ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αίτηση Αρ. 127/2005
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου
του 1964
και
Αναφορικά με την αίτηση της VODAFONE GROUP PLC από τη
Μεγάλη Βρετανία για άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση
προνομιακών διαταγμάτων τύπου CERTIORARI ή/και PROHIBITION ή/και MANDAMUS
και
Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στις 7.10.2005
και της απόφασης ημερομηνίας 16.12.2005 για έγκυρη έκδοση του στην Αγωγή Αρ. 7600/2005 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας
μετά από μονομερή αίτηση των VODAFONE GROUP PLC εκ Μεγάλης Βρεττανίας.
______________
Ρ. Ερωτοκρίου με Α. Αργυρού, για τους Αιτητές
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η VODAFONE GROUP PLC, εταιρεία από τη Μεγάλη Βρεττανία, σε αγωγή της ζήτησε μονομερώς την έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο με τον όρο υπογραφής εγγύησης £50.000. Την εγγύηση υπέγραψε πρόσωπο, υπάλληλος της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, το οποίο προφανώς εξουσιοδοτήθηκε από την πιο πάνω Βρεττανική εταιρεία να πράξει τούτο.
Με την παρούσα τους αίτηση οι αιτητές, Vodafone (Cyprus) Ltd ζητούν άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διαταγμάτων Certiorari, Prohibition και Mandamus, όπως αναφέρουν στο αιτητικό. Προφανώς όμως το τι ζητούν είναι μόνο άδεια για διάταγμα Certiorari για ακύρωση του εν λόγω διατάγματος, ημερομηνίας 7.10.2005, καθώς και της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερομηνίας 16.12.2005, στην οποία έκρινε ότι εγκύρως εκδόθηκε το διάταγμα, αφού η υπογραφείσα εγγύηση ικανοποιούσε τις πρόνοιες του άρθρου 9(2) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.
Ήταν η θέση των αιτητών πως η υπογραφή της εγγύησης από το πρόσωπο που την υπέγραψε δεν ικανοποιούσε τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου, αφού δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως προσωπική εγγύηση. Η θέση αυτή τροποποιήθηκε αργότερα μετά από υπόδειξη του Δικαστηρίου πως εν όψει του ότι οι αιτητές ήταν εταιρεία, κάποιο εξουσιοδοτημένο φυσικό πρόσωπο θα έπρεπε να υπογράψει δεσμεύοντας την εταιρεία. Η τροποποίηση της θέσης τους ήταν ότι, εν όψει των στοιχείων που τέθηκαν στην υπόθεση, δεν υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία που να δείχνει ότι υπήρξε έγκυρη εξουσιοδότηση του εν λόγω προσώπου από την εταιρεία.
Σε άλλη παρατήρηση του Δικαστηρίου, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών δέχθηκε ότι ο μόνος λόγος για τον οποίον ζητούσαν ακύρωση του διατάγματος ήταν η μη έγκυρη, κατά την εισήγησή τους, εγγύηση που δόθηκε. Το Δικαστήριο κατ΄ακολουθία παρατήρησε πως έτσι δεν ετίθετο θέμα ακύρωσης του διατάγματος, αλλά υπογραφής ικανοποιητικής εγγύησης εκ μέρους των αιτητών άμα τη υπογραφή της οποίας θα ίσχυε το διάταγμα.
Αυτό είναι θέμα, στο οποίο δεν μπορεί να επέμβει το Δικαστήριο. Δεν μπορεί για το λόγο αυτό να ακυρώσει το διάταγμα, έστω και αν η θέση ότι η εγγύηση δεν ήταν έγκυρη ήταν ορθή. Το Δικαστήριο είχε εκδώσει το διάταγμα με την προϋπόθεση υπογραφής έγκυρης εγγύησης ως οι οδηγίες του και το διάταγμα θα ετίθετο σε ισχύ αν υπογραφόταν τέτοια εγγύηση. Έτσι, εν ουδεμιά περιπτώσει τίθεται θέμα ακύρωσης του διατάγματος αυτού καθ΄εαυτού.
Προφανώς όμως, διαβλέποντας το πιο πάνω κώλυμα, οι αιτητές προχώρησαν ακόμη ένα στάδιο προτού υποβάλουν την παρούσα αίτηση. Έθεσαν το θέμα ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα, προσβάλλοντας την εγκυρότητα της εγγύησης που είχε δοθεί. Το Δικαστήριο, αφού άκουσε την εισήγηση, έκρινε πως από τα στοιχεία που είχε ενώπιον του, εκείνος που υπέγραψε την εγγύηση ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος από αρμόδιο πρόσωπο, ήτοι το γραμματέα της Βρεττανικής εταιρείας, που από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν είχε δικαίωμα να μεταβιβάζει σε άλλο πρόσωπο τις εξουσίες που είχε ως γραμματέας της εταιρείας, Έτσι, οι αιτητές πέρα από το αίτημά τους που οδηγεί σε ακύρωση του διατάγματος, ζητούν με την παρούσα αίτηση και άδεια για καταχώρηση αίτησης για Certiorari, για ακύρωση της πιο πάνω κρίσης του Δικαστηρίου, αναφορικά με την εγκυρότητα της εγγύησης.
Επισημαίνω πως ούτε το αίτημα τους αυτό μπορεί να ικανοποιηθεί. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστή ήταν αποτέλεσμα συνεκτίμησης μαρτυρίας και στοιχείων που είχε ενώπιόν του, αξιολόγησης τους και τελικής απόφασης επί τούτων. Είναι νομολογημένο ότι σε διαδικασία για έκδοση προνομιακών διαταγμάτων δεν κρίνεται η ορθότητα μιας απόφασης αλλά η νομιμότητά της. Ο έλεγχος της ορθότητας μπορεί να γίνει μόνο από το Εφετείο στο ένδικο μέσο έφεσης (Karaolis Development Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1004, Marewave Shipping & Trading Co. Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).
Όπως λέχθηκε και στην In Re Kyprianou (1988) 1 C.L.R. 40:
"It is plain that Certiorari will not issue as the cloak of an appeal in disguise. It does not lie in order to bring up an order or decision for rehearing of the issue raised in the proceedings. It exists to correct error of absence of, or excess of, jurisdiction where shown."
Διαφορετική θα ήταν η κατάσταση εάν υπήρχε νομικό σφάλμα, το οποίο ήταν καταφανές από τα πρακτικά, κάτι που όμως δεν συμπεριλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις εν γένει. (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126, Ιn re Arghyrides (1987) 1 C.L.R. 30, In re HadjiSoteriou (1986) 1 C.L.R. 429, Ξάνθος Λυσιώτης & Υιός Λτδ (Αρ.1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 739).
Eν όψει των πιο πάνω η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.