ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 1005
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ. 96/2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσείων-Ενάγων,
και
1. ΖΩΗ ΜΙΛΤΙΑΔΟΥΣ,
2. ΑΝΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΠΑΥΛΟΥ Κ. ΜΙΛΤΙΑΔΟΥΣ,
Εφεσίβλητες-Εναγόμενες.
― ― ― ―
Π. Αρτέμη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με αίτησή του ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εφεσείων-ενάγων ζήτησε την τροποποίηση της Απάντησης του στην τροποποιημένη Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην τροποποιημένη Ανταπαίτηση των αντιδίκων του, ούτως ώστε να συμπεριλάβει σε αυτή ισχυρισμό παραγραφής της ανταπαίτησης, που αφορούσε αξιώσεις για αποζημιώσεις για θάνατο και η οποία είχε καταχωρηθεί εκτός των χρονικών πλαισίων που καθορίζει ο περί Αστικών Αδικημάτων Νόμος, Κεφ. 148, όπως αυτός τροποποιήθηκε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε λεπτομερώς τη νομολογία, επιλήφθηκε των στοιχείων που είχε ενώπιόν του και, βασιζόμενο, μεταξύ άλλων, στην κατά την κρίση του ανεπάρκεια της ενόρκου δηλώσεως που συνόδευε την αίτηση, απέρριψε το αίτημα του εφεσείοντα.
Μετά το πέρας της πρωτόδικης διαδικασίας, καταχωρήθηκε έφεση από τον ενάγοντα, ο δε πρώτος λόγος της έφεσης αφορά την άρνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιτρέψει την πιο πάνω τροποποίηση.
Δηλώθηκε ενώπιον του Εφετείου πως οι διάδικοι συμφωνούσαν να εκδικαστεί πρώτα το θέμα της τροποποίησης, δηλαδή ο πρώτος λόγος έφεσης, αφού εάν επιτύχει αυτός ο λόγος, τότε η υπόθεση θα οδηγηθεί αναπόφευκτα σε επανεκδίκαση της αγωγής.
Οι αρχές με βάση τις οποίες δίδεται άδεια για τροποποίηση είναι ευρέως νομολογημένες και σε αυτή τη νομολογία έχει αναφερθεί εκτενώς, όπως ήδη αναφέραμε και ο πρωτόδικος Δικαστής.
Η εξουσία για έκδοση άδειας για τροποποίηση περιέχεται στην Δ.25 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, όπου προνοείται ότι, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας μπορεί να δοθεί η άδεια, ούτως ώστε να γίνουν όλες οι αναγκαίες τροποποιήσεις για να εκδικαστούν όλα τα επίδικα θέματα που εγείρονται μεταξύ των διαδίκων. Το κυρίαρχο στοιχείο στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης. Κατά την εξέταση του θέματος, το δικαστήριο βασίζεται σε διάφορους παράγοντες, αλλά τελικά ο κρίσιμος παράγων είναι η ανάγκη για προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων και η διατύπωση των θέσεων των διαδίκων. Τροποποίηση μπορεί να επιτραπεί, ασχέτως του αν επιδείχθηκε αμέλεια και καθυστέρηση από διάδικο, αν αυτό απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης. Η άδεια για τροποποίηση δίδεται ευκολότερα στα αρχικά στάδια, αλλά τούτο μπορεί ακόμη να γίνει και σε πολύ προχωρημένο στάδιο, μέχρι και το τελικό της διαδικασίας, αν δεν προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στον αντίδικο. Ο όρος ανεπανόρθωτη ζημιά χρησιμοποιείται με την έννοια του ότι αυτή δεν μπορεί να αποκατασταθεί με την καταβολή εξόδων.
Σχετικές με τις πιο πάνω αρχές είναι και οι υποθέσεις που αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση Courtis v. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, Nicolaides v. Yerolemi (1980) 1 C.L.R. 1, Πουρίκκος ν. Σάββα (1990) 1 Α.Α.Δ. 862, Jack v. Philiappa Estates Ltd (1988) 1 C.L.R. 607, Christodoulou v. Christodoulou και άλλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο τελικά συνόψισε τις αρχές που προκύπτουν από τη νομολογία ως ακολούθως:
«1. Η τροποποίηση δικογράφου εμπίπτει στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Προκύπτει ως θεμελιακή αρχή ο προσδιορισμός της ουσίας της διαφοράς και η αποτροπή της πολλαπλότητας των διαδικασιών.
2. Το Δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας λαμβάνει υπ΄όψιν και τον παράγοντα καθυστέρηση. Ο παράγοντας όμως αυτός δεν είναι καθοριστικός αλλά συνυπολογίζεται με όλους τους άλλους παράγοντες που η νομολογία καθιέρωσε.
3. Το Δικαστήριο δεν θα δώσει την άδεια για τροποποίηση μόνο με την διαπίστωση για το επανορθώσιμο της ζημιάς που επιφέρει στον αντίδικο αλλά θα πρέπει να συνεκτιμήσει όλους τους παράγοντες της υπόθεσης όπως καθιερώθηκαν από την Νομολογία.
4. Δεν δίδεται άδεια για τροποποίηση στις περιπτώσεις που αυτή επιφέρει βλάβη στον αντίδικο που δεν αποζημιώνεται με χρήμα και όπου η κακή πίστη του Αιτητή είναι εμφανής. Δεν εκδίδεται επίσης διάταγμα όπου με αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη ριζική μετατροπή της φύσης της αξίωσης.»
(Oι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).
Έχουμε εξετάσει με προσοχή την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου και θεωρούμε πως, ενώ η νομολογία και η νομική θέση εκφράζονται ορθά, εντούτοις δεν εφαρμόζονται ανάλογα στα γεγονότα της υπόθεσης. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο πρωτόδικος Δικαστής ότι δεν δικαιολογήθηκε επαρκώς η καθυστέρηση για την υποβολή της αίτησης, δίδοντας υπερβολική βαρύτητα στον παράγοντα αυτό. Αυτό δεν μας βρίσκει σύμφωνους, Εν όψει της νομολογίας, κρίνουμε πως όπου δεν προκαλείται ζημιά ακόμη και η μη πλήρως αιτιολογηθείσα καθυστέρηση δεν μπορεί να στερεί το διάδικο του δικαιώματος να αποφασίζονται όλα τα επίδικα θέματα που εγείρει. Το ουσιωδέστερο είναι, όπως τονίσαμε και πιο πάνω, να δοθεί η ευκαιρία στους διαδίκους να κριθούν όλες οι πραγματικές διαφορές μεταξύ τους.
Επίσης, το θέμα που εγειρόταν εδώ, παρατηρούμε πως ήταν καθαρά νομικό και η περί γεγονότων μαρτυρία που περιεχόταν στις ενόρκους δηλώσεις μικρή επίδραση θα έπρεπε μόνο να είχε στην κρίση του Δικαστηρίου. Το γεγονός επίσης πως το αίτημα υποβλήθηκε σε στάδιο πριν την έναρξη της ακρόασης της υπόθεσης και το ότι δεν θα προκαλείτο μεγάλη καθυστέρηση στην εκδίκαση της αγωγής, καθώς επίσης και η δυνατότητα αποζημίωσης των αντιδίκων του εφεσείοντα με σχετική διαταγή για έξοδα, θα έπρεπε να είχαν επιμετρήσει υπέρ της παροχής άδειας για τροποποίηση.
Εν όψει της πιο πάνω κατάληξής μας η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη ενδιάμεση και τελική απόφαση παραμερίζονται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο Δικαστή. Δίδεται άδεια τροποποίησης του δικογράφου ως η αίτηση για τροποποίηση που υποβλήθηκε πρωτοδίκως. Η τροποποίηση να γίνει εντός 4 εβδομάδων.
Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα. Τα έξοδα της αίτησης για τροποποίηση πρωτοδίκως επιδικάζονται υπέρ των εφεσιβλήτων-εναγομένων-καθ΄ων η αίτηση. Τα έξοδα της επανεκδίκασης θα είναι έξοδα δίκης.
Δ. Δ. Δ.
/Χ.Π.