ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1165
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(΄Εφεση Αρ. 16/2005)
9 Νοεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ ΝΟΜΟ 19(I)
ΤΟΥ 1995
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ J. KRISTOFFER CASTARDO AJERO,
ΤΕΚΝΟ ΤΗΣ ELMA C. AJERO NICOLAOU
________________________
Ε. Ερωτοκρίτου (κα), για τους Εφεσείοντες.
________________________
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 8/7/2005, με την οποία αίτηση των εφεσειόντων για υιοθεσία του ενήλικα J. Kristoffer Castardo Ajero, από τις Φιλιππίνες, απορρίφθηκε.
Τα γεγονότα που πλαισιώνουν την αίτηση έχουν ως εξής:-
Η Elma C. Ajero, (αιτήτρια), από τις Φιλιππίνες, πολιτογραφήθηκε Κυπρία πολίτιδα και απέκτησε κυπριακό διαβατήριο, λόγω γάμου της με το Χριστάκη Νικολάου, (αιτητή), στις 18/9/1997. Είναι η φυσική μητέρα του Kristoffer, ο οποίος, από 25/5/2004, με άδεια προσωρινής παραμονής ως επισκέπτης, διαμένει με τους αιτητές. Ο φυσικός του πατέρας πέθανε το 1990. Επειδή η υιοθεσία προσώπου ηλικίας μεγαλύτερης των 18 χρόνων είναι δυνατή όταν ο υιοθετούμενος είναι παιδί ενός των υιοθετούντων - (΄Αρθρο 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου του 1995, (Ν. 19(Ι)/95), (ο «περί Υιοθεσίας Νόμος») - οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση για να τον υιοθετήσουν.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο, ερμηνεύοντας το ΄Αρθρο 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου, απέρριψε την αίτηση. ΄Εκρινε ως εξής:-
«Η λέξη 'διαμονή' ... δε σημαίνει απλώς τη φυσική παρουσία του υιοθετούμενου στη Δημοκρατία στο χρόνο που αναφέρεται. Προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιου μονιμότερου δεσμού του υιοθετούμενου με τη Δημοκρατία. Τούτο προκύπτει από την επιφύλαξη του εδαφίου (3) σύμφωνα με την οποία ο υιοθετούμενος θεωρείται ότι διαμένει στη Δημοκρατία εάν υιοθετήθηκε ή πρόκειται να υιοθετηθεί έπειτα από δικαστική διαδικασία του εξωτερικού από πρόσωπο ή πρόσωπα που πληρούν την αντίστοιχη για τους αιτητές προϋπόθεση του ίδιου εδαφίου. Εάν ο νομοθέτης με τον όρο 'διαμονή' ήθελε ν' αποδώσει την απλή παρουσία του υιοθετούμενου στη Δημοκρατία τότε η επιφύλαξη του εδαφίου αυτού θα ήταν αχρείαστη. Η επιφύλαξη στοχεύει να καταστήσει εφικτή την υιοθεσία προσώπων που ζουν εκτός των ορίων της Δημοκρατίας νοουμένου ότι προηγείται υιοθεσία στη χώρα της καταγωγής τους. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετεί και η επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 4 του Νόμου αναφορικά με τη συναίνεση για υιοθεσία.
... ο ενήλικας ο οποίος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υιοθεσίας, δηλαδή στις 17.9.04 βρισκόταν στην Κύπρο με προσωρινή άδεια παραμονής ως επισκέπτης δεν είναι πρόσωπο που στο χρόνο εκείνο είχε τη διαμονή του στη Δημοκρατία.»
Στη συνέχεια, απέρριψε την αίτηση και λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας, στη βάση του ΄Αρθρου 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου. Καθοδηγούμενο από τη νομολογία, κατέληξε ότι:-
«Η αιτήτρια ... παρά το γεγονός ότι τέλεσε νόμιμο γάμο με τον αιτητή ... δεν είναι μέλος της ελληνικής κοινότητας. Ναι μεν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7(α) του ΄Αρθρου 2 του Συντάγματος '[η] ύπανδρος γυνή ανήκει εις την κοινότητα του συζύγου αυτής', όμως '... οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 2 του Συντάγματος σχετίζονται με την κατάταξη των πολιτών της Δημοκρατίας σε κοινότητες ...' [Βλ. Δημητρίου ν. Δημητρίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1153 στη σ. 1158.»
Εισήγηση της συνηγόρου των εφεσειόντων - ότι οι πρόνοιες του ΄Αρθρου 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου καταργήθηκαν σιωπηρά από τον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) Νόμο του 1998, (Ν. 26(Ι)/98) - απορρίφθηκε, στη βάση των λεχθέντων στη Δαδακαρίδης ν. Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566.
Δεδομένου, κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι το εδάφιο (1) του νέου ΄Αρθρου 11 του Ν. 26(Ι)/98 είναι ταυτόσημο με το παλαιό ΄Αρθρο 11(1) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (ο «περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμος»), που εξετάστηκε στη Δαδακαρίδης ν. Δαδακαρίδου, (πιο πάνω), με την τροποποίηση του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, ο νομοθέτης δεν απέβλεπε στην κατάργηση του ΄Αρθρου 2(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου, το οποίο προβλέπει τη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων, υπό προϋποθέσεις. Η συμπερίληψη της υιοθεσίας στο ΄Αρθρο 11 του Ν. 26(Ι)/98 απλά ικανοποίησε την αναγκαιότητα η δικαιοδοσία των κατώτερων δικαστηρίων να αναζητείται στον ιδρυτικό τους νόμο - (βλ. Philippou v. Philippou (1986) 1 C.L.R. 689). Περαιτέρω, έκρινε ότι η αυτονόητη αρχή - ότι νεώτερος νόμος καταργεί παλαιότερο - :-
«... δε δύναται να εφαρμοστεί και στην περίπτωση όπου ο νέος νόμος είναι γενικός, ενώ ο παλαιός είναι ειδικός. Σ' αυτή την περίπτωση το γεγονός ότι ο νεότερος νόμος ρυθμίζει το ίδιο θέμα δεν επιφέρει κατάργηση του ειδικού νόμου, γιατί πρέπει να προκύπτει από την έννοια του περιεχομένου του ότι ο νεότερος νόμος αποσκοπεί στην κατάργηση και του ειδικού νόμου (lex posterior generalis non derogat priori speciali). Ο περί Υιοθεσίας Νόμος του 1995 είναι ειδικός νόμος για θέματα υιοθεσίας ενώ ο περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1998 είναι γενικός. Συνεπώς ο τελευταίος δεν μπορούσε να καταργήσει τον πρώτο σιωπηρά.»
Προς υποστήριξη του λόγου έφεσης, ο οποίος στρέφεται εναντίον της ερμηνείας του ΄Αρθρου 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου, η συνήγορος των εφεσειόντων υπέβαλε ότι, ενόψει του ΄Αρθρου 11(3) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίου Νόμου, όπως έχει τροποποιηθεί - (Ν. 26(Ι)/98) - εκείνο που απαιτείται για τον υιοθετούμενο είναι συνεχής διαμονή πέραν των τριών μηνών. Με αναφορά σε αγγλικά νομικά συγγράμματα, όπου δίδεται ερμηνεία της λέξεως «διαμονή», εισηγήθηκε ότι ο υιοθετούμενος είχε την προβλεπόμενη «διαμονή». Τέλος, εισηγήθηκε ότι ούτε η ερμηνεία που δόθηκε στην επιφύλαξη του ΄Αρθρου 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου είναι η ορθή. Στόχος της επιφύλαξης είναι να καλύψει θέματα υιοθεσίας από Κυπρίους που ζουν στο εξωτερικό. Προς υποστήριξη αυτής της θέσης, παρέπεμψε και στην επιφύλαξη του ΄Αρθρου 4(2) του περί Υιοθεσίας Νόμου.
Σε σχέση με το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, επανέλαβε και ενώπιόν μας τα περί σιωπηράς κατάργησης του ΄Αρθρου 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου από το Ν. 26(Ι)/98. Με αναφορά στη Holubova v. Soner Mehmet Ali (2003) 1 Α.Α.Δ. 643, υποστήριξε ότι σκοπός της τροποποίησης του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, είναι η διεύρυνση της δικαιοδοσίας των Οικογενειακών Δικαστηρίων, σε βαθμό που αυτά να έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία για όλα τα θέματα οικογενειακών σχέσεων, εκτός των περιπτώσεων λύσης γάμου μεταξύ μελών θρησκευτικών ομάδων.
Ουσιαστικά, το ζήτημα που καλούμαστε να εξετάσουμε είναι εάν η τροποποίηση του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, με το Ν. 26(Ι)/98, έχει σιωπηρά καταργήσει το ΄Αρθρο 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου και εάν έχει επιφέρει αλλαγές στο ΄Αρθρο 3(3)(α) αυτού.
Το ΄Αρθρο 111 του Συντάγματος τροποποιήθηκε με τον περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμο του 1989, (Ν. 95/89). Τροποποιήθηκε η πρώτη παράγραφος αυτού και προστέθηκαν τέσσερις νέες παράγραφοι. Η παράγραφος 2.Α προβλέπει:-
«2. - Α. Παν ζήτημα των ανηκόντων εις την ελληνικήν ορθόδοξον Εκκλησίαν, σχέσιν έχον προς το διαζύγιον, τον χωρισμόν από κοίτης και τραπέζης ή την συνοίκησιν των συζύγων ή τας οικογενειακάς σχέσεις διαγιγνώσκεται υπό οικογενειακών δικαστηρίων έκαστον των οποίων σύγκειται:
.............................................................................................................»
Τα Οικογενειακά Δικαστήρια ιδρύθηκαν με τον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμο, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1/1/1990. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 11 του Νόμου αυτού:-
«Τα Οικογενειακά Δικαστήρια θα ασκούν τη δικαιοδοσία και τις εξουσίες που τους ανατίθενται δυνάμει του ΄Αρθρου 111 του Συντάγματος, του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου.»
Ο όρος «οικογενειακές σχέσεις» της παραγράφου 2Α του ΄Αρθρου 111 του Συντάγματος έτυχε εξέτασης και ερμηνεύτηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στη Δαδακαρίδης ν. Δαδακαρίδου, (πιο πάνω) - αφορούσε παράνομη και αντικανονική μετακίνηση ανηλίκου από τη δικαιοδοσία - όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:- (σελ. 573, 578, 579)
«Στη φράση 'οικογενειακές σχέσεις' εμπεριέχονται, κατά τη γνώμη μας, όλα τα ζητήματα που εμπίπτουν στον κλάδο του δικαίου γνωστού ως 'Οικογενειακό Δίκαιο', τμήμα του Αστικού Δικαίου στην Ελλάδα, που επιλαμβάνεται όλων των ζητημάτων που αφορούν στον προσωπικό θεσμό, όπως μνηστεία, γάμος, διαζύγιο, διατροφή, επιμέλεια του προσώπου και περιουσίας ανηλίκων κ.λ.π. ...
..................................................................................................................
Το συμπέρασμά μας επομένως είναι ότι η φράση 'οικογενειακές σχέσεις' που απαντάται στο τροποποιημένο άρθρο 111 του Συντάγματος, περιλαμβάνει τις οικογενειακές αστικές διαφορές που εμπίπτουν στον κλάδο του Οικογενειακού Δικαίου. Η δε επίλυσή τους εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων. ΄Ολοι επομένως οι νόμοι που αφορούν στα ζητήματα αυτά, στη διαδικασία και δικαιοδοσία των δικαστηρίων πρέπει να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται βάσει των προνοιών του ΄Αρθρου 111 του Συντάγματος, ...
Πριν τελειώσουμε όμως θα θέλαμε να παρατηρήσουμε πως είναι επιθυμητό η νομοθετική εξουσία να καθορίσει επακριβέστερα τη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων, όπως γίνεται σε άλλες χώρες της Ευρώπης, έτσι που η σαφήνεια της νομοθεσίας να αποκλείει πιθανή σύγχυση των πολιτών αναφορικά με το δίκαιο στο νευραλγικό και ευαίσθητο τομέα των προσωπικών θεσμών.»
Το 1995 δημοσιεύθηκε ο περί Υιοθεσίας Νόμος, ο οποίος κατάργησε τον περί Υιοθεσίας Νόμο, ΚΕΦ. 274. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 2 αυτού:-
«'Δικαστήριο' σημαίνει -
(α) Σε περίπτωση που το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση για υιοθεσία ανήκουν στην Ελληνική Κοινότητα το Οικογενειακό Δικαστήριο, το οποίο ιδρύθηκε για την επαρχία στην οποία διαμένουν.
(β) σε κάθε άλλη περίπτωση το Επαρχιακό Δικαστήριο το οποίο ιδρύθηκε για την επαρχία στην οποία διαμένουν τα πρόσωπα τα οποία υποβάλλουν αίτηση για υιοθεσία.»
Είναι σαφές από τα πιο πάνω ότι, για θέματα υιοθεσίας, δίδεται δικαιοδοσία τόσο στα Οικογενειακά Δικαστήρια όσο και στα Επαρχιακά Δικαστήρια, ανάλογα με την περίπτωση.
Με τη δημοσίευση του Ν. 26(Ι)/98 επήλθε τροποποίηση του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου. Με το ΄Αρθρο 3 του τροποποιητικού, αντικαταστάθηκε το ΄Αρθρο 11 του βασικού Νόμου. Το νέο ΄Αρθρο έχει ως εξής:-
«11. - (1) Τα οικογενειακά δικαστήρια έχουν τη δικαιοδοσία και ασκούν τις εξουσίες που τους ανατίθενται δυνάμει του ΄Αρθρου 111 του Συντάγματος, του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), τα οικογενειακά δικαστήρια έχουν ειδικότερα την εξουσία να επιλαμβάνονται υποθέσεων που αφορούν -
(α) Λύση θρησκευτικού γάμου, ο οποίος τελέσθηκε κατά τα θέσμια της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
(β) Λύση θρησκευτικού γάμου οποιουδήποτε άλλου δόγματος εφόσον η λύση τέτοιου γάμου δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία των οικογενειακών δικαστηρίων των θρησκευτικών ομάδων.
(γ) Λύση πολιτικού γάμου.
(δ) Θέματα οικογενειακών σχέσεων σε δικαστική διαδικασία που εγείρεται σύμφωνα με τις διατάξεις διμερών ή πολυμερών συμβάσεων στις οποίες έχει προσχωρήσει η Κυπριακή Δημοκρατία.
(ε) Θέματα γονικής μέριμνας, διατροφής, αναγνώρισης τέκνου, υιοθεσίας, περιουσιακών σχέσεων των συζύγων και οποιαδήποτε άλλη γαμική ή οικογενειακή διαφορά, εφόσον οι διάδικοι ή ένας από αυτούς έχουν τη διαμονή τους στη Δημοκρατία.
(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού 'διαμονή' σημαίνει οποιαδήποτε συνεχή περίοδο πέραν των τριών μηνών.»
Είναι πρόδηλο ότι, με το Ν. 26(Ι)/98, ο νομοθέτης επιδιώκει να επεκτείνει τη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων, έτσι ώστε αυτά να εκδικάζουν όλα τα θέματα οικογενειακών σχέσεων. Η πρόθεση αυτή του νομοθέτη συνάγεται και από την αιτιολογική έκθεση, όπου αναφέρεται ότι:-
«Σκοπός του ... Νομοσχεδίου είναι η διεύρυνση και ειδικότερη διατύπωση της δικαιοδοσίας των Οικογενειακών Δικαστηρίων, ώστε ... να έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν όλα τα θέματα οικογενειακών σχέσεων εκτός στις περιπτώσεις λύσης γάμου μελών θρησκευτικών ομάδων, ...»
Η υιοθεσία εμπίπτει στις «οικογενειακές σχέσεις». Δε συμφωνούμε με την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου - ότι η συμπερίληψη της υιοθεσίας στα θέματα για τα οποία δικαιοδοσία έχει το Οικογενειακό Δικαστήριο έγινε για να συμπεριληφθεί αυτή στον ιδρυτικό νόμο των Οικογενειακών Δικαστηρίων. Είναι φανερό, από το νέο ΄Αρθρο 11(3) του Ν. 26(Ι)/98, ότι το μόνο κριτήριο το οποίο ο νομοθέτης θέτει για τη δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου είναι η διαμονή στην Κύπρο για συνεχή περίοδο πέραν των τριών μηνών.
Το γεγονός ότι το ΄Αρθρο 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου, το οποίο δίδει δικαιοδοσία και στο Επαρχιακό Δικαστήριο, δεν έχει ρητά καταργηθεί από το Ν. 26(I)/98, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν να διατηρήσει τη δικαιοδοσία των Επαρχιακών Δικαστηρίων. Οι ρητές πρόνοιες του ΄Αρθρου 11(2)(δ) και (ε) του Ν. 26(Ι)/98 - ότι θέματα οικογενειακών σχέσεων ανήκουν, κατ' αποκλειστικότητα, στο Οικογενειακό Δικαστήριο - οδηγούν σε σιωπηρή κατάργηση του ΄Αρθρου 2 του περί Υιοθεσίας Νόμου. Σκοπός του νομοθέτη, με το εν λόγω ΄Αρθρο, δεν ήταν άλλος από την ανάθεση στα Οικογενειακά Δικαστήρια αποκλειστικής δικαιοδοσίας σε θέματα υιοθεσίας.
Σ' ό,τι αφορά την απόρριψη της αίτησης στη βάση του ΄Αρθρου 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου, δε βρίσκουμε ο λόγος έφεσης να ευσταθεί. Το ΄Αρθρο 3(3)(α) προβλέπει ποιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση υιοθεσίας:-
«(3) Η αίτηση υιοθεσίας υποβάλλεται από πρόσωπο ή πρόσωπα, εφόσον -
(α) ΄Ενα απ' αυτά είναι μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας ή κατά τα αμέσως πριν από την υποβολή της αιτήσεως δύο χρόνια είχε τη διαμονή του στη Δημοκρατία και εφόσον ο υιοθετούμενος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υιοθεσίας έχει τη διαμονή του στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι υιοθετούμενος, ο οποίος υιοθετήθηκε ή υιοθετείται από πρόσωπο ή πρόσωπα που αναφέρονται πιο πάνω, έπειτα από δικαστική διαδικασία του εξωτερικού θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι διαμένει στη Δημοκρατία.»
Οι προϋποθέσεις, οι οποίες τίθενται με το πιο πάνω ΄Αρθρο, δεν έχουν σχέση με τη δικαιοδοσία, ώστε το νέο ΄Αρθρο 11(3) του Ν. 26(Ι)/98 να μπορεί να εφαρμοστεί. Με κανένα τρόπο δε συνάγεται από το λεκτικό του νέου ΄Αρθρου ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν να καταργήσει τις όποιες άλλες προϋποθέσεις τίθενται από τον περί Υιοθεσίας Νόμο. Η επεξήγηση του όρου «διαμονή» σ' αυτό - συνεχής περίοδος πέραν των τριών μηνών - αφορά, όπως το ίδιο το ΄Αρθρο προβλέπει, αποκλειστικά σε θέματα δικαιοδοσίας. Η ερμηνεία του όρου «διαμονή», όπως δίδεται σε αγγλικά νομικά λεξικά και αποφάσεις, που παρατίθενται στη Sayegh (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 773, στην οποία η συνήγορος μας παρέπεμψε, συνάδει απόλυτα με την ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Ορθά κρίθηκε ότι ο υιοθετούμενος δεν είχε τη διαμονή του στην Κύπρο. ΄Οντας ενήλικας, ήλθε στην Κύπρο, με προκαθορισμένη περίοδο διαμονής και το γεγονός ότι, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, βρισκόταν στην Κύπρο, δεν προσθέτει, ώστε η παραμονή του στην Κύπρο ως επισκέπτη να ερμηνευθεί ως διαμονή στη Δημοκρατία για τους σκοπούς του ΄Αρθρου 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου.
Η έφεση επιτυγχάνει ως προς το λόγο έφεσης σε σχέση με τη δικαιοδοσία, αποτυγχάνει, όμως, και απορρίπτεται ως προς το λόγο έφεσης σε σχέση με την ερμηνεία του ΄Αρθρου 3(3)(α) του περί Υιοθεσίας Νόμου.
Π. Αρτέμης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΜΠ