ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 1 ΑΑΔ 263

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Αίτηση αρ. 15/2008).

7 Μαρτίου, 2008

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 4 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 13/2005 ΤΩΝ KM THECHONOLOGIES (OVERSEAS) LIMITED ΚΑΙ MOTHERLANE PROPERTIES LIMITED ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Ή ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 88/2008 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 14/1/2008.

___________________________

 

Δ. Αραούζος, για τους Αιτητές.

Μ. Κυπριανού με Ηλ. Τσινταβή, για τους Καθ΄ ων η αίτηση

_____________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Μετά από μονομερή αίτηση των αιτητών ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου το παρόν δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον του στοιχεία  και ιδιαίτερα το λεκτικό του άρθρου 9(2) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, σύμφωνα με το οποίο το δικαστήριο πριν εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα που εκδίδεται χωρίς ειδοποίηση οφείλει να απαιτεί από τον αιτητή να αναλάβει προσωπική υποχρέωση με ή χωρίς εγγυητή ή εγγυητές για να εξασφαλιστεί η υποχρέωση του αιτητή για αποζημίωση εναντίον του καθ΄ ου το διάταγμα, και ότι στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο με το μονομερές διάταγμα που εξέδωσε στις 14.1.2008 δεν διέταξε τον αιτητή να αναλάβει προσωπική υποχρέωση με ή χωρίς εγγυητή ή εγγυητές, αλλά διέταξε «ο αιτητής να καταχωρήσει εγγύηση ύψους €600.000.- μέσω των δικηγόρων του», θεώρησε ότι οι αιτητές απέδειξαν εκ πρώτης όψεως ότι δικαιούνταν στις θεραπείες που ζητούσαν και έδωσε τις ζητηθείσες άδειες για καταχώριση αιτήσεως για προνομιακό ένταλμα Certiorari.

 

Αφού καταχωρήθηκε δια κλήσεως αίτηση για προνομιακό ένταλμα Certiorari, η οποία επιδόθηκε στους καθ΄ ων η αίτηση, οι καθ΄  ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην οποίαν προβάλλουν πολλούς λόγους για τους οποίους δεν θα πρέπει να εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα.  Μεταξύ των λόγων ενστάσεως είναι και το ότι οι αιτητές καταχώρησαν την υπό εξέταση αίτηση ενώ είχαν στη διάθεση τους άλλα ένδικα μέσα πιο πρόσφορα, με τα οποία, αν το παράπονο τους είναι βάσιμο, θα μπορούσε να τους παρασχεθεί πιο γρήγορα η θεραπεία που ζητούν, δηλαδή η ακύρωση του παρεμπίπτοντος διατάγματος, που εκδόθηκε μονομερώς από το πρωτόδικο δικαστήριο στις 14.1.2008.  Κατά τους καθ΄ ων η αίτηση, τέτοια άλλα ένδικα μέσα είναι:

 

(α)   Η καταχώρηση ένστασης βάσει της Δ.48  θ.4 στην αίτηση ημερ. 14.1.2008 για παρεμπίπτον διάταγμα, και

 

(β)    Η καταχώρηση αίτησης, δια κλήσεως, στο πρωτόδικο δικαστήριο βάσει της Δ.48  θ.8(4) για παραμερισμό ή διαφοροποίηση του προαναφερόμενου παρεμπίπτοντος διατάγματος, όσον αφορά το μέρος του διατάγματος που αφορούσε στην εγγύηση.  Και στις δύο τέτοιες περιπτώσεις, υπάρχει και το δικαίωμα καταχώρισης έφεσης, σύμφωνα με τους καθ΄  ων η αίτηση.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Μάριου Στυλιανού, ημερ. 4.2.2008, η οποία υποστηρίζει τη μονομερή αίτηση των αιτητών, ημερ. 4.2.2008, για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari, αναγράφεται, μεταξύ άλλων, στις παραγράφους 7-9, ότι οι αιτητές είχαν πρόθεση να καταχωρήσουν ένσταση στην αίτηση των αιτητών για παρεμπίπτον διάταγμα, ημερ. 14.1.2008, πλην όμως  καταχώρησαν και αίτηση για άδεια καταχωρήσεως αιτήσεως Certiorari για το λόγο ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε καθ΄  υπέρβαση της εξουσίας του και αντίθετα προς τις πρόνοιες του άρθρου 9(2) του  περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, επιτρέποντας την έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος χωρίς να ζητήσει την κατάθεση εγγύησης που να συνάδει με το προαναφερόμενο άρθρο 9(2).   Κατά τους αιτητές, η διαδικασία για την έκδοση των αιτούμενων προνομιακών ενταλμάτων είναι παράλληλη και επιπρόσθετη προς το δικαίωμα καταχώρησης ένστασης με βάση τη Δ.48 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.   Ο κ. Στυλιανού λέγει επίσης ότι τα όσα προβλήθηκαν στα πλαίσια της διαδικασίας ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου δεν θα μπορούσαν να προβληθούν στα πλαίσια ένστασης με βάση τη Δ.48 καθότι αυτό θα ισοδυναμούσε με αίτημα προς το Επαρχιακό Δικαστήριο να ενεργήσει ως Εφετείο του εαυτού του και να αποφασίσει ότι υπερέβη την εξουσία που του παρέχει ο Νόμος. 

 

Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων και των αυθεντιών στις οποίες με παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων.  Μεταξύ των αυθεντιών αυτών είναι και η απόφαση της Ολομέλειας στην Seamark Consultancy Services Ltd v. Lasala, Πολιτικές Εφέσεις 71/06, 74/06 και 92/06, ημερ. 16.2.2007.   Επίσης με παρέπεμψαν και στην δική μου απόφαση στην Αίτηση Certiorari της  Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Αίτηση αρ. 73/2005, ημερ. 23.9.2005.

 

Στην προαναφερόμενη Αίτηση Certiorari της Τράπεζας Κύπρου εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα Certiorari σε υπόθεση στην οποία είχε τροποποιηθεί το αρχικό παρεμπίπτον διάταγμα, πάνω σε μονομερή βάση και παρά την εμφάνιση των αντιδίκων, με αποτέλεσμα να δοθεί δικαίωμα να υπογράψει την εγγύηση εταιρεία, αντί ο ίδιος ο αιτητής προσωπικά (ο οποίος μάλιστα ήταν κάτοικος Κύπρου), όπως ήταν η αρχική πρόνοια στο παρεμπίπτον διάταγμα.  Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Seamark (ανωτέρω) οι εφεσίβλητοι-αιτητές δεν είχαν οποιαδήποτε υποχρέωση να υπογράψουν οτιδήποτε, αλλά είχαν υποχρέωση να καταθέσουν τραπεζική εγγύηση όπως και έπραξαν.    Δηλαδή εκδόθηκε παρεμπίπτον διάταγμα υπό το όρο κατάθεσης τραπεζικής εγγύησης προς κάλυψη τυχόν ζημιών των καθ΄  ων η αίτηση.  Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου θεώρησε, στην υπόθεση εκείνη, ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε μεμπτό στην όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε και παρατήρησε ότι οι εφεσείοντες-καθ΄ ων η αίτηση δεν δικαιούνταν να παραπονούνται, εφόσον η τραπεζική εγγύηση που δόθηκε ήταν προδήλως υπέρτερη εκείνης που είχε υπόψη του ο Νομοθέτης όταν θέσπιζε το άρθρο 9(2) του Κεφ. 6. 

 

Είναι θεμελιωμένο ότι για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari θα πρέπει να καταδεικνύονται εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παράλειψη εξάντλησης άλλων ενδίκων μέσων που προσφέρονται (Δέστε: την υπόθεση Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και το σύγγραμμα Π. Αρτέμης, «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 60-68).     Στην η υπόθεση Ανθίμου (ανωτέρω) τονίστηκε ότι εκτός σε άκρως εξαιρετικές περιπτώσεις δεν θα ασκείται η δικαιοδοσία χορήγησης προνομιακών ενταλμάτων, οσάκις άλλες θεραπείες ήταν διαθέσιμες και δεν επιδιώχθηκαν.   Εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο, η επίκληση της εξαιρετικής δικαιοδοσίας για έκδοση προνομιακού εντάλματος (που χαρακτηρίστηκε ως το κατάλοιπο της εξουσίας του δικαστηρίου) πρέπει να δικαιολογείται από την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. 

 

Στην προκείμενη περίπτωση είμαι ικανοποιημένος ότι υπήρχαν άλλα ένδικα μέσα που ήταν διαθέσιμα στους αιτητές και τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν χωρίς οποιαδήποτε δυσκολία ή ταλαιπωρία γι΄ αυτούς.  Τέτοια ένδικα μέσα ήταν:

 

(α) Η ένσταση στο παρεμπίπτον διάταγμα που εξέδωσε στις 14.1.2008 το πρωτόδικο δικαστήριο, δυνάμει της Δ.48  θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας,  και

 

(β)  Η αίτηση δια κλήσεως, δυνάμει της Δ.48 θ.8(4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με σκοπό την ακύρωση ή διαφοροποίηση του προαναφερόμενου μονομερούς διατάγματος του πρωτοδίκου δικαστηρίου. 

 

Δεν συμφωνώ με τη θέση των αιτητών ότι τα προαναφερόμενα δύο ένδικα μέσα δεν παρέχονταν σ΄  αυτούς γιατί θα  ισοδυναμούσαν ουσιαστικά με πρόσκληση προς το πρωτόδικο δικαστήριο να ενεργήσει ως Εφετείο του εαυτού του.

 

Κατά την κρίση μου τα προαναφερόμενα δύο ένδικα μέσα ήταν διαθέσιμα στους αιτητές, προσφέρονταν χωρίς οποιαδήποτε ιδιαίτερη δυσκολία ή ταλαιπωρία και θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τους στόχους των αιτητών που ήταν η ακύρωση ή η διαφοροποίηση του παρεμπίπτοντος διατάγματος του πρωτοδίκου δικαστηρίου, ημερ. 14.1.2008.   Οι αιτητές δεν έκαμαν χρήση του δεύτερου από τα προαναφερόμενα ένδικα μέσα. Έκαμαν χρήση του πρώτου αλλά επέλεξαν να απευθυνθούν ταυτόχρονα και στο παρόν δικαστήριο, με την υπό εξέταση αίτηση, χωρίς να αναμένουν το αποτέλεσμα της χρήσης του πρώτου διαθέσιμου ένδικου μέσου.    Οι αιτητές παρέλειψαν να επικαλεστούν ή να δώσουν οποιουσδήποτε λόγους που να συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων, όπως απαιτεί η νομολογία, για την υποβολή της παρούσας αίτησης παρά την ύπαρξη άλλων διαθέσιμων ένδικων μέσων.  Δεν έδωσαν και οποιοδήποτε λόγο γιατί καταχώρησαν και ένσταση στην πρωτόδικη διαδικασία αλλά και την παρούσα αίτηση ταυτόχρονα, επιδιώκοντας ουσιαστικά το ίδιο αποτέλεσμα με δύο παράλληλα ένδικα μέσα.  Αυτή η συμπεριφορά τους συνιστά, κατά την κρίση μου, και κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.  

 

Κατά συνέπεια καταλήγω πως οι αιτητές απέτυχαν να πείσουν ότι δικαιούνται στις ζητούμενες θεραπείες και υπό τις περιστάσεις δεν θα εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ένστασης. 

 

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος των αιτητών και υπέρ των καθ΄  ων η αίτηση, τα οποία να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή.

 

 

 

 

 

                                                                   Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                                  Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο