πρωτόδικη απόφαση, καταχωρίστηκαν δύο εφέσεις οι οποίες συνεκδικάζονται.  Η πρώτη καταχωρίστηκε από την Εφεσείουσα-ενάγουσα και η δεύτερη από το Κοινοτικό Συμβούλιο Μοσφιλωτής, οι οποίοι ήταν εναγόμενοι 2 στην αγωγή.  Θα αναφερόμαστε σ' αυτούς ως το «Κοινοτικό Συμβούλιο».    Ο Εφεσίβλητος-εναγόμενος 1 δεν καταχώρησε έφεση, κατέστη όμως Εφεσίβλητος στην πρώτη έφεση.

 

Η Εφεσείουσα ενήγαγε τους δύο Εφεσίβλητους για το ότι ήταν υπαίτιοι για ιδιωτική οχληρία.  Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, η Εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια δύο όμορων τεμαχίων στην τοποθεσία «Μερσινερή» ή «Μεβουνάρκα», τα οποία βρίσκονται μέσα στα όρια του Κοινοτικού Συμβουλίου Μοσφιλωτής.

 

Τα κτήματα της Εφεσείουσας γειτνιάζουν με κρατική γη, στην οποία παλαιότερα λειτουργούσε λατομείο.  Όταν αυτό σταμάτησε τις εργασίες του, οι Εφεσίβλητοι 1 και 2, όπως ισχυρίζεται η Εφεσείουσα, πληροφόρησαν τους κατοίκους του χωριού Μοσφιλωτή και τα γειτονικά χωριά, ότι επιτρέπεται η ρίψη σκυβάλων και αχρήστων υλικών στη χαλίτικη γη στην οποία παλαιότερα λειτουργούσε το λατομείο.  Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καθοριστεί νόμιμα ως σκυβαλότοπος.  Η Εφεσείουσα ισχυρίστηκε επίσης ότι οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 παράνομα και αυθαίρετα προχώρησαν στη διάνοιξη χωματόδρομου διαμέσου γειτονικών κτημάτων, ώστε να καταστεί δυνατή η προσπέλαση στον πιο πάνω κρατικό χώρο.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω ενεργειών των Εφεσιβλήτων 1 και 2, η Εφεσείουσα ισχυρίζεται στην Έκθεση Απαίτησης της ότι η ρίψη των σκυβάλων στη συγκεκριμένη περιοχή, της προκαλεί μεγάλη αναστάτωση, ταλαιπωρία και ενόχληση, διότι την εμποδίζει να απολαμβάνει τα κτήματά της, τα οποία επισκεπτόταν κατά διαστήματα για ξεκούραση.  Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι λόγω της άσχημης κατάστασης που δημιουργήθηκε, η αξία των κτημάτων της μειώθηκε.  Επίσης, ότι υπήρχε άμεσος κίνδυνος μόλυνσης των υπογείων υδάτων και μιας πηγής με πόσιμο νερό που υπάρχει σε ένα από τα κτήματά της.

 

Το Κοινοτικό Συμβούλιο, όχι μόνο αρνήθηκε ότι καθόρισε το συγκεκριμένο χώρο ως σκυβαλότοπο, αλλά ισχυρίστηκε στην Έκθεση Υπεράσπισής του, ότι στις 17.1.99 εξέδωσε ανακοίνωση προς τα μέλη της κοινότητας, με την οποία απαγόρευαν τη ρίψη οποιωνδήποτε άχρηστων αντικειμένων στην περιοχή και εν πάση περιπτώσει, προέβησαν σε όλες τις ενέργειες για αποτροπή και παρεμπόδιση της χρήσης της περιοχής ως σκυβαλότοπου.

 

Η Εφεσείουσα στη μαρτυρία της, ανέφερε ότι το πρόβλημα ξεκίνησε το 1998 μετά από ανακοίνωση που εξέδωσε το Κοινοτικό Συμβούλιο.  Την ίδια περίοδο, ανοίχθηκε και χωματόδρομος ο οποίος ένωνε τον κύριο δρόμο με το συγκεκριμένο σκυβαλότοπο.  Έκτοτε, άρχισαν να μεταφέρονται στην περιοχή διαφόρων ειδών σκύβαλα, μεταξύ των οποίων και μηχανέλαια.  Ως αποτέλεσμα της κατάστασης που δημιουργήθηκε, σταμάτησε να επισκέπτεται τα κτήματά της για σκοπούς αναψυχής.  Διαμαρτυρήθηκε έντονα στο Κοινοτικό Συμβούλιο, το οποίο γύρω στο 1999-2000 τοποθέτησε κάγκελο στο σημείο του χωματόδρομου που οδηγούσε στο σκυβαλότοπο, με αποτέλεσμα να αποκοπεί προσωρινά η πρόσβαση.  Όμως, μετά από λίγο διάστημα, το κάγκελο έπεσε, προφανώς επειδή δεν είχε στερεωθεί καλά.  Επίσης, μετά τις διαμαρτυρίες της, τοποθετήθηκαν κάποιες απαγορευτικές πινακίδες στο χώρο του σκυβαλότοπου.  Όμως, παρά τα πιο πάνω μέτρα, όχι μόνο συνέχισε η ρίψη σκυβάλων, αλλά και οι Εφεσίβλητοι 2 δεν προχώρησαν στον καθαρισμό των σκυβάλων που ήδη υπήρχαν.

 

Για την Εφεσείουσα κατέθεσαν τρεις ακόμα μάρτυρες.  Ο πρώτος ανέφερε ότι καθάρισε τα κτήματα της Εφεσείουσας από σκύβαλα που υπήρχαν σ' αυτά και πληρώθηκε το ποσό των £300.  Ο Άγις Ιακωβίδης, ΜΕ2, διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός με ειδίκευση στην μηχανική του περιβάλλοντος, ο οποίος κατέθεσε ότι κατόπιν οδηγιών της Εφεσείουσας, ετοίμασε προκαταρκτική περιβαλλοντική έκθεση για την κατάσταση που επικρατούσε στο χώρο του παλαιού λατομείου.  Όπως ανέφερε, εντόπισε εστίες μόλυνσης του εδάφους οι οποίες δημιουργήθηκαν από τη ρίψη μηχανελαίων και άλλων τοξικών και οι οποίες αποτελούν πηγές ρύπανσης των υπογείων υδάτων.  Ήταν η άποψή του ότι υπήρχε κίνδυνος μόλυνσης των υδροφόρων στρωμάτων της περιοχής, γι' αυτό εισηγήθηκε την εξέταση του νερού στο λάκκο που βρίσκεται στο τεμάχιο της Εφεσείουσας.  Η Χαρά Παπαστεφάνου, ΜΕ3, χημικός, σε ανάλυση νερού το οποίο της προσκόμισε η Εφεσείουσα, αναφέροντας της ότι προέρχεται από τη διάτρηση της στην Μοσφιλωτή, εντόπισε ψηλό αριθμό οργανικών ουσιών, ειδικότερα λίπη και έλαια, η παρουσία των οποίων ήταν ανεπίτρεπτη για πόσιμο νερό.

 

Για το Κοινοτικό Συμβούλιο κατέθεσε ο Πρόεδρος του, ο οποίος δέχθηκε ότι μετά το κλείσιμο του λατομείου, ο χώρος ο οποίος είναι κρατική γη, καθορίστηκε ως χώρος απόρριψης κλαδευμάτων, όχι όμως ως χώρος απόρριψης σκυβάλων.  Μετά από παράπονα της Εφεσείουσας, εκδόθηκε ανακοίνωση με την οποία απαγορευόταν η ρίψη σκυβάλων στην κρατική γη και λήφθηκαν μέτρα για αποτροπή της ρίψης σκυβάλων και για αποκατάσταση της περιοχής.  Επίσης, τοποθετήθηκε κάγκελο στο χωματόδρομο για αποκοπή της πρόσβασης και μόνιμος υπάλληλος του Κοινοτικού Συμβουλίου επιτηρούσε την περιοχή.  Περί το τέλος του 2002, που έτυχε να επισκεφθεί τη συγκεκριμένη περιοχή, διαπίστωσε ότι το μόνο που υπήρχε ήταν κάποια κιβώτια.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε την Εφεσείουσα και τους τρεις μάρτυρες της ως αξιόπιστους.  Δεν δέχθηκε τη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα για το Κοινοτικό Συμβούλιο.  Βρήκε ότι από το 1998, στο χώρο του λατομείου, κατόπιν παρότρυνσης των Εφεσιβλήτων 2, ρίχνονταν σκουπίδια τα οποία δεν περιορίζονταν σε κλαδεύματα ή άλλα αδρανή υλικά, αλλά ρίχνονταν μέχρι και ψόφια ζώα,  μηχανέλαια και άλλα τοξικά υλικά.  Βρήκε επίσης ότι τα σκουπίδια παρασύρονταν από τα νερά της βροχής και μεταφέρονταν στα κτήματα της Εφεσείουσας, τα οποία συνορεύουν του λατομείου.  Αναφορικά με το κάγκελο, βρήκε ότι αυτό δεν τοποθετήθηκε από τους Εφεσίβλητους, αλλά από ιδιοκτήτη παρακείμενου κτήματος και εν πάση περιπτώσει ότι αυτό παρέμεινε στη θέση του μόνο για λίγο χρονικό διάστημα.  Τέλος, δέχθηκε ότι ως αποτέλεσμα της ρίψης των σκυβάλων δημιουργήθηκαν εστίες εκκόλαψης τρωκτικών, μυγών και υπήρχε στην περιοχή έντονη δυσοσμία.  Αναφορικά με το νερό της διάτρησης, το Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία των δύο εμπειρογνωμόνων της Εφεσείουσας, βρήκε ότι «η ρίψη μηχανελαίων στο χώρο του λατομείου έχει μολύνει το νερό του λάκκου της ενάγουσας».

 

Με την αγωγή της η Εφεσείουσα αξίωνε εναντίον και των δύο εφεσιβλήτων: (α) ποσό £300 ως ειδικές αποζημιώσεις για τον καθαρισμό των κτημάτων της, (β) διάταγμα που να εμποδίζει τους Εφεσίβλητους 1 και 2 από του να επιτρέπουν τη συνέχιση της ρίψης σκυβάλων στη συγκεκριμένη περιοχή, (γ) διάταγμα που να διατάζει τους Εφεσίβλητους 1 και 2 να εμποδίσουν τη διέλευση τροχοφόρων μέσω του χωματόδρομου προς την κρατική γη και (δ) γενικές αποζημιώσεις.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή εναντίον του Εφεσίβλητου 1, με το σκεπτικό ότι επειδή η Δημοκρατία είναι ιδιοκτήτρια του χώρου του παλαιού λατομείου, δεν την καθιστά και αυτόματα υπεύθυνη για τις παράνομες πράξεις άλλων.  Εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου εξέδωσε απόφαση για το ποσό των £300 για ειδικές αποζημιώσεις και για το ποσό των £100 για γενικές αποζημιώσεις.  Ενόψει της ανάκλησης της αρχικής απόφασης του κοινοτικού Συμβουλίου και του γεγονότος ότι οι μόνοι που δικαιούνταν να ζητήσουν κλείσιμο του δρόμου, ήταν οι ιδιοκτήτες των τεμαχίων μέσα από τα οποία αυτός περνούσε, αρνήθηκε να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα.

 

Παρά το γεγονός ότι στην Έκθεση Απαίτησης δεν ζητείτο άλλη θεραπεία, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος για άρση της οχληρίας και για απομάκρυνση, μέσα σε 45 μέρες από της έκδοσης της απόφασης, όλων των σκυβάλων από τον χώρο του παλαιού λατομείου.

 

Ο δικηγόρος της Εφεσείουσας, τελικά προώθησε μόνο οκτώ από τους δεκαέξι λόγους έφεσης.

 

 Έφεση 274/05 - Λόγος έφεσης 5

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης, η Εφεσείουσα προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή εναντίον  του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας - Εφεσίβλητου 1 - θεωρώντας λανθασμένη την κατάληξη του ότι «δεν προσήχθη μαρτυρία η οποία να εμπλέκει οιονδήποτε τμήμα της δημόσιας διοίκησης στην τέλεση ή ανοχή των πράξεων» που δημιούργησαν την οχληρία. 

 

Η Εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι προσκόμισε μαρτυρία, η οποία παρέμεινε αναντίλεκτη, ότι η ίδια ζήτησε την παρέμβαση κυβερνητικών τμημάτων για επίλυση του προβλήματος της οχληρίας και επομένως η διοίκηση γνώριζε για την οχληρία.  Εξάλλου, η πλήρης γνώση της διοίκησης για την οχληρία, φαίνεται και από την αλληλογραφία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.  Παρά ταύτα όμως, παρέλειψε να λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να εμποδίσει την περαιτέρω ρίψη σκυβάλων, γεγονός, πρόσθεσε, που δημιουργεί ευθύνη.

 

Η Δημοκρατία αρνείται ότι υπήρξε οποιαδήποτε συμπεριφορά εκ μέρους της, η οποία να συνέτεινε καθ' οιονδήποτε τρόπο στη δημιουργία ή συνέχιση της οχληρίας.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148:-

 

«46. Ιδιωτική οχληρία συνίσταται στο ότι πρόσωπο επιδεικνύει συμπεριφορά ή διεξάγει τις εργασίες του ή χρησιμοποιεί ακίνητη ιδιοκτησία που ανήκει σε αυτό κατά κυριότητα ή κατέχεται από αυτό, με τρόπο ώστε κατά συνήθεια να παρεμβαίνει στην εύλογη χρήση και απόλαυση, αφού ληφθούν υπόψη η θέση και η φύση αυτής, της ακίνητης ιδιοκτησίας οποιουδήποτε άλλου προσώπου:

Νοείται ότι ο ενάγοντας δεν τυγχάνει αποζημίωσης σε σχέση με ιδιωτική οχληρία εκτός αν εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά:

Νοείται περαιτέρω ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται καθόσον αφορά παρέμβαση στο φως.»

 

Σκοπός του συγκεκριμένου αστικού αδικήματος είναι η προστασία της εύλογης χρήσης και απόλαυσης ακίνητης ιδιοκτησίας.  Ο Νόμος, στην ουσία προσπαθεί να διατηρήσει ένα ισοζύγιο μεταξύ των αντικρουόμενων δικαιωμάτων, αφ' ενός του ιδιοκτήτη τεμαχίου γης από του να χρησιμοποιεί την ιδιοκτησία του όπως ο ίδιος νομίζει καλύτερα και αφ' ετέρου, του δικαιώματος του γείτονα του για εύλογη απόλαυση της δικής του ιδιοκτησίας (βλ. Sedleigh - Denfield v. O´Callaghan (1940) AC 880 στη σελ. 903).  Είναι φανερό ότι η χρήση της γης θα πρέπει να είναι παράνομη, με την έννοια ότι θα πρέπει να διαπιστωθεί παράλογη χρήση της.  Με βάση το νόμο, ο ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας, βασικά έχει δύο θεραπείες.  Η πρώτη, είναι αυτή των αποζημιώσεων για τη ζημιά που προκλήθηκε και η δεύτερη και πιο σημαντική, της έκδοσης διατάγματος ώστε να σταματήσει η συνέχιση της οχληρίας ή, όπου είναι δυνατό, η άρση της.  Στη δεύτερη περίπτωση, το Δικαστήριο ενδιαφέρεται περισσότερο στο να προστατεύσει τον ενάγοντα από περαιτέρω ζημιά (Βλ. Clerk and Lindsell on Torts, 15η Έκδοση, παράγρ. 23-18 και Winfield and Jolowicz on Tort, 10η Έκδοση, σελ. 320).

 

Στην περίπτωση διεκδίκησης αποζημιώσεων, η έμφαση είναι στη διακρίβωση της υπαίτιας συμπεριφοράς (fault) του εναγομένου.  Σ' αυτή την περίπτωση, τα Δικαστήρια είναι συνήθως απρόθυμα να καταλογίσουν ευθύνη για ιδιωτική οχληρία, σε πρόσωπο εναντίον του οποίου δεν έχει αποδειχθεί υπαίτια συμπεριφορά (βλ. Medcon Constructions Ltd. v. Ευαγγέλου (1997) 1 ΑΑΔ 565).  Γι' αυτό και οι ενέργειες του εναγομένου αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.  Στην Αγγλική νομολογία, σημειώνονται οι οριακές διαφορές μεταξύ ιδιωτικής οχληρίας και αμέλειας και η συνεχής τάση για εξάλειψή τους (βλ. απόφαση Λόρδου Parker C.J. στην British Road Services Ltd. v. Slater (1964) 1 W.L.R. 645 στη σελ. 657 και Clerk and Lindsell on Torts, 15η Έκδοση, παράγρ. 23-18).  Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν οι πράξεις του εναγομένου να μην δικαιολογούν εύρημα για αμέλεια, επειδή ο εναγόμενος έλαβε όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για αποφυγή πρόκλησης ζημιάς.  Όμως η ίδια πράξη μπορεί να οδηγήσει σε εύρημα για ύπαρξη οχληρίας.  Στο Κοινοδίκαιο αναγνωρίζεται επίσης ο διαχωρισμός μεταξύ «δημιουργίας» και «συνέχισης» της οχληρίας.  Στη δεύτερη περίπτωση, η ύπαρξη κάποιας μορφής αμέλειας είναι αναγκαία (βλ. Noble v. Harrison (1926) 2 KB 332 στη σελίδα 338).  Ο ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας, θεωρείται ότι «συνεχίζει» την οχληρία, την οποία δεν ξεκίνησε ο ίδιος, εάν από τη στιγμή που λάβει γνώση της ύπαρξής της, παραλείπει να λάβει λογικά μέτρα για την εξάλειψή της (Βλ. Sedleigh - Denfield v. O´Callaghan, ανωτέρω, στη σελίδα 920 και The Wagon Mound (No. 2) (1967) 1 AC 639 και Clerk and Lindsell on Torts, 15η Έκδοση, παράγρ. 23-21).

 

Στην προκειμένη περίπτωση η Δημοκρατία ήταν ιδιοκτήτρια της ακίνητης ιδιοκτησίας.  Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν, η συγκεκριμένη ιδιοκτησία κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν υπό τον έλεγχο του Κοινοτικού Συμβουλίου Μοσφιλωτής.  Η Δημοκρατία θα μπορούσε να βρεθεί υπεύθυνη, σύμφωνα με τις πιο πάνω αρχές, για αποζημιώσεις, εάν από τη στιγμή που έλαβε γνώση της οχληρίας, επέτρεψε τη συνέχισή της.  Όμως, από τη μαρτυρία καθίσταται φανερό ότι η Δημοκρατία έλαβε όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε να σταματήσει η ρίψη άλλων σκυβάλων.  Προς αυτή την κατεύθυνση, προέτρεψε το Κοινοτικό Συμβούλιο να ανακαλέσει την προηγούμενη απόφασή του για χρήση του λατομείου ως σκυβαλότοπου, να φροντίσει ώστε να καθαριστεί η περιοχή, να τοποθετήσει κάγκελο στο δρόμο ώστε να εμποδίζει τη διέλευση και τέλος να τοποθετήσει απαγορευτικές πινακίδες.  Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν μπορεί να υπάρξει εύρημα και υπαίτια συμπεριφορά, ώστε να δικαιολογείται ο καταλογισμός ευθύνης στη Δημοκρατία για συνέχιση ή ανοχή της οχληρίας, ώστε να δικαιολογείται η επιδίκαση αποζημιώσεων.

 

Το επόμενο ερώτημα, είναι κατά πόσον υπάρχουν περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση διαταγμάτων εναντίον του Εφεσίβλητου 1.  Το Δικαστήριο στηριζόμενο στη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της Εφεσείουσας, Άγι Ιακωβίδη, ΜΕ2, δέχθηκε ότι κατά το 2004, που ο πιο πάνω μάρτυρας επισκέφθηκε το χώρο του λατομείου, όχι μόνο υπήρχαν ακόμη σκύβαλα, αλλά ορισμένα από αυτά ρίχθηκαν πρόσφατα.  Προκύπτει από τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου, ότι τα μέτρα που λήφθηκαν δεν ήταν αρκετά για να σταματήσουν την οχληρία.  Υπό αυτές τις συνθήκες, ενδεχομένως να δικαιολογείτο η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων εναντίον του Εφεσίβλητου 1.

 

Όμως, ενόψει της διαπίστωσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, ότι η συγκεκριμένη χαλίτικη γη κατά πάντα ουσιώδη χρόνο βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο της τότε Χωριτικής Αρχής Μοσφιλωτής, η οποία στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από το Κοινοτικό Συμβούλιο, δεν υπήρχε λόγος  να εκδοθούν οποιαδήποτε διατάγματα και εναντίον του Εφεσίβλητου 1.  Αν η έκδοση τους κρινόταν αναγκαία για άρση της οχληρίας, αυτά θα μπορούσαν να εκδοθούν εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου.  Επομένως, η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή εναντίον του Εφεσίβλητου 1, ήταν υπό τις περιστάσεις ορθή.

 

Έφεση 274/05 - Λόγοι έφεσης 7 και 10 

 

Με τους επόμενους δύο λόγους έφεσης, 7 και 10, προσβάλλεται η άρνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να εκδώσει τα δύο αιτούμενα διατάγματα εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου.  Με το πρώτο διάταγμα, θα υποχρεωνόταν το Κοινοτικό Συμβούλιο να εμποδίσει τη συνέχιση της ρίψης σκυβάλων (λόγος έφεσης 7), και με το δεύτερο να κλείσει το χωματόδρομο (λόγος έφεσης 10).  Ειδικά με τον έβδομο λόγο έφεσης, η Εφεσείουσα παραπονείται για το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε ενώπιον του μαρτυρία ότι μετά την ανάκληση της απόφασης, το Συμβούλιο επέτρεψε τη συνέχιση της ρίψης σκυβάλων.  Όπως εξήγησε ο δικηγόρος της Εφεσείουσας, από τη στιγμή που το Δικαστήριο διαπίστωσε την ύπαρξη οχληρίας, όφειλε να είχε εκδώσει το πρώτο διάταγμα.

 

Ο λόγος έφεσης 7 δεν ευσταθεί.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ορθά δεν εξέδωσε το πρώτο από τα δύο αιτούμενα διατάγματα, εφόσον πέραν του ότι το διάταγμα είναι γενικά διατυπωμένο, η εφαρμογή του θα ήταν δύσκολη χωρίς να επιτηρείται ο χώρος επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

 

Όμως, ο λόγος έφεσης 10 ευσταθεί.  Όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, το Κοινοτικό Συμβούλιο, πέραν της ανάκλησης της απόφασης του, προέβη και σε διάφορα μέτρα για να σταματήσει η ρίψη σκυβάλων.  Παρά ταύτα, διαπιστώνει ότι η ρίψη σκυβάλων συνέχισε, χωρίς βέβαια την έγκριση του Κοινοτικού Συμβουλίου.  Υπό αυτές τις συνθήκες, το Δικαστήριο όφειλε να είχε εκδώσει εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου, το δεύτερο από τα δύο διατάγματα, το οποίο αφορούσε στην εμπόδιση διέλευσης τροχοφόρων, μέσω του χωματόδρομου προς το χώρο του λατομείου, ενέργεια η οποία θα συνέβαλλε τα μέγιστα στην παρεμπόδιση της συνέχισης της οχληρίας.

 

Έφεση 275/05 - Λόγοι έφεσης 2, 5 και 7

 

Με τους λόγους έφεσης 2, 5 και 7, προσβάλλεται η απόδοση από το Δικαστήριο ευθύνης στο Κοινοτικό Συμβούλιο.  Στην αγόρευσή του ενώπιον μας, ο δικηγόρος του Συμβουλίου διερωτήθηκε ποια ήταν η παράνομη πράξη των πελατών του, στην οποία στηρίχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο για να κρίνει ότι τηρούνταν οι προϋποθέσεις για πρόκληση οχληρίας.  Δεν προτιθέμεθα να επαναλάβουμε τα όσα αναφέραμε πιο πάνω.  Αρκεί να παραπέμψουμε στην αρχική ανακοίνωση του Κοινοτικού Συμβουλίου, η οποία ήταν και η αφορμή ώστε ο χώρος του λατομείου, ο οποίος ήταν κάτω από τον έλεγχό του, να μετατραπεί παρανόμως σε σκυβαλότοπο, με αποτέλεσμα η χρήση του συγκεκριμένου χώρου, να παρεμβαίνει στην απόλαυση της γειτνιάζουσας ακίνητης ιδιοκτησίας της Εφεσείουσας.  Επομένως, το Κοινοτικό Συμβούλιο με την ενέργεια του να επιτρέψει τη ρίψη σκυβάλων, όχι μόνο κατέστησε τον εαυτό του υπεύθυνο για τη δημιουργία της οχληρίας, αλλά η ευθύνη του πηγάζει και από τον πολύ αργό και αναποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την κατάσταση, ώστε να αποτραπεί η συνέχιση της οχληρίας.  Ένα άλλο από τα επιχειρήματα του δικηγόρου του Κοινοτικού Συμβουλίου, είναι ότι η ανακοίνωση του Συμβουλίου, δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο.  Το στοιχείο αυτό καμία επίδραση δεν μπορεί να έχει, αφού από την αλληλογραφία μεταξύ Συμβουλίου και των κρατικών αρχών, είναι φανερό ότι η έκδοση της σχετικής ανακοίνωσης με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, δεν αμφισβητείται.  Εξάλλου, το ίδιο το Συμβούλιο παραδέχεται ότι ανακάλεσε τη συγκεκριμένη απόφαση η οποία γνωστοποιείτο μέσω της ανακοίνωσης.  Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, είναι η κατάληξη μας ότι οι υπό συζήτηση λόγοι έφεσης, δεν ευσταθούν.

 

 

 

 

Έφεση 275/05 - Λόγοι έφεσης 3 και 4

 

Με τους λόγους έφεσης 3 και 4, το Κοινοτικό Συμβούλιο προσβάλλει το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι μετά την ανάκληση της απόφασης, ο χώρος του λατομείου δεν ήταν καθαρός.  Η μαρτυρία επί του σημείου είναι σαφής.  Το Δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της Εφεσείουσας Άγι Ιακωβίδη, ΜΕ2, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 2004 επισκέφθηκε τον χώρο για σκοπούς ετοιμασίας της περιβαλλοντικής έκθεσής του.  Κατά την επίσκεψή του, φωτογράφισε διάφορους χώρους του παλαιού λατομείου, στους οποίους υπήρχαν σκουπίδια.  Οι φωτογραφίες, οι οποίες είναι ενσωματωμένες στην έκθεσή του, είναι αρκετά παραστατικές για να υπάρξει οποιαδήποτε αμφιβολία, αναφορικά με την ύπαρξη σκουπιδιών.  Επομένως, το Κοινοτικό Συμβούλιο δεν μπορεί να διατείνεται ότι οι χώροι ήταν καθαροί.  Ορθά το Δικαστήριο δεν έδωσε καμία βαρύτητα στις δηλώσεις αρμοδίων παραγόντων στα Τεκμήρια 20 και 25, ότι ο χώρος είχε καθαριστεί και ότι η οχληρία είχε αρθεί.  Κατά την άποψή μας ούτε αυτοί οι λόγοι έφεσης ευσταθούν.

 

Λόγοι έφεσης 11 και 14 στην Έφεση 274/05 και λόγοι έφεσης 8 και 9 στην Έφεση 275/05

 

Με τον ενδέκατο λόγο έφεσης, η Εφεσείουσα θεωρεί άκρως ανεπαρκή και εκτός πραγματικότητας, την αποζημίωση των £100 που επιδίκασε το πρωτόδικο Δικαστήριο υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων, για την παρέμβαση στην εύλογη χρήση και απόλαυση της ακίνητης ιδιοκτησίας της.

 

Συναφής με τον πιο πάνω λόγο είναι και ο 14ος λόγος έφεσης, με τον οποίο προσβάλλεται η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε μαρτυρία που να του επιτρέπει να αποτιμήσει τη ζημιά, ώστε να επιδικάσει αποζημιώσεις και αυτό παρά τη διαπίστωση ότι επηρεάστηκε η ποιότητα του νερού του λάκκου στο κτήμα της Εφεσείουσας.  Σύμφωνα με το δικηγόρο της Εφεσείουσας, με τη μαρτυρία της εμπειρογνώμονος Χαράς Παπαστεφάνου, ΜΕ3, αποδεικνυόταν η ζημιά και επομένως το Δικαστήριο όφειλε να επιδικάσει «εύλογη αποζημίωση», σύμφωνα με το δικαστικό λόγο στη Χαραλάμπους κ.α. ν. Αντωνιάδη κ.α. (1997) 1(Δ) ΑΑΔ 2167.

 

Στην ενότητα αυτή μπορούν να ενταχθούν και οι λόγοι 8 και 9 της έφεσης 275/05 του Κοινοτικού Συμβουλίου, με τους οποίους προσβάλλεται η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι μολύνθηκε το νερό του λάκκου της Εφεσείουσας εξαιτίας της μόλυνσης του υδροφόρου στρώματος της περιοχής.  Οι λόγοι αυτοί όπως και ο 14ος στην Έφεση 274/05, θα πρέπει να προαποφασιστούν, αφού το αποτέλεσμα επηρεάζει το ύψος των αποζημιώσεων.

 

Θα αρχίσουμε από τον λόγο έφεσης 14 στην Έφεση 274/05 και 8 και 9 στην Έφεση 275/05, οι οποίοι αφορούν στον ισχυρισμό για μόλυνση του νερού του λάκκου της Εφεσείουσας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στηριζόμενο στη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων, ΜΕ2 και ΜΕ3, στη σελίδα 11 της απόφασης του αναφέρει τα εξής:-

 

«Η μαρτυρία και των δύο τους, κρινόμενη ως σύνολο δεν μπορεί παρά να με οδηγήσει στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η ρίψη μηχανέλαιων στο χώρο του λατομείου έχει μολύνει το νερό του λάκκου της ενάγουσας.  Ο ΜΕ2 επεξήγησε με καθαρότητα και σαφήνεια και κατά τρόπο που δεν άφηνε περιθώριο αμφιβολίας τους λόγους για τους οποίους οι εστίες μόλυνσης του εδάφους που δημιουργήθηκαν από την ρίψη μηχανέλαιων, παρά το ότι έχουν εντοπιστεί σε κάποια απόσταση από το σημείο που βρίσκεται η πηγή (λάκκος) της ενάγουσας έχουν μολύνει το υδροφόρο στρώμα της περιοχής.  Επεξήγησε επίσης ότι το υδροφόρο στρώμα της περιοχής περνά δια μέσου των ακινήτων της ενάγουσας.  Η υπεράσπιση δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία για να αντικρούσει τα όσα ο ΜΕ2 ανέφερε στο Δικαστήριο.  Αποδέχομαι την ορθότητα των συμπερασμάτων του τα οποία περιγράφει στην έκθεση του - τεκμήριο 24.  Επιπρόσθετα, παρά το ότι η έκθεση του περιγράφεται ως «προκαταρκτική» εντούτοις έχω ικανοποιηθεί ότι τα ευρήματα του δεν στηρίζονται σε απλή πιθανολόγηση, όπως του υπεβλήθη από την υπεράσπιση.  Η μαρτυρία της ΜΕ3 συμπλήρωσε αυτήν του ΜΕ2.  Με την έκθεση αποτελεσμάτων της - τεκμήριο 24, το περιεχόμενο της οποίας παρέμεινε αδιαμφισβήτητο επιβεβαίωσε την γνώμη που εξέφρασε ο ΜΕ2 για την μόλυνση του νερού που βρίσκεται στον λάκκο της ενάγουσας.»

 

Στη σελίδα 19 της απόφασης, το Δικαστήριο δίδει την τελική του κατάληξη στο θέμα του επηρεασμού του εδάφους και του νερού:-

 

«Ανυπόστατος παρέμεινε και ο ισχυρισμός της έκθεσης απαίτησης της ενάγουσας ότι τα απόβλητα τα οποία ρίχνονται στο υπό αναφορά ακίνητο καταστρέφουν το χώμα των ακινήτων της.  Η ενώπιον του δικαστηρίου μαρτυρία κατέδειξε ότι αυτό το οποίο έχει επηρεαστεί από την ρίψη των αποβλήτων είναι το νερό του λάκκου των ακινήτων της και όχι το έδαφος των ακινήτων της.  Στην έκθεση απαίτησης η ενάγουσα συνδέει την δυνατότητα δεντροφύτευσης των ακινήτων της με την καταστροφή του χώματος τους.  Έχοντας όμως κατά νου ότι ενώπιον μου δεν υπάρχει μαρτυρία για καταστροφή του χώματος των ακινήτων της καταλήγω ότι ο ισχυρισμός της για επηρεασμό της δυνατότητας δεντροφύτευσης τους δεν μπορεί να ευσταθήσει.  Επίσης παρά το εύρημα μου για επηρεασμό της ποιότητας του νερού του λάκκου της ενάγουσας δεν είμαι σε θέση να αποτιμήσω την ζημιά την οποία υφίσταται η ενάγουσα από τον ως άνω επηρεασμό καθότι ελλείπει παντελώς η μαρτυρία με βάση την οποία θα υπολόγιζα την ζημιά της ενάγουσας.»

 

Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για τη μη καταστροφή του εδάφους στο κτήμα της Εφεσείουσας, είναι ορθά.  Όχι όμως και τα ευρήματα αναφορικά με τη μόλυνση του υδροφόρου στρώματος της περιοχής και  της μόλυνσης του νερού του λάκκου της Εφεσείουσας, τα οποία δεν δικαιολογούνται από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία.  Ο Άγις Ιακωβίδης, ΜΕ2, ανέφερε ότι η περιβαλλοντική μελέτη του (Τεκμήριο 23) ήταν προκαταρκτική, εφόσον, όπως εξήγησε, δεν μελετήθηκε σε βάθος το πρόβλημα.  Όπως σχετικά αναφέρει στη σελίδα 15 της έκθεσής του:-

 

«Εκτιμάται ότι οι κίνδυνοι ρύπανσης κυρίως των υπογείων νερών της περιοχής και κατ' επέκταση του υδροφορέα του Τρεμίθου ποταμού λόγω της υφιστάμενης κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή είναι σοβαροί, και κρίνεται αναγκαία η περαιτέρω εξέταση της περιοχής για να προσδιοριστεί επακριβώς κατά πόσο το περιβάλλον της περιοχής έχει ήδη επηρεαστεί και γενικά να προσδιοριστεί η γενικότερη ποιότητα των διαφόρων περιβαλλοντικών στοιχείων της περιοχής.»

 

Ούτε η μαρτυρία της Χαράς Παπαστεφάνου, ΜΕ3, ήταν αρκετή για να καθοριστεί η πηγή προέλευσης των οργανικών ουσιών, που η μάρτυρας βρήκε στο δείγμα που ανέλυσε.  Γι' αυτό και στη μαρτυρία της, ανέφερε ότι θα έπρεπε να είχε γίνει περαιτέρω ανάλυση για να εντοπιστεί, όχι μόνο το μέγεθος του προβλήματος, αλλά κυρίως η πηγή της μόλυνσης.

 

Με βάση τα πιο πάνω, δεν δικαιολογούνται τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τα οποία συνδεόταν η ρίψη μηχανελαίων στο χώρο του λατομείου, με τη μόλυνση του υδροφόρου στρώματος της περιοχής και του νερού του λάκκου της Εφεσείουσας.  Εξ' άλλου ο χώρος παλαιότερα χρησιμοποιείτο ως λατομείο και η μόλυνση δυνητικά θα μπορούσε να προέλθει από τις εργασίες του λατομείου ή από άλλες αιτίες, όπως υπέδειξε και ο ΜΕ2.  Επομένως, οι λόγοι έφεσης 8 και 9 στην Έφεση 275/05 του Κοινοτικού Συμβουλίου, ευσταθούν, ενώ δεν ευσταθεί ο λόγος έφεσης 14 της έφεσης των εφεσειόντων.

 

Με δεδομένη την πιο πάνω κατάληξή μας, ότι δεν μολύνθηκε το νερό του λάκκου, επανερχόμαστε στο ύψος των γενικών αποζημιώσεων που αφορά στο λόγο έφεσης 11 στην Έφεση 274/05 της Εφεσείουσας.  Υποστηρίχθηκε από πλευράς των εφεσιβλήτων 1 και 2, ότι η Εφεσείουσα δεν εμποδίστηκε στην καλλιέργεια των κτημάτων της και ότι μόνο σε εκδρομές, κυρίως την Καθαρά Δευτέρα, χρησιμοποιούσε το κτήμα της για αναψυχή.  Με αυτό σαν δεδομένο, εισηγήθηκε ότι το ποσό που επιδικάστηκε ήταν εύλογο.  Δεν διαφωνούμε ότι η παρεμπόδιση της απόλαυσης της ιδιοκτησίας της Εφεσείουσας, ήταν περιορισμένη.  Όμως, και με αυτό υπόψη, θεωρούμε το ποσό των £100 ότι είναι ανεπαρκές για να αποζημιώσει εύλογα την Εφεσείουσα.  Έχοντας υπόψη την χρονική διάρκεια της οχληρίας και χωρίς να αγνοούμε την περιορισμένη έκταση της ζημιάς, θεωρούμε ότι το ποσό των £400, εύλογα αποζημιώνει την Εφεσείουσα για τη ζημιά που υπέστη.

 

Ενόψει των πιο πάνω, οι εφέσεις 274/05 και 275/05 επιτυγχάνουν μερικώς.  Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται και αντικαθίσταται με την πιο κάτω απόφαση:-

 

1. (α)  Η έφεση εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Eφεσίβλητου 1, απορρίπτεται. 

(β)  Επιδικάζονται υπέρ του Eφεσίβλητου 1 και εναντίον της Εφεσείουσας τα πρωτόδικα έξοδα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, καθώς επίσης και €1500 για τα έξοδα του στην έφεση 274/05.

 

2.  Απόφαση υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Eφεσιβλήτων 2:

     Α.(α)  Για ποσό €512 (£300) υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων.

         (β)  Για ποσό €700 (£410) υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων.

      Β.(α)  Διάταγμα ως το αρχικό διάταγμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου,    για άρση της οχληρίας.

     (β) Διάταγμα για τη λήψη λογικών μέτρων για παρεμπόδιση της πρόσβασης προς τον χώρο του παλαιού λατομείου για σκοπούς ρίψης σκυβάλων.

 

Γ. Επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Eφεσιβλήτων 2:

     (α) Τα πρωτόδικα έξοδα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

    (β)  Το 1/2 των εξόδων, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, ήτοι το ποσό των €1000, στην έφεση 274/05, ενόψει της μερικής μόνο επιτυχίας της.

      (γ)  Δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για τα έξοδα στην έφεση 275/05.

 

 

 

 

    Δ.                                              Δ.                                            Δ.

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο