ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 734
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11951)
27 Ιουλίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
MARKETRENDS INSURANCE LTD.,
Εφεσειόντων/Εναγόντων,
v.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΜΙΧΑΗΛ,
2. ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΜΙΧΑΗΛ,
3. ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ,
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων.
Π. Μιχαήλ (κα) για Γ. Σαββίδη, για τους Εφεσείοντες-Ενάγοντες.
Ν. Ανδρέου, για τους Εφεσίβλητους-Εναγομένους.
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα εταιρεία δραστηριοποιείται στον ασφαλιστικό τομέα. Με αγωγή που καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αξιώνει εναντίον των εφεσιβλήτων το ποσό των £31.034,17 σ. πλέον τόκο προς 9% από 1.1.2001. Την αξίωση της αυτή τη βασίζει σε γραπτή συμφωνία που είχε συνάψει με τον εφεσίβλητο 1 με τη γραπτή εγγύηση της εφεσίβλητης 2, ημερομηνίας 1.10.1994.
Δυνάμει της πιο πάνω συμφωνίας ο εφεσίβλητος 1 είχε αναλάβει να ενεργεί ως αυτοτελώς εργαζόμενος ασφαλιστής, για λογαριασμό της «Ίρις Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ.» για την παραγωγή ασφαλειών γενικού κλάδου. Ο εφεσίβλητος 1 υποχρεούτο με βάση τη συμφωνία όπως, εντός δύο μηνών από τη σύναψη του κάθε ασφαλιστικού συμβολαίου, καταβάλλει το παραχθέν ασφάλιστρο άλλως τούτο θα καθίστατο οφειλόμενο και απαραίτητο και θα έφερε τόκο προς 9% ετησίως.
Στην έκθεση απαίτησης η εφεσείουσα αναφέρει ότι αρχικά ονομαζόταν ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ., και από τις 24.7.2000 μετονομάστηκε σε MARKETRENDS INSURANCE LTD.
Η εφεσείουσα, την 1.1.2001, τερμάτισε την πιο πάνω συμφωνία για το λόγο ότι ο εφεσίβλητος 1 είχε παραλείψει να της καταβάλει μέχρι 31.12.2000 το ποσό της απαίτησης όπως αναφέρεται πιο πάνω.
Για την εφεσείουσα, στην πρωτόδικη διαδικασία, έδωσε μαρτυρία ένας μόνο μάρτυρας, ο Αλέξης Ιεροκηπιώτης, διευθυντής ασφαλιστικών εργασιών της εφεσείουσας. Το ίδιο για την Υπεράσπιση ο εφεσίβλητος 1 ήταν ο μοναδικός μάρτυρας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή της εφεσείουσας εταιρείας για τον πιο κάτω λόγο που αναφέρεται στην απόφαση του:-
«Παρά ταύτα, όπως καταδεικνύεται προηγουμένως, η αγωγή θα μπορούσε να είχε επιτύχει δεδομένης της αναποτελεσματικότητας της άρνησης των εναγομένων όσον αφορά την αιτία της αγωγής και την απαίτηση, εφόσον αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να θεωρηθεί ότι υπάρχει παραδοχή δυνάμει των προνοιών της Δ.19 Κ.11. Εντούτοις στο τέλος της ημέρας θα πρέπει να απορριφθεί διότι όπως έχει προηγουμένως διαπιστωθεί η ενάγουσα δεν απέδειξε ότι είναι το ίδιο και το αυτό νομικό πρόσωπο όπως η Ίρις Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ. πλην όμως με άλλη επωνυμία την οποία υιοθέτησε στις 24/7/2000.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, χωρίς να κληθεί από την εφεσείουσα, ενεργώντας αυτεπάγγελτα, ασχολήθηκε εκτενώς με το θέμα της γενικής άρνησης στην Έκθεση Υπεράσπισης των ισχυρισμών της εφεσείουσας και κατά πόσο αυτό είναι δικονομικώς επιτρεπτόν. Πράγματι το Δικαστήριο προβαίνει σε ερμηνεία και ανάλυση της Δ.21 θ.2 και της Δ.19 θ.11 της Πολιτικής Δικονομίας. Είναι γεγονός ότι στην Έκθεση Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης οι εφεσίβλητοι προβαίνουν σε άρνηση συλλήβδην των ισχυρισμών της εφεσείουσας. Συγκεκριμένα σ' αυτή αναφέρουν επί λέξει τα εξής στην παράγραφο 3:-
«3. Οι Εναγόμενοι 1 και 2 αρνούνται το περιεχόμενο των παραγράφων 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 12 Α, Β. Γ της Έκθεσης Απαιτήσεως και αιτούνται την απόρριψη της Αγωγής με έξοδα.»
Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι η πιο πάνω γενική άρνηση της απαίτησης θα μπορούσε, εάν είχε αιτηθεί από την εφεσείουσα, να επιτύχει απόφαση υπέρ της. Αναφέρει το Δικαστήριο στην απόφαση του τα εξής:-
«Και στην παρούσα περίπτωση παίρνοντας ως δεδομένη την αναποτελεσματικότητα της άρνησης των εναγομένων στους βασικούς ισχυρισμούς της ενάγουσας εταιρείας, κατά τον τρόπο που αναφέρεται πιο πάνω, θα πρέπει σύμφωνα και με τη Δ.19 θ.11 να θεωρηθεί ότι όσον αφορά τους ισχυρισμούς αυτούς υπάρχει παραδοχή. Και εφόσον καλύπτει ολόκληρη την αιτία αγωγής και την απαίτηση, αποδεικνυόμενου και οποιουδήποτε άλλου ισχυρισμού που έχει αμφισβητηθεί, η ενάγουσα εταιρεία θα μπορούσε να είχε αιτηθεί στη βάση του προαναφερόμενου κανονισμού να εκδοθεί απόφαση υπέρ της για ολόκληρο το αξιούμενο ποσό.»
Η πιο πάνω θέση που έθεσε, «εν παρόδω», το Δικαστήριο είναι ορθή. Απαιτείτο ενέργεια εκ μέρους της εφεσείουσας, στη βάση των θεσμών, για να προχωρήσει το Δικαστήριο στην εξέταση του θέματος. Στην υπόθεση Μαρσέλ κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1858, στην σελίδα 1869 αναφέρονται και τα εξής:-
«Αλλά και αν ακόμα ήθελε θεωρηθεί ότι η υπεράσπιση των εφεσειόντων όντως αντέβαινε προς τη Δ.21 θ.2, το θέμα θάπρεπε να εγερθεί από την εφεσίβλητη έγκαιρα και, με την καταχώρηση αίτησης για διαγραφή της υπεράσπισης (striking out), να επιδιωχθεί η εξασφάλιση απόφασης για παράλειψη καταχώρησης υπεράσπισης (in default of defence). Εφόσον η εφεσίβλητη ουδέποτε ήγειρε τέτοιο θέμα, λαμβανομένου υπόψη και του συζητητικού χαρακτήρα της διαδικασίας, δεν είναι δίκαιο να εγερθεί το θέμα από το Δικαστήριο, στα πλαίσια της τελικής του απόφασης και δη, διαζευκτικά, αφού πρώτα αξιολόγησε την εκατέρωθεν μαρτυρία, προχώρησε σε σχετικά ευρήματα και αποφάνθηκε επί της ουσίας της διαφοράς.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε και ανάλυσε τη μαρτυρία που παρουσίασε η εφεσείουσα και κατέληξε ευθέως στο συμπέρασμα ότι η μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα της εφεσείουσας είναι εξ ακοής και ως τέτοια μη αποδεκτή. Αναφέρει στην απόφαση του τα εξής:-
«Το πιο πάνω ενδεχόμενο παραβλέφθηκε εντελώς και αντίθετα προσκομίστηκε μαρτυρία η οποία κατά την άποψη μου, είναι μη αποτελεσματική όσον αφορά το σκοπό που ήθελε να εξυπηρετήσει αν και αρχικά επετράπη η κατάθεση από τον κ. Ιεροκηπιώτη των καταστάσεων των δύο λογαριασμών που τηρούσε η ενάγουσα εταιρεία για τον εναγόμενο 1. Όμως κατά την αντεξέταση του πιο πάνω μάρτυρα διεφάνη καθαρά ότι δεν ήταν δυνατό να είχε προσωπική γνώση των συναλλαγών που καταγράφονται σ' αυτούς. Και αυτό εξαιτίας του γεγονότος ότι είχε προσληφθεί στην υπηρεσία της ενάγουσας εταιρείας από την 1/5/2001, δηλαδή μετά και την καταχώρηση της αγωγής στις 20/4/2001, οπότε εύλογα προκύπτει ότι δεν έχει γνώση των δεδομένων που καταγράφονται στους δύο λογαριασμούς τεκμήρια 2Α και 2Β. Εν ολίγοις η μαρτυρία του είναι εξ ακοής (βλ. A. L. Mantovani & Sons Ltd. v. Christis Travel & Tourism Ltd. (1999) 1 A.A.Δ. 156). Επομένως, δεν είναι αποδεκτή η εν λόγω μαρτυρία προς απόδειξη της απαίτησης.»
Η εφεσείουσα καταχώρησε την παρούσα έφεση προβάλλοντας ένα και μόνο λόγο που έχει ως εξής με την αιτιολογία του:-
«Το πρωτόδικο Δικαστήριο περιέπεσε σε νομικό σφάλμα με την απόφαση του να απορριφθεί η αγωγή διότι η Ενάγουσα δεν απέδειξε ότι είναι το ίδιο και το αυτό νομικό πρόσωπο όπως η Ίρις Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ. με άλλη επωνυμία.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ:
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε ότι οι δύο προδικαστικές ενστάσεις οι οποίες εγείροντο στην υπεράσπιση, αποσύρθηκαν από τον δικηγόρο του εναγομένου με ρητή δήλωση του, η οποία έγινε ενώπιον του Δικαστηρίου στις 28.06.02, αφού του δόθηκε αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού από τον Έφορο Εταιρειών και κατά συνέπεια δεν απαιτείτο πλέον από την Ενάγουσα να αποδείξει την μετονομασία της.»
Στην Έκθεση Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης οι εφεσίβλητοι προβάλλουν τα εξής χαρακτηρίζοντας τα ως προδικαστική ένσταση:-
«1. Οι Εναγόμενοι 1 και 2 εγείρουν Προδικαστική Ένσταση ότι η παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να προχωρήσει εναντίον τους διότι ο Εναγόμενος 1 τη εγγυήσει της Εναγομένης 2 υπέγραψε Έγγραφο Συμφωνία ημερ. 1/10/94 με την ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ και την Εταιρεία ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ ΛΤΔ και όχι με τους Ενάγοντες.
2. Η ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ δεν μετονομάστηκε σε MARKET TRENDS INSURANCE LTD., ως ο ισχυρισμός των Εναγόντων στην παράγραφο 1 της Έκθεσης Απαιτήσεως διότι η MARKET TRENDS INSURANCE LΤD. υπήρχε σαν Εταιρεία προ της 24/7/2000 και εξαγόρασε την ΙΡΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ. Συνεπώς ουδεμία συμβατική σχέση υπάρχει μεταξύ Εναγόντων και Εναγομένων 1 και 2 που να απορρέει από τη συμφωνία ημερ. 1/10/94.»
Με την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων κ. Αντρέου δήλωσε με σαφήνεια που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης ότι εγκαταλείπει την προδικαστική ένσταση του. Στα πρακτικά του Δικαστηρίου αναφέρεται η δήλωση αυτή ως εξής:-
«κ. Αντρέου: Με τα στοιχεία που μου έχει παρουσιάσει η άλλη πλευρά δεν θα επιμένω στην προδικαστική ένσταση. Παρακαλώ να οριστεί η υπόθεση για ακρόαση.»
Είναι πρόδηλο ότι διέλαθε της προσοχής του πρωτόδικου Δικαστηρίου η πιο πάνω δήλωση την οποία, φαίνεται, ότι δεν την έλαβε καθόλου υπόψη. Οι διφορούμενες θέσεις που προβάλλονται στο περίγραμμα των εφεσιβλήτων δεν γίνονται δεκτές.
Έχουμε καταλήξει ότι ο λόγος έφεσης ευσταθεί.
Παρά την πιο πάνω επιτυχία του λόγου έφεσης η εφεσείουσα θα αποτύχει στην έκδοση απόφασης εναντίον των εφεσιβλήτων γιατί η μοναδική μαρτυρία που παρουσίασε προς υποστήριξη της απαίτησης της απερρίφθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως απαράδεκτη και εξ ακοής. Το σαφές αυτό εύρημα δεν έχει εφεσιβληθεί και παραμένει ισχυρό.
Στην απόφαση Α. L. Mantovani & Sons Ltd. (πιο πάνω), που αναφέρει και το πρωτόδικο Δικαστήριο στη σελ. 159 αναφέρονται τα εξής:-
«Η έφεση κρίνεται ανεδαφική. Οι λογαριασμοί εμπορευομένου δεν αποτελούν αφεαυτών απόδειξη των γεγονότων που καταγράφουν. Τα γεγονότα που απεικονίζουν πρέπει να αποδειχθούν. Ο λογιστής και ο μόνος μάρτυρας των εφεσειόντων, προς υποστήριξη της απαίτησής τους, δεν ήταν γνώστης των γεγονότων τα οποία εμφανίζουν οι λογαριασμοί. Δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας το οποίο να αποδεικνύει την ύπαρξη της οφειλής των εφεσιβλήτων προς τους εφεσείοντες. Στην απουσία παραδεκτής μαρτυρίας που να στοιχειοθετεί γεγονότα που θα μπορούσαν να προσμετρήσουν ως αποδεικτικά της υπόθεσης, δεν εγείρεται ζήτημα βάρους απόδειξης. Τέτοιο θέμα μπορεί να εγερθεί μόνο όπου αποδεικνύονται γεγονότα που τείνουν να υποστηρίξουν την απαίτηση. Τότε και μόνο τίθεται θέμα απόσεισης του αποδεικτικού βάρους. (Βλ. Κυριακή Σ. Αθανασίου και Νεόφυτος Αθανασίου, ως Διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Αθανασίου, αποβιώσαντος, τέως από τη Λεμεσό ν. Αντώνη Κουνούνη, ιατρού, από τη Λεμεσό (1970) 1 Α.Α.Δ. 614»
Κατά συνέπεια η έφεση επιτυγχάνει. Εν όψει όμως των πιο πάνω λεχθέντων, επικυρώνεται η πρωτόδικη απόφαση για άλλο λόγο απ΄ αυτό για τον οποίο το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή της εφεσείουσας.
Όσον αφορά τα έξοδα της έφεσης θεωρούμε, κάτω από της περιστάσεις, να μην εκδώσουμε καμιά διαταγή.
Δ. Δ. Δ.
/ΕΠσ