ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 1 ΑΑΔ 390

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ.10953 )

 

19 Μαΐου, 2006

 

 

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

 

1.  ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ  ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ  ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ  ΤΗΣ

                ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ  ΤΟΥ  ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ  ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ,

         2.  ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ,

         3.  C & A  PELEKANOS  ASSOCIATES  LTD,

         4.  ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ  ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ  ΛΤΔ,

Εφεσείοντες,

ν.

 

ΑΝΔΡΕΑ  ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ,

Εφεσίβλητου.

________________________

 

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσείοντες.

Α. Χαβιαράς, για τον Εφεσίβλητο.

Εφεσείων 1 παρών.

Εφεσίβλητος παρών.

­­­­­­­­­­­________________________

 

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με 18 λόγους έφεσης, αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αγωγή Αρ. 377/88), με την οποία εκδόθηκε εναντίον των εφεσειόντων - (εναγομένων) - η ακόλουθη απόφαση:-

 

«1.   Εκδίδεται απόφαση εναντίον του Εναγομένου 1 και Εναγομένης 3 αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα διά ποσό £38.882.  Εναντίον του Εναγομένου 1 εκδίδεται και απόφαση διά τόκο προς 9% επί του άνω ποσού ετησίως από 19.1.88.

 

 2.  Εκδίδεται απόφαση εναντίον του Εναγομένου 1 και υπέρ της Εναγομένης 3 διά ποσό £52.583.

 

 3.  Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο οι Εναγόμενοι 1, 2 και 4 διατάσσονται όπως αποδώσουν εις τον Ενάγοντα εντός 3 μηνών από σήμερα κατάσταση λογαριασμού κερδών από οικοδόμηση και πώληση των δύο πολυκατοικιών, Pelekanos Court No. 10 και 11, όπως και διά τα μηχανήματα, έπιπλα, εργαλεία, σκεύη, τρακτόρς, γερανούς, σκαλωσιές, αυτοκίνητα, μηχανές, γραφεία, κ.τ.λ. όπως καθορίζονται εις το Τεκμήριο 108 που πωλήθησαν εις την Εναγομένη 4 και ήτο ιδιοκτησία της Εναγομένης 3.

 

 4.  Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο οι Εναγόμενοι 1, 2 και 4 διατάσσονται όπως αποδώσουν εις τον Ενάγοντα εντός 3 μηνών από σήμερα κατάσταση λογαριασμού κερδών από την χρησιμοποίηση υπό της Εναγομένης 4 των μηχανημάτων, εργαλείων και προσωπικού, τεχνικού, εργατικού και γραφειακού της Εναγομένης 3 μέχρι την αποπεράτωση και πώληση όλων των διαμερισμάτων, γραφείων, καταστημάτων κ.λ.π. των πολυκατοικιών Νο. 10 και 11.

 

 5.   Εκδίδεται διάταγμα όπως οι Εναγόμενοι 1 και 2 αποδώσουν εις τον Ενάγοντα εντός 3 μηνών από σήμερα λογαριασμό σε σχέση με την εκδοθείσα απόφαση ημ. 31.3.1992 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εις την αγωγή αρ. 9183/87 διά ποσό £51.397.

 

 6.  Εκδίδεται διάταγμα εναντίον του Εναγομένου 1 και 2 όπως επιτρέπουν εις τον Ενάγοντα καθ' όλες τις εργάσιμες ώρες να επιθεωρεί τα βιβλία και λογαριασμούς της Εναγομένης 3 και

 

 7.   Δήλωση του Δικαστηρίου ότι το πρακτικό της Εναγομένης 3 ημ. 21.4.82 με το οποίο διορίζονται Διοικητικοί Σύμβουλοι οι Εναγόμενοι 1, 2 και Μ.Υ.1 είναι άκυρο.

 

Η ανταπαίτηση απορρίπτεται διά τους λόγους που έχουμε αναφέρει αλλά και διότι δεν έχει αποδειχθεί.»

 

 

 

Την ορθότητα δύο ευρημάτων της απόφασης αμφισβητεί, με αντέφεση, και ο εφεσίβλητος - (ενάγων).

 

Με σκοπό να γίνουν αντιληπτά τα γεγονότα της υπόθεσης, τα οποία δεν είναι απλά, θα παραθέσουμε πρώτα ό,τι αποτελεί κοινό έδαφος, φωτίζει το ιστορικό της υπόθεσης και διευκρινίζει τις θεραπείες που έχουν δοθεί.

 

Συνεργασία πολλών χρόνων μεταξύ αδελφών, ως μετόχων και διευθυντών αριθμού εταιρειών, με δραστηριότητες στην Κύπρο και το εξωτερικό, οδήγησε στη δημιουργία μεταξύ τους οικονομικών διαφορών και, συνακόλουθα, στην καταχώριση από τον εφεσίβλητο, μεταξύ άλλων αγωγών, και  της αγωγής στην οποία αφορά η παρούσα έφεση.

 

Ο εφεσίβλητος, αρχιτέκτονας εξ επαγγέλματος, αναγκάστηκε μετά την τουρκική εισβολή να αναζητήσει, με τον αδελφό του Χριστόφορο Πελεκάνο - (αποβιώσαντα - εναγόμενο 1) - και άλλα αδέλφια τους, δουλειές στο εξωτερικό.  Για το σκοπό αυτό ίδρυσαν στη Σαουδική Αραβία την εταιρεία Pelekanos Joint Enterprises Ltd., η οποία εργάστηκε επικερδώς. 

 

Ο Χρ. Πελεκάνος εργάστηκε στη Σαουδική Αραβία για πολύ μικρό διάστημα και, ακολούθως, επέστρεψε στην Κύπρο.  ΄Ηταν εργολάβος οικοδομών και είχε στην Κύπρο, μαζί με τον εφεσείοντα 2, από το 1967, την εταιρεία Χριστόφορος Πελεκάνος Λτδ. - (εφεσείουσα 4) - η οποία μέχρι το 1975 εκτέλεσε μεγάλο αριθμό οικοδομικών εργασιών.

 

Το 1979, ο εφεσίβλητος, ο Χρ. Πελεκάνος, ο εφεσείων 2, ο αδελφός τους Αντώνης Πελεκάνος και ο Γιαννάκης Πελεκάνος, γιος του Χρ. Πελεκάνου, συνέστησαν και ενέγραψαν την εταιρεία C. & A. Pelekanos Associates Ltd.  Πρόκειται για την εφεσείουσα 3, οι μετοχές της οποίας κατείχοντο από τον εφεσίβλητο και τον Χρ. Πελεκάνο με 35000 μετοχές έκαστος και από τους υπόλοιπους με 10000 μετοχές έκαστος.    Μεταξύ των σκοπών της εταιρείας ήταν η διεξαγωγή στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικοδομικών εργασιών και, γενικά, η εμπορία των έργων που κατασκεύαζε.  Διοικητικοί Σύμβουλοι ήταν οι μέτοχοι της εταιρείας και Γραμματέας ο Γιαννάκης Πελεκάνος.  Με τη σύσταση της εφεσείουσας 3, Πρόεδρος ανέλαβε ο Χρ. Πελεκάνος, στον οποίο δόθηκε πληρεξούσιο να ενεργεί εν λευκώ για τα συμφέροντά της στην Κύπρο.  Ανάλογο πληρεξούσιο δόθηκε και στον εφεσίβλητο για το εξωτερικό.  Ο εφεσίβλητος, μαζί με τον Αντώνη Πελεκάνο, ανέλαβαν τη διεύθυνση των εργασιών στη Σαουδική Αραβία.  Εκεί, με Σαουδάραβα συνεργάτη τους, το Nasser Bin Zaraa, συνέστησαν τη "Saudi - Cyprus Construction Co. Ltd.", γνωστή ως "Peleza", με μετόχους κατά 49% την εφεσείουσα 3 και 51% το Nasser Bin Zaraa.  Ο εφεσίβλητος, προτού φύγει για τη Σαουδική Αραβία, με πληρεξούσιο έγγραφο - (Τεκμήριο 10) - κατέστησε αντιπρόσωπό του στην Κύπρο το Χρ. Πελεκάνο.  Το πληρεξούσιο αυτό το ανακάλεσε μετά τη δημιουργία των διαφορών, 4/2/1988. 

 

Το 1981, οι ίδιοι πάλι - (εφεσίβλητος, Χρ. Πελεκάνος, εφεσείων 2, Αντώνης Πελεκάνος και Γιαννάκης Πελεκάνος) - μαζί με το Nasser Bin Zaraa και ακόμη ένα πρόσωπο - τον Amdul Fattan Qazim - ίδρυσαν στην Κύπρο την  Peleza Tourist Enterprises Ltd - («Peleza Κύπρου»), με Διευθύνοντα Σύμβουλο για περίοδο ενός έτους το Χρ. Πελεκάνο.  Συμφωνήθηκε όπως αυτός εκτελεί, χωρίς περιορισμό, τις εξουσίες του Διοικητικού Συμβουλίου.  Για τη συμμετοχή τους στην Peleza Κύπρου, οι Σαουδάραβες κατέβαλαν, με τραπεζικές εντολές, ποσό £308.000,00, με το οποίο και αγοράστηκε ακίνητο στο Πισσούρι.  Οι Κύπριοι μέτοχοι κανένα ποσό δεν πλήρωσαν για τις μετοχές τις οποίες είχαν.

 

Οι εργασίες της  Peleza στη Σαουδική Αραβία ήταν κερδοφόρες και ο εφεσίβλητος μετέφερε στην εφεσείουσα 3, είτε μέσω τραπέζης είτε ο ίδιος κατά τις επισκέψεις του στην Κύπρο, διάφορα ποσά, πολλά από τα οποία δεν δηλώνονταν στα βιβλία της εταιρείας, μοιράζονταν, όμως, στους μετόχους, ανάλογα με το ποσοστό της συμμετοχής τους σ' αυτή.  Το συνολικό ποσό το οποίο εστάλη παρέμεινε άγνωστο.    

 

Επικερδείς ήταν και οι εργασίες της εφεσείουσας 3 στην Κύπρο, υπό τη διεύθυνση του Χρ. Πελεκάνου.  Ανήγειρε και εμπορεύτηκε αριθμό πολυκατοικιών.  Η εφεσείουσα 4, μετά τη σύσταση και λειτουργία της εφεσείουσας 3, αδρανοποιήθηκε και τα μηχανήματά της αγοράστηκαν από την εφεσείουσα 3.

 

Σύμφωνα με την εκδοχή του, ο εφεσίβλητος, τον Αύγουστο του 1986, μετά από μεγάλη περίοδο παραμονής στη Σαουδική Αραβία, ήλθε στην Κύπρο και ενημέρωσε τους μετόχους της εφεσείουσας 3 για τα διάφορα προβλήματα που αντιμετώπιζαν με τον εκεί συνεργάτη τους.  Ζήτησε από την εφεσείουσα 3 εξασφαλίσεις, ώστε η οικογένεια του αδελφού τους Αντώνη στην Κύπρο να συντηρείται.  Υπήρχε κίνδυνος να μην επέστρεφαν από τη Σαουδική Αραβία σύντομα.  Ο Χρ. Πελεκάνος, αρχικά αντέδρασε, αργότερα όμως όταν ο εφεσίβλητος δήλωσε ότι δεν θα επέστρεφε στη Σαουδική Αραβία, συμφώνησε και υπέγραψε το Τεκμήριο 41, με το οποίο η εφεσείουσα 3 και ο ίδιος προσωπικά εξασφάλισαν την πληρωμή σ' αυτόν του ποσού των £96.951,00, το οποίο μέχρι τότε του όφειλε η εφεσείουσα 3.  Αμέσως μετά, με τον αδελφό του Αντώνη, έφυγαν για τη Σαουδική Αραβία, όπου ο ίδιος παρέμεινε μέχρι το Δεκέμβριο του 1987.  Με την επιστροφή του, στις 22/12/1987, διαπίστωσε ότι ο Χρ. Πελεκάνος και ο εφεσείων 2, μαζί με το Γιαννάκη Πελεκάνο, εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους, χρησιμοποίησαν μηχανισμούς και έλαβαν αποφάσεις στην απουσία του, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την οικειοποίηση περιουσιακών στοιχείων της εφεσείουσας 3 και διοχέτευση εργασιών της στην εφεσείουσα 4.  Χρησιμοποίησαν το δυναμικό της εφεσείουσας 3 προς όφελος της εφεσείουσας 4 και προχώρησαν σε μεταβιβάσεις περιουσίας, προς ζημία της εφεσείουσας 3 και του ιδίου, ως μετόχου της.  Διαπίστωσε, επίσης, ότι το πληρεξούσιο, το οποίο έδωσε στο Χρ. Πελεκάνο προτού φύγει για τη Σαουδική Αραβία, αυτός το χρησιμοποίησε καταχρηστικά, σε σχέση με εργασίες της εφεσείουσας 3.  Ζήτησε εξηγήσεις και λογαριασμούς και  καταχώρισε την παρούσα αγωγή, όταν ο Χρ. Πελεκάνος αρνήθηκε.  Αξίωσε:-

 

«(α)  Διάταγμα που να απαγορεύει στους εναγομένους 1, 2 και 4 αυτοπροσώπως και/ή διά των υπαλλήλων και/ή διά των υπηρετών και/ή εκπροσώπων των από του να οικειοποιούνται και/ή χρησιμοποιούν και/ή εκμεταλλεύονται μηχανήματα, εργαλεία, οικοδομικά υλικά, εργάτες και προσωπικό της εναγομένης αρ. 3 για την ανέγερση δύο πολυκατοικιών με τα χαρακτηριστικά "PELEKANOS COURT NO. 10" και "PELEKANOS COURT NO. 11" στη Λευκωσία στο όνομα της εναγομένης αρ. 4.

 

  (β)   Διάταγμα που να απαγορεύει στους εναγομένους 1, 2 και 4 από του να αλλοιώσουν ή καταστρέψουν τα βιβλία, αποδείξεις, συμβόλαια, έγγραφα και αλληλογραφία της εναγομένης αρ. 3 και/ή από του να παραποιήσουν τις καταχωρήσεις στα βιβλία και φακέλους της εναγομένης αρ. 3.

 

  (γ)   Διάταγμα που να διατάσσει τους εναγομένους όπως αποδώσουν με όρκο τεκμηριωμένους λογαριασμούς και επεξηγήσεις σχετικά με τα μηχανήματα, υλικά και εργατικά που χρησιμοποιήθησαν από τα περιουσιακά στοιχεία της εναγομένης αρ. 3 για την ανέγερση δύο πολυκατοικιών με τα χαρακτηριστικά "PELEKANOS COURT NO. 10" και "PELEKANOS COURT NO. 11" στη Λευκωσία στο όνομα και/ή για λογαριασμό της εναγομένης αρ. 4.

 

  (δ)    Δήλωση    του    Δικαστηρίου    ότι    οι    πολυκατοικίες    που ανεγείρονται με τα χαρακτηριστικά ή όνομα "PELEKANOS COURT NO. 10" και "PELEKANOS COURT NO. 11" στη Λευκωσία στο όνομα της εναγομένης αρ. 4, και/ή όλα τα κέρδη που θα προκύψουν από τις πολυκατοικίες αυτές ανήκουν και αποτελούν ιδιοκτησία της εναγομένης αρ. 3.

 

  (ε) Αποζημιώσεις συνεπεία παραβάσεως καθήκοντος και/ή ανεντιμότητα και/ή απιστίας και/ή προσκομίσεως κέρδους και/ή καταχρήσεως θέσεως και/ή οικειοποιήσεως περιουσιακών στοιχείων της εναγομένης αρ. 3 και /ή δόλου και/ή απάτης υπό των εναγομένων αρ. 1 και 2 κατά το χρόνο που ήσαν διευθυντές της εναγομένης αρ. 3.

 

(στ)   Εναντίον της εναγομένης αρ. 3 ως Πρωτοφειλέτιδας και του εναγομένου αρ. 1 ως εγγυητή, αλληλεγγύως και κεχωρισμένως Λ.Κ.96.951 με τόκο προς 9% ετησίως από 1.1.1980 και/ή από 12.9.96, ποσό που προέρχεται από δανειοδοτήσεις που έκαμε ο ενάγων στην εναγομένη αρ. 3 και/ή το ίδιο ποσό, ως ποσό που ανήκει στον Ενάγοντα εισπράκτηκε και κρατείται υπό της εναγομένης αρ. 3, και/ή ποσό που οφείλεται δυνάμει γραπτής αναγνώρισης χρέους και/ή χρεωστικού ομολόγου ημ. 12.9.86.

 

  (ζ)    Διάταγμα  που  να διατάσσει τον εναγόμενο αρ. 1 να αποδώσει με όρκο πλήρεις και τεκμηριωμένους λογαριασμούς όλων των πράξεων και συναλλαγών που διενήργησε ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος τους ενάγοντος.

 

  (η)   Απόφαση  κατά  εναγομένου αρ. 1 για όλα τα ποσά χρημάτων που είσπραξε και που κατακρατεί με βάση το πληρεξούσιο έγγραφο ημερομηνίας 7.11.1979 που χορήγησε ο ενάγων στον Εναγόμενο αρ. 1 και νόμιμο τόκο.»

 

 

 

Οι εφεσείοντες και ο Χρ. Πελεκάνος, με την Υπεράσπισή τους, αρνούνται τα όσα τους καταλογίζει ο εφεσίβλητος.  Ισχυρίζονται ότι, για όλα, ήταν ενήμερος ο εφεσίβλητος.  Επίσης ότι ο Χρ. Πελεκάνος, σε διάφορες ημερομηνίες, κατέθεσε από δικά του χρήματα στο λογαριασμό της εφεσείουσας 3 διάφορα ποσά, με τα οποία πιστώθηκαν οι μερίδες των μετόχων, χωρίς όμως αυτά να τους ανήκουν.  Η εφεσείουσα 3 ισχυρίστηκε ότι πλήρωσε για λογαριασμό του εφεσίβλητου διάφορα ποσά, έτσι ώστε κανένα ποσό δεν οφείλει σ' αυτόν.  Τόσο ο Χρ. Πελεκάνος όσο και η εφεσείουσα 3 αρνούνται ότι οφείλουν στον εφεσίβλητο το αξιούμενο ή οιονδήποτε ποσό.

 

Ο εφεσίβλητος, στη μαρτυρία του, με σκοπό να καταδείξει ότι οι εφεσείοντες και κυρίως ο Χρ. Πελεκάνος, ως Διευθυντής της εφεσείουσας 3, ενήργησαν εναντίον των συμφερόντων της, αναφέρθηκε σε πλείστα όσα επί μέρους στοιχεία.  Παρουσίασε σωρείαν εγγράφων, για αρκετά από τα οποία έλαβε γνώση κατόπιν της έκδοσης διατάγματος Anton Piller, που εξασφάλισε με την καταχώριση της αγωγής.  Τα διάφορα που παρουσίασε αφορούσαν, μεταξύ άλλων, σε:  πρακτικά συνεδριάσεων της εφεσείουσας 3 - Τεκμήρια 23, 25, 26, 28, 31, 35, 40 - δέσμες φωτοτυπημένων καταστάσεων πληρωμών της εφεσείουσας 3 - Τεκμήριο 22 - αλληλογραφία της εφεσείουσας 3 με την εφεσείουσα 4 - Τεκμήρια 29, 30, 32 - οικονομικές καταστάσεις της εφεσείουσας 3 - Τεκμήρια 33, 34 - μεταβιβάσεις οικοπέδων, ιδιοκτησία της εφεσείουσας 3, δυνάμει δωρεάς, στη Βάσω Σωκράτους, θυγατέρα του Χρ. Πελεκάνου - Τεκμήριο 36 - ως και άλλες μεταβιβάσεις ακινήτων της εφεσείουσας 3 στο Χρ. Πελεκάνο - Τεκμήρια 37 και 37(α) - σύμβαση πώλησης ημερομηνίας 23/3/1987 μεταξύ εφεσείουσας 3 και Χρ. Πελεκάνου.  Παρουσίασε, επίσης, το Τεκμήριο 41, στη βάση του οποίου αξιώνει το ποσό των £96.951,00 από την εφεσείουσα 3 και το Χρ. Πελεκάνο.  Σε σχέση με την καταβολή τόκου, ήταν η θέση του ότι οι μέτοχοι της εφεσείουσας 3 είχαν συμφωνήσει ότι τα οφειλόμενα από την εφεσείουσα 3 σε αυτούς ποσά θα έφεραν τόκο προς 9%, ενώ για τις συναλλαγές της η εφεσείουσα 3 τηρούσε διπλά βιβλία, τα οποία, κατά την έρευνά του, δεν εντόπισε, όπως δεν εντόπισε και συγκεκριμένα έγγραφα που παρουσιάστηκαν κατά τη δίκη και τα οποία ισχυρίστηκε ότι ετοιμάστηκαν εκ των υστέρων, για να δικαιολογηθούν οι ενέργειες των εφεσειόντων και του Χρ. Πελεκάνου - (Τεκμήρια 37 και 37(α) -  (πωλητήριο ημερομηνίας 23/3/1987, μεταξύ του Χρ. Πελεκάνου και της εφεσείουσας 3) - και Τεκμήρια 29 και 30, τα οποία αφορούν σε ενεργοποίηση των εργασιών της εφεσείουσας 4.

 

Εντελώς αντίθετη ήταν η μαρτυρία των τεσσάρων μαρτύρων των εφεσειόντων.  Ο Χρ. Πελεκάνος, στη μαρτυρία του, σε σχέση με το έγγραφο - Τεκμήριο 41, ισχυρίστηκε ότι είναι κατασκεύασμα του εφεσίβλητου, ο οποίος, για σκοπούς των εργασιών της εφεσείουσας 3, είχε στην κατοχή του υπογεγραμμένα από τον ίδιο,  εν λευκώ, επιστολόχαρτα της εφεσείουσας 3 και το συμπλήρωσε.  Απέρριπτε κάθε επί μέρους σημείο, στο οποίο ο εφεσίβλητος αναφέρθηκε για να καταδείξει ότι υπήρξε οικειοποίηση περιουσιακών στοιχείων της εφεσείουσας 3 και, γενικά, συμπεριφορά κατά παράβαση του καθήκοντος εμπιστοσύνης και καλής πίστης, ισχυριζόμενος ότι τα πάντα ήταν σε γνώση του εφεσίβλητου και έγιναν νόμιμα και αυτό βεβαιώνεται από τους λογαριασμούς και τα βιβλία των εταιρειών.  Ειδικότερα, απέρριπτε κατηγορηματικά ότι η εφεσείουσα 3 τηρούσε διπλά βιβλία, ή ότι πρακτικά συνεδριάσεων και συμφωνίες πώλησης ακινήτων κατασκευάστηκαν εκ των υστέρων.  Σε σχέση με ποσά τα οποία εισέπραξε ως αμοιβή και έξοδα διακίνησής του - £52.583,00 - αυτά τα εδικαιούτο και φαίνονται στους εξελεγμένους λογαριασμούς.

 

Δεν αρνήθηκε τη χρησιμοποίηση προσωπικού και εξοπλισμού της εφεσείουσας 3 για εργασίες της εφεσείουσας 4, για όλα όμως αυτή πληρώθηκε, καθώς προκύπτει μέσα από τα βιβλία τόσο της εφεσείουσας 4 όσο και της εφεσείουσας 3. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από εκτενή αναφορά στη μαρτυρία, για λόγους που εξηγεί, αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, σημειώνοντας ότι αυτός:-

 

«... εντυπωσίασε ως ειλικρινής μάρτυρας και πιστεύουμε ότι είπε την αλήθεια εις το Δικαστήριο.  Οι ισχυρισμοί του ήτο πειστικοί και αληθείς.  ...»

 

 

 

Αληθινή χαρακτήρισε και τη μαρτυρία δύο ακόμα μαρτύρων του εφεσίβλητου, η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν αμφισβητήθηκε.

 

Τη μαρτυρία του Χρ. Πελεκάνου την απέρριψε γιατί:-

 

«... έκανε πολύ κακή εντύπωση ως μάρτυρας.  Με υπεκφυγές αλλά και παραπομπές σε άλλους μάρτυρες ή πρόσωπα όπως οι λογιστές της Εναγομένης 3 απέφευγε να μαρτυρήσει και να καταθέσει επί ζωτικών θεμάτων ...   Πιστεύουμε ότι δεν αποκάλυψε όλη την αλήθεια εις το Δικαστήριο και κατά συνέπεια απορρίπτουμε τους ισχυρισμούς του, οι οποίοι είναι αντίθετοι με τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα ...»

 

 

 

Απέρριψε, επίσης, τη μαρτυρία των μαρτύρων Υπεράσπισης Γιαννάκη Πελεκάνου και Μάρως Παναγίδη, ως προς τα ουσιώδη γεγονότα, αφού με τη μαρτυρία τους, καθώς ανέφερε, σκοπό είχαν και οι δύο να βοηθήσουν το Χρ. Πελεκάνο, ο πρώτος γιατί ήταν πατέρας του και η δεύτερη στενά συνδεδεμένη για πολλά χρόνια μαζί του. 

 

Αξιολόγησε το Μ.Υ.3, ελεγκτή των εφεσειουσών 3 και 4, γενικά, αξιόπιστο, σημείωσε όμως ότι μεγάλο μέρος της μαρτυρίας του ήταν εξ ακοής και, συνεπώς, δεν μπορούσε να είναι αποδεκτή.

 

Η αποδοχή από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας του εφεσίβλητου, όπως και γεγονότων μέσα από τα διάφορα τεκμήρια και παραδοχών του Χρ. Πελεκάνου, οδήγησαν στη διατύπωση σειράς ευρημάτων.  Αναφέρουμε μόνο όσα κρίνουμε αναγκαία για τους σκοπούς της έφεσης και της αντέφεσης:-

 

1.  Το Τεκμήριο 41, στη βάση του οποίου ο εφεσίβλητος αξιώνει το ποσό των £96.951,00, κατέληξε ότι συντάχθηκε και υπογράφηκε όπως αυτός εξήγησε.  Η αλήθεια της εκδοχής του, πρόσθεσε, επισφραγίζεται από σειρά στοιχείων, τα οποία και παραθέτουμε:-

 

«α)   Τα πληρεξούσια έγγραφα (Τεκμ. 42, 44) και πρακτικά της Εναγομένης 3.  (Τεκμ. 43).

 

           β)   Το  Τεκμήριο  9 όπου ο Ενάγοντας αναφέρεται ως Γενικός Διευθυντής εξωτερικού.

 

           γ)   Παραδοχή του Εναγομένου 1 ότι ο Ενάγοντας κατά τους ουσιώδεις χρόνους ήτο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας εις Σαουδική Αραβία και ενεργούσε ως τέτοιος.

 

           δ)    Το ακριβές ποσό (£96.951) που αναφέρεται εις το έγγραφο και είναι ακριβώς το ίδιο που η Εναγομένη 3 παρουσιάζει εις τις οικονομικές καταστάσεις του έτους 1985 (Τεκμ. 99).

 

ε)     Το γνήσιο της υπογραφής του Εναγομένου 1.

 

         στ)    Η σημαντική διαφορά εις τις εκδοχές του Εναγομένου 1 και υιού του Μ.Υ.1 Ιωάννη Πελεκάνου όσον αφορά το λογαριασμό εξωτερικού όπου ο μεν πρώτος αναφέρεται σε απλή γνώση του υιού του Μ.Υ.1 ενώ ο Μ.Υ.1 ισχυρίσθηκε ότι ήτο κοινός.

 

ζ)   Η Μ.Υ.2 Μάρω Παναγίδου κατά τον ισχυρισμό της τα λευκά επιστολόχαρτα υπεγράφησαν παρουσία της και ενώπιον του Ενάγοντα χωρίς να αναφέρει το Μ.Υ.1 ή άλλους.  Επίσης ισχυρίστηκε ότι απουσίαζε από την Κύπρο μεταξύ 16.8 - 31.8.86.

 

η)   Οι ισχυρισμοί των Εναγομένου 1 ότι δήθεν ο Ενάγοντας του ζήτησε την υπογραφή των λευκών επιστολόχαρτων της Εναγομένης 3 διά το Γραφείο Εργασίας είναι αόριστοι χωρίς επεξήγηση.»

 

 

 

Είναι εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το Τεκμήριο 41 αποτελεί σύμβαση εντός της έννοιας του νόμου, με την αντιπαροχή να προκύπτει από το ίδιο το λεκτικό του.  Δεν επιδίκασε, βέβαια, ολόκληρο το ποσό στον εφεσίβλητο, για το λόγο ότι, μέσα από τη μαρτυρία του, προέκυπτε ότι αυτός εισέπραξε διάφορα ποσά, τα οποία και αφαίρεσε.  Αφαίρεσε, επίσης, το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία Peleza Κύπρου.  Το επιδικασθέν, τελικά, ποσό ανέρχεται σε £38.882,00.

 

2.  «Απ' ό,τι διεφάνη από το σύνολο της μαρτυρίας και είναι και εύρημα μας ο Εναγόμενος 1 ήτο ο 'διευθύνων νους' της Εναγόμενης 3.  Ο Εναγόμενος 1 είχε επίσης πληρεξούσιο έγγραφο (Τεκμ. 10) από τον Ενάγοντα το οποίο χρησιμοποιούσε και δι' εργασίες της Εναγόμενης 3».

 

 

 

  3.          «Οι 3 διευθυντές που ευρίσκοντο εις Κύπρο δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι διεξήγαγαν τις εργασίες κατά τον τρόπο που αυτοί επιθυμούσαν χωρίς καμιά ουσιαστική συμμετοχή των δύο άλλων διευθυντών που ευρίσκοντο εις το εξωτερικό.  Ο Ενάγοντας επέστρεψε εις Κύπρο λίγο πριν το τέλος 1987.  Οι 3 ως άνω αποτελούσαν την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου και του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας.» 

 

 

 

  4.  «Είναι παραδεκτό ότι η Εναγόμενη 3 προέβη σε ανέγερση των πολυκατοικιών με την επωνυμία Pelekanos Court 5 - 9.  Οι τελευταίες της εργασίες ήταν η πολυκατοικία Pelekanos Court 9 και το κτίριο των Γενικών Ασφαλειών της Τράπεζας Κύπρου.  Οι εργασίες αυτές αποπερατώθηκαν το 1987.  Μέχρι τότε η Εναγόμενη 3 ευρίσκετο σε επιχειρηματική δραστηριότητα, είχε μηχανήματα, εργατικό, τεχνικό και γραμματειακό προσωπικό.  Πωλούσε ακόμη υποστατικά κατά το έτος 1987 και 1988 (Βλ. Τεκμ. 109 και 110).

 

            Ο Εναγόμενος 1 ως Πρόεδρος της Εναγομένης 3 όπως δήλωσε εις το Δικαστήριο (συνεδρία 20.9.96) εύρισκε τις δουλειές διά την Εναγομένη 3, τα οικόπεδα δι' αγοράς ή αντιπαροχής και διεκπεραίωνε τις εργασίες και επιχειρηματικές δραστηριότητες της Εναγομένης 3.

 

            Παράλληλα όμως ως Διευθυντής και μέτοχος της Εναγομένης 4 αποφάσισε να δραστηριοποιήσει αυτή διότι όπως είπε ήλθε ο υιός του (Μ.Υ.1) και ο γαμπρός που ήταν της 'δουλειάς'.  ΄Αρχισε να την δραστηριοποιεί όπως είπε πριν την αγορά του πρώτου κτήματος στις 16.2.87 διά την Εναγόμενη 4 δι' εξασφαλίσεως χρηματοδοτήσεων.  Ο υιός του Μ.Υ.1 ισχυρίστηκε η δραστηριοποίηση της Εναγομένης 4 έγινε λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν εις Σαουδική Αραβία, οι Ενάγοντας και Αντώνης Πελεκάνος δεν επιθυμούσαν να επιστρέψουν εις τη χώρα αυτή και 'έπρεπε να κοιτάξουν και αυτοί το μέλλον τους' (Εναγόμενος 1, 2 και Μ.Υ.1).  Οι δηλώσεις αυτές δεικνύουν καθαρά τα κίνητρα των πιο πάνω.

 

            Εν συνεχεία η Εναγόμενη 4 διά του Εναγομένου 1 αγόρασε 4 τεμάχια γης στις 16.2.87, 2.4.87, 18.5.88 και 11.7.88 δι' ανέγερση πολυκατοικιών.  Οι δύο πρώτες πολυκατοικίες άρχισαν να κτίζονται τα έτη 1987 - 88.  Χρησιμοποιήθηκαν τα ίδια ονόματα διά τις πολυκατοικίες (Pelekanos Court) με αρίθμηση εκεί που έμεινε η τελευταία πολυκατοικία της Εναγομένης 3, χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν ταυτόσημα διαφημιστικά φυλλάδια διά την πώληση των όπου αναφέροντο οι αριθμοί τηλεφώνων της Εναγομένης 3 και η ίδια διεύθυνση (Βλ. Τεκμ. 17, 18, 19) και γενικά όλη η εργασιακή δυνατότητα και εμπορική εύνοια της Εναγομένης 3.

 

            ΄Ολα τα πιο πάνω τα γνώριζαν και οι Εναγόμενοι 2 και Μ.Υ.1 όπως προκύπτει από το σύνολο της ενώπιον μας αποδεκτής μαρτυρίας. 

 

            .........................................................................................................

 

            Η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγομένης 3, Εναγόμενοι 1, 2 και Μ.Υ.2, ουσιαστικά από το 1987 και εντεύθεν ανέστειλαν τις κύριες εργασίες της Εναγομένης 3 που ήτο η ανέγερση πολυκατοικιών και εκμετάλλευση των, την αδρανοποίησαν και 'διευθέτησαν' είτε νόμιμα είτε παράνομα και αντικαταστατικά (ως έχει αναφερθεί πιο πάνω) ώστε τα περιουσιακά της στοιχεία και άλλες εκκρεμότητες της όπως οι ισολογισμοί της, να διατεθούν ή τακτοποιηθούν με διάφορους τρόπους που έχουν περιγραφεί ή αναφερθεί.  ΄Επραξαν αυτά ως οι ίδιοι δήλωσαν (Εναγόμενος 1 και Μ.Υ.1) αλλά και όπως διαφαίνεται από το σύνολο της μαρτυρίας προκειμένου να προωθήσουν τα δικά τους αποκλειστικά συμφέροντα διά μέσου της Εναγομένης 4 αποκλείοντας τον Ενάγοντα και έτερο μέτοχο και Διευθυντή της Εναγομένης 3 Αντώνη Πελεκάνο.

 

            Ενεργώντας με τον τρόπο αυτό ιδιαίτερα ο Εναγόμενος 1, ο οποίος ουσιαστικά διεύθυνε την Εναγόμενη 3 είμαστε της γνώμης ότι παρέβη και το καθήκον που είχε προς την Εναγομένη 3 δι' επίδειξη φροντίδας και ικανότητας (duty of care and skill).  (Βλ. In Re City Ignitable Fire Insurance Co. (1925) Ch 407 την 428 και επόμενα).» 

 

 

 

5.    «΄Εχουμε τη γνώμη ότι εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης οι Εναγόμενοι 1, 2 και ο έτερος Διευθυντής (Μ.Υ.1), με τον τρόπο που ενήργησαν ανταγωνίζοντο την Εναγόμενη 3 μέσω της Eναγομένης 4 και των εργασιών της.  Ουσιαστικά τερμάτισαν τις περαιτέρω εργασίες και επιχειρηματική δραστηριότητα της Εναγομένης 3 χωρίς γνωστοποίηση εις τον Ενάγοντα και Αντώνη Πελεκάνο (Ετέρους 2 Διευθυντές και μετόχους) και διοχέτευσαν αυτές προς την Εναγομένη 4 κατά παράβαση του καθήκοντος εμπιστοσύνης και καλής πίστεως προς την Εναγομένη 3.   

 

       Η συμμετοχή των Εναγομένων 1 και 2 εις την Εναγομένη 4 από μόνη της είναι αντίθετη με το ΄Αρθρο 65 του καταστατικού (Τεκμ. 4) της Εναγομένης 3.  Εις το Gower εις τις σελ. 607 - 608 αναφέρεται ότι τρίτα πρόσωπα που εν γνώσει των συμμετέχουν στις παραβιάσεις των καθηκόντων εμπιστευτικότητας των Διευθυντών είναι εξίσου υπεύθυνοι ως εξ' αποτελέσματος εμπιστευματοδόχοι.  (Βλ. Selengor United Rubber Estates Ltd. v. Gradock (No. 2) (1968) 1 W.L.R. 1555, Karak Rubber Co. Ltd. v. Burden (No. 3) (1972) 1 W.L.R. 602).  Εδώ η γνώση των Εναγομένων 1 και 2 διά τα πιο πάνω ήτο η ίδια γνώση της Εναγομένης 4 και συνεπώς ευθύνεται ως εξ' αποτελέσματος εμπιστευματοδόχος.  Η συνομωσία ήτο των ιδίων προσώπων που ενεργούσαν και από τα δύο άκρη.»

 

 

 

  6.   «Χρήση προσωπικού, μηχανημάτων κ.τ.λ. της Εναγομένης 3 από την Εναγομένη 4.

 

            ... είναι δεδομένη και παραδεκτή από τους Εναγομένους.  Αυτοί 'φρόντισαν' εκ των υστέρων με την επιστολή ημ. 9.1.87 (Τεκμ. 29) πρακτικό Εναγομένης 3 ημ. 14.1.87 (Τεκμ. 83) και απαντητική επιστολή ημ. 16.1.87 (Τεκμ. 30) να 'νομοτυπήσουν' την συναλλαγή αυτή.  Παρατηρούμε όμως ότι οι Εναγόμενοι 1, 2 και Μ.Υ.1 όλοι Διευθυντές της Εναγομένης 3 και 4 ουδέποτε γνωστοποίησαν - αποκάλυψαν το συμφέρον τους εις τη σύμβαση αυτή εις το Διοικητικό Συμβούλιο της Εναγομένης 3 ως είχαν υποχρέωση.  Είναι αλήθεια ότι τα ατομικά συμφέροντα των εξυπηρετούντο έμμεσα.  Αυτό όμως δεν τους απαλλάσσει από την άνω υποχρέωση.

 

            Η άνω παράλειψη των συνιστά παράβαση του ΄Αρθρου 91 του Καταστατικού της Εναγομένης 3 και του ΄Αρθρου 191 του Κεφ. 113 και ταυτόχρονα παράβαση του καθήκοντος εμπιστοσύνης και καλής πίστεως προς την Εναγομένη 3.

 

            .........................................................................................................

 

            Το ίδιο συμβαίνει και με τις αγορές των γραφείων εις το Pelekanos Building (Τεκμ. 66, 37, 37(α) και ισογείου και διαμέρισμα εις το Pelekanos Court No. 9 (Τεκμ. 46) από τον Εναγόμενο 1.

 

            Τα Τεκμ. 82 και 84 δεν ικανοποιούν το ΄Αρθρο 91 του Καταστατικού (Τεκμ. 4) της εταιρείας (Εναγόμενη 3) και ΄Αρθρου 191 του Κεφ. 113.  Η αποκάλυψη του συμφέροντος του Εναγομένου 1 έπρεπε να γίνει εις το Διοικητικό Συμβούλιο της Εναγομένης 3, όπου μέλη ήτο κατά τον ουσιώδη χρόνο ο Ενάγοντας και ο Αντώνης Πελεκάνος.  Εις τα Τεκμ. 82 και 84 δεν φαίνεται κατά πόσο οι δύο αυτοί ειδοποιήθηκαν σχετικά και εις την περίπτωση του Ενάγοντα κατά πόσο έγινε χρήση του πληρεξούσιου εγγράφου Τεκμ. 10. 

 

            Τα όσα αναφέραμε πιο πάνω ισχύουν και διά την μεταφορά και πώληση εις την Εναγόμενη 4 περί τα τέλη 1988 όλου του εξοπλισμού της Εναγομένης 3 διά το ποσό των £42.000 πλην όμως δεν απεδείχθη αν από την άνω ενέργεια οι Εναγόμενοι 1 και 2 απεκόμισαν οιονδήποτε κέρδος.»

 

 

 

 7.  «Στις 22.12.87 μεταβιβάστηκαν στη Βάσω Αντρέα Σωκράτους, θυγατέρα του Εναγομένου 1, δύο οικόπεδα ... δυνάμει δωρεάς από την Εναγομένη 3 (Σχετ. και Τεκμ. 68).  Τα δύο οικόπεδα αυτά απεκτήθησαν νωρίτερα από την Εναγομένη 3 από τρίτο πρόσωπο διά το ποσό των £16.000 έκαστο.

 

          .........................................................................................................

 

Ο Εναγόμενος 1 και η Μ.Υ.2 ισχυρίστηκαν ότι τα δύο οικόπεδα αγοράσθηκαν από τον πρώτο και η 2η καταχώρησε το Δεκέμβριο 1984 χρέωση διά £32.000 στη μερίδα του Εναγομένου 1 που ήτο η αξία των δύο αυτών οικοπέδων.  Καμία αποδεκτή μαρτυρία προσεκομίσθη.  Απεναντίας τα πρακτικά της Εναγομένης 3 ημ. 9.12.87 (Εντός του Τεκμ. 68) το ίδιο το Τεκμ. 68 διαψεύδουν τον πιο πάνω ισχυρισμό.  Ούτε μας υπεδείχθη εις τα τόσα τεκμήρια που παρουσίασαν οι Εναγόμενοι οιαδήποτε χρέωση διά £32.000 διά τον Εναγόμενο 1.

 

.........................................................................................................

 

Καταλήγουμε ότι η άνω πράξη μεταβίβασης των δύο οικοπέδων διά δωρεάς είναι ultra vires του ιδρυτικού και καταστατικού της Εναγομένης 3.

 

.........................................................................................................

 

... λαμβάνομε υπόψη ότι η Βάσω Σωκράτους δεν είναι διάδικος, η μεταβίβαση έγινε και ότι δεν απεδείχθη η αξία των δύο οικοπέδων κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Πιστεύουμε ότι είναι ορθό και δίκαιο να μην εκδώσουμε οιανδήποτε διαταγή.»   

 

 

 

8.   «... οι εξελεγμένοι λογαριασμοί της Εναγομένης 3 διά τα έτη 1980 - 89 ... δεν παρουσιάζουν την αληθινή οικονομική κατάσταση της εταιρείας Εναγομένης 3.»

 

 

 

 9.   «Μισθοί και έξοδα Εναγομένου 1

 

          Είναι παραδεκτό από τον Εναγόμενο 1, και από τους Μ.Υ.2 και 3 ότι ο πρώτος με το Τεκμ. 32, επιστολή του ημ. 18.12.98 αξίωσε και χρέωσε την Εναγομένη 3 με ποσό £48.833 και £3.750 αντίστοιχα δι' αύξηση μισθού του διά τα έτη 1981 - 8/88 και κάλυψη εξόδων οχήματος διά τα έτη 1985 - 87.  ... Ουδεμία απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου υπήρξε και αυτό έγινε κατά παράβαση των ΄Αρθρων 83 και 109.  Με τον τρόπο αυτό ο Εναγόμενος 1 προσεπορίσθη περιουσιακά στοιχεία της Εναγομένης 3 χωρίς νομιμοποίηση.»

 

 

 

 10. «Παύση του Ενάγοντος και Αντώνη Πελεκάνου από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 3.

 

          .........................................................................................................

 

          Η απόφαση αυτή της εταιρείας κατά παράβαση του καταστατικού της εταιρείας ουδέποτε γνωστοποιήθηκε εις τους δύο παυθέντες διοικητικούς Συμβούλους (Βλ. ΄Αρθρο 97, 133 και επόμενα).» 

 

 

 

 11.  «... ο Ενάγοντας, δύο ημέρες πριν την καταχώρηση της παρούσας αγωγής ζήτησε να επιθεωρήσει τα βιβλία της Εναγομένης 3 και ο Εναγόμενος 1 το απαγόρευσε αυτό.  Λαμβάνοντας υπόψη την ιδιότητα του Ενάγοντα ως Διοικητικού Συμβούλου ευρίσκουμε ότι η ενέργεια αυτή του Εναγόμενου 1 έγινε κατά παράβαση του καταστατικού (Τεκμ. 4) ΄Αρθρο 126 και του Νόμου Κεφ. 113 ΄Αρθρο 141(3).»

 

 

 

 12.       «Εις την παρούσα αγωγή, όπως έχουμε ήδη αναφέρει στη σελ. 26 της απόφασης μας, το Δικαστήριο με άλλη σύνθεση στις 30.7.88 επέτρεψε την συνέχιση της αγωγής με τον τρόπο που αυτή κατεχωρήθη και συνεπώς δεν μπορούμε κατά τη γνώμη μας να επέμβουμε εις την απόφαση αυτή έστω και αν το επιθυμούσαμε.»

 

 

 

Με την έφεση, προσβάλλονται, στην ουσία, τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία του εφεσίβλητου, των κεντρικών μαρτύρων Υπεράσπισης - Χρ. Πελεκάνου και της Μ. Παναγίδου - αλλά και των λοιπών μαρτύρων Υπεράσπισης - (Λόγοι έφεσης 1, 3, 4, 5, 6, 7, 13, 15, 16, 17).  Αμφισβητούνται, επίσης, ευρήματα και, γενικά, διαπιστώσεις αναφορικά με διάφορα επί μέρους ζητήματα, τα οποία, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, δεν ήταν επίδικα και δεν αξιώνετο γι' αυτά θεραπεία, η οποία, όμως, εδόθη.  Πρόκειται για τα Διατάγματα Αρ. 3, 4, 5, 6, 7.

 

Η κρίση της αξιοπιστίας των μαρτύρων και η διαπίστωση των γεγονότων είναι καλά νομολογημένο ότι είναι έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Το πρωτόδικο δικαστήριο, παρακολουθώντας τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, βρίσκεται σε καλύτερη θέση να κρίνει την αξιοπιστία τους, απ' ό,τι το Εφετείο, μέσα από το γραπτό μόνο λόγο.  Δυνατότητα επέμβασης από το Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με τη νομολογία, παρέχεται μόνο, εφόσον τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική και δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, ή όταν τα συμπεράσματά του είναι, εξ αντικειμένου, παράλογα ή αυθαίρετα - (βλ. Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614.).

 

Ο συνήγορος των εφεσειόντων αναφέρθηκε, με περισσή λεπτομέρεια, στο καθετί που θα μπορούσε να πλήξει τις καταλήξεις για την αξιοπιστία των μαρτύρων.  Μας παρέπεμψε σε πλείστα όσα σημεία της μαρτυρίας και των δύο πλευρών, από τα οποία, εισηγείται, προκύπτει το εξωπραγματικό των θέσεων του εφεσίβλητου και το λογικό και αληθινό των θέσεων των εφεσειόντων, ώστε τα σχετικά ευρήματα να μη δικαιολογούνται.

 

Σε σχέση με το Τεκμήριο 41, υπέβαλε ότι, διαζευκτικά και ανεξάρτητα από την αποδοχή της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και την κατάληξη περί της αυθεντικότητάς του, το εύρημα ότι το έγγραφο αποτελεί σύμβαση είναι νομικά εσφαλμένο, ελλείψει αντιπαροχής.  Σύμφωνα με το συνήγορο, η μετάβαση του εφεσίβλητου στη Σαουδική Αραβία, η οποία έγινε δεκτό από το Δικαστήριο ότι αποτελεί αντιπαροχή, αποτελούσε υποχρέωσή του, με συνακόλουθο το εσφαλμένο της κατάληξης.  Περαιτέρω, και εάν ακόμη η κατάληξη κριθεί νομικά ορθή, η επιδίκαση τόκου δεν δικαιολογείται στη βάση της μαρτυρίας.

 

΄Εχουμε εξετάσει όλα όσα ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε ότι δεν δικαιολογούν τα πρωτόδικα ευρήματα.  Δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα είτε στον τρόπο με τον οποίο το Δικαστήριο προσήγγισε και αξιολόγησε γενικά τη μαρτυρία είτε σε ό,τι τελικά κατέληξε ότι προέκυπτε νομικά.  Προτού καταλήξει σε ευρήματα, το Δικαστήριο  έστρεψε την προσοχή του σε κάθε ενέργεια την οποία ο εφεσίβλητος καταλόγιζε στους εφεσείοντες και την εξέτασε, σε συσχετισμό με αδιαμφισβήτητα γεγονότα και το σύνολο της μαρτυρίας.  Ανάλυσε και επεξήγησε με λεπτομέρεια γιατί δεν αποδέχεται τη μαρτυρία των εφεσειόντων.  Τα διάφορα, επίσης, στοιχεία, τα οποία παρέθεσε ως επισφραγίζοντα την αλήθεια της εκδοχής του εφεσίβλητου σε σχέση με το Τεκμήριο 41, εξεταζόμενα στο πλέγμα των σχέσεων, εύλογα υποστηρίζουν την εκδοχή την οποία έχει αποδεχθεί.  Ο εφεσίβλητος, ως Διευθυντής της εφεσείουσας 3 στο εξωτερικό, δεν είχε λόγο να έχει στην κατοχή του υπογεγραμμένα εν λευκώ επιστολόχαρτα της εφεσείουσας 3, όπως ισχυρίστηκε ο Χρ. Πελεκάνος.  Οι αιτιάσεις των εφεσειόντων σε σχέση με το Τεκμήριο 41 δεν  ευσταθούν.  Ανεξάρτητα από το όποιο όφελος είχε ο εφεσίβλητος από τη μετάβασή του στη Σαουδική Αραβία, υπήρχε όφελος για την εφεσείουσα 3 - διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων της - κι αυτό αποτελούσε αντιπαροχή.

 

Η αναφορά, μεταξύ άλλων, στο Τεκμήριο 41 ότι:  «Γ)  ΕΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΔΥΝΑΤΕΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΤΕΣ ΩΣ ΑΝΩ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ ΕΓΩ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΝΑ ΤΟΥ ΤΑ ΠΛΗΡΩΣΩ ΕΙΤΕ ΑΠΟ ΧΡΗΜΑΤΑ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Η ΑΝ ΔΕΝ ΕΧΩ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΠΟΥ ΕΧΩ ΕΙΣ ΤΗΝ BRITISH BANK OF THE MIDDLE EAST ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ.» καθιστά το εύρημα για προσωπική ευθύνη του Χρ. Πελεκάνου νομικά ορθό.  Η έλλειψη δύο υπογραφών σ' αυτό δεν επηρεάζει την ευθύνη του.  Θέτοντας την υπογραφή του κάτω από τη σφραγίδα της εταιρείας δέσμευε, ως Διευθυντής, την εφεσείουσα 3 και, σε συνδυασμό με το περιεχόμενό του, τον ίδιο προσωπικά. 

 

Από το ποσό του Τεκμηρίου 41 (£96.951,00), όπως έχουμε ήδη αναφέρει, αφαιρέθηκαν, εκτός των ποσών που εισέπραξε ο εφεσίβλητος, και το ποσοστό της συμμετοχής του (35% του 71%) στο μετοχικό κεφάλαιο της Peleza Κύπρου.  Στη μαθηματική πράξη υπολογισμού του ποσού αυτού, συμφωνούμε με το συνήγορο των εφεσειόντων ότι υπάρχει μαθηματικό λάθος.  Το ορθό ποσό που θα έπρεπε να είχε αφαιρεθεί είναι £57.155,00 αντί £40.580,00, με αποτέλεσμα το συνολικό οφειλόμενο υπόλοιπο να είναι £22.307,00 αντί £38.882,00.

 

Η κατάληξη σε σχέση με τον τόκο 9% επί του οφειλομένου ποσού στηρίζεται στο Τεκμήριο 41, το οποίο ρητά προβλέπει για τόκο.  Η μη επιδίκαση τόκου εναντίον της εφεσείουσας 3 δεν προσβάλλεται και δεν θα μας απασχολήσει. 

 

Οι λόγοι έφεσης 8, 9, 10, 11 και 12 αφορούν στα εκδοθέντα διατάγματα υπό στοιχεία 3, 4, 5, 6 και 7.  Διατείνονται οι εφεσείοντες ότι αυτά εσφαλμένα εκδόθηκαν χωρίς να ζητούνται με την ΄Εκθεση Απαίτησης.  Δεν συμφωνούμε.  Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 31 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), υπάρχει στο Δικαστήριο εξουσία παροχής σε διάδικο θεραπείας, την οποία, εκ του νόμου, δικαιούται, έστω και αν δεν την αξιώνει ρητά.  Τα διάφορα γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στα διατάγματα, εκτίθενται στην ΄Εκθεση Απαίτησης και ακούστηκε επί αυτών μαρτυρία.  Συνεπώς, η έκδοσή τους ήταν δικονομικά εφικτή - (βλ. Kennedy Hotels Ltd. v. Haig Indirdjan (1992) 1 Α.Α.Δ. 400).  Τα εν λόγω διατάγματα αφορούν στις διάφορες ενέργειες και παραβάσεις, τις οποίες το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε, στη βάση της μαρτυρίας που απεδέχθη. 

 

Διατείνονται, επίσης, οι εφεσείοντες ότι τα διατάγματα εκδόθηκαν ως αποτέλεσμα εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας και παραπέμπουν σε σχετικά σημεία αυτής.  Η πτυχή αυτή των λόγων έφεσης συμπλέκεται, σε βαθμό που δεν μπορεί να διαχωριστεί, με τους λόγους έφεσης που αφορούν στην αξιοπιστία της μαρτυρίας, με τους οποίους έχουμε ήδη ασχοληθεί.  Τα όσα αναφέραμε, σε σχέση με την αξιοπιστία, επισφραγίζουν το αποτέλεσμα και εδώ. 

 

΄Ενα άλλο ζήτημα, το οποίο απασχόλησε πρωτοδίκως είναι το κατά πόσο ο εφεσίβλητος, όντας μέτοχος και Διευθυντής της εφεσείουσας 3, είχε δικαίωμα να καταχωρίσει την αγωγή στην έκταση που αφορούσε τις ενέργειες της εφεσείουσας 3 και των διευθυντών της.  Το ζήτημα αυτό τέθηκε από τους εφεσείοντες στο αρχικό στάδιο της αγωγής, με αίτησή τους για παραμερισμό.  Εξετάστηκε μαζί με άλλες πτυχές και το Δικαστήριο, με διαφορετική σύνθεση, απέρριψε την αίτηση.  Οι εφεσείοντες επανήλθαν, στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων, για να ζητήσουν όπως η εν λόγω ενδιάμεση απόφαση αναθεωρηθεί.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν μπορούσε να την εξετάσει.  Αυτό, όπως και η ουσία της ενδιάμεσης απόφασης, προσβάλλονται με το 14ο λόγο έφεσης. 

 

Ως προς το πρώτο σκέλος, η πρωτόδικη θεώρηση του πράγματος είναι, κατά την άποψή μας, ορθή.  Δεν παρείχετο εξουσία στο Επαρχιακό Δικαστήριο να ελέγξει την ορθότητα της προηγούμενης ενδιάμεσης απόφασής του.  Ως προς το δεύτερο σκέλος, έχουμε τη γνώμη ότι δεν δικαιολογείται η επίκριση σε ο,τιδήποτε το ουσιώδες.  Απεναντίας, με το ωφέλημα της μεταγενέστερης γνώσης που έχει προκύψει με τη σε βάθος εξέταση των διαφόρων πτυχών της υπόθεσης, μέσω της μαρτυρίας που προσκομίστηκε, θα λέγαμε ότι επιβεβαιώνεται η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης.

 

Με τον τελευταίο λόγο έφεσης προσβάλλεται η απόρριψη της ανταπαίτησης των εφεσειόντων με έξοδα.  Η ανταπαίτηση, υπέβαλαν, απεσύρθη με επιφύλαξη δικαιωμάτων και απερρίφθη στις 2/5/1996 και δεν υπήρχε κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου, για να απορριφθεί.  Πράγματι προκύπτει από το πρακτικό ημερομηνίας 2/5/1996 η απόρριψη της ανταπαίτησης «... με έξοδα αυτά τα οποία δημιουργήθηκαν σαν αποτέλεσμα της εισαγωγής και στη συνέχεια της απόσυρσης της ανταπαίτησης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα πληρωθούν στο τέλος της δίκης».  Αυτός ο λόγος σε σχέση με την απόρριψη της ανταπαίτησης με έξοδα στο τέλος της δίκης ευσταθεί.

 

Η αφαίρεση του ποσού των £40,580,00 - το ορθό είναι £57.155,00 -  προσβάλλεται και με την αντέφεση.  Εσφαλμένα, διατείνεται ο εφεσίβλητος, αφαιρέθηκε το ποσό αυτό, ελλείψει αποδεικτικού υλικού, το οποίο να το  δικαιολογεί.  Η Peleza Κύπρου δεν ήταν διάδικος και ούτε οι εφεσείοντες, με το δικόγραφό τους, το απαιτούσαν. 

 

Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση αυτή.  Οι εφεσείοντες έθεσαν το ζήτημα με την Υπεράσπισή τους, ισχυριζόμενοι ότι ο εφεσίβλητος συμφώνησε όπως η εφεσείουσα 3 οποιαδήποτε ποσά καταβάλλει για λογαριασμό του στην Peleza Κύπρου να τα αφαιρεί.   Δόθηκε μαρτυρία αναφορικά με το τι δαπανήθηκε για την αγορά του κτήματος στο Πισσούρι, όπως και ότι υπήρξε μεταβίβαση μετοχών από τους Σαουδάραβες μετόχους στους Κύπριους μετόχους, περιλαμβανομένου και του εφεσίβλητου, ο οποίος για τις μετοχές του στην Peleza Κύπρου κανένα ποσό δεν κατέβαλε.  Η αντέφεση, σε σχέση με το σημείο αυτό, δεν ευσταθεί.

 

Τέλος, με την αντέφεση προσβάλλεται και η κατάληξη ότι δεν παρείχετο δυνατότητα έκδοσης θεραπείας αναφορικά με τη διά δωρεάς μεταβίβαση από την εφεσείουσα 3 στη Βάσω Σωκράτους δύο οικοπέδων.  ΄Ηταν η εισήγηση του συνηγόρου του εφεσίβλητου ότι, δεδομένου του ευρήματος της διά δωρεάς μεταβίβασης των οικοπέδων κατά παράβαση των προνοιών του καταστατικού της εφεσείουσας 3, παρείχετο δυνατότητα αυτεπάγγελτης χρήσης από το Δικαστήριο της Δ.9, θ.10, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με σκοπό την ακύρωση της μεταβίβασης ή, διαζευκτικά, την έκδοση απόφασης υπέρ της εφεσείουσας 3 για το ποσό των £45.000,00, το οποίο ήταν η εκτιμημένη αξία των οικοπέδων. 

 

Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση.  Η όποια συνένωση της Βάσως Σωκράτους δεν μπορούσε να γίνει μετά την ολοκλήρωση της υπόθεσης,  αλλά ούτε και η εκτιμημένη αξία για σκοπούς μεταβίβασης στο Κτηματολόγιο μπορούσε να θεωρηθεί από το Δικαστήριο ως η πραγματική αξία των οικοπέδων.  Και αυτός ο λόγος αντέφεσης απορρίπτεται.

 

Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς και ως αποτέλεσμα:-

 

(α)  Το μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά στο οφειλόμενο δυνάμει του Τεκμηρίου 41 ποσό παραμερίζεται και αντικαθίσταται με απόφαση για το ποσό των £22.307,00.

 

(β)      Η  δεύτερη  διαταγή  για  απόρριψη  της  ανταπαίτησης  με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου παραμερίζεται.

 

  Ως προς τα λοιπά η έφεση απορρίπτεται.  Επιδικάζεται υπέρ των εφεσειόντων το 1/3 των εξόδων.

 

Η αντέφεση απορρίπτεται, χωρίς διαταγή για έξοδα.

 

 

 

 

 

 

                                                                               Γ. Νικολάου, Δ.

 

 

 

 

 

                                                                               Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.

 

 

 

 

 

                                                                               Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο