ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1037
17 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΤΑΣΟΥΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
3. ΧΡΥΣΩ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
v.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 182/2005)
Συμπεράσματα Δικαστηρίου ― Συμπεράσματα αξιοπιστίας πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Τα συμπεράσματα των πρωτόδικων Δικαστηρίων δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι δικαίως επιτρεπτά με βάση τη μαρτυρία και ήταν αδύνατο να λεχθεί ότι ήταν λανθασμένα.
Δυνάμει συμβολαίου ενοικιαγοράς, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων όπως η εφεσείουσα 1, υπό την εγγύηση των εφεσειόντων 2 και 3, ενοικιάσει από τον εφεσίβλητο εξοπλισμό καταστήματος αντί του συμφωνηθέντος ποσού των £6.000 πλέον £2.890,48 δικαιωμάτων ενοικιαγοράς. Τα πιο πάνω ποσά συμφωνήθηκε όπως πληρωθούν με μηνιαίες δόσεις. Όταν οι εφεσείοντες παρέλειψαν να πληρώσουν τις δόσεις τους, ο εφεσίβλητος τερμάτισε το συμβόλαιο ενοικιαγοράς. Μετά από ακροαματική διαδικασία, ο εφεσίβλητος εξασφάλισε απόφαση και διάταγμα εναντίον των εφεσειόντων για το απλήρωτο υπόλοιπο ποσό των ενοικίων, πλέον τόκους.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσείουσας 1, σύμφωνα με την οποία, επακολούθησε νέα προφορική συμφωνία μεταξύ των μερών, μετά τον τερματισμό του συμβολαίου ενοικιαγοράς, για απόσυρση του τερματισμού και επαναφοράς του αρχικού συμβολαίου σε ισχύ ούτως ώστε οι εφεσείοντες να συνεχίσουν να πληρώνουν μηνιαίως τις δόσεις τους.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση. Οι λόγοι που προέβαλαν αφορούν θέματα αξιοπιστίας των μαρτύρων, την επιδίκαση επιτοκίων και την επιδίκαση εναντίον τους του ποσού των £4.754.
Αποφασίστηκε ότι:
Οι δύο μάρτυρες του εφεσίβλητου κατέθεσαν λεπτομερώς σε σχέση με τα πιο πάνω θέματα. Η μαρτυρία τους έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αντίθετα η μόνη μαρτυρία για την υπεράσπιση ήταν αυτή της εφεσείουσας αρ. 1. Στη μαρτυρία της δεν ανέφερε οτιδήποτε για τα θέματα των πιο πάνω λόγων έφεσης. Το μόνο που ανέφερε παραδεχόμενη ότι υπέγραψε το συμβόλαιο ενοικιαγοράς ήταν το εξής: «Όταν το υπέγραφα για Λ.Κ.8.880 δεν μας είπαν ότι η καθυστέρηση κάποιας δόσης θα είχε και τόκους». Εν τούτοις το συμβόλαιο ενοικιαγοράς που παραδέχεται ότι υπέγραψε προνοεί περί τόκων επί του ποσού κάθε καθυστερημένης δόσης. Περί αυτού έχουν δώσει λεπτομερή κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήρια ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου) οι δύο μάρτυρες του εφεσίβλητου οι οποίοι λεπτομερώς αναφέρθηκαν στα δύο θέματα, του χρέους και των τόκων. Η μαρτυρία των δύο αυτών μαρτύρων του εφεσίβλητου έγινε στην ολότητα της δεκτή και παρέμεινε αναντίλεκτη.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Σιεηττάνη ν. Γεωργίου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1337,
Γεωργιάδης ν. Κόκος Κουσπής & Σία Αλουμίνια Λτδ. (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 735,
Πανταζής κ.ά. ν. Θεμιστοκλέους (2006) 1 Α.Α.Δ. 898.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπ.�Αρ. 12063/02), ημερ. 16/5/05.
Π. Πετράκης, για τους Εφεσείοντες-Εναγομένους.
Στ. Πολυβίου, για τους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Δυνάμει συμβολαίου ενοικιαγοράς, ημερομηνίας 6.5.1997, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων όπως η εφεσείουσα αρ. 1, υπό την εγγύηση των εφεσειόντων 2και 3, ενοικιάσει από τον Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως Τράπεζας Κύπρου Λτδ. - εφεσίβλητο - εξοπλισμό καταστήματος όπως το τιμολόγιο αρ. 9459 αντί του συμφωνηθέντος ποσού των £6.000 πλέον £2.890,48 δικαιωμάτων ενοικιαγοράς. Τα πιο πάνω ποσά συμφωνήθηκε όπως πληρωθούν με 72 μηνιαίες δόσεις εξ £123,34 της πρώτης δόσης αρχομένης την 6.6.1997. Το συμβόλαιο, περαιτέρω, προέβλεπε ότι παράλειψη πληρωμής οποιασδήποτε δόσεως δίδει στον εφεσίβλητο το δικαίωμα να τερματίσει τη συμφωνία και να ζητήσει την άμεση επιστροφή του αντικειμένου της ενοικιαγοράς καθώς και την πληρωμή όλων των καθυστερημένων δόσεων.
Οι εφεσείοντες, σύμφωνα και με το συμβόλαιο ενοικιαγοράς, πλήρωσαν τα ενοίκια (τις δόσεις) μέχρι τις 6.2.2000. Οι εφεσείοντες παρέλειψαν να πληρώσουν τις δόσεις από 6.3.2000 και μετέπειτα. Ο εφεσίβλητος προειδοποίησε επανειλημμένα τους εφεσείοντες για τις συνέπειες της μη πληρωμής των ενοικίων-δόσεων. Έτσι στις 27.5.2002 με επιστολή του ο εφεσίβλητος τερμάτισε το συμβόλαιο ενοικιαγοράς. Η επιστολή κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3 και είναι παραδεκτή από τους εφεσείοντες. Επακολούθησε η καταχώρηση αγωγής εναντίον των εφεσειόντων με την οποία ο εφεσίβλητος απαιτούσε απόφαση για το απλήρωτο υπόλοιπο ποσό των ενοικίων, πλέον τόκους.
Μετά από ακροαματική διαδικασία το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση και διάταγμα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων ως η έκθεση απαίτησης.
Οι εφεσείοντες, με την παρούσα έφεση, προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη με τέσσερις λόγους έφεσης.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες παραπονούνται ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς τους ότι μετά τον τερματισμό του συμβολαίου ενοικιαγοράς από τον εφεσίβλητο επακολούθησε νέα προφορική συμφωνία μεταξύ των μερών για απόσυρση του τερματισμού και επαναφοράς του αρχικού συμβολαίου σε ισχύ ούτως ώστε οι εφεσείοντες να συνεχίσουν να πληρώνουν μηνιαίως τις δόσεις τους.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί περιέχονται στην Έκθεση Υπεράσπισης και προς τούτο έδωσε μαρτυρία η εφεσείουσα αρ. 1.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τους πιο πάνω ισχυρισμούς για απόσυρση από τον εφεσίβλητο της επιστολής τερματισμού και την συνομολόγηση νέας προφορικής συμφωνίας. Το Δικαστήριο έφθασε στο αποτέλεσμα αυτό αφού έκρινε αναξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσείουσας αρ. 1 και αποδέχθηκε τη μαρτυρία που παρουσίασε ο εφεσίβλητος. Στην πολυσέλιδη απόφαση του αναφέρει σε έκταση τους λόγους για τους οποίους απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσείουσας αρ. 1. Χωρίς άλλη αξιόπιστη μαρτυρία από τους εφεσείοντες, ορθά το Δικαστήριο απέρριψε τη θέση τους αυτή.
Τα πιο πάνω μας οδηγούν και στην απόρριψη του δεύτερου λόγου έφεσης. Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι λανθασμένα απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσείουσας αρ. 1.
Είναι διαχρονική θέση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι, σε συμπεράσματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Τα συμπεράσματα των πρωτόδικων Δικαστηρίων δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι δικαίως επιτρεπτά με βάση τη μαρτυρία και ήταν αδύνατο να λεχθεί ότι ήταν λανθασμένα (Βλέπε: Σιεηττάνη ν. Γεωργίου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1337, Γεωργιάδης ν. Κόκος Κουσπής & Σία Αλουμίνια Λτδ. (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 735 και Σάββας Πανταζής κ.ά. ν. Ευαγόρα Θεμιστοκλέους (2006) 1 Α.Α.Δ. 898).
Με τον τρίτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες προσβάλλουν ως αυθαίρετα και παράνομα τα επιτόκια που επιδίκασε το πρωτόδικο Δικαστήριο με την απόφαση του. Και με τον τέταρτο λόγο οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε το ποσό των £4.754 εναντίον των εφεσειόντων.
Έχουμε μελετήσει με πάσα προσοχή όσα ο ευπαίδευτος δικηγόρος των εφεσειόντων εισηγείται στο περίγραμμα αγόρευσης του και στην προφορική ενώπιον μας αγόρευση του. Δεν έχουμε πεισθεί ότι οι λόγοι έφεσης ευσταθούν.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου έδωσαν μαρτυρία για τα πιο πάνω θέματα με πάσα λεπτομέρεια δύο μάρτυρες του εφεσίβλητου. Η μαρτυρία τους έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αντίθετα η μόνη μαρτυρία για την υπεράσπιση ήταν αυτή της εφεσείουσας αρ. 1. Στη μαρτυρία της δεν ανέφερε οτιδήποτε για τα θέματα των πιο πάνω λόγων έφεσης. Το μόνο που ανέφερε παραδεχόμενη ότι υπέγραψε το συμβόλαιο ενοικιαγοράς ήταν το εξής: «Όταν το υπέγραφα για Λ.Κ.8.880 δεν μας είπαν ότι η καθυστέρηση κάποιας δόσης θα είχε και τόκους». Εν τούτοις το συμβόλαιο ενοικιαγοράς που παραδέχεται ότι υπέγραψε προνοεί περί τόκων επί του ποσού κάθε καθυστερημένης δόσης. Περί αυτού έχουν δώσει λεπτομερή κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήρια ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου) οι δύο μάρτυρες του εφεσίβλητου οι οποίοι λεπτομερώς αναφέρθηκαν στα δύο θέματα, του υπολοίπου του χρέους και των τόκων. Η μαρτυρία των δύο αυτών μαρτύρων του εφεσίβλητου έγινε στην ολότητα της δεκτή και παρέμεινε αναντίλεκτη.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.