ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1301
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 180/2006)
8 Δεκεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΣΑΒΒΑΣ Χ" ΣΑΒΒΑ,
Εφεσείοντας/Ενάγοντας
ν.
ΔΙΟΝΥΣΗ Π. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ,
Εφεσίβλητου/Εναγόμενου.
Ν. Παναγιώτου, για τον Εφεσείοντα.
Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση εξετάζεται η εγκυρότητα διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου με το οποίο ο εφεσείων (ενάγων) σε πολιτική αγωγή που είχε καταχωρίσει εναντίον του εφεσίβλητου (εναγόμενου) για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για τραύματα και ζημιές που είχε υποστεί σε τροχαίο ατύχημα, διατάχθηκε όπως υποβληθεί σε ιατρική εξέταση από ιατρό του εφεσίβλητου.
(α) Τα γεγονότα.
Ως αποτέλεσμα τροχαίου ατυχήματος που έλαβε χώρα στις 9/12/1997 ο εφεσείων καταχώρισε στις 30/7/99 την υπ' αρ. 858/99 αγωγή ζητώντας γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για τα τραύματα και τις ζημιές που είχε υποστεί. Λόγω της σοβαρότητας των τραυμάτων ο εφεσείων υποβλήθηκε σε τρεις χειρουργικές επεμβάσεις και είναι παραδεκτό γεγονός ότι μετά από τη διενέργεια των χειρουργικών επεμβάσεων, ο εφεσείων εξεταζόταν και από ιατρό εκ μέρους της ασφαλιστικής εταιρείας του εφεσίβλητου. Η Έκθεση Απαίτησης καταχωρήθηκε στις 28/1/2002 και η ακρόαση της αγωγής άρχισε καθυστερημένα στις 14/2/2004, έξι δηλαδή χρόνια μετά την καταχώρισή της και μέχρι σήμερα έχει καλύψει 30 δικάσιμες μέρες. Ως αποτέλεσμα των χειρουργικών επεμβάσεων και της έκδοσης νέων ιατρικών πιστοποιητικών, ο εφεσείων τροποποίησε την Έκθεση Απαίτησης του τον Ιούνιο του 2005 και αμέσως μετά εξετάστηκε για τρίτη φορά από ιατρό εκ μέρους του εφεσίβλητου. Μεταξύ των μαρτύρων που είχαν καταθέσει για τον εφεσείοντα ήταν και ο Νευροχειρούργος Χρύσανθος Αμπέρτος (Μ.Ε. 7), ο Ορθοπεδικός Άλκης Λαπίθης (Μ.Ε. 8) και ο Νευροχειρούργος Νικόλας Κιτρομήλης. Ο τελευταίος διενήργησε την τρίτη χειρουργική επέμβαση του εφεσείοντος και τον εξέτασε για τελευταία φορά λίγο πριν από τις 14/3/2006. Στις 16/3/2006 ενώ συνεχιζόταν η ακρόαση της αγωγής και βρισκόταν σε εξέλιξη η κύρια εξέταση του Δρος Ν. Κιτρομήλη (Μ.Ε. 9), η συνήγορος του εφεσίβλητου υπέβαλε αίτημα όπως ο εφεσείων εξεταστεί εκ νέου από το Δρα Μιχάλη Πρωτοπαπά για την επανεκτίμηση της κατάστασής του. Ο συνήγορος του εφεσείοντος αποδέχθηκε το αίτημα νοουμένου ότι η εξέταση θα γινόταν στην παρουσία του ιατρού του εφεσείοντος Δρα Ν. Κιτρομήλη.
Κατά την επόμενη δικάσιμο στις 30/3/2006, η συνήγορος του εφεσίβλητου δήλωσε στο Δικαστήριο ότι η εξέταση είχε γίνει από το Δρα Πρωτοπαπά στην παρουσία του ιατρού του εφεσείοντος Δρα Ν. Κιτρομήλη στις 22/3/2006, αλλά δεν είχε συμπληρωθεί αφού ο Δρ. Πρωτοπαπάς ήθελε να υποβάλει τον εφεσείοντα σε περαιτέρω ηλεκτροφυσιολογικές εξετάσεις και πιο συγκεκριμένα σε "μαγνητικά και αισθητικά προκλητά δυναμικά". Για την πιο πάνω περαιτέρω εξέταση υπήρξε ένσταση εκ μέρους του ιατρού του εφεσείοντος Δρα Ν. Κιτρομήλη ο οποίος πρόβαλε τη θέση ότι υπήρχε πρόσφατο ηλεκτρομυογράφημα που διενήργησε εκ μέρους του εφεσείοντος ο Δρ. Πούγιουρος το Μάρτιο του 2006, το οποίο ήταν κατατοπιστικό και βρισκόταν σε γνώση των ιατρών του εφεσίβλητου Δρα Περδίου και Δρα Πρωτοπαπά. Αν και ο εφεσείων είχε δηλώσει στις 30/3/2006 στο Δικαστήριο ότι θα μετέβαινε για τη νέα εξέταση, εντούτοις για άγνωστους λόγους δεν μετέβη ξανά στον Δρα Πρωτοπαπά. Η ακρόαση της αγωγής συνεχίστηκε στις 30/3/2006 με την αντεξέταση του Δρα Ν. Κιτρομήλη και θα συνεχιζόταν στις 13/4/2006. Πριν από την πιο πάνω ημερομηνία και πιο συγκεκριμένα στις 5/4/2006 η συνήγορος του εφεσίβλητου καταχώρισε στις 5/4/2006 αίτηση με την οποία ζητούσε όπως ανασταλεί η διαδικασία μέχρις ότου ο εφεσείων υποβληθεί σε εξειδικευμένη ιατρική εξέταση σε "μαγνητικά και αισθητικά προκλητά δυναμικά" για την ολοκλήρωση της ιατρικής εξέτασης του από το Νευροχειρούργο Δρα Μ. Πρωτοπαπά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη ότι δεν μπορεί να επιβάλει σε ένα ιατρικό λειτουργό τον τρόπο με τον οποίο θα εξετάσει έναν ασθενή, ότι ενώ αρχικά ο εφεσείων είχε δεχθεί να υποβληθεί εκ νέου από το Δρα Πρωτοπαπά σε εξέταση σε "μαγνητικά και αισθητικά προκλητά δυναμικά" αργότερα ανακάλεσε ανεξήγητα την απόφασή του και ότι δεν θα επροκαλείτο με την καθυστέρηση που θα ακολουθούσε βλάβη στην υπόθεση του εφεσείοντος, αποφάνθηκε ότι δεν υπήρξε κατάχρηση στο δικαίωμα της ιατρικής εξέτασης εκ μέρους του εφεσίβλητου και εξέδωσε το σχετικό διάταγμα.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα του πιο πάνω διατάγματος ισχυριζόμενος μεταξύ άλλων ότι η έκδοση του δεν εδικαιολογείτο κάτω από τις περιστάσεις και ότι παραβιάστηκε το συνταγματικό του δικαίωμα για τη διάγνωση των αστικών του δικαιωμάτων μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
(β) Η νομική πλευρά.
Το δικαίωμα του εναγόμενου να ζητήσει την ιατρική εξέταση του ενάγοντος και τα επακόλουθα της άρνησης εκ μέρους του ενάγοντος, εξετάστηκαν στην αγγλική υπόθεση Edmeades v. Thames Board Mills Ltd (1969) 2 All E.R. 127. Στην πιο πάνω υπόθεση ο ενάγων, ο οποίος είχε υποστεί ελαφρά τραύματα ως αποτέλεσμα ενός τροχαίου ατυχήματος, καταχώρισε αγωγή εναντίον της εναγόμενης εταιρείας για αποζημιώσεις. Τα τραύματα όπως αυτά είχαν περιγραφεί στην Έκθεση Απαίτησης δεν περιλάμβαναν οστεοαρθρίτιδα. Κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου ο ενάγων εξετάστηκε ξεχωριστά από τον Α, το δικό του ιατρό και από το Β ιατρό εκ μέρους της εναγόμενης εταιρείας. Μετά την ανταλλαγή των ιατρικών πιστοποιητικών διαπιστώθηκε ότι ο ιατρός του ενάγοντος ανέφερε στην έκθεση του ότι ο ενάγων υπέφερε από οστεοαρθρίτιδα η οποία προκλήθηκε ή επιδεινώθηκε από το ατύχημα. Οι δικηγόροι της εναγόμενης εταιρείας ενόψει του πιο πάνω ισχυρισμού ζήτησαν να εξετάσουν τον ενάγοντα προσφέροντας τα ονόματα έξι ιατρών για να επιλέξει έναν από αυτούς. Οι δικηγόροι του ενάγοντος δέχθηκαν όπως ο ενάγων εξεταστεί εκ νέου από το Β αλλά όχι από έναν από τους έξι που είχαν υποδειχθεί από την εναγόμενη εταιρεία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για αναστολή της διαδικασίας και διέταξε τη συνέχιση της διαδικασίας, νοουμένου ότι η Έκθεση Απαίτησης θα ετροποποιείτο για να συμπεριλάβει και ισχυρισμό για την εμφάνιση και/ή επιδείνωση οστεροαρθρίτιδας.
Το Εφετείο αποδέχθηκε την έφεση που ασκήθηκε από την εναγόμενη εταιρεία και ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της εναγόμενης εταιρείας για αναστολή της διαδικασίας. Το Εφετείο αποφάνθηκε ότι το Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να διατάξει αναστολή της ακροαματικής διαδικασίας εφόσον είχε δοθεί η ευχέρεια επιλογής ενός ιατρού από έξι και αφού δεν υπήρξε προς τούτο μια λογική ένσταση εκ μέρους του ενάγοντος. Το Εφετείο σημείωσε ότι η εναγόμενη εταιρεία αντιμετώπιζε ένα νέο ισχυρισμό που δεν είχε περιληφθεί προηγουμένως στην Έκθεση Απαίτησης και έπρεπε να είχε την ευχέρεια να εξετάσει τον ενάγοντα για να γνωρίζει τι θα αντιμετώπιζε και τι ποσό θα μπορούσε να καταθέσει στο Δικαστήριο για να αποφύγει τη διεξαγωγή της δίκης και να γνωρίζει τη μαρτυρία που θα έχει ενώπιον του, ώστε να καθορίσει, κατά τον ίδιο τρόπο, τη δική του θέση. Το Εφετείο διευκρίνισε όμως ότι η εικόνα θα ήταν διαφορετική αν η εναγόμενη εταιρεία καθόριζε ένα μόνο ιατρό (όπως στην υπόθεση Pickett v. Bristol Aeroplane Co. Ltd) αντί έξι.
Το δικαίωμα του Δικαστηρίου να αναστείλει τη διαδικασία όταν ο ενάγων αρνείται να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση, υιοθετήθηκε και εξετάστηκε στην Κύπρο σε σειρά αποφάσεων. (Βλ. Δημοσθένους ν. Αντωνίου (1975) 1 Α.Α.Δ. 1, Κυριάκου και άλλος ν. Στυλιανού (1982) 1 Α.Α.Δ. 524). Στην υπόθεση Thanos Hotels Ltd v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι όταν ζητείται δεύτερη ή επακόλουθη ιατρική εξέταση ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι υπήρξε χειροτέρευση της κατάστασης του ενάγοντος και ότι τα γεγονότα που δικαιολογούν τη νέα εξέταση δεν ήταν διαθέσιμα κατά την προηγούμενη ιατρική εξέταση ή ότι είναι γεγονότα που δεν μπορούσαν λογικά να προβλεφθούν από το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης. (Βλ. επίσης Kyriacou and Another v. Stylianou (1982) 1 C.L.R. 524 και Prescott v. Bulldog Tools Ltd (1981) 3 All E.R. 869).
Στην υπόθεση Αριστοδήμου ν. Πετάση (1990) 1 Α.Α.Δ. 112 τονίστηκε ότι η έκδοση διατάγματος υποβολής του ενάγοντος σε ιατρική εξέταση θα πρέπει να εξετάζεται αφενός μέσα στα πλαίσια του δικαιώματος του ενάγοντος για τη διάγνωση των αστικών του δικαιωμάτων μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 30.2 του Συντάγματος και αφετέρου μέσα στα πλαίσια του δικαιώματος του εναγόμενου να ενημερώνεται έγκαιρα για τις θέσεις του ενάγοντος για να έχει τη δυνατότητα να αντικρούσει τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικρότησε την παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι μια αίτηση για ιατρική εξέταση θα πρέπει να υποβάλλεται πριν από την έναρξη της δίκης και ότι η καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης πρέπει να είναι δικαιολογημένη, τονίζοντας ότι,
"Η αίτηση για την ιατρική εξέταση του αντιδίκου πρέπει, όπως σωστά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, να υποβάλλεται πριν την έναρξη της δίκης. Κάθε καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης πρέπει να δικαιολογείται. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση, ανάλογα ισχυρότεροι πρέπει να είναι οι λόγοι που την υποστηρίζουν. Μετά το πέρας της υπόθεσης του ενάγοντα, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να εγκριθεί η αναστολή της διαδικασίας για να υποβληθεί ο ενάγων σε ιατρική εξέταση· κυρίως όταν έχουν εγερθεί θέματα που σχετίζονται με την κατάσταση της υγείας του ενάγοντα τα οποία δε μπορούσαν εύλογα να προβλεφθούν από τις θέσεις που διατυπώνονται στην έκθεση απαιτήσεως."
(γ) Το συμπέρασμα.
Έχουμε εξετάσει προσεκτικά όλα τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί ενώπιον μας και μέσα στα πλαίσια των σχετικών νομολογιακών αρχών έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη ενδιάμεση απόφαση θα πρέπει να παραμερισθεί.
Ως αποτέλεσμα του ατυχήματος ο εφεσείων είχε υποστεί σοβαρά σωματικά τραύματα και παρακολουθείτο από τον προσωπικό του ιατρό Δρα Περδίο από τις 3/8/98 μέχρι τις 4/2/99, λίγο πριν από τη δεύτερη εγχείρηση στην οποία υποβλήθηκε. Όμως κατόπιν αιτήματος εκ μέρους του εφεσίβλητου, ο εφεσείων εξετάστηκε τέσσερις φορές στις 7/7/2001, 21/6/2002, 25/6/2002 και 1/7/2005 από το Δρα Περδίο ο οποίος αυτή τη φορά ενεργούσε εκ μέρους του εφεσίβλητου και ακολούθως στις 22/3/2006 για πέμπτη φορά από το νέο ιατρό του εφεσίβλητου Δρα Πρωτοπαπά. Ακολούθησε η καταχώριση της αίτησης του εφεσίβλητου της 5/4/2006 για να υποβληθεί ο εφεσείων σε έκτη ιατρική εξέταση η οποία οδήγησε στην έκδοση του επίδικου διατάγματος της 10/5/2006, που είχε ως αποτέλεσμα την αναστολή της ακροαματικής διαδικασίας μέχρις ότου ο εφεσείων εξεταστεί και στα "μαγνητικά και αισθητικά προκλητά δυναμικά".
Η ιατρική εξέταση του ενάγοντος ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και δεν συνιστά ανεξάρτητο δικαίωμα του εναγόμενου. Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, αιτήσεις για την ιατρική εξέταση του ενάγοντος θα πρέπει να καταχωρούνται πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας. Κάθε καθυστέρηση στην καταχώριση της αίτησης πρέπει να αιτιολογείται και όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση, τόσο μεγαλύτερο είναι το βάρος των λόγων που υποστηρίζουν την αίτηση.
Δεν έχει παρουσιαστεί εκ μέρους του εφεσίβλητου οποιαδήποτε μαρτυρία τι συνιστά η εξέταση σε "μαγνητικά και αισθητικά προκλητά δυναμικά" και κατά πόσο η εξέταση αυτή δεν μπορούσε να είχε γίνει κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ιατρικών εξετάσεων, όπως επίσης και αν η κατάσταση του εφεσείοντος είχε χειροτερεύσει μετά την προηγούμενη τελευταία του ιατρική εξέταση. Αντίθετα σημειώνουμε ότι ο ισχυρισμός του δικηγόρου του εφεσείοντος ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε διαφοροποίηση στην κατάσταση του πελάτη του, δεν αντικρούστηκε από τη δικηγόρο του εφεσίβλητου. Ο ισχυρισμός που προβάλλεται για την αναγκαιότητα υποβολής του εφεσείοντος σε νέα εξέταση περιορίζεται στην παροχή ευχέρειας στον Δρα Πρωτοπαπά "να εκφέρει και συντάξει την ολοκληρωμένη άποψη και γνωμάτευση του". Όμως η αιτούμενη εξειδικευμένη εξέταση θα μπορούσε να είχε ζητηθεί μετά την εξέταση του εφεσείοντος από το Δρα Περδίο και Δρα Πρωτοπαπά μετά την τρίτη εγχείρηση του εφεσείοντος. Η έκτη ιατρική εξέταση του εφεσείοντος για την οποία έχει εκδοθεί το σχετικό διάταγμα διενεργείται σε προκεχωρημένο στάδιο της παράθεσης μαρτυρίας εκ μέρους του εφεσείοντος, αφού ο εφεσείων έχει ήδη συμπληρώσει την προφορική του κατάθεση και αναμένεται η λήψη της μαρτυρίας ακόμα ενός ή δύο μαρτύρων για να κλείσει την υπόθεση του. Εφόσο δε ο εφεσείων έχει συμπληρώσει την κατάθεση του, θα του αποστερηθεί έμμεσα το δικαίωμα να αμφισβητήσει τα όσα πιθανόν θα αναφέρει ο ιατρός ο οποίος θα διενεργήσει την έκτη εξέταση για το τι θα έχει διαμειφθεί μεταξύ του εφεσείοντος και του ιατρού. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια κρίνουμε ότι η καθυστέρηση η οποία είχε παρατηρηθεί στην καταχώριση της αίτησης και η έλλειψη ισχυρών και επαρκών λόγων που θα δικαιολογούσαν την έκτη κατά σειρά εξέταση του εφεσείοντος, καθιστά το εκδοθέν διάταγμα λανθασμένο.
Τα διάφορα προβλήματα που έχουν εγερθεί στην παρούσα διαδικασία που έχουν ως άμεσο αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί στην εκδίκαση της υπόθεσης, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν το Δικαστήριο καθόριζε την πορεία της ακροαματικής διαδικασίας με γνώμονα τις πρόνοιες της Διαταγής 30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η πιο πάνω Διαταγή η οποία θα πρέπει να υιοθετείται πρωτοδίκως παρέχει στο πρωτόδικο Δικαστήριο την ευχέρεια να ορίζει αυτεπάγγελτα την υπόθεση για οδηγίες με απώτερο σκοπό τον καλύτερο προγραμματισμό του χειρισμού της αγωγής. Σε μια τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο μεταξύ άλλων μπορεί να ζητήσει από τους δικηγόρους των διαδίκων μια δήλωση για αποδεκτά γεγονότα, υπεύθυνη δήλωση ως προς τον αριθμό των μαρτύρων που αναμένεται να κληθούν για να καταθέσουν και την πιθανή χρονική έκταση της μαρτυρίας τους, δήλωση κατά πόσο υπάρχει πρόθεση καταχώρισης αιτήσεων για περαιτέρω και καλύτερες λεπτομέρειες, τροποποίησης των εγγράφων προτάσεων, αποκάλυψης εγγράφων, όπως επίσης και εξέταση του ενάγοντος από ιατρό και/ή ιατρούς εκ μέρους του εναγόμενου. Ένας τέτοιος χειρισμός δεν μπορεί παρά να έχει επωφελή αποτελέσματα στον όλο χειρισμό της υπόθεσης με την αποφυγή δημιουργίας προβλημάτων, όπως αυτά που έχουν εγερθεί με τις αλλεπάλληλες ιατρικές εξετάσεις του εφεσείοντος. Στην παρούσα περίπτωση σημειώνουμε ότι αν το πρωτόδικο Δικαστήριο προχωρούσε στην έκδοση οδηγιών ως προς την ιατρική εξέταση του εφεσείοντος στο στάδιο της έκδοσης οδηγιών σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 30, τα διάφορα προβλήματα που έχουν εγερθεί ως προς τις συνεχείς ιατρικές εξετάσεις του εφεσείοντος θα είχαν αποφευχθεί με ευεργετικά αποτελέσματα ως προς την ταχύτερη εκδίκαση της αγωγής και ως προς τα έξοδα που θα πρέπει να καταβληθούν.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, με έξοδα προς όφελος του εφεσείοντος τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση.
Έχει ήδη δηλωθεί από το δικηγόρο του εφεσείοντος ότι προτίθεται να καλέσει ακόμα δύο μάρτυρες προτού κλείσει την υπόθεση του πελάτη του και ότι εκ μέρους του εφεσίβλητου θα κληθούν να καταθέσουν δύο μάρτυρες. Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω δηλώσεις και το γεγονός ότι η αγωγή καταχωρήθηκε το 1999, πρέπει να δοθεί άμεση προτεραιότητα για τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας χωρίς άλλες καθυστερήσεις. Οι διάδικοι είχαν κάθε ευκαιρία να ετοιμάσουν και παρουσιάσουν την υπόθεσή τους, την οποία το Δικαστήριο έχει δικαίωμα και εξουσία να θεωρήσει ως περατωθείσα, όταν κρίνει, από τη συμπεριφορά των διαδίκων ή των δικηγόρων ότι παρακωλύεται ουσιαστικά η ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
Π. Δ. Δ.