ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 66
24 Ιανουαρίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
NICOS E. KLAPPIS & SONS LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΑΣ. ΤΣΙΟΛΙΑ, ΠΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΕΤΑΙ
ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ARGENA INTERTRADE»,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 166/2005)
Έφεση ? Δύναται να ασκηθεί μόνο εναντίον ενδιάμεσης ή τελικής απόφασης καθοριστικής ή δηλωτικής των δικαιωμάτων των διαδίκων ? Ενδιάμεση απόφαση με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εναγόντων για προσθήκη εναγομένων ? Δεν είναι εφέσιμη.
Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των εφεσειόντων-εναγόντων για προσθήκη δύο εναγομένων. Οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν, με αναφορά στη Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530 και στη Ζησίμου κ.?.. ν. Χ"Θεοδοσίου κ.?. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1421, πως η απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Οι εφεσείοντες αντιτείνουν πως η απόρριψη της αίτησής τους επηρεάζει άμεσα τα δικαιώματά τους αφού χάνεται η δυνατότητα προσθήκης των δύο εναγομένων που ζήτησαν να προστεθούν.
Αποφασίστηκε ότι:
Κάτω από τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα επηρεασμού δικαιωμάτων όταν η αγωγή των εφεσειόντων κατά των εφεσιβλήτων μπορεί να προωθηθεί χωρίς καθόλου να επηρεάζεται από την εφεσιβαλλόμενη απόφαση, ενώ ταυτόχρονα, δεν προβάλλεται κώλυμα για την καταχώρηση ξεχωριστής αγωγής εναντίον των προταθέντων εναγομένων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530,
Ζησίμου κ.?. ν. Χ"Θεοδοσίου κ.?. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1421.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθ. Αρ. 7456/02), ημερ. 9/6/05.
Γ. Νικολάου για Π. Παύλου, για τους Εφεσείοντες.
Στ. Στυλιανού για Κ. Καλλή, για τους Εφεσίβλητους.
Ex-tempore.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Έχουμε καταλήξει στην απόφαση μας η οποία είναι ομόφωνη.
Η έφεση αφορά στην απόρριψη της αίτησης των εφεσειόντων για προσθήκη δύο εναγομένων. Με τα περιγράμματα της αγόρευσης τους οι δύο πλευρές αναπτύσσουν τις θέσεις τους επί της ουσίας του θέματος αλλά οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν, με αναφορά στη Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 1530 και στη Ζησίμου κ.ά. ν. Χ"Θεοδοσίου κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1421, πως το θέμα δεν είναι εφέσιμο. Η αντίθετη εισήγηση των εφεσειόντων στηρίζεται στην επισήμανση πως στη Ζησίμου (ανωτέρω) κρίθηκε μη εφέσιμη η απόφαση με την οποία εγκρίθηκε η προσθήκη εναγομένου. Στην παρούσα περίπτωση το αίτημα απορρίφθηκε και, κατά την εισήγηση τους, υπάρχει πλέον άμεσος επηρεασμός δικαιωμάτων αφού χάνεται οριστικά η δυνατότητα προσθήκης των εναγομένων.
Οι δύο πλευρές δεν έχουν επεκταθεί περαιτέρω σε σχέση με το θέμα. Χωρίς να θέλουμε να πούμε ότι σε κάθε τέτοια περίπτωση η μη προσθήκη εναγομένου δεν επάγεται άμεσο επηρεασμό δικαιωμάτων, θέμα που δεν συζητήθηκε στην ευρύτητά του ενώπιον μας, δυσκολευόμαστε να δούμε πως, κάτω από τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, μπορεί να τίθεται ζήτημα επηρεασμού δικαιωμάτων όταν η αγωγή των εφεσειόντων κατά των εφεσιβλήτων μπορεί να προωθηθεί χωρίς καθόλου να επηρεάζεται από την εφεσιβαλλόμενη απόφαση ενώ, ταυτόχρονα, δεν προβάλλεται κώλυμα για την καταχώριση ξεχωριστής αγωγής εναντίον των προταθέντων εναγομένων. Δεν χρειάζεται όμως να διερευνήσουμε περαιτέρω αυτό το θέμα γιατί, ούτως ή άλλως, εμφανώς ορθά ασκήθηκε η διακριτική εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Οι εφεσείοντες διεκδίκησαν ποσό ως το τίμημα πώλησης εμπορευμάτων. Επειδή αντιλήφθηκαν πως τουλάχιστον κάποια από τις υπερασπίσεις των εναγομένων θα ήταν ότι το συμφωνηθέν τίμημα πώλησης ήταν μικρότερο, επιδίωξαν να προστεθούν ως εναγόμενοι οι υπάλληλοι τους που πραγματοποίησαν τις πωλήσεις με την προοπτική, στην περίπτωση που θα αποδεικνυόταν ότι πράγματι το τίμημα πώλησης ήταν μειωμένο όπως θα ισχυρίζονταν οι εναγόμενοι, να συζητηθεί ως ξεχωριστή αιτία αγωγής η θέση τους ότι οι υπάλληλοι τους δεν είχαν τέτοια εξουσιοδότηση και, επομένως, θα πρέπει εκείνοι να είναι υπόλογοι για τη διαφορά. Ουσιαστικά, δηλαδή, πρότειναν να εμπλακεί ο αγοραστής στο ευρύτερο ζήτημα των σχέσεων μεταξύ εργοδότη και υπαλλήλων που δεν τον αφορούσε και δεν τον ενδιέφερε. Και αυτό, πάνω σε εντελώς υποθετική βάση αφού δεν είναι η θέση των εφεσειόντων ότι πράγματι τα εμπορεύματα πωλήθηκαν σε μειωμένη τιμή. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, ακόμα και ανεξάρτητα από τη σημαντική καθυστέρηση που σημειώθηκε στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επίσης αναφέρθηκε, δεν βλέπουμε πως θα μπορούσε να εγκριθεί τέτοιο αίτημα.
Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.