ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ELPINIKI PANAYIOTOU ν. GEORGHIOS KYRIACOU MAVROU (1970) 1 CLR 215
EPIFANIOU ν. HADJIGEORGHIOU (1982) 1 CLR 609
Ξυπτερά Kώστας ν. Xριστόδουλου Kυπριανού (1997) 1 ΑΑΔ 1696
Χρίστου Χάρης ν. Ευγενίας Khoreva (2002) 1 ΑΑΔ 454
A.S. Air Control Ltd ν. Ανδρέα Ερωτοκρίτου και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 1056
Παπαδόπουλος Ανδρέας ν. Ανδρέα Χριστοφόρου (2002) 1 ΑΑΔ 2004
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Αυξεντίου Νίκος ν. Λαουάχα Δίγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367
Γεωργίου Αντώνης ν. Ellinas Finance Ltd και Άλλων (2015) 1 ΑΑΔ 2475, ECLI:CY:AD:2015:A764
ALEXANDRU NICOLAE MUNTEANU ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 219/2011, 1/7/2013
Φαναράς Σόλων ν. Περικλή Κυπριανίδη (2015) 1 ΑΑΔ 884, ECLI:CY:AD:2015:A287
ΠΕΡΙΚΚΕΝΤΗ v. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 19/2014, 28/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:A286
ΔΟΜΟΚΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. A. A. PILOTTOS LTD, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 99/12, 6/3/2018, ECLI:CY:AD:2018:A98
Αδαμίδης Μάκης & Συνεργάτες ν. Δ. Κυθρεώτη & Συνεργάτες και Άλλων (2011) 1 ΑΑΔ 2106
FEDERAL BANK OF LEBANON (SAL) ν. ΝΙΚΟΥ Κ. ΣΙΑΚΟΛΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 314/2005, 18 Iουλίου 2011
Κουλλαπής Γιώργος ν. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2015) 1 ΑΑΔ 2376, ECLI:CY:AD:2015:A751
Παρλάτα Παναγιώτης ν. Στέλλας Δημητρίου (2014) 1 ΑΑΔ 994, ECLI:CY:AD:2014:A339
Γ.Χ. ν. Δημοκρατίας (2015) 2 ΑΑΔ 586, ECLI:CY:AD:2015:B598
Ιddin Alibrahim Muhy ν. Δημοκρατίας (2016) 2 ΑΑΔ 185, ECLI:CY:AD:2016:B125
ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΑΡΚΑΔΙΟΥ ν. PORTO LARA ESTATES LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 177/2007, 21 Δεκεμβρίου 2010
ΑΛΕΞΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΝΗΣ ν. ΣΤΕΛΛΑΣ ΦΡΑΝΤΖΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 328/2011, 31/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:A202
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ν. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 336/2012, 10/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:A352
Hellenic Bank Public Co Ltd ν. Μιχάλη Χριστοδουλίδη (2016) 1 ΑΑΔ 585, ECLI:CY:AD:2016:A119
Πεκρής Σολωμού Ιωσήφ ν. Αντωνάκη Τζιάνναρου και Άλλων (2016) 1 ΑΑΔ 92, ECLI:CY:AD:2016:A21
MAΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 52/2011, 29/7/2014, ECLI:CY:AD:2014:B585
Ιωάννου Μάριος ν. Αστυνομίας (2014) 2 ΑΑΔ 615, ECLI:CY:AD:2014:B585
ΝΕΟΦΥΤΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.9/2021, 29/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:B368
ΑΝΔΡΕΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 209/2020, 20/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:B344
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΡΕΟΥΛΛΑ v. ΙΩΑΝΝΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 358/2013, 17/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:A45
ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 141/2017, 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B202
Παπαδοπούλου Ελένη ν. Αστυνομίας (2007) 2 ΑΑΔ 173
ΝΙΚΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ ν. ΛΑΟΥΑΧΑ ΔΙΓΚΛΗ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 174/2006, 20 Δεκεμβρίου 2007
HEATRON CO LTD ν. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,, 344/2008, 23/5/2012
ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΣ v. ΔΙΕΤΗΣ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 289/2013, 6/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:A380
Tσιαττές Iωάννης ν. Kokis Solomonides (Cartridges Industries) Ltd (2009) 1 ΑΑΔ 974
TEKINDER PAL ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 4/2010 και 5/2010, 3 Δεκεμβρίου 2010
Γ.Ι. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.44/2019, 18/9/2020, ECLI:CY:AD:2020:B315
Νικολάου Ανδρέας & Υιοί Λτδ. και Άλλος ν. Αγαθοκλή Αργυρίδη (2006) 1 ΑΑΔ 721
Brierley Scott Graham ν. Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 476
Pissis Limited ν. La Baguette Boulangerie-Patisserie Ltd (2015) 1 ΑΑΔ 2040, ECLI:CY:AD:2015:A638
ΠΑΥΛΟΥ v. ΕΥΘΥΜΙΟΥ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 33/2014, 23/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:A269
ΧΡΙΣΤΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Ποινική Έφεση Αρ. 46/2017, 19/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:B334
Heatron Co Ltd ν. Χριστόφορου Κώστα Σωκράτους (2012) 1 ΑΑΔ 1034
ΓΙΟΥΣΕΛΗΣ ν. ΓΙΩΡΓΑΛΛΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 501/2012, 14/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:A183
ΣΟΛΩΝ ΦΑΝΑΡΑΣ ν. ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΥΠΡΙΑΝΙΔΗ, Πολιτική Έφεση Αρ.136/2010, 24/4/2015, ECLI:CY:AD:2015:A287
Σάββα Αχιλλέας Αγγελή και Άλλος ν. Γεωργίας Γεωργίου (2006) 1 ΑΑΔ 658
Κωνσταντίνου Ανδρέας ν. Aστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 705, ECLI:CY:AD:2016:B335
Θεοδώρου Ταμπουλή Χρυστάλλα και Άλλοι ν. Χριστάκη Γεωργιάδη (2015) 1 ΑΑΔ 495, ECLI:CY:AD:2015:A169
ALIBRAHIM MUHY IDDIN ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 47/2014, 29/2/2016, ECLI:CY:AD:2016:B125
Federal Bank of Lebanon (SAL) ν. Νίκου Κ. Σιακόλα (2011) 1 ΑΑΔ 1422
Περικλέους Χριστίνα ν. Ellinas Finance Ltd και Άλλων (2016) 1 ΑΑΔ 792, ECLI:CY:AD:2016:A172
Munteanu Alexandru Nicolae ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 459
Θεοφάνουs Θεόδωρος Κώστας ν. Δημοκρατίας (2015) 2 ΑΑΔ 161, ECLI:CY:AD:2015:B251
Γ. Χ. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 140/2010, 14/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:B598
Σ.Α.Χ. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 71/2020, 28/1/2021, ECLI:CY:AD:2021:B23
Κυπριανού Κύπρος ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 816
Pal Tekinder και Άλλη ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 551
ΦΟΙΒΟΣ ΧΑΤΖΗΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ v. ΠΟΠΗΣ ΚΑΝΑΡΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 233/2014, 27/6/2022, ECLI:CY:AD:2022:A264
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ν. ΒΡΥΩΝΗΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 92/2017, 93/2017, 19/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:B336
ΚΥΠΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 129/2007, 10 Δεκεμβρίου 2008
Baloise Insurance Co Ltd ν. Xαράλαμπου Kατωμονιάτη και Άλλων (2008) 1 ΑΑΔ 1275
Thesis Trading Co Limited ν. Δήμου Λάρνακας (2016) 1 ΑΑΔ 1545, ECLI:CY:AD:2016:A299
BALOISE INSURANCE CO LTD ν. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΚΑΤΩΜΟΝΙΑΤΗ, Πολιτική Έφεση Αρ. 203/2006, 19 Δεκεμβρίου 2008
(2006) 1 ΑΑΔ 236
24 Μαρτίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ Χ" ΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος 1,
v.
1. ΑΝΝΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας,
2. ΑΝΔΡΕΑ Χ" ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Εναγομένου 2.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11835)
Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Ανακοπή της πορείας του οχήματος της ενάγουσας σε αυτοκινητόδρομο, από αιφνίδια είσοδο του οχήματος του εναγομένου, με αποτέλεσμα το όχημα της ενάγουσας να συγκρουστεί πρώτα στο πίσω μέρος προπορευόμενου οχήματος και ακολούθως το όχημα που την ακολουθούσε να συγκρουστεί με το δικό της όχημα ― Απόδοση αποκλειστικής ευθύνης για την πρόκληση του ατυχήματος στον εναγόμενο ― Το Εφετείο δεν επενέβη.
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Πραγματικά ευρήματα και ευρήματα αξιοπιστίας ― Επέμβαση Εφετείου ― Προϋποθέσεις επέμβασης Εφετείου.
Αμέλεια ― Καθήκον για επιμελή οδήγηση ― Δεν επεκτείνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων για κάθε πιθανότητα εκδήλωσης αμέλειας εκ μέρους άλλων οδηγών.
Ο εφεσείων-εναγόμενος 1, εφεσίβαλε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία κρίθηκε ως αποκλειστικά υπεύθυνος για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος που έγινε στις 24/11/97 και, ενώ είχε νυκτώσει, στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας - Λεμεσού.
Ο εφεσείων-εναγόμενος 1 ήταν σταθμευμένος στην αριστερή πλευρά του δρόμου και αιφνιδίως εισήλθε στην αριστερή λωρίδα, αποκόπτοντας την πορεία της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της, αυτή εφάρμοσε το σύστημα τροχοπέδησης του οχήματος και θα απέφευγε σύγκρουση με το προπορευόμενο όχημα, αλλά, όπως είπε, το όχημα που την ακολουθούσε και το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2 συγκρούστηκε στο πίσω μέρος του οχήματός της με αποτέλεσμα να την σπρώξει και να κτυπήσει με τη σειρά της το προπορευόμενο. Η εκδοχή όμως του εφεσίβλητου-εναγόμενου 2 ήταν ότι αυτός κτύπησε στο πίσω μέρος του οχήματος της εφεσίβλητης-ενάγουσας μετά που αυτό είχε ακινητοποιηθεί λόγω της σύγκρουσης με το προπορευόμενο και ενώ είχε βρεθεί με αποφραγμένο το δρόμο μπροστά του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία του αστυφύλακα, μάρτυρα υπεράσπισης του εναγόμενου 2, που βρισκόταν σε περιπολία στο δρόμο κατά τη στιγμή του ατυχήματος, δέχθηκε ότι πρώτα συνέβη η σύγκρουση του οχήματος της εφεσίβλητης-ενάγουσας με εκείνο του εφεσείοντα-εναγόμενου 1 και μετά συγκρούστηκε στο πίσω μέρος του δικού της αυτοκινήτου ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2.
Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι: (α) τα πραγματικά ευρήματα του Δικαστηρίου είναι αδικαιολόγητα, εν όψει κυρίως της μαρτυρίας της εφεσίβλητης-ενάγουσας και (β) έστω και αν τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι ορθά, θα έπρεπε να κριθεί συνυπεύθυνος αμέλειας και ο οδηγός του αυτοκινήτου που ακολουθούσε, γιατί δεν τηρούσε ασφαλή απόσταση ώστε να μπορεί να σταματήσει εγκαίρως σε περίπτωση κινδύνου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν η πιο λογική κατάληξη στην οποία μπορούσε να φθάσει κάτω από τις συνθήκες και εν όψει της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν του. Ως εκ τούτου, δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ορθά, ότι, κάτω από τις συνθήκες της υπόθεσης, δεν θα ήταν λογικό να αναμένεται από τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 2 να λάβει οποιαδήποτε προληπτικά μέτρα για τον κίνδυνο αποκοπής της πορείας του από όχημα που δεν ήταν εντός του αυτοκινητόδρομου κατά τη στιγμή εκείνη που εισήλθε σε αυτό αιφνιδίως και χωρίς προειδοποίηση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντος.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Αντωνίου ν. Γεστάμη & Σία Λτδ κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1070,
Παπαδόπουλος ν. Χριστοφόρου (2002) 1 Α.Α.Δ. 2004,
A.S. Air Control Ltd v. Ερωτοκρίτου κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1056,
Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 Α.Α.Δ. 454,
Epiphaniou v. Hajigeorgiou (1982) 1 C.L.R. 609,
Ξυπτερά ν. Κυπριανού (1997) 1 Α.Α.Δ. 1696,
Panayiotou v. Mavrou (1970) 1 C.L.R. 215.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο 1 εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Υπ. Αρ. 16710/98), ημερ. 25/8/03.
Κ. Δημητριάδης, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Καζαντζής, για την Εφεσίβλητη.
Σ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ.:
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Στις 24.11.97 και, ενώ είχε νυχτώσει, η εφεσίβλητη-ενάγουσα οδηγούσε το αυτοκίνητο της στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού. Ο εφεσείων-εναγόμενος 1 ήταν σταθμευμένος στην αριστερή πλευρά του δρόμου και αιφνιδίως εισήλθε στην αριστερή λωρίδα, αποκόπτοντας την πορεία της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της, αυτή εφάρμοσε το σύστημα τροχοπέδησης του οχήματος και θα απέφευγε σύγκρουση με το προπορευόμενο όχημα, αλλά, όπως είπε, το όχημα που την ακολουθούσε και το οποίο οδηγούσε ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2 συγκρούστηκε στο πίσω μέρος του οχήματός της με αποτέλεσμα να την σπρώξει και να κτυπήσει με τη σειρά της το προπορευόμενο. Η εκδοχή όμως του εφεσίβλητου-εναγομένου 2 ήταν ότι αυτός κτύπησε στο πίσω μέρος του οχήματος της εφεσίβλητης-ενάγουσας μετά που αυτό είχε ακινητοποιηθεί λόγω της σύγκρουσης με το προπορευόμενο και ενώ είχε βρεθεί με αποφραγμένο το δρόμο μπροστά του.
Επισημαίνεται ότι όλες οι πλευρές συμφώνησαν το ποσό των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων σε £900 και η υπόθεση εκδικάστηκε μόνο αναφορικά με το θέμα της ευθύνης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε μία μακροσκελή απόφαση, αφού ανέλυσε λεπτομερέστατα τη μαρτυρία και έκαμε τις επισημάνσεις του, δεχόμενο βασικά τη μαρτυρία του αστυφύλακα μάρτυρα υπεράσπισης του εναγομένου 2, Χρίστου Ιωάννου, που βρισκόταν σε περιπολία στο δρόμο κατά τη στιγμή του ατυχήματος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων-εναγόμενος 1 εισήλθε απότομα στο δρόμο και απέκοψε την πορεία της εφεσίβλητης-ενάγουσας, η οποία συγκρούστηκε πρώτα στο πίσω μέρος του προπορευόμενου οχήματος και ότι ακολούθως το όχημα που οδηγούσε ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2 βρέθηκε πίσω από τα ακινητοποιημένα οχήματα και παρά την προσπάθεια του δεν κατόρθωσε να αποφύγει τη σύγκρουση με το όχημα της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Δέχθηκε, δηλαδή, το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι πρώτα συνέβη η σύγκρουση του οχήματος της εφεσίβλητης-ενάγουσας με εκείνο του εφεσείοντα-εναγομένου 1 και μετά συγκρούστηκε στο πίσω μέρος του δικού της ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2.
Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα, το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε αποκλειστικά υπεύθυνο για το ατύχημα τον οδηγό του οχήματος που ήταν σταθμευμένο και εισήλθε αιφνιδίως στο δρόμο, δηλαδή τον εφεσείοντα-εναγόμενο 1.
Με την έφεση αυτή προβάλλονται δύο λόγοι. Ο πρώτος, αφορά τα πραγματικά ευρήματα του Δικαστηρίου, τα οποία προσβάλλονται ως αδικαιολόγητα, εν όψει κυρίως της μαρτυρίας της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Με το δεύτερο λόγο υποβάλλεται η εισήγηση ότι, έστω και αν ήταν ορθά τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, θα έπρεπε να θεωρηθεί συνυπεύθυνος αμέλειας και ο οδηγός του αυτοκινήτου που ακολουθούσε, γιατί δεν τηρούσε ασφαλή απόσταση ώστε να μπορεί να σταματήσει εγκαίρως σε περίπτωση κινδύνου.
Έχουν επανειλημμένως τονισθεί από τη νομολογία μας οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει σε πραγματικά ευρήματα, συμπεράσματα και ευρήματα αξιοπιστίας μαρτύρων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στην οποία μας παρέπεμψε και ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης-ενάγουσας στο περίγραμμα του. Τέτοια επέμβαση γίνεται όταν τα ευρήματα αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική και δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία (Αντωνίου ν. Γεστάμη & Σία Λτδ κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1070) ή όταν τα συμπεράσματα είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα, παράλογα ή αυθαίρετα και δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που έχει αποδεχθεί το πρωτόδικο Δικαστήριο (Παπαδόπουλος ν. Χριστοφόρου (2002) 1 Α.Α.Δ. 2004). (Δέστε και A.S. Air Control Ltd v. Ερωτοκρίτου κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1056). Σε τελική ανάλυση, όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 Α.Α.Δ. 454, αν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να καταλήξει στα ευρήματα που κατέληξε σε σχέση με την αξιοπιστία, το Εφετείο δεν επεμβαίνει.
Στην παρούσα περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο επεξηγεί πλήρως γιατί δέχεται την εκδοχή που τελικά δέχθηκε, κατά προτίμηση της δεύτερης εκδοχής. Αναλύει και επεξηγεί γιατί δεν αποδέχεται στην ολότητα της τη μαρτυρία της εφεσίβλητης-ενάγουσας και πειστικά αναφέρει πως η μαρτυρία του ανεξάρτητου μάρτυρα αστυνομικού ήταν το αποφασιστικό κριτήριο για την αποδοχή της εκδοχής στην οποία κατέληξε. Θεωρούμε πως τίποτε το μεμπτό δεν υπάρχει στην κατάληξη αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Αντίθετα, ήταν η πιο λογική κατάληξη στην οποία μπορούσε να φθάσει κάτω από τις συνθήκες και εν όψει της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν του. Ως εκ τούτου, δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση μας στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Όσον αφορά το δεύτερο λόγο έφεσης, όπως έχει λεχθεί στην Epiphaniou v. Hajigeorgiou (1982) 1 C.L.R. 609, από μόνη της η πιθανότητα εκδήλωσης κινδύνου και η παράλειψη λήψης μέτρων αποφυγής ενδεχόμενου κινδύνου, δεν συνιστά αμέλεια. Επίσης στη Ξυπτερά ν. Κυπριανού (1997) 1 Α.Α.Δ. 1696, αποφασίστηκε πως ο σώφρων οδηγός εύλογα μπορεί να αναμένει ότι, όπως ο ίδιος, έτσι και οι άλλοι θα εκπληρώνουν το καθήκον επιμέλειας έναντι του ιδίου και άλλων οδηγών και ότι το καθήκον για επιμελή οδήγηση δεν επεκτείνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων για κάθε πιθανότητα εκδήλωσης αμέλειας εκ μέρους άλλων οδηγών. Έτσι, λέχθηκε περαιτέρω, πως δεν είναι εύλογα προβλεπτό ότι ένας οδηγός θα βρεθεί αντιμέτωπος με την απόφραξη του δρόμου μετά από μια στροφή. Αντίθετη ασφαλώς είναι η περίπτωση όπου υπάρχει μεγάλη πιθανότητα κινδύνου. (Δέστε και Panayiotou v. Mavrou (1970) 1 C.L.R. 215, 219).
Σε τελική ανάλυση, το θέμα της αμέλειας κρίνεται ανάλογα με τα περιστατικά και τις συνθήκες της κάθε περίπτωσης και με τις αρχές της εμπειρίας και κοινής λογικής. Θεωρούμε ότι ήταν εντός των ορίων της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να θεωρήσει, κάτω από τις συνθήκες, ότι δεν θα ήταν λογικό να αναμένεται από τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 2 να λάβει οποιαδήποτε προληπτικά μέτρα στην προκειμένη περίπτωση για τον κίνδυνο αποκοπής της πορείας του από όχημα που δεν ήταν εντός του αυτοκινητόδρομου κατά τη στιγμή εκείνη που εισήλθε σε αυτό αιφνιδίως και χωρίς προειδοποίηση. Αντίθετη κατάληξη θα έθετε υπέρογκο βάρος στους ώμους των οδηγών στον αυτοκινητόδρομο. Και ο δεύτερος λόγος έφεσης κρίνουμε ότι δεν ευσταθεί.
Κατά συνέπεια η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντος.