ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 1148
22 Οκτωβρίου, 2007
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, KΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12073)
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων - Τριτοδιάδικος,
ν.
ΑΡΕΣΤΗ Χ" ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Εφεσιβλήτου - Ενάγοντα,
ΚΑΙ
1. ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12074)
ΑΡΕΣΤΗΣ Χ"ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Εφεσείων - Ενάγων,
ν.
1. ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Εναγομένων,
ΚΑΙ
ΜΑΡΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσιβλήτου - Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12101)
TOWBAY RENT A CAR LTD,
Εφεσείοντες - Ενάγοντες,
ν.
1. ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Εναγομένων,
ΚΑΙ
ΜΑΡΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσιβλήτου - Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12102)
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων - Εναγόμενος,
ν.
ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσίβλητης - Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12103)
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων - Εναγόμενος,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτου - Ενάγοντα,
ΚΑΙ
ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσίβλητης - Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12214)
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων - Τριτοδιάδικος,
ν.
TOWBAY RENT A CAR LTD,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων,
ΚΑΙ
1. ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Εναγομένων.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 12073, 12074, 12101, 12102, 12103, 12214)
Αμέλεια ? Τροχαίο ατύχημα ? Παράλειψη αυτοκινήτου να σταματήσει σε συνδρομή λεωφόρου με δρόμο δευτερεύουσας σημασίας ? Οδηγός αυτοκινήτου κινούμενου επί της λεωφόρου, για να αποφύγει τη σύγκρουση με το αυτοκίνητο που παρέλειψε να σταματήσει, αναγκάστηκε να στρίψει το τιμόνι της προς τα αριστερά με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με σταθμευμένο αυτοκίνητο στην αριστερή πλευρά της λεωφόρου ? Το σταθμευμένο αυτοκίνητο σπρώχθηκε προς τα μπρος και συγκρούστηκε με τέταρτο αυτοκίνητο ? Ορθή η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο οδηγός του οχήματος που παρέλειψε να σταματήσει υπείχε αποκλειστική ευθύνη.
Απόδειξη ? Αξιολόγηση μαρτυρίας και διαπίστωση γεγονότων ? Αποτελούν κατ' εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ? Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγει σε διαπιστώσεις αυθαίρετες, παράλογες ή αντίθετες με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας.
Απόδειξη — Τροχαίο ατύχημα — Ταχύτητα αυτοκινήτου — Βιαιότητα σύγκρουσης — Δεν οδηγεί σε διαπίστωση για οδήγηση με υπερβολική ταχύτητα — Η υπερβολική ταχύτητα αποδεικνύεται με την προσαγωγή μαρτυρίας ειδικού εμπειρογνώμονα.
Έξοδα — Επιδίκαση εξόδων — Ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος Δικαστηρίου — Τα έξοδα ακολουθούν κατά κανόνα το αποτέλεσμα της δίκης, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν απόκλιση από τον κανόνα.
Τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής, όπως σκιαγραφούνται στο πρώτο από τα πιο πάνω περιληπτικά σημειώματα, διαδραματίστηκαν στην Πάφο στις 21.2.1994 αρχικά με αυτοκίνητα τα οποία οδηγούντο επί της λεωφόρου Νικολάου Νικολαΐδη από την εφεσίβλητη και επί της οδού Κωνσταντινουπόλεως από τον εφεσείοντα - τριτοδιάδικο, αντίστοιχα. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι συγκρούσεις με τα σταθμευμένα οχήματα επί της αριστερής πλευράς της πιο πάνω λεωφόρου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε, παρά τις κάποιες επιφυλάξεις του, την εκδοχή της εφεσίβλητης ότι ο εφεσείων - τριτοδιάδικος με την παράλειψή του να σταματήσει στη συμβολή των πιο πάνω δρόμων, την ανάγκασε να απωλέσει τον έλεγχο του αυτοκινήτου της και να προκληθούν όσα στη συνέχεια ακολούθησαν και εξέδωσε απόφαση εναντίον του.
Οι παρούσες εφέσεις καταχωρήθηκαν από τους ενάγοντες, ιδιοκτήτες των σταθμευμένων οχημάτων και από τον τριτοδιάδικο. Σε όλες ουσιαστικά αμφισβητούνται τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου και υποστηρίζεται ότι λανθασμένα έγινε δεκτή η εκδοχή της εφεσίβλητης και απορρίφθηκε αυτή του εφεσείοντα.
Οι λόγοι έφεσης αμφισβητούν της ορθότητα (α) της κατ' ισχυρισμόν κατάληξης του Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων είχε το βάρος να αποδείξει το λόγο για τον οποίο η εφεσίβλητη απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της (β) της αποδοχής της εκδοχής της εφεσίβλητης, (γ) της απόρριψης της εκδοχής του εφεσείοντος (δ) της απόδοσης αποκλειστικής ευθύνης στον εφεσείοντα και (ε) της καταδίκης του εφεσείοντος στα έξοδα της δίκης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε οποιοδήποτε λόγο που να δικαιολογεί την επέμβασή του στην πρωτόδικη απόφαση. Τα νομικά σημεία, που το Ανώτατο Δικαστήριο έθιξε, απορρίπτοντας τις εφέσεις, φαίνονται από τα πιο πάνω περιληπτικά σημειώματα.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Νικήτα v. Medcon Construction Limited κ.?. (1997) 1 Α.Α.Δ. 643.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Υπόθεση Αρ. 3834/94), ημερομ. 17.5.2004.
Χρ. Γεωργιάδης, για τον Εφεσείοντα - Τριτοδιάδικο στις Πολ. Εφέσεις Αρ. 12073, 12214, για τον Εφεσίβλητο - Τριτοδιάδικο στις Πολ. Εφέσεις Αρ. 12074, 12101 και για τον Εφεσείοντα-Εναγόμενο στις Πολ. Εφέσεις Αρ. 12102, 12103.
Κ. Ορφανίδης για Χαρ. Σιαηλή, για τον Εφεσίβλητο-Ενάγοντα στην Πολ. Έφεση Αρ. 12073 και για τον Εφεσείοντα-Ενάγοντα στην Πολ. Έφεση Αρ. 12074.
Λ. Γεωργίου, για τους Εφεσίβλητους 1 και 2 - Εναγομένους, στις Πολ. Εφέσεις Αρ. 12073, 12074, 12101, 12214 και για την Εφεσίβλητη - Τριτοδιάδικο στην Πολ. Έφεση Αρ. 12103.
Ν. Καθητζιώτου - Στασή, για τους Εφεσείοντες - Ενάγοντες στην Πολ.Έφεση Αρ. 12101 και για τους Εφεσίβλητους - Ενάγοντες στην Πολ. Έφεση Αρ. 12214.
Χρ. Ερωτοκρίτου για Λ. Θεοφάνους, για την Εφεσίβλητη - Ενάγουσα στην Πολ. Έφεση Αρ. 12102 και για τον Εφεσίβλητο - Ενάγοντα στην Πολ. Έφεση Αρ. 12103.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστήριου απαγγέλλεται από το Δικαστή Νικολαΐδη.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα διαδικασία ξεκίνησε από ένα δυστύχημα που έγινε στις 21.2.1994. Η εφεσίβλητη οδηγούσε το αυτοκίνητό της κατά μήκος της λεωφόρου Νικολάου Νικολαΐδη στην Πάφο και επειδή, όπως κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, ο εφεσείων-τριτοδιάδικος παρέλειψε να σταματήσει στη συμβολή της πιο πάνω λεωφόρου με την οδό Κωνσταντινουπόλεως στην οποία ήλαυνε, την ανάγκασε να στρίψει το τιμόνι της προς τα αριστερά, σε μια προσπάθειά της να αποφύγει την επικείμενη σύγκρουση του αυτοκινήτου της με αυτό του τριτοδιάδικου, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με άλλο αυτοκίνητο που ήταν σταθμευμένο στην αριστερή πλευρά της λεωφόρου Νικολάου Νικολαΐδη. Το σταθμευμένο αυτοκίνητο σπρώχτηκε προς τα μπρος με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με άλλο, το οποίο επίσης σπρώχτηκε προς τα μπρος και συγκρούστηκε με τέταρτο αυτοκίνητο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχτηκε, παρά τις κάποιες επιφυλάξεις του, την εκδοχή της εφεσίβλητης, απορρίπτοντας συνάμα την εκδοχή του εφεσείοντα-τριτοδιάδικου και εξέδωσε απόφαση εναντίον του.
Οι παρούσες εφέσεις καταχωρήθηκαν από τους ενάγοντες, ιδιοκτήτες των σταθμευμένων οχημάτων και από τον τριτοδιάδικο. Σε όλες ουσιαστικά αμφισβητούνται τα συμπεράσματα του δικαστηρίου και υποστηρίζεται ότι λανθασμένα έγινε δεκτή η εκδοχή της εφεσίβλητης και απορρίφθηκε αυτή του εφεσείοντα. Δεν εγείρεται και γι΄ αυτό δεν θα εξετάσουμε βέβαια, ποια θα έπρεπε να ήταν η τύχη των αγωγών εν όψει του γεγονότος ότι το δικαστήριο κατέληξε ότι η εφεσίβλητη/εναγόμενη δεν έφερε οποιαδήποτε ευθύνη για το ατύχημα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι, παρά τα κάποια σημεία της κατάθεσής της στα οποία παρουσιάστηκε διστακτική και επιφυλακτική, η εφεσίβλητη γενικά ήταν αξιόπιστη μάρτυρας.
Το δικαστήριο αντίθετα κατέληξε ότι για σωρεία λόγων οι οποίοι επισημαίνονται με λεπτομέρεια, ο εφεσείων ήταν εντελώς αναξιόπιστος. Στην πραγματικότητα, ο εφεσείων στην προσπάθειά του να απεκδυθεί πάσης ευθύνης δεν έδωσε οποιαδήποτε εκδοχή για το δυστύχημα, ισχυριζόμενος ότι όταν άκουσε το θόρυβο της σύγκρουσης απείχε δύο μέτρα από το σημείο 'αλτ' που βρισκόταν στη συμβολή των δύο δρόμων.
Ο πρώτος λόγος έφεσης επικεντρώνεται στο επιχείρημα ότι το δικαστήριο κατέληξε λανθασμένα ότι ο εφεσείων είχε το βάρος να αποδείξει το λόγο για τον οποίο η εφεσίβλητη απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της.
Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Το δικαστήριο σχολιάζοντας τη μαρτυρία της εφεσίβλητης η οποία είχε αναφέρει ότι ο λόγος που απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της ήταν η ξαφνική παρεμπόδιση της πορείας του αυτοκινήτου της από τον εφεσείοντα, προχώρησε και επεσήμανε ότι δεν είχε τεθεί υπό μορφή μαρτυρίας οποιοσδήποτε άλλος λόγος για την απώλεια του ελέγχου. Το δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι με τη διαθέσιμη πραγματική μαρτυρία, χωρίς να προσαχθεί οποιαδήποτε σχετική μαρτυρία, δεν ήταν δυνατό να καταλήξει σε οποιοδήποτε συμπέρασμα αναφορικά με τη ταχύτητα της εφεσίβλητης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένα από τα επιχειρήματα του εφεσείοντα ήταν ότι το δυστύχημα προκλήθηκε λόγω της υπερβολικής ταχύτητας της εφεσίβλητης.
Ουσιαστικά το δικαστήριο είχε ενώπιόν του μία εκδοχή ως προς τον τρόπο που εξελίχθηκε το δυστύχημα, αυτή της εφεσίβλητης. Αφού λοιπόν δέχτηκε τη μαρτυρία της ως αξιόπιστη, ουσιαστικά δεν είχε άλλη εκλογή από του να δεχτεί ότι ο λόγος της αλλαγής της πορείας του αυτοκινήτου της ήταν η παρεμβολή του αυτοκινήτου του εφεσείοντα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το δικαστήριο μετατόπισε το βάρος απόδειξης στους ώμους του εφεσείοντα. Απλώς δέχτηκε την εκδοχή της εφεσίβλητης.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης στρέφεται εναντίον της αποδοχής από το δικαστήριο της εκδοχής της εφεσίβλητης, η οποία, σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, ήταν παράλογη και αβάσιμη. Στη γραπτή του αγόρευση επισημαίνει διάφορα σημεία της απόφασης που αποδεικνύουν, κατά τη γνώμη του, τον πιο πάνω ισχυρισμό.
Επισημαίνει ο εφεσείων ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε συγκεκριμένους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης ως αναξιόπιστους και κατασκευασμένους εκ των υστέρων. Ένα τέτοιο σημείο είναι και ο ισχυρισμός της ότι σε κάποια απόσταση από το σημείο σύγκρουσης υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα, τα οποία δημιουργούσαν προβλήματα στην ορατότητά της σε σχέση με τη γωνία της οδού Κωνσταντινουπόλεως και της λεωφόρου Νικολάου Νικολαΐδη. Επισημαίνει, ακόμα, κάποια διστακτικότητά της να απαντήσει ερωτήσεις ιδιαίτερα σε θέματα αποστάσεων, διστακτικότητα την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι μειώνει την αξιοπιστία της ως προς τη δυνατότητά της να ανακαλέσει στη μνήμη της λεπτομέρειες αναφορικά με το χώρο του ατυχήματος.
Δεν θα αναφέρουμε διεξοδικά τα σημεία τα οποία ο εφεσείων εγείρει για να αποδείξει την αναξιοπιστία της εφεσίβλητης. Και ο λόγος είναι ότι από το κείμενο της απόφασης, είναι φανερό ότι το δικαστήριο δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία της ταυτόχρονα ως αξιόπιστη και αναξιόπιστη, όπως το θέτει ο εφεσείων. Αντίθετα, έκρινε τη μαρτυρία της ως αξιόπιστη και την αποδέκτηκε στις γενικές της γραμμές, χωρίς να παραλείψει να επισημάνει και ορισμένα σημεία στα οποία η εφεσίβλητη είτε ήταν διστακτική, είτε προσπάθησε να μην απαντήσει. Τα σημεία, όμως, αυτά, δεν άπτονται της ουσίας του συμβάντος, ούτε και επηρεάζουν την αξιοπιστία της ως προς το ουσιαστικό μέρος, ότι δηλαδή αναγκάστηκε να παρεκκλίνει της πορείας της για να αποφύγει τον εφεσείοντα, ο οποίος, εκτός του ότι οδηγούσε σε μονόδρομο, παρέλειψε να σταματήσει στη συμβολή των δύο οδών.
Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, η αξιολόγηση της μαρτυρίας και η διαπίστωση των γεγονότων ανήκουν κατ' εξοχήν στο πρωτόδικο δικαστήριο και το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει, όταν οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι αυθαίρετες, παράλογες ή αντίθετες με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας (βλέπε Νικήτα ν. Medcon Construction Limited κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 643, 656).
Στην παρούσα υπόθεση οι διαπιστώσεις του δικαστηρίου δεν ήταν ούτε αυθαίρετες, ούτε παράλογες, ούτε αντίθετες με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Απλώς επισημάνθηκε ότι η εφεσίβλητη ήταν διστακτική σε ορισμένα σημεία, τα οποία όπως είπαμε και πιο πάνω, δεν είναι ουσιώδη.
Με τον επόμενο λόγο έφεσης ο εφεσείων υποστηρίζει ότι η απόρριψη της εκδοχής του, λαμβανομένης υπ΄ όψιν της μαρτυρίας, ήταν παράλογη. Και στην περίπτωση αυτή αναφερόμενος σε συγκεκριμένα σημεία της απόφασης προσπαθεί να αποδείξει ότι το δικαστήριο χαρακτήρισε τη μαρτυρία του a priori ως πασιφανή προσπάθεια να απομακρύνει τον εαυτό του από τις συνθήκες πρόκλησης του δυστυχήματος και γι' αυτό ήταν επόμενο να απορρίψει τη μαρτυρία του.
Κανένα από τα σημεία που επισημαίνονται δεν προωθούν το επιχείρημα αυτό. Ο εφεσείων κρίθηκε από το δικαστήριο ως αναξιόπιστος λόγω της εντύπωσης που άφησε. Οι όποιοι χαρακτηρισμοί περιέχονται στην απόφαση, όσο κι΄ αν είναι αχρείαστοι, δεν μπορούν να επηρεάσουν τη διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι, η εκδοχή του ήταν εντελώς αναξιόπιστη και ότι η μαρτυρία του ήταν απλώς μια προσπάθεια να απομακρύνει τις συνέπειες της αμέλειάς του. Το δικαστήριο πράγματι επισημαίνει μία σωρεία γεγονότων σχολιάζοντας τη μαρτυρία του εφεσείοντα που δείχνουν ότι η κατάθεσή του δόθηκε για να απεκδυθεί των όποιων ευθυνών του. Ίσως ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτή η ανάλυση να μπορούσε να γίνει με διαφορετικό τρόπο, αλλά αυτό δεν επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα που δεν είναι τίποτε άλλο από το γεγονός ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα ορθά, κατά τη γνώμη μας, απορρίφθηκε.
Ως προς δε τον τέταρτο λόγο έφεσης σύμφωνα με τον οποίο λανθασμένα το δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσείων έφερε την αποκλειστική ευθύνη για το δυστύχημα, δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Το δικαστήριο απλώς σχολίασε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η εφεσίβλητη οδηγούσε με υπερβολική υπό τις περιστάσεις ταχύτητα, ενώ είχε ενώπιόν του μόνο τη δική της εκδοχή ότι η ταχύτητά της ήταν περίπου 30 χ.α.ω. Το δικαστήριο δεν μπορούσε να καταλήξει στη διαπίστωση ότι η ταχύτητα της εφεσίβλητης ήταν υπερβολική βασιζόμενο μόνο στη βιαιότητα της σύγκρουσης του αυτοκινήτου της με το σταθμευμένο όχημα. Χρειαζόταν τη μαρτυρία ειδικού εμπειρογνώμονα. Ούτε μπορούσε το δικαστήριο, με τη μαρτυρία που είχε αποδεχτεί, να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι η εφεσίβλητη οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα, επιπόλαια και ότι παρέλειψε να λάβει υπ΄όψιν την παρουσία των σταθμευμένων αυτοκινήτων. Αντίθετα, το δικαστήριο δέχτηκε ότι η σύγκρουση έγινε γιατί η εφεσίβλητη αναγκάστηκε να παρεκκλίνει της πορείας της στην προσπάθειά της ενστικτωδώς να αποφύγει το αυτοκίνητο του εφεσείοντα.
Τέλος, ο εφεσείων υποστηρίζει ότι η απόφαση του δικαστηρίου να τον καταδικάσει στα έξοδα είναι λανθασμένη. Όπως είναι γνωστό τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα και το δικαστήριο δεν είχε άλλη εκλογή. Το ίδιο έχουμε να πούμε και εμείς, αφού τα κατ΄ ισχυρισμόν σφάλματα του δικαστηρίου δεν έχουν αποδειχθεί.
Οι εφέσεις όλες απορρίπτονται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.