ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 1 ΑΑΔ 1188

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 12161 + 12192)

 

 

17 Νοεμβρίου, 2006

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12161)

                                                                                                (Σχ. με την 12192)

 

         1. ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ,

2. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

                         ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

                           ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,

 

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,

 

ν.

 

ΝΤΑΝΗ ΤΣΟΛΑΚΗ,

 

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα.

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12192)

                                                                                                (Σχ. με την 12161)

 

ΝΤΑΝΗΣ ΤΣΟΛΑΚΗΣ,

 

Εφεσείων/Ενάγων,

 

ν.

 

          1. ΒΑΣΙΛΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ,

2. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

                          ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

                           ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΔΡΕΟΥ,

 

Εφεσίβλητων/Εναγόμενων.

­­­­­­­­­­­­­____________________________

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Π.Ε. 12161

 

Α. Ανδρέου με Στ. Πολυβίου-Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα-Εναγόμενο 1.

 

Φ. Πελίδης με Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσίβλητο-Ενάγοντα-Αντεφεσείοντα.

 

Ν. Παπαευσταθίου με Λ. Αστραίου, για τον Εφεσίβλητο-Εναγόμενο 2- Αντεφεσείοντα.

 

 

 

Π.Ε. 12192

 

Φ. Πελίδης με Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα-Ενάγοντα.

 

Α. Ανδρέου με Στ. Πολυβίου-Ανδρέου, για τον Εφεσίβλητο-Εναγόμενο 1.

 

Ν. Παπαευσταθίου με Λ. Αστραίου, για τον Εφεσίβλητο-Εναγόμενο 2.

 

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

 

(Α)  ΤΑ ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ.

Γύρω στις 4 π.μ. της 11/1/1998 ο Ντάνης Τσολάκης (ο εφεσίβλητος στην έφεση 12161 και εφεσείων στην έφεση 12192, που πιο κάτω θα αναφέρεται ως Ντάνης Τσολάκης) μετέβαινε από τη Λευκωσία στην Πάφο για κυνήγι με το υπ' αρ. DAQ 283 διπλοκάμπινο όχημα, το οποίο οδηγούσε ο ιδιοκτήτης του Βασίλης Φιλίππου (ο εφεσείων 1 στην έφεση 12161 και εφεσίβλητος 1 στην έφεση 12192) κατά μήκος της αριστερής λωρίδας του αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας - Λεμεσού. Ο Ντάνης Τσολάκης καθόταν στη θέση πίσω από τον οδηγό, ενώ στη θέση του συνοδηγού καθόταν ο Χριστόφορος Πέτσας. Ακριβώς την ίδια ώρα ο Ανδρέας Ανδρέου (ο εφεσείων 2 στην έφεση 12161 και εφεσίβλητος 2 στην έφεση 12192) οδηγούσε το υπ' αρ. WS 680 όχημα του τύπου σαλούν κατά μήκος της δεξιάς λωρίδας του αυτοκινητόδρομου, κατευθυνόμενος και αυτός προς Λεμεσό. Ο καιρός ήταν βροχερός και η επιφάνεια του δρόμου βρεγμένη. Σε κάποιο σημείο του δρόμου έξω από τη Λεμεσό, τα δύο οχήματα παρεξέκλιναν από το δρόμο και κατέληξαν μετά από πολλά κτυπήματα σε ένα αυλάκι που βρισκόταν στην αριστερή πλευρά του δρόμου σε σχέση με την πορεία τους. Ως αποτέλεσμα των τραυμάτων που είχε υποστεί ο οδηγός του WS 680 απεβίωσε. Ο Ντάνης Τσολάκης, ο οποίος υπέστη σοβαρά τραύματα, καταχώρισε αγωγή εναντίον των οδηγών των δύο οχημάτων ζητώντας αποζημιώσεις. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο οδηγός του DAQ 283 μέσα στο οποίο επέβαινε ο Ντάνης Τσολάκης έφερε αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα και εξέδωσε απόφαση εναντίον του για £696.698,34 πλέον τόκους και έξοδα, ενώ ταυτοχρόνως απέρριψε την αγωγή εναντίον του οδηγού του οχήματος WS 680.

 

 

(Β) Η ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ.

 

(i) Οι μάρτυρες οι οποίοι κατέθεσαν.

 

Ο Ντάνης Τσολάκης κατέθεσε προφορικά και κάλεσε μάρτυρες προς υποστήριξη των ισχυρισμών του. Μεταξύ των μαρτύρων που είχε καλέσει ήταν ο Μ.Ε. 1 Αστυνομικός Ανδρόνικος Ανδρονίκου (ο οποίος φωτογράφισε τα δύο οχήματα μετά τη σύγκρουση), ο Μ.Ε. 2 Λοχίας Μιχάλης Θεμιστοκλέους (ο οποίος ετοίμασε το σχέδιο), ο Μ.Ε. 3 Λοχίας Ευάγγελος Καραβόλιας (ο οποίος εξέτασε τις συνθήκες του ατυχήματος και πήρε καταθέσεις από διάφορους μάρτυρες), ο Μ.Ε. 6 Χριστάκης Νέστορος (πρώην μηχανουργός της Αστυνομίας) και ο  Μ.Ε. 7 Μίκης Κωνσταντίνου (πρώην Επιθεωρητής οχημάτων της Αστυνομίας, οι οποίοι εξέτασαν τα δύο οχήματα μετά το ατύχημα), όπως επίσης και ο   Μ.Ε. 4 συνοδηγός στο DAQ 283 Χριστόφορος Πέτσας.

 

Ο οδηγός του DAQ 283, ο οποίος υπεστήριξε ότι το όχημα WS 680 ήλθε από τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας και κτύπησε στο δικό του όχημα το οποίο οδηγείτο στην αριστερή πλευρά του δρόμου, κατέθεσε προφορικά και κάλεσε ως μάρτυρα τον Χρίστο Χατζηχριστοδούλου, αναλυτή ατυχημάτων.

 

Εκ μέρους του αποβιώσαντος οδηγού του οχήματος WS 680 κατέθεσαν οι εμπειρογνώμονες Γεώργιος Τζυρκαλλής και ο Άγγλος John Manderson.

 

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι μόνοι αυτόπτες μάρτυρες του ατυχήματος ήταν ο Ντάνης Τσολάκης, ο οδηγός του οχήματος DAQ 283 και ο συνεπιβάτης τους Χριστόφορος Πέτσας.

 

(α) Η εκδοχή του οδηγού του WS 680.

Η θέση της υπεράσπισης του αποβιώσαντος οδηγού του WS 680, όπως αυτή προβλήθηκε από τους εμπειρογνώμονες Γεώργιο Τζυρκαλλή και John Manderson, ήταν ότι το όχημα DAQ 283 κινήθηκε προς τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας σε σχέση με την πορεία του και έθεσε σε κίνδυνο τον οδηγό του WS 680, ο οποίος αναγκάστηκε να στραφεί πρώτα δεξιά για να αποφύγει πιθανή σύγκρουση με το όχημα DAQ 283 και ακολούθως αριστερά για να αποφύγει πιθανή σύγκρουση στο κιγκλίδωμα του δρόμου. Στην προσπάθεια του αυτή έχασε τον έλεγχο του οχήματος του, το οποίο έπεσε σε χαντάκι μπροστά από το όχημα DAQ 283.

 

(β) Η εκδοχή του Ντάνη Τσολάκη και η μαρτυρία του.

 

Η εκδοχή του Ντάνη Τσολάκη, ο οποίος επέβαινε ως επιβάτης μέσα στο όχημα DAQ 283, ήταν ότι το όχημα WS 680 το οποίο κατευθυνόταν προς Λεμεσό τους πλησίασε με μεγάλη ταχύτητα από τη δεξιά πλευρά σε σχέση με την πορεία τους και ακολούθως κτύπησε με την αριστερή πλευρά του στο δεξιό μπροστινό τροχό ή στο φτερό του οχήματος DAQ 283. Ο Ντάνης Τσολάκης ανέφερε ότι εκοιμάτο, εκτός μόνο όταν του μιλούσε ο Χρ. Πέτσας, και δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς έγινε το ατύχημα. Είδε μόνο τα φώτα του άλλου οχήματος το οποίο ερχόταν από δεξιά αλλά δεν άκουσε ούτε αντιλήφθηκε αν έγινε σύγκρουση. Ο πρώην Επιθεωρητής οχημάτων της Αστυνομίας Χρίστος Νέστορος, ο οποίος κατέθεσε εκ μέρους του Ντάνη Τσολάκη, διαπίστωσε την ύπαρξη ενός ημικύκλιου μαυρίσματος στην αριστερή μπροστινή πόρτα του WS 680, το οποίο ταίριαζε με τον μπροστινό τροχό ή κάποιο τροχό του DAQ 283. Την εκδοχή περί σύγκρουσης υπεστήριξε και ο μάρτυς Χρ. Πέτσας που κατέθεσε για λογαριασμό του Ντάνη Τσολάκη.

 

(γ) Η εκδοχή του οδηγού του DAQ 283.

Την πιο πάνω εκδοχή ότι το όχημα WS 680 κτύπησε στο δεξιό μπροστινό μέρος του DAQ 283, υποστήριξε τόσο ο οδηγός του DAQ 283 όπως επίσης και ο μάρτυρας του αναλυτής ατυχημάτων Χρ. Χατζηχριστοδούλου, ο οποίος ανέφερε ότι το WS 680, αφού άφησε ίχνη πλάγιας ολίσθησης με το δεξιό οπίσθιο τροχό του, όπως αυτά καταγράφηκαν ως ίχνη Α1 στο σχέδιο του ατυχήματος, ακολούθως συγκρούστηκε με το DAQ 283 μέσα στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας σε σχέση με την πορεία τους. Σύμφωνα με τον πιο πάνω μάρτυρα υπήρχε επίσης η πιθανότητα σύγκρουσης των τροχών των δύο οχημάτων, αφού το WS 680 όταν άφηνε ίχνη πλάγιας ολίσθησης, το τιμόνι του έπρεπε να ήταν γυρισμένο προς τα αριστερά με αποτέλεσμα ο τροχός του να εξείχε από το πλάτος του αυτοκινήτου.

 

(ii) Η αξιολόγηση της μαρτυρίας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε σημασία στη μαρτυρία του Ντάνη Τσολάκη, αφού ο ίδιος δεν είδε ούτε αντελήφθη ότι είχε γίνει σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων και απέρριψε τη μαρτυρία του επιβάτη μέσα στο DAQ 283 Χριστόφορου Πέτσα (Μ.Ε. 4) τον οποίο βρήκε αναξιόπιστο.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε επίσης τη μαρτυρία του οδηγού του οχήματος DAQ 283, τον οποίο βρήκε αναξιόπιστο και δεν δέχθηκε τη μαρτυρία του μάρτυρα του Χρ. Χατζηχριστοδούλου, ως γνωμοδότηση έγκυρου και ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα.

 

Αναφορικά με τη γραμμή υπεράσπισης του οδηγού του WS 680 το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του Γεώργιου Τζυρκαλλή, τον οποίο δεν δέχθηκε ως εμπειρογνώμονα, αφού η εκπαίδευση του στα διάφορα θέματα τα οποία ο ίδιος επικαλέστηκε ότι αποτελούσαν μέρος των προσόντων του είχε διαρκέσει από 3 μέχρι 11 μέρες. Αντίθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ως εμπειρογνώμονα τον Άγγλο John Manderson, ο οποίος υποστήριξε ότι δεν υπήρξε σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων και ότι τα ίχνη Α1 δεν ήταν ίχνη του δεξιού οπίσθιου τροχού του WS 680, αλλά ίχνη του δεξιού εμπρόσθιου τροχού του. Τα ίχνη αυτά ήταν ίχνη πλάγιας ολίσθησης (yawing marks) αλλά όχι skid marks. Ο κ. Manderson εισηγήθηκε ότι ίσως λόγω κάποιου κινδύνου που προερχόταν από την οδήγηση του DAQ 283, ο οδηγός του WS 680 έστριψε το τιμόνι του δεξιά με αποτέλεσμα να βρεθεί αντιμέτωπος με το κιγκλίδωμα του αυτοκινητόδρομου και ακολούθως για να αποφύγει σύγκρουση πάνω στο κιγκλίδωμα έστριψε το τιμόνι αυτή τη φορά προς τα αριστερά αφήνοντας στην επιφάνεια του δρόμου τα ίχνη Α1, με αποτέλεσμα να χάσει τον έλεγχο του οχήματός του και να πέσει μέσα στο αριστερό χαντάκι. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο τη μαρτυρία του έκρινε ότι οι εξηγήσεις που είχε δώσει ο μάρτυς ήταν πειστικές. Παρόλο τούτο, όμως, δεν προέβη σε θετικό εύρημα αποδοχής της εκδοχής του περί ελιγμού.

 

(iii) Τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από μια εξέταση του συνόλου της μαρτυρίας που είχε γίνει αποδεκτή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γενεσιουργικές συνθήκες του ατυχήματος παρέμειναν αδιευκρίνιστες, σημειώνοντας ότι επειδή στο δρόμο δεν είχαν βρεθεί ίχνη που θα μπορούσαν να συσχετιστούν με σύγκρουση, ο ισχυρισμός ότι τα δύο οχήματα είχαν συγκρουστεί δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτός. Ακολούθως το Δικαστήριο αφού σημείωσε ότι αν και κανένας από τους διαδίκους δεν είχε επικαλεσθεί τον κανόνα res ipsa loquitur (όπως αυτός εφαρμόζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148), ο κανόνας μπορούσε να εφαρμοστεί αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο εφόσον ο Ντάνης Τσολάκης δεν μπορούσε να γνωρίζει τα αιτιώδη περιστατικά του ατυχήματος. Επειδή δε ο οδηγός του DAQ 283 δεν προσέφερε κάποια ικανοποιητική εξήγηση πώς είχε συμβεί το ατύχημα, αλλά παρουσίασε μια "εντελώς ψευδή, κατασκευασμένη εκδοχή, με αποτέλεσμα να μην αποσείσει το βάρος που είχε", το Δικαστήριο τον βρήκε αποκλειστικά υπεύθυνο για το ατύχημα.

 

Κρίνουμε σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσουμε το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ευθύνη του οδηγού του οχήματος      DAQ 283.

 

     "Εν προκειμένω παραμένει ανεξήγητη για τον ενάγοντα η αιτία που το όχημα που οδηγούσε ο εναγόμενος 1 βρέθηκε εκτός του δρόμου με τέτοιο τρόπο ώστε από το γεγονός και μόνο της μη αναμενόμενης φυσιολογικά εκτροπής, το αποτέλεσμα να συνδέεται περισσότερο με παράλειψη επιμέλειας του εναγομένου 1. Αλλά κι αν ήταν ανάγκη για περαιτέρω προβληματισμό, θα πρέπει να σημειωθεί η κίνηση του saloon προς τα δεξιά με την πιθανότητα, ως άνω, υπό τις περιστάσεις να συνιστούσε προσπάθεια αποφυγής του διπλοκάμπινου ή, έστω, απώλεια ελέγχου σε σχέση με το διπλοκάμπινο. Αυτά τα δεδομένα αν και, ως άνω, δεν αποδεικνύουν με την απαιτούμενη θετικότητα αμέλεια εκ μέρους του εναγομένου 1, δημιουργούν πάντως μια εκ πρώτης όψεως υπόθεση ώστε να είναι επιβεβλημένο από την κοινή λογική, αλλά και δίκαιο, υπό τις περιστάσεις, να μετατοπιστεί το βάρος απόδειξης στον εναγόμενο 1, στα πλαίσια της αρχής res ipsa loquitur, υπό την έννοια ότι αναμένεται πλέον από αυτόν να δώσει κάποια λογική, ικανοποιητική εξήγηση για το πώς προκλήθηκε το συμβάν. Αντί τέτοιας εξήγησης όμως, ο εναγόμενος 1 προέβαλε μια εντελώς ψευδή, κατασκευασμένη εκδοχή, με αποτέλεσμα να μην αποσείσει το βάρος που είχε. Ως εκ τούτου κρίνεται αποκλειστικά υπεύθυνος για το δυστύχημα."

 

 

(Γ) ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΦΕΣΗΣ ΑΡ. 12161 ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ  ΑΝΤΕΦΕΣΕΩΝ.

 

(i) Η έφεση του οδηγού του οχήματος DAQ 283.

 

Με την υπ' αρ. 12161 έφεση ο εφεσείων 1 οδηγός του οχήματος DAQ 283, μέσα στο οποίο επέβαινε ο Ντάνης Τσολάκης, ισχυρίζεται για διάφορους λόγους ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη. Περιληπτικά ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάνθηκε ότι μπορούσε να εφαρμόσει τον κανόνα res ipsa loquitur και υποστήριξε ότι η μαρτυρία του, όπως επίσης και οι μαρτυρίες των μαρτύρων του εφεσίβλητου Πέτσα, Νέστορος και Χατζηχριστοδούλου έπρεπε να γίνουν αποδεκτές, ενώ ταυτόχρονα θα έπρεπε να απορριφθεί η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα John Manderson. Περαιτέρω υποβλήθηκε ότι δεν αποδείχθηκε η απώλεια εισοδημάτων του Ντάνη Τσολάκη και ότι δεν μπορούσε να εκδοθεί διάταγμα "Bullock order" αναφορικά με τα έξοδα.

 

 

(ii) Η αντέφεση του Ντάνη Τσολάκη.

Με την αντέφεση του ο Ντάνης Τσολάκης ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη και τούτο γιατί το Δικαστήριο έπρεπε να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι για το ατύχημα έφερε ευθύνη και ο οδηγός του οχήματος WS 680. Επιπρόσθετα, υποβλήθηκε ότι ο τόκος προς 8% στο συμφωνηθέν ποσό των £100.000 για πόνο και ταλαιπωρία έπρεπε να είχε επιδικασθεί από την ημερομηνία του ατυχήματος αντί από την ημερομηνία καταχώρισης της Έκθεσης Απαίτησης ή τουλάχιστον από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής.

 

 

(iii) Η αντέφεση του οδηγού του οχήματος WS 680.

Έχει υποβληθεί από το διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος οδηγού του οχήματος WS 680 ότι ανεξάρτητα από την εφαρμογή του κανόνα res ipsa loquitur, το πρωτόδικο Δικαστήριο έπρεπε να είχε αποδεχθεί τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του John Manderson για να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι σύμφωνα με τα ευρήματα του πιο πάνω μάρτυρα ο οδηγός του DAQ 283 ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για το ατύχημα.

 

 

(Δ) Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΦΕΣΗΣ ΑΡ. 12192.

 

Με την έφεση 12192, ο εφεσείων Ντάνης Τσολάκης (εφεσίβλητος στην υπ' αρ. 12161 έφεση) ισχυρίζεται ότι, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης 12161, το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να απορρίψει την απαίτησή του, αλλά θα πρέπει να διατάξει τον επιμερισμό της ευθύνης και στους δύο εφεσίβλητους οδηγούς.

 

 

 

 

 

 

 

(Ε) Η ΟΡΘΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ.

 

(i)     Η εφαρμογή του κανόνα res ipsa loquitur.

Όπως ήδη αναφέραμε, έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα οδηγού του οχήματος DAQ 283 ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε και εξέτασε τον κανόνα res ipsa loquitur στο στάδιο που το έπραξε ή και καθόλου.

 

Η επίκληση του κανόνα μπορεί να γίνει εφόσον το γεγονός ή τα γεγονότα τα οποία προκάλεσαν τη ζημιά τελούσαν υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του εναγόμενου (βλ. Αθανασίου και Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614) και οι δικογραφούμενοι ισχυρισμοί και ή τα γεγονότα που έχουν αποδειχθεί υποδεικνύουν ότι το ατύχημα δεν θα μπορούσε να είχε επισυμβεί χωρίς την εκ πρώτης όψεως ύπαρξη αμέλειας εκ μέρους του εναγόμενου. Όπως έχει σημειωθεί στην υπόθεση Bennett v. Chemical Construction (GB) Ltd (1971) 3 All E.R. 822 στην οποία δεν είχε γίνει ρητή επίκληση του κανόνα στα σχετικά δικόγραφα,

 

     "In my view it is not necessary for that doctrine to be pleaded. If the accident is proved to have happened in such a way that prima facie it could not have happened without negligence on the part of the defendants, then it is for the defendants to explain and show how the accident could have happened without negligence..............................

 

     I have said that in my opinion it is not necessary to plead res ipsa loquitur. If the facts pleaded and the facts proved show that the cause of the accident was apparently and on its face some negligence, that is sufficient;................"

 

 

Σε μετάφραση,

 

     "Κατά την άποψη μου δεν είναι αναγκαίο για το δόγμα αυτό να δικογραφηθεί. Εάν το ατύχημα αποδειχθεί ότι είχε επισυμβεί με τέτοιο τρόπο ώστε εκ πρώτης όψεως να μην μπορούσε να επισυμβεί χωρίς αμέλεια εκ μέρους των εναγομένων, τότε εναπόκειται στους εναγομένους να εξηγήσουν και να αποδείξουν πώς το ατύχημα θα μπορούσε να είχε επισυμβεί χωρίς αμέλεια .......................................................................

 

     Έχω πει ότι κατά την άποψη μου δεν είναι αναγκαίο να δικογραφηθεί res ipsa loquitur. Εάν τα γεγονότα που έχουν δικογραφηθεί και τα γεγονότα που έχουν αποδειχθεί δείχνουν ότι η αιτία ατυχήματος ήταν προφανώς κάποια αμέλεια, αυτό είναι αρκετό· ..........."

 

 

(Βλ. επίσης Krasias v. Nicos Iacovides and Adamos Kkafas and another (1972) 1 C.L.R. 40).

 

Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι εφαρμογή του κανόνα res ipsa loquitur δεν συνάδει με την προσκόμιση μαρτυρίας για την απόδειξη της αμέλειας του εναγόμενου (βλ. Κουρσουμά ν. Κοσμά (1991) 1 Α.Α.Δ. 973, Σολέας ν. Σολέα (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 904, Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (1997)                             1 Α.Α.Δ. 614 και Χατζηπαύλου ν. Ιντζιρτζιάν κ.ά. (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1278). Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (πιο πάνω), τα γεγονότα της οποίας αφορούσαν ιατρική αμέλεια,

 

     "Υποδεικνύεται ότι το res ipsa loquitur δεν τυγχάνει εφαρμογής όπου ο ενάγων επιχειρεί με την προσαγωγή μαρτυρίας πραγματογνωμόνων να υποδείξει ιατρική αμέλεια."

 

 

Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο κανόνας δύσκολα εφαρμόζεται σε υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων (βλ. Savvides v. Mesaritis (1985) 1 C.L.R. 261 και Μιλτιάδους ν. Καϊάφα (1992) 1 Α.Α.Δ. 964). Οι λόγοι οι οποίοι καθιστούν δύσκολη την εφαρμογή του επεξηγούνται στο σύγγραμμα Charlesworth on Negligence (5η έκδοση, παράγραφος 985) ως ακολούθως:

 

"The application of the doctrine is rarely justified in road accidents. This, with respect, is a sound approach considering the object of the doctrine. It is common knowledge, we may add, that human folly as well as inexperience of drivers of motor vehicles may take a variety of forms that make it difficult and often impossible to predicate the facts or attribute liability to anyone of the drivers involved before first ascertaining the circumstances of the accident."

 

 

 

 

 

 

Σε μετάφραση,

 

"Η εφαρμογή του δόγματος σπανίως δικαιολογείται σε τροχαία ατυχήματα. Τούτο ευσεβάστως, είναι ορθή αντιμετώπιση έχοντας υπόψη το σκοπό του δόγματος. Είναι πασίγνωστο, μπορούμε να προσθέσουμε, ότι η ανθρώπινη επιπολαιότητα καθώς επίσης και η απειρία οδηγών μηχανοκινήτων οχημάτων μπορεί να πάρει διαφορετικές μορφές που καθιστούν δύσκολο και συχνά αδύνατο να βεβαιωθούν τα γεγονότα ή να αποδοθεί ευθύνη σε οποιοδήποτε από τους οδηγούς που ενέχονται πριν πρώτα επιβεβαιωθούν οι περιστάσεις του ατυχήματος."

 

 

Στην παρούσα περίπτωση όχι μόνο δεν υπήρχαν ισχυρισμοί για γεγονότα ή και μαρτυρία ώστε να μπορούσε να λεχθεί ότι θα ήταν δυνατό να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο η αρχή του res ipsa loquitur, αλλά αντίθετα είχαν δικογραφηθεί ισχυρισμοί αμέλειας με λεπτομέρειες και δόθηκε μαρτυρία για τέτοια αμέλεια. Είναι προφανές ότι υπήρχε μαρτυρία από τους αυτόπτες μάρτυρες και τους εμπειρογνώμονες, στην οποία βασίστηκε ο εφεσίβλητος και δεν μπορεί να λεχθεί ότι δεν γνώριζε τα γεγονότα, επειδή ο ίδιος προσωπικά δεν ήταν σε θέση να μαρτυρήσει γι' αυτά. Ακόμη περισσότερο, με βάση τις αρχές που παραθέσαμε πιο πάνω, δεν θα μπορούσε το Δικαστήριο στο στάδιο που το έπραξε και αφού εξέτασε όλη τη μαρτυρία που δόθηκε σχετικά με τους ισχυρισμούς αμέλειας και την απέρριψε, να επανέλθει και να βασισθεί στην αρχή του res ipsa loquitur και να βρει εκ των υστέρων υπεύθυνο τον οδηγό του οχήματος στο οποίο επέβαινε ο εφεσίβλητος, με την αιτιολογία ότι ο οδηγός δεν έδωσε ικανοποιητική εξήγηση για το ατύχημα, αφού η εκδοχή του κρίθηκε ως ψευδής.

 

Περαιτέρω, επισημαίνουμε πως η παρατήρηση του Δικαστηρίου πως το γεγονός ότι το αυτοκίνητο DAQ 283 βρέθηκε εκτός του δρόμου εγείρει θέμα εκ πρώτης όψεως αμέλειας του οδηγού του, παραγνωρίζει το γεγονός ότι και το όχημα WS 680, το οποίο προφανώς συνδεόταν με την αιτία πρόκλησης του ατυχήματος, βρέθηκε και αυτό επίσης εκτός του δρόμου. Καταλήγουμε πως κάτω από τις πιο πάνω συνθήκες που περιγράψαμε, δεν εγειρόταν θέμα εφαρμογής του κανόνα res ipsa loquitur και κακώς το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε την αρχή αυτή.

 

(ii) Η μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων αναφορικά με τα αίτια του ατυχήματος, το δικαίωμα επέμβασης και η προσέγγιση του Εφετείου.

 

Ο Χρίστος Χατζηχριστοδούλου, που κλήθηκε από τον οδηγό του οχήματος DAQ 283, είναι αναλυτής τροχαίων ατυχημάτων. Είχε εκπαιδευθεί για πρώτη φορά στη Σχολή Αξιωματικών Χωροφυλακής της Ελλάδας από το Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο 1979. Ακολούθως του είχε δοθεί μια υποτροφία στο Ινστιτούτο Τροχαίας του Πανεπιστημίου Northwestern στην Αμερική από την 1/9/81 μέχρι τον Ιούνιο του 1982 και στη σειρά μαθημάτων που είχε παρακολουθήσει περιλαμβάνονταν και μαθήματα εξέτασης τροχαίων ατυχημάτων. Το 1991 παρακολούθησε μαθήματα μιας βδομάδας στο Micro Computer Assistant Traffic Accident Reconstruction. Από το 1963 μέχρι το 1968 ήταν διερευνητής κατώτερου επιπέδου τροχαίων ατυχημάτων και από το 1977 μέχρι το 1994 ήταν υπεύθυνος για τη σωστή διερεύνηση όλων των δυστυχημάτων στην Κύπρο. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια είχε εξετάσει χιλιάδες ατυχήματα. Ο πιο πάνω κατέθεσε ότι εξέτασε δύο οχήματα που ήταν παρόμοια με τα ενεχόμενα οχήματα (αφού προηγουμένως διαπίστωσε ότι τα δύο ενεχόμενα οχήματα είχαν καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς) και από τις δύο επισκέψεις του στον τόπο του ατυχήματος, σε συνδυασμό με τις καταθέσεις που είχαν δοθεί από τους επιβάτες του DAQ 283, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το WS 680 άφησε ίχνη δεξιάς πλάγιας ολίσθησης μήκους          42 μέτρων, από τα αριστερά σε σχέση με την πορεία του, μπήκε στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και ήλθε σε επαφή με το DAQ 283. Επειδή το WS 680 είχε μεγαλύτερη ταχύτητα από το DAQ 283, άλλαξε πορεία και προχώρησε γύρω στα 40 μέτρα και μετά έπεσε στο χαντάκι μπροστά από το DAQ 283. Το DAQ 283 δεν μπορούσε να είχε κτυπήσει το WS 680 από πίσω και κατά μήκος της αριστερής πλευράς του. Ο οδηγός του WS 680 του έδωσε κλίση προς τα αριστερά και άρχισε η πλαγιολίσθηση. Η τροχιά που έδωσε στο όχημα ήταν τέτοια που η φυγοκεντρική δύναμη εξουδετέρωσε την κεντρομόλο και το όχημα άρχισε να πλαγιολισθαίνει. Ο μάρτυς παρατήρησε ένα βούλωμα στη δεξιά άκρη του προφυλακτήρα του DAQ 283 που ταίριαζε με τη ζημιά στην αριστερή μπροστινή γωνιά του WS 680.

 

Για την έκθεση που ετοίμασε έλαβε υπόψη το σχέδιο που ετοίμασε ο Λοχίας Καραβόλιας (Μ.Ε. 3), τα ίχνη τα οποία άφησαν τα δύο οχήματα, τις     38 φωτογραφίες της Αστυνομίας και τις καταθέσεις των επιβατών του         DAQ 283, όπως επίσης και τις δύο καταθέσεις των Αστυνομικών που εξέτασαν το ατύχημα.

 

Σύμφωνα με το μάρτυρα τα σημεία που ήλθαν σε επαφή δεν άφησαν ίχνη μπογιάς γιατί ήταν πλαστικά, από ότι φαίνεται και στις φωτογραφίες. Το ότι υπήρξε σύγκρουση φαίνεται από τη διακοπή των ιχνών Α1 και την αρχή των επόμενων ιχνών του WS 680 που έχουν μήκος 40 μέτρα. Η αλλαγή της πορείας του WS 680 επιβεβαιώνει ότι υπήρξε σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων. Η σύγκρουση μπορεί να οφειλόταν στην αφηρημάδα του οδηγού του WS 680, σε στιγμιαία νύστα ή σε στιγμιαίο κλείσιμο των ματιών. Ο οδηγός του  WS 680 έστριψε το τιμόνι αριστερά για να διορθώσει την πορεία του και έτσι άρχισαν τα ίχνη Α1. Αν ο οδηγός του WS 680 αντιμετώπιζε κίνδυνο από τα αριστερά του θα έστριβε δεξιά, αλλά σε μια τέτοια περίπτωση θα άφηνε ίχνη πλάγιας ολίσθησης με τον αριστερό τροχό. Ο μάρτυς ανέφερε ότι η πιο πάνω εισήγηση του επιβεβαιώνεται σε όλα τα συγγράμματα που έχουν γραφεί πάνω στο θέμα.

 

Ο μάρτυς John Manderson, που είχε κληθεί από τον οδηγό του οχήματος WS 680, κατέχει δίπλωμα στη Χημεία και μεταπτυχιακό στη Φυσική, είναι δε δικανικός επιστήμονας της αγγλικής αστυνομίας από το 1971 μέχρι το 1994 και αρχιεξεταστής στο City & Guilds του Λονδίνου από το 2001, ενώ από το 1994 εργάζεται σε ιδιωτική εταιρεία.

 

Το Νοέμβριο του 2004 του είχαν δοθεί οδηγίες να εκφέρει τις απόψεις του για το ατύχημα και προς τούτο του δόθηκε το σχεδιάγραμμα του ατυχήματος και η έκθεση του Γεώργιου Τζυρκαλλή. Ο μάρτυς κατέθεσε ότι τα ίχνη Α1 που φαίνονται στο σχέδιο δεν είναι ίχνη πλαγιολίσθησης, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση το όχημα θα έπρεπε να κτυπήσει στο κιγκλίδωμα που βρισκόταν στη δεξιά πλευρά του σε σχέση με την πορεία του. Τα ίχνη αυτά είναι όπως τα έχει αποκαλέσει scurf marks, yaw marks ή heavy cornering marks. Δεν υπήρξε επαφή μεταξύ των δύο οχημάτων γιατί σε μια τέτοια περίπτωση θα αναμενόταν η ύπαρξη γυαλιών στο δρόμο. Σύμφωνα με το μάρτυρα το          WS 680 κινήθηκε πρώτα προς τα δεξιά προς το κιγκλίδωμα, προτού αρχίσουν τα ίχνη Α1. Ο πιο πιθανός λόγος για την κίνηση του οχήματος προς το κιγκλίδωμα είναι ότι κάτι μπήκε μέσα στη λωρίδα του  WS 680.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του Χρίστου Χατζηχριστοδούλου γιατί,

 

(1)    Ο μάρτυς βασίστηκε και σε καταθέσεις προσώπων εκτός Δικαστηρίου, ενώ ο ρόλος του εμπειρογνώμονα είναι να γνωμοδοτεί επί γεγονότων που αντικειμενικά βρίσκονταν ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

(2)   Κατέθεσε ότι το βέλος πάνω στο σχέδιο έδειχνε ότι το όχημα ταξίδευε παράλληλα προς το οδόστρωμα, ενώ τα βέλη δεν δείχνουν τη συγκεκριμένη θέση ή γραμμή πορείας του οχήματος στο δρόμο, παρά μόνο την κατεύθυνσή του.

 

(3)   Ο μάρτυς διάβαζε από κείμενο, πράγμα το οποίο απαγορεύεται.

 

(4)   Δεν απέδειξε ότι υπήρξε συσχετισμός ζημιών του DAQ 283 με το WS 680 και

 

(5)   Η εξήγηση του ότι δεν υπήρχαν σημάδια μπογιάς γιατί τα σημεία που ήλθαν σε επαφή ήταν πλαστικά, δεν ήταν πειστική.

 

 

Αντίθετα, αφού αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα John Manderson ως "πειστική" και κατέληξε σε συμπέρασμα ότι οι γενεσιουργικές αιτίες του ατυχήματος παρέμειναν αδιευκρίνιστες, επέρριψε την πλήρη ευθύνη για το ατύχημα στον οδηγό του DAQ 283, εφαρμόζοντας την αρχή του res ipsa loquitur εκ των υστέρων.

 

Το δικαίωμα επέμβασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Τα πρωτόδικα Δικαστήρια έχουν την υποχρέωση (τόσο σε ποινικές όσο και σε πολιτικές υποθέσεις) να αξιολογούν το σύνολο της μαρτυρίας που παρουσιάζεται από τους διαδίκους και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις πάνω σε όλα τα αμφισβητούμενα γεγονότα (Χριστοδούλου ν. Αριστοδήμου (1996) 1 Α.Α.Δ. 552). Η αξιολόγηση της μαρτυρίας επαφίεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο που έχει την ευχέρεια να ακούσει και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά των μαρτύρων που καταθέτουν προφορικά και να συνεκτιμήσει τις συγκρουόμενες εκδοχές μέσα στο πλαίσιο των πραγματικών γεγονότων. (Χαραλάμπους ν. Βασιλείου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1355). Το Εφετείο όμως έχει τη διακριτική ευχέρεια να επέμβει όταν το πρωτόδικο Δικαστήριο παραλείπει να προβεί σε συγκεκριμένο εύρημα αναφορικά με ένα ουσιώδες θέμα της διαδικασίας (Αθανασίου ν. Loizias and Sons Contracting and Building (Overseas) Ltd (1993) 2 Α.Α.Δ. 529), όπως επίσης και όταν ένα εύρημα ως προς την αξιοπιστία ενός μάρτυρα σύμφωνα με τη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό. (Katsiamalis v. Republic (1980)           2 C.L.R. 107). Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν περιορίζεται αποκλειστικά στην αξιοπιστία του αλλά πρέπει να εξετάζεται μέσα στα πλαίσια της μαρτυρίας που προσκομίζεται. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Στυλιανίδης ν. Χ" Πιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056,

 

"Η αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν περιορίζεται μόνο στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του καθενός μάρτυρα ξεχωριστά. Είναι επιθυμητό η μαρτυρία να συσχετίζεται, να αντιπαραβάλλεται και να διερευνάται με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων, προσέγγιση η οποία επαυξάνει το κύρος των ευρημάτων του Δικαστηρίου και ενισχύει την πίστη του κοινού στη δικαστική αποστολή."

 

 

Στην αγγλική υπόθεση Watt or Thomas v. Thomas (1947) AC 484 o Lord Thankerton καθόρισε ότι η επέμβαση του Εφετείου στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δικαιολογείται όταν μεταξύ άλλων το Εφετείο ικανοποιείται ότι η αιτιολογία του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν είναι ικανοποιητική ή ότι ο πρωτόδικος Δικαστής δεν αξιοποίησε ικανοποιητικά την ευχέρεια που είχε να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους ενώ κατέθεταν προφορικά. Η πιο πάνω απόφαση υιοθετήθηκε στην Κύπρο στην υπόθεση Koudellaris v. Christoforou and others (1975) 1 C.LR. 366.

 

Η προσέγγιση του Εφετείου.

Ο Χρίστος Χατζηχριστοδούλου, αναλυτής τροχαίων ατυχημάτων με μια εντυπωσιακή εμπειρία στη διερεύνηση τροχαίων ατυχημάτων, έδωσε τη δική του εκδοχή ως προς τους λόγους του ατυχήματος. Ο μάρτυς επισκέφθηκε το χώρο του ατυχήματος δύο φορές, εξέτασε τα δύο οχήματα, συνέκρινε δύο παρόμοια οχήματα και βασίστηκε σε καταθέσεις μαρτύρων που ήταν παρόντες. Αντίθετα, στον John Manderson, με εξίσου εντυπωσιακά ακαδημαϊκά προσόντα και αρκετά έμπειρο, δόθηκαν οδηγίες το Νοέμβριο του 2004 να εκφέρει τις απόψεις του για ένα τροχαίο ατύχημα που έγινε έξι χρόνια προηγουμένως, στις 11/1/98. Ο μάρτυς, κατά τη δική του παραδοχή, δεν είδε τα οχήματα, δεν γνώριζε για τη διαφορά στα ύψη των οχημάτων και η κατάθεση του στο Δικαστήριο βασίστηκε μόνο στο σχέδιο που του είχε σταλεί και στις φωτογραφίες που είδε στο Δικαστήριο προτού καταθέσει. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο μάρτυρα είχε αποσταλεί και η έκθεση, που είχε ετοιμασθεί εκ μέρους του οδηγού του WS 680, Γεώργιου Τζυρκαλλή, τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε ως εμπειρογνώμονα. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο John Manderson κατέθεσε ότι βασίστηκε σε φυσική μαρτυρία (το σχέδιο) και όχι στην έκθεση Γεώργιου Τζυρκαλλή.

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του Χρίστου Χατζηχριστοδούλου, σημειώνουμε ότι,

 

(1)                Οι καταθέσεις προσώπων που δεν είχαν παρουσιαστεί ως μάρτυρες δεν μπορούσαν να επηρεάσουν τα ευρήματα του μάρτυρος, αφού είχε λάβει υπόψη παρόμοιες καταθέσεις από πρόσωπα που είχαν καταθέσει στο Δικαστήριο,

 

(2)                Το διάβασμα από κείμενο μέσα στο Δικαστήριο περιορίστηκε σε ελάχιστες γραμμές,

 

(3)                Ο μάρτυς κατέθεσε ότι υπήρχε συσχετισμός των ζημιών του DAQ 283 με το WS 680,

 

(4)                Η αναφορά του ότι δεν υπήρχαν ίχνη μπογιάς στο δρόμο συνάδει με την κατάθεση του ότι τα σημεία των δύο οχημάτων που ήλθαν σε επαφή ήταν πλαστικά και δεν αναμενόταν η ύπαρξη μπογιάς.

 

 

Στην παρούσα περίπτωση η εκδοχή του Ντάνη Τσολάκη ότι το όχημα           WS 680 εισήλθε στην αριστερή πλευρά του δρόμου και συγκρούστηκε με το DAQ 283, υποστηρίζεται από τη μαρτυρία του αυτόπτη μάρτυρά του Χριστόφορου Πέτσα, του Μηχανουργού Χριστάκη Νέστορος, όπως επίσης και από τη μαρτυρία του οδηγού του DAQ 283, εναγόμενου 1, και του αναλυτή ατυχημάτων Χρίστου Χατζηχριστοδούλου. Αντίθετα, η εκδοχή του διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος οδηγού του WS 680 υποστηρίζεται μόνο από τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα John Manderson, ο οποίος εξέτασε τις λεπτομέρειες του ατυχήματος τέσσερα χρόνια μετά το ατύχημα, δεν επισκέφθηκε το χώρο του ατυχήματος, δεν έλαβε υπόψη τα ύψη των δύο οχημάτων και συμπλήρωσε την πραγματογνωμοσύνη του λίγο πριν καταθέσει στο Δικαστήριο, εξετάζοντας τις φωτογραφίες που του είχαν δοθεί.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αν και είχε δύο εκδοχές ενώπιον του, εκείνη του Ντάνη Τσολάκη (η οποία υποστηριζόταν από τους μάρτυρές του και από τον οδηγό του DAQ 283) ότι υπήρξε σύγκρουση και εκείνη του αποβιώσαντος οδηγού του WS 680 ότι το ατύχημα οφειλόταν σε ελιγμό του DAQ 283, αποφάνθηκε ότι δεν αποδείχθηκαν οι γενεσιουργικές αιτίες του ατυχήματος (μια θέση που δεν είχε υποστηριχθεί από καμιά πλευρά) και ακολούθως επέρριψε την αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα στον οδηγό του DAQ 283.

 

Οι πιο πάνω προσεγγίσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε συσχετισμό με τη λανθασμένη εφαρμογή του κανόνα του res ipsa loquitur, καθιστούν την πρωτόδικη απόφαση ακροσφαλή. Ο πιο πάνω εσφαλμένος χειρισμός της υπόθεσης εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στον παραμερισμό των ευρημάτων και της κατάληξής του.

 

(iii) Ο καθορισμός της απώλειας εισοδημάτων.

Ο οδηγός του DAQ 283 (στην έφεση 12161) ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με τα εισοδήματα του Ντάνη Τσολάκη είναι λανθασμένη, αφού ο πιο πάνω δεν τηρούσε βιβλία, δεν κατέβαλλε φόρο εισοδήματος ή εισφορές Κοινωνικών Ασφαλίσεων και δεν ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που είχε παρουσιαστεί πρωτοδίκως, ο Ντάνης Τσολάκης αφού απεφοίτησε από τον κλάδο Μηχανολογίας της Τεχνικής Σχολής Λευκωσίας, σπούδασε στην Ελλάδα για τρία χρόνια Διακοσμητική εσωτερικού και εξωτερικού χώρου. Όταν επέστρεψε στην Κύπρο ενοικίασε ένα εγκαταλελειμένο ξυλουργείο και το μετέτρεψε σε εργαστήριο - στούντιο και άρχισε να ασχολείται με διακοσμήσεις και ανακαινίσεις χρησιμοποιώντας ξύλο, σίδερο και fiber glass.

 

Η εργασία του παρουσίαζε μια συνεχή αυξητική άνοδο. Το 1995 είχε εισπράξεις £6.365, το 1996 £16.270 και το 1997 £30.805. Η εργασία του ήταν εργασία ιδιαίτερου χαρακτήρα με έντονο το στοιχείο της επινοητικής δημιουργίας. Σε μια περίπτωση είχε αγοράσει μια πολύ παλιά μοτοσικλέτα για £30 και αφού την ανακαίνισε την πούλησε για £30.000. Μέχρι τον τραυματισμό του δεν είχε προβεί σε  διοργάνωση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων και δεν τηρούσε βιβλία ούτε εξέδιδε αποδείξεις, αλλά εξέδιδε μόνο χειρόγραφες αποδείξεις όταν του το ζητούσε ένας πελάτης. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι δεν κατέβαλλε φόρο εισοδήματος και δεν ήταν εγγεγραμμένος στο μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι η ίδια η εκτέλεση των πιο πάνω εργασιών δεν είχε αμφισβητηθεί, αποδέχθηκε τις θέσεις του Ντάνη Τσολάκη αφού τις έκρινε "πειστικές". Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη το γεγονός ότι ο Ντάνης Τσολάκης ήταν άγαμος και αυτοεργοδοτούμενος και αφού καθόρισε τον πολλαπλασιαστή σε 12 χρόνια, προχώρησε στον καθορισμό της απώλειας εισοδημάτων του από την ημερομηνία του ατυχήματος μέχρι την έκδοση της απόφασης στις 30/9/2004 σε £129.000 και σε £276.000 για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων.

 

Η σχετική εισήγηση ότι ο Ντάνης Τσολάκης δεν απέδειξε τα εισοδήματα του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Δεν έχει αμφισβητηθεί η εκτέλεση των εργασιών, αλλά το ύψος των απολαβών που είχε επιδικαστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Έχουμε ήδη αναφερθεί περιληπτικά στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου η οποία είναι λεπτομερής και αιτιολογημένη και δεν έχουμε πειστεί ότι υπάρχει λόγος επέμβασής μας. Η επίκληση της απόφασης Ορφανίδη ν. Ορφανίδη (Π.Ε. 10605 της 30/11/2001) δεν ενισχύει τις θέσεις του οδηγού του DAQ 283 γιατί, όπως ορθά υποδεικνύεται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Ντάνη Τσολάκη, στην πιο πάνω υπόθεση αποφασίστηκε ότι ένα πρόσωπο που υποβάλλει μια ψευδή φορολογική δήλωση με σκοπό την καταδολίευση του δημοσίου, δεν μπορεί σε μεταγενέστερο στάδιο να προβάλλει ισχυρισμούς οι οποίοι συγκρούονται με το περιεχόμενο της φορολογικής του δήλωσης.

 

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

(iv) Ο καθορισμός του τόκου.

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Ντάνη Τσολάκη (στην έφεση 12192) ότι η επιδίκαση τόκου 8% πάνω στο συμφωνηθέν ποσό των £100.000 για αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία από την ημερομηνία της καταχώρισης της Έκθεσης Απαίτησης αντί από την ημέρα του ατυχήματος, ή τουλάχιστον από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, είναι λανθασμένος.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού σημείωσε ότι το γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα επιδόθηκε στον οδηγό του DAQ 283 στις 9/6/98, ότι σημείωμα εμφάνισης καταχωρήθηκε στις 19/6/88 και η ΄Εκθεση Απαίτησης στις 22/11/2000, αποφάσισε να επιδικάσει τόκο 8% πάνω στο συμφωνηθέν ποσό των £100.000 από τις 22/11/2000.

 

Αρχικά η επιδίκαση τόκου ρυθμιζόταν με το άρθρο 33(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου (αρ. 14/60) σύμφωνα με το οποίο ο τόκος οριζόταν σε 4% ετησίως από της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης μέχρι της τελικής αποπληρωμής του χρέους. Σε υποθέσεις αγωγών για αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες ή πρόκληση θανάτου, το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια (σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 5 του Νόμου 156/85) να επιδικάσει τόκο 6% πάνω σε ολόκληρο ή μέρος της χρονικής περιόδου κατά την οποία δημιουργήθηκε το αγώγιμο δικαίωμα και της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης. Το πιο πάνω επιτόκιο του 6% αυξήθηκε σε 8% από τις 29/11/96 σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 101(Ι)/96.

 

Η περιορισμένη επιδίκαση τόκου 8% μόνο σε υποθέσεις αστικών αδικημάτων επεκτάθηκε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4 του περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικού) Νόμου (αρ. 102(Ι)/96), σε όλα τα αγώγιμα δικαιώματα. Έτσι μετά το 1996 κάθε απόφαση θα φέρει τόκο 8% ετησίως από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής. Σύμφωνα δε με τις πρόνοιες του άρθρου 33(2) του Νόμου 14/60 το Δικαστήριο μπορεί όταν συντρέχουν λόγοι να επιδικάσει τόκο,

 

"(α) Σε ολόκληρο το επιδικαζόμενο με την απόφαση ποσό, για μέρος μόνο της περιόδου μεταξύ της ημερομηνίας καταχώρισης της αγωγής και της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης ή

 

 (β)   σε μέρος του επιδικαζόμενου με την απόφαση ποσού, για ολόκληρη ή μέρος μόνο της περιόδου μεταξύ της ημερομηνίας καταχώρισης της αγωγής και της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης."

 

 

Ο Ντάνης Τσολάκης έχει υποστεί παραλυσία από το θώρακα και κάτω και έχει καθηλωθεί σε αναπηρική καρέκλα. Δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τα δύο του χέρια, δεν έχει έλεγχο των λειτουργιών της κένωσης και της ούρησης, σε βαθμό που δικαιολογεί τη χρήση ειδικής τουαλέτας για τις ανάγκες του και επιπρόσθετα έχει επηρεαστεί η σεξουαλική του ζωή αφού δεν έχει αίσθηση. Η καθυστέρηση των δύο και πλέον χρόνων που έχει σημειωθεί στην καταχώριση της Έκθεσης Απαίτησης από την ημερομηνία της καταχώρισης εμφάνισης φαίνεται ότι είναι δικαιολογημένη από τη σοβαρότητα των τραυμάτων και το χρονικό διάστημα το οποίο θα απαιτείτο για την ετοιμασία των διαφόρων ιατρικών πιστοποιητικών.

 

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η πρωτόδικη απόφαση στην επιδίκαση του τόκου ήταν εσφαλμένη. Το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια να επιδικάσει τόκο 8% από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 33(2) του Νόμου 14/60 και η επιδίκαση τόκου προς 8%  από την ημερομηνία καταχώρισης της Έκθεσης Απαίτησης κρίνεται λανθασμένη. Έχοντας υπόψη τις αρχές που αναφέρονται στην υπόθεση Φοινικαρίδης κ.ά. ν. Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475 και τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιείται με την επιδίκαση τόκου 8% από τις 16/9/1998, ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής.

 

Με βάση τα πιο πάνω κρίνουμε ότι θα πρέπει να επιδικαστεί τόκος 8% από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής στις 16/9/98. Συνακόλουθα η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ανάλογα.

 

(v) Το διάταγμα Bullock για τα έξοδα.

Ενόψει της τελικής μας κατάληξης και του παραμερισμού και του πρωτόδικου διατάγματος για έξοδα, κρίνουμε σκόπιμο να μην επιληφθούμε του θέματος των εξόδων.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με το θέμα της ευθύνης παραμερίζεται και διατάσσεται επανεκδίκαση για το θέμα της ευθύνης από άλλο Δικαστή, με υπόδειξη όπως δοθεί άμεση προτεραιότητα στην εκδίκασή της. Ο φάκελος να αποσταλεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας για τα περαιτέρω. Τα πρωτόδικα έξοδα, όπως και τα έξοδα των δύο εφέσεων, θα είναι έξοδα δίκης στη νέα διαδικασία που θα ακολουθήσει. Αναφορικά με τις αντεφέσεις δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.

 

 

                                                      

                                                       Δ.

 

 

 

                                                       Δ.

 

 

 

                                                       Δ.

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο