ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 517
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 127/2005)
7 Ιουνίου 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
KARIS VICTOR,
Εφεσείων,
- ν. -
AFRICANOS REAL ESTATE LTD,
Εφεσίβλητης.
---------------------------
Π. Πετράκης, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Λουκαΐδης για Α. Ποιητή, για την Εφεσίβλητη.
---------------------------
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση
του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσίβλητη εταιρεία, που έχει την έδρα της στη Λάρνακα, ασχολείται με κτηματομεσιτικές εργασίες. Τον Σεπτέμβριο του 2002 κίνησε εναντίον του εφεσείοντος αγωγή, αξιώνοντας ποσό £5.150 ως οφειλή η οποία, κατά τον ισχυρισμό της, προέκυψε από υπηρεσίες που του προσέφερε από τον Ιούνιο του 2001 μέχρι το τέλος Ιουλίου του 2002. Δεν εξειδίκευσε όμως τις υπηρεσίες, ούτε καν με γενικότητα τις περιέγραψε. Πρόσθεσε ότι για διευθέτηση του μεταξύ τους λογαριασμού, ο εφεσείων στις 17 Ιουνίου 2002 εξέδωσε τραπεζική επιταγή η οποία όμως δεν πληρώθηκε.
Ο εφεσείων παραδέχθηκε την έκδοση όπως και τη μη πληρωμή της επιταγής. Προέβαλε όμως προς υπεράσπιση ότι η εφεσίβλητη δεν του είχε προσφέρει οποιεσδήποτε υπηρεσίες και ότι η επιταγή δεν είχε σχέση με υπηρεσίες αλλά με γραπτή σύμβαση, της ίδιας ημερομηνίας, με βάση την οποία θα κατέβαλλε στην εφεσίβλητη ποσό χρημάτων με αντάλλαγμα να τον εμφάνιζε ως εργοδοτούμενό της ώστε αυτός να μπορεί, χρησιμοποιώντας το δικό της όνομα, να διεξάγει κτηματομεσιτικές εργασίες ενώ στην πραγματικότητα θα ενεργούσε «ως ανεξάρτητος αυτοεργοδοτούμενος» χωρίς να είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης. Εξήγησε πως αποκήρυξε τη σύμβαση και σταμάτησε την επιταγή όταν εν συνεχεία πληροφορήθηκε αρμοδίως ότι επρόκειτο περί παράνομης διευθέτησης η οποία καταστρατηγούσε τον τότε περί Κτηματομεσιτών Νόμο του 1987, (Ν.66/87 όπως τροποποιήθηκε). Σημειώνουμε πως ο νόμος αυτός έχει έκτοτε καταργηθεί και αντικατασταθεί από τον ομώνυμο Ν. 273(Ι)/04 που δημοσιεύτηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2004.
Διεξήχθη δίκη. Κατέθεσαν για την εφεσίβλητη ο κ. Ι. Ιακωβίδης, διευθυντής και μέτοχος όπως και αδειούχος κτηματομεσίτης από τον Μάρτιο του 1995. Για την υπεράσπιση κατέθεσε ο ίδιος ο εφεσείων.
Συνοψίζουμε το αδιαμφισβήτητο πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται η επίδικη διαφορά. Η συνεργασία των διαδίκων άρχισε με γραπτή σύμβαση, ημερ. 1 Αυγούστου 1995. Ως συμβαλλόμενη κτηματομεσίτρια εταιρεία εμφανιζόταν η Africanos Real Estate & Business Brokers Ltd αλλά η μαρτυρία του κ. Ιακωβίδη βεβαιώνει την ουσιαστική ταύτιση, σε ό,τι αφορά την υπό αναφορά διευθέτηση, με την εφεσίβλητη Africanos Real Estate Ltd. Με εκείνη τη σύμβαση η εφεσίβλητη είχε προσλάβει τον εφεσείοντα ως «εργοδοτούμενο - διευθυντή» αλλά με όρους από τους οποίους σαφώς προέκυπτε πως ο εφεσείων κάθε άλλο παρά εργοδοτούμενος θα ήταν. Παραθέτουμε, ενδεικτικά, μερικούς:
«4. Αντί μισθού συμφωνείται να καταβάλλεται στον Εργδοτούμενο-Διευθυντή, το 75% των ακαθάρτων εσόδων του γραφείου της Λευκωσίας. Ο διευθυντής θα είναι υπόχρεος να καταβάλει από τα εισοδήματά του όλα ανεξαίρετα τα έξοδα του γραφείου της Λευκωσίας περιλαμβανομένων ενοικίου, Κοινωνικών Ασφαλίσεων, διαφημίσεων του Γραφείου όπως επίσης το λογαριασμό νερού, ρεύματος, τηλεφώνου κλπ.
....................................
9. Ο ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΟΣ-ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ είναι υποχρεωμένος να πληρώνει όλες ανεξαίρετα τις υποχρεώσεις του γραφείου της Λευκωσίας έγκαιρα χωρίς καμία καθυστέρηση.
10. Ο ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΟΣ-ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ υποχρεούται, με αποκλειστικά δικά του έξοδα να εφοδιάσει με τον αναγκαίο εξοπλισμό και έπιπλα το γραφείο και θα συνεχίσει και στο μέλλον να εξοπλίζει. Νοείται ότι τα ως άνω έπιπλα θα θεωρούνται ιδιοκτησία του εργδοτουμένου, οποίος θα δύναται να τα πάρη σε περίπτωση τερματισμού ή κατά την λήξιν του παρόντος συμβολαίου.»
Στη μαρτυρία του ο κ. Ιακωβίδης περιέγραψε τη διευθέτηση ως «franchise». Αντεξεταζόμενος ανέφερε τα εξής:
«Ε. Πρώτη φορά βλέπω τέτοιο γεγονός ένας εργοδοτούμενος αντί να πληρώνεται από τον εργοδότη να πληρώνει ο ίδιος ο εργδοτούμενος τον εργοδότη;
Α. Όταν πιάνεις Franchise ο franchisee είναι υπόχρεος να πληρώνει τα έξοδα και ως επίσης να βάλει και ένα ποσό για εξασφάλιση του franchising.
Ε. Δηλαδή εσύ ήσουν στην Λάρνακα και αυτός στην Λευκωσία είναι ότι κύριε σας είπε να κάμει κτηματομεσιτικές δουλειές στην Λευκωσία και θέλει την κάλυψη σας, και για να σε καλύψουμε εμείς πρέπει να μας κάμεις τούτο και τούτο και για τον λόγο αυτό το 75% θα το παίρνει ο κύριος Καρής και εσείς το μικρότερο ποσοστό.
Α. Έτσι είναι.
Ε. Σας υποβάλλω ότι αυτή η πράξη όπως μας την έχετε εξηγήσει είναι πράξη η οποία έχει σκοπό αποκλειστικό να δώσετε ορισμένα από τα δικαιώματα σας στον κύριο Καρή να κάμνει τις κτηματομεσιτικές εργασίες στην Λευκωσία και σε αντάλλαγμα να σας πληρώνει τούτο το ποσό, έτσι είναι;
Α. Μάλιστα.»
Τον Μάρτιο του 1999 επήλθε ρήξη στις σχέσεις των διαδίκων και η εφεσίβλητη τερμάτισε τη σύμβαση. Σε ό,τι αφορά τις μετέπειτα εξελίξεις η εφεσίβλητη υποστήριξε ότι για ορισμένο διάστημα, μέχρι τις 17 Ιουνίου 2002 που υπεγράφη νέα σύμβαση για τον ίδιο σκοπό, συνεργάστηκαν ξανά στην ίδια, όπως και προηγουμένως, βάση και γι΄ αυτό απαιτούσε το μερίδιο που τις αναλογούσε από τις προμήθειες που ο εφεσείων εισέπραξε σε σχέση με κτηματομεσιτικές εργασίες στη Λευκωσία. Καθώς διευκρίνισε με τη μαρτυρία ο κ. Ιακωβίδης, αυτές αφορούσαν την περίοδο από τον Ιούνιο του 2001 μέχρι τον Ιούνιο του 2002 και όχι, όπως δικογραφήθηκε, μέχρι το τέλος Ιουλίου του 2002 που ξεπερνούσε κατά περίπου ενάμιση μήνα την επίδικη διαφορά. Το ακόλουθο απόσπασμα είναι και πάλι από την αντεξέτασή του:
«Ε. Πέστε μου είπατε ότι τούτο το ποσό των £5150 σας το χρωστούσε για τις υπηρεσίες του περασμένου χρόνου 6/01 μέχρι 6/02 τι υπηρεσίες είναι τούτες;
Α. Ήταν από προμήθειες τις οποίες είχε εισπράξει με τον τρόπο της συμφωνίας της πρώτης.
Ε. Της προφορικής που ήταν με βάση του 1995;
Α. Μάλιστα.»
Η επί του προκειμένου εκδοχή του εφεσείοντος ήταν, αντιθέτως, ότι στο εν λόγω διάστημα και γενικότερα μετά τον τερματισμό της γραπτής σύμβασης, δεν υπήρξε οποιαδήποτε συνεργασία μεταξύ τους. Αναφέρθηκε, προς επίρρωση, σε επιστολές και δημοσιεύματα της εφεσίβλητης σχετικά με τη στάση της απέναντί του κατά το εν λόγω διάστημα.
Το Δικαστήριο αποδέχθηκε την εκδοχή της εφεσίβλητης. Κατέληξε ότι πράγματι ο εφεσείων όφειλε το εν λόγω ποσό ως αποτέλεσμα της διεξαγωγής κτηματομεσιτικών εργασιών στη βάση της προαναφερθείσας διευθέτησης. Η διάσταση μεταξύ της δικογραφημένης θέσης της εφεσίβλητης ότι το ποσό των £5.150 αφορούσε προμήθειες που ο εφεσείων της χρωστούσε από υπηρεσίες που η ίδια του προσέφερε, και της εν τέλει διαπίστωσης ότι επρόκειτο για το μερίδιό της από κτηματομεσιτικές εργασίες που προσφέρθηκαν σε τρίτους, δεν απασχόλησε το Δικαστήριο.
Τη θέση του εφεσείοντος ότι η διευθέτηση ήταν ούτως ή άλλως παράνομη, αντίθετη με τη δημόσια πολιτική γιατί καταστρατηγούσε το σχετικό νόμο και επομένως ανάξια δικαστικής προστασίας, το Δικαστήριο την απέρριψε λέγοντας ότι:
«Είναι αυτονόητο ότι μια εταιρεία λειτουργεί μέσω υπαλλήλων και αντιπροσώπων. Κατά συνέπεια η ανάθεση καθηκόντων αντιπροσώπευσης στον Εναγόμενο δεν προσκρούει στις διατάξεις των ως άνω Νόμων.»
Με την έφεση προβάλλεται ότι το Δικαστήριο έσφαλε τόσο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας όσο και στην αντίκριση του τεθέντος νομικού ζητήματος περί παρανομίας.
Έχουμε τη γνώμη ότι η διευθέτηση, την οποία η εφεσίβλητη εν τέλει επικαλέστηκε,
ήταν παράνομη με τον πιο έκδηλο τρόπο. Παραβίαζε θεμελιώδεις διατάξεις του σχετικού νόμου και αντίκειτο στη δημόσια πολιτική. Επομένως δεν παρεχόταν δυνατότητα συνδρομής του Δικαστηρίου για την επικράτηση απαίτησης επί τέτοιας διευθέτησης. Ο υπό αναφορά νόμος δεν επέτρεπε τη διεξαγωγή κτηματικών συναλλαγών παρά μόνο από εγγεγραμμένους κτηματομεσίτες με σχετική άδεια: βλ. τις διατάξεις των άρθρων 9(1) και 15(1) του νόμου. Μάλιστα η παράβασή τους συνιστούσε ποινικό αδίκημα.
Κτηματομεσιτική εταιρεία δεν μπορεί να είναι η οποιαδήποτε εταιρεία. Αν πρόκειται, όπως εδώ, περί εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, χρειάζεται να «έχει ως αποκλειστικόν σκοπόν την διεξαγωγήν κτηματικών συναλλαγών, νοουμένου ότι ο Διευθυντής αυτής είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης»: άρθρο 2 του νόμου. Ο κτηματομεσίτης, είτε είναι νομικό πρόσωπο είτε φυσικό, διατηρεί τη δυνατότητα να εργοδοτεί υπαλλήλους οι οποίοι, υπό την άμεση καθοδήγηση και επίβλεψή του, ασχολούνται «περί την κτηματομεσιτικήν εργασίαν» όχι όμως και με την καθαυτό κτηματομεσιτική εργασία. Η Ολομέλεια συζήτησε αυτή την πτυχή στην υπόθεση Υπουργού Εσωτερικών ν. Συνδέσμου Κτηματομεσιτών Επιχειρηματιών Κύπρου κ.α., Α.Ε. 3904, ημερ. 11 Μαΐου 2006 όπου υπέδειξε ότι ο νόμος επέτρεπε μια τέτοια, περιορισμένης μορφής απασχόληση, ως μαθητεία όπως τη χαρακτήρισε, για απόκτηση της πείρας την οποία το άρθρο 6(1) προέβλεπε ως ένα από τα προσόντα για εγγραφή. Είναι, κατά την άποψή μας, προφανές πως ο διορισμός μη αδειούχου για να ασχολείται με κτηματομεσιτική εργασία ως αντιπρόσωπος αδειούχου κτηματομεσίτη αντιμαχόταν, κατάφωρα μάλιστα, το σχετικό νόμο ο οποίος απέβλεπε, όπως το ίδιο αποβλέπει και ο αντίστοιχος νεότερος, αφενός στην κατοχύρωση του επαγγέλματος, και αφετέρου στην προστασία του κοινού.
Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η αγωγή απορρίπτεται. Έξοδα πρωτόδικα και έφεσης υπέρ του εφεσείοντος.
Π.
Δ.
Δ.
/ΕΘ