ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Vuitton ν. Δέρμοσακ Λτδ και άλλης (1992) 1 ΑΑΔ 1453
Stavros Hotels Apartments Ltd και Άλλοι (Aρ.2) (1994) 1 ΑΑΔ 836
B.P. Cyprus Ltd (1996) 1 ΑΑΔ 861
Resola (Cyprus) Ltd. ν. Xάρη Xρίστου (1998) 1 ΑΑΔ 598
Γεώργιου Χριστοδούλου κ.α. ν. Antonious MFM Vraets (1999) 1 ΑΑΔ 1475
Παναγιώτου Kυριάκος ν. Σταυρινής Kολλάτου (1999) 1 ΑΑΔ 1306
Ahmad Zein κ.α. ν. Παράσχος Κ. Καμπανέλλας Λτδ (2000) 1 ΑΑΔ 606
Phasarias C. (Automotive Centre) Ltd. ν. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ. (2001) 1 ΑΑΔ 785
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2005) 1 ΑΑΔ 1165
22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΟΥ ΆΛΛΩΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΟΥ ΚΟΥΤΣΟΥ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη 2,
v.
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 11927, 11928)
Αποφάσεις και Διατάγματα ― Προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μετά από μονομερή αίτηση ― Υποχρέωση για πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων ― Συνιστά προϋπόθεση για εξασφάλιση του διατάγματος χωρίς προειδοποίηση στον αντίδικο ― Το κριτήριο είναι κατά πόσο η μη αποκάλυψη συγκεκριμένων γεγονότων συνιστά εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, οπόταν στην απουσία του η απόφαση του Δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής.
Αποφάσεις και Διατάγματα ― Προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μετά από μονομερή αίτηση χωρίς να έχει καταδειχθεί το επείγον της έκδοσης του σύμφωνα με το Άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 ― Είναι άκυρο λόγο έλλειψης δικαιοδοσίας ― Το επείγον για την παροχή θεραπείας αποτελεί προϋπόθεση για την επίκληση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Kεφ. 6.
Αποφάσεις και Διατάγματα ― Παρεμπίπτον διάταγμα, απαγορευτικό της αποξένωσης ή επιβάρυνσης ακινήτου των εναγομένων ― Δεν είναι αναγκαία η προσαγωγή μαρτυρίας για πρόθεση των εναγομένων για αποξένωση ή επιβάρυνση ― Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος.
Η εφεσίβλητη τράπεζα με δύο ξεχωριστές μονομερείς αιτήσεις ζήτησε την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων με τα οποία να εμποδίζεται η εφεσείουσα να μεταβιβάσει, πωλήσει, επιβαρύνει ή αποξενώσει 86.666 μετοχές της εταιρείας Δ. Ι. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ. (πρώτη αίτηση ) και δύο οικόπεδα στην περιοχή του Δήμου Αγλαντζιάς ( δεύτερη αίτηση). Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέκρινε την πρώτη αίτηση και το προσωρινό διάταγμα για τις μετοχές και το όρισε επιτρεπτό στις 4.8.2003. Το δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως η δεύτερη αίτηση που αφορούσε τα οικόπεδα επιδοθεί στην εφεσείουσα.
Η εφεσείουσα καταχώρησε ένσταση και στις δύο αιτήσεις. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άκουσε και τις δύο αιτήσεις και εξέδωσε μια ενιαία απόφαση που αφορά και τις δύο αιτήσεις αφού υποστηρίζονται από πανομοιότυπες ένορκες δηλώσεις και η επιχειρηματολογία των δικηγόρων των διαδίκων ήταν η ίδια.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο οριστικοποίησε το προσωρινό διάταγμα όσον αφορά τις μετοχές και εξέδωσε διάταγμα όσον αφορά τα δύο οικόπεδα.
Η εφεσείουσα καταχώρησε τις παρούσες εφέσεις προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης:
1. Απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων. Τα γεγονότα αυτά ήταν ή προώθηση πώλησης των ενυποθήκων κτημάτων από την εφεσίβλητη μέσω του Κτηματολογίου και το γεγονός ότι η εφεσείουσα ήταν σύζυγος του εναγομένου αρ.3, κύριου μετόχου της εναγομένης αρ. 1 εταιρείας.
2. Δεν απεδείχθη « το επείγον» της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος το οποίο εκδόθηκε μονομερώς για τις μετοχές, ούτε υφίσταντο οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση μονομερούς θεραπείας.
3. Κακώς εκδόθηκε το διάταγμα γιατί με αυτό η εφεσίβλητη επιζητά επιπρόσθετες εξασφαλίσεις, ενώ, «είχε αποδεχθεί συγκεκριμένες εξασφαλίσεις συμβατικά και κατόπιν συμβιβασμού πρόσφατα».
4. «Δεν απεδείχθη οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημία ή ο κίνδυνος μη είσπραξης οποιουδήποτε ποσού με τη έκδοση των διαταγμάτων, ή ότι το ισοζύγιο ευχέρειας απέκλινε προς όφελος έκδοσης των διαταγμάτων».
5. «Δεν κατεδείχθη ο κίνδυνος μεταβίβασης και/ή αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων και το Δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε και/ή εφάρμοσε την νομολογία επί του θέματος».
6. «Η εφεσίβλητη δεν προσέρχεται με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο και/ή με δίκαιο τρόπο, γεγονός το οποίο το Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη του».(Ο λόγος αυτός αναφέρεται και πάλιν στην απόκρυψη γεγονότων από την εφεσίβλητη και στο θέμα της, κατ' ισχυρισμό, παράλειψης της εφεσίβλητης να προειδοποιήσει την εφεσείουσα για τους κινδύνους που αναλάμβανε λόγω της εγγύησης που θα παράσχει).
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το κριτήριο είναι κατά πόσο η μη αποκάλυψη συγκεκριμένων γεγονότων συνιστά εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, οπόταν στην απουσία του η απόφαση του Δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής. Στην παρούσα υπόθεση η μη αποκάλυψη των γεγονότων τα ποία επικαλείται η εφεσείουσα αναφορικά με την προώθηση πώλησης των ενυποθήκων κτημάτων, δεν ήταν τέτοιας ουσιώδους σημασίας που δυνατό να επηρέαζε τη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ούτε και έχει σημειωθεί κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας αφού δεν προωθούντο δύο παράλληλα ένδικα μέσα. Ούτε η παράλειψη της εφεσίβλητης να αποκαλύψει στο δικαστήριο ότι η εφεσείουσα ήταν σύζυγος του εναγομένου αρ. 3, κύριου μετόχου της εναγομένης αρ.1 εταιρείας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν ουσιώδης.
2. Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας περί μη αποδείξεως του κατεπείγοντος της έκδοσης του διατάγματος για τις μετοχές είναι ορθός αφού η εφεσίβλητη βασίζει το κατεπείγον, πρώτο στο ύψος του ανασφάλιστου χρέους, το οποίο δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι καταδεικνύει το κατεπείγον και δεύτερο στο ενδεχόμενο η εφεσείουσα να μεταβιβάσει τις μετοχές, που είναι μια αόριστη πιθανότητα χωρίς οποιεσδήποτε ενδείξεις περί τούτου.
3. Η εφεσίβλητη έχει καταδείξει ότι το μεγαλύτερο μέρος του κατ' ισχυρισμό χρέους παραμένει χωρίς εξασφάλιση. Ούτε είναι αποδεκτό γεγονός ότι τα μέρη στη διαδικασία είχαν προέλθει σε συμβιβασμό πριν την έγερση της αγωγής.
4. Η προσαχθείσα μαρτυρία στη βάση της οποίας κρίθηκε ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας ήταν υπέρ της εφεσίβλητης ήταν επαρκής.
5. Δεν είναι αναγκαίο να αποδειχθεί με μαρτυρία η πρόθεση του εναγομένου για αποξένωση ή επιβάρυνση. Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Η έκδοση του διατάγματος που αφορά τα δύο ακίνητα στην Αγλαντζιά ήταν επιτρεπτή, δίκαιη και πρόσφορη.
6. Ο λόγος έφεσης υπ' αρ. 6, ανωτέρω, δεν ευσταθεί όπως αναπτύσσεται στο περίγραμμα της εφεσείουσας αλλά ούτε και η ένορκη δήλωση της εφεσείουσας φαίνεται να αναφέρεται στο θέμα που εγείρεται με αυτόν.
Η έφεση αρ. 11927 που αφορά τα οικόπεδα απορρίφθηκε με έξοδα.
Η έφεση αρ. 11928 που αφορά τις μετοχές επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Resola Cyprus Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598,
Χριστοδούλου ν. Antonious M.F.M. Vracts (1999) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1475,
Δήμος Πάφου ν. Βοσκού (2001) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1168,
In Re Stavris Gitek Apartments Ltd. (1994) 1 A.A.Δ 836,
In Re B.P. Cyprus Ltd. (1996) 1 (Β) Α.Α.Δ. 861,
Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453,
Zein κ.ά. ν. Π. Κ. Καμπανελλά Λτδ. (2000) 1 (Α) Α.Α.Δ. 606,
C. Phasarias (Αuto Centre) Ltd ν. Σκυρ. «Λεωνίκ» Λτδ. (2001) 1 (Β) Α.Α.Δ. 785.
Εφέσεις.
Εφέσεις από την εναγόμενη 2 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 23/12/03 (Αρ. Αγωγής 8078/03) με την οποία αποδέκτηκε και τις δύο αιτήσεις της ενάγουσας Τράπεζας και οριστικοποίησε το προσωρινό διάταγμα για μη αποξένωση από την εναγόμενη 2 86.666 μετοχών της σε εταιρεία και εξέδωσε το αιτηθέν διάταγμα για μη πώληση δύο ενυπόθηκων κτημάτων της, ως εγγυήτριας της εναγόμενης εταιρείας 1 για χρέος αυτής προς την Τράπεζα το οποίο προήλθε από πιστωτικές διευκολύνσεις και δάνεια που παραχωρούντο δυνάμει σχετικής συμφωνίας προς την εναγόμενη 1.
Χρ. Κληρίδης, για την Εφεσείουσα-Εναγόμενη 2.
Μ. Κωνσταντίνου για Α. Πασχαλίδη, για τους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Μ. Κρονίδη.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη, η Ελληνική Τράπεζα Λτδ., ήγειρε αγωγή στις 24.7.2003 εναντίον της εταιρείας TASNI TRADING CO. LTD., της εφεσείουσας Αναστασίας Κιτρομηλίδου Κουτσού και του Νίκου Κουτσού αξιώνοντας απόφαση εναντίον τους για το ποσό των £701.755,07 πλέον τόκους προς 10,50% από 1.7.2003.
Το κατ' ισχυρισμό χρέος προς την Τράπεζα προήλθε από πιστωτικές διευκολύνσεις και δάνεια που παραχωρούντο δυνάμει σχετικής συμφωνίας προς την πρώτη εναγομένη (TASNI TRADING CO. LTD.) με την εγγύηση της εφεσείουσας και του Νίκου Κουτσού.
Τέσσερις μέρες μετά την καταχώρηση της αγωγής η εφεσίβλητη Τράπεζα με δύο ξεχωριστές μονομερείς αιτήσεις ζήτησε την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων με τα οποία να εμποδίζεται η εφεσείουσα να μεταβιβάσει, πωλήσει, επιβαρύνει ή άλλως πως αποξενώσει 86.666 μετοχές της εταιρείας Δ. Ι. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ. (αντικείμενο της πρώτης αίτησης) και δύο οικόπεδα στην περιοχή του Δήμου Αγλαντζιάς (αντικείμενο της δεύτερης αίτησης). Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέκρινε την πρώτη αίτηση και εξέδωσε μονομερώς το προσωρινό διάταγμα για τις μετοχές και το όρισε ως επιστρεπτέο στις 4.8.2003. Όσον αφορά την δεύτερη αίτηση που αφορούσε τα δύο οικόπεδα έδωσε οδηγίες όπως αυτή επιδοθεί στην εφεσείουσα.
Η εφεσείουσα καταχώρησε ένσταση και στις δύο αιτήσεις συνοδευόμενη από πολυσέλιδη ένορκη δήλωση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο άκουσε και τις δύο αιτήσεις διαδοχικά και εξέδωσε μια ενιαία απόφαση που αφορά και τις δύο αιτήσεις, αφού, όπως ορθά αναφέρει, και οι δύο αιτήσεις υποστηρίζονται από πανομοιότυπες ένορκες δηλώσεις και την ίδια επιχειρηματολογία από τους δικηγόρους των διαδίκων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με την εμπεριστατωμένη απόφαση του οριστικοποίησε το προσωρινό διάταγμα όσον αφορά τις μετοχές και εξέδωσε διάταγμα όσον αφορά τα δύο οικόπεδα.
Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης καταχωρήθηκαν από την εφεσείουσα δύο εφέσεις. Η πρώτη αφορά το προσωρινό διάταγμα για τα δύο οικόπεδα και προβάλλονται 7 λόγοι έφεσης και η δεύτερη αφορά τις μετοχές και προβάλλονται 8 λόγοι έφεσης. Οι δύο εφέσεις ακούστηκαν μαζί λόγω της ταύτισης γεγονότων και επιχειρηματολογίας, αλλά κυρίως γιατί οι 7 λόγοι έφεσης είναι οι ίδιοι και στις δύο εφέσεις.
Με τους λόγους έφεσης αρ. 1 και 3 παραπονείται η εφεσείουσα ότι η εφεσίβλητη απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα και ως εκ τούτου η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όσον αφορά το θέμα αυτό, είναι λανθασμένη.
Ισχυρίζεται ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας ότι η εφεσίβλητη δεν αποκάλυψε ουσιώδες γεγονός ότι ήταν σύζυγος του εναγομένου αρ. 3 και επίσης δεν ανέφερε αν την συμβούλευσε να πάρει νομική συμβουλή για την εγγύηση προς την εταιρεία, η οποία ανήκει στο σύζυγο της. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η εφεσίβλητη δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι προωθεί εκποίηση υποθηκών, μέσω του Κτηματολογίου, που αφορούν το αιτούμενο με την αγωγή ποσό.
Όπως αναφέρεται στη Resola Cyprus Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598 «το κριτήριο είναι κατά πόσο η μη αποκάλυψη συγκεκριμένων γεγονότων συνιστά εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, οπόταν στην απουσία του, αυτή τούτη η απόφαση του Δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής.»
(Βλέπε επίσης: Γεώργιος Χριστοδούλου ν. Antonious M.F.M. Vracts (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1475).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επί του θέματος της απόκρυψης και της καταχρηστικής άσκησης δύο ενδίκων μέσων αναφέρει τα εξής:-
«Η Καθ' ης η Αίτηση δεν αναφέρεται χρονικά στο πότε λήφθηκαν τα μέτρα για πώληση της ενυπόθηκης περιουσίας μέσω του κτηματολογίου, η αγόρευση της δικηγόρου των Αιτητών εισηγείται ότι τα μέτρα λήφθησαν πολύ μετά την καταχώριση της Αίτησης. Ενόψει της αοριστίας, της χρονικής έστω, των θέσεων της Καθ' ης, δεν μπορούν με ασφάλεια να ληφθούν υπόψη οι ισχυρισμοί της για να ελεγχθεί ως θέμα απόκρυψης. Διαζευκτικά όμως καταλήγω ότι το θέμα και πάλι δεν θα είχε σημασία εφόσον εδώ οι Αιτητές δεν προωθούν ένδικα μέσα που αποσκοπούν στο ίδιο αποτέλεσμα και με τον ίδιο ουσιαστικά στόχο ώστε να κριθεί η Αγωγή καταπιεστική. Με την αγωγή αξιώνεται χρηματικό ποσό και Διάταγμα πώλησης των μετοχών. Η πώληση των ενυπόθηκων ακινήτων μέσω του Κτηματολογίου είναι κρίνω σύννομη και δεν συνιστά κατάχρηση. Άλλωστε, αυτό που θα καλύψουν τα ενυπόθηκα σε αναγκαστική πώληση θα προσμετρήσουν έναντι της απόφασης που θα εκδοθεί ενδεχομένως στο μέλλον. Δεν κρίνω είτε ότι αυτό συνιστούσε απόκρυψη ή ότι το θέμα ήταν ουσιαστικό.»
Συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η μη αναφορά από την εφεσίβλητη στο γεγονός της προώθησης πώλησης των ενυπόθηκων κτημάτων, δεν ήταν τέτοιας ουσιώδους σημασίας που δυνατό να επηρέαζε την διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Εξάλλου όπως έκρινε και το Δικαστήριο όλες οι εξασφαλίσεις της εφεσίβλητης εκάλυπταν μόνο το ένα τρίτο του ισχυριζόμενου χρέους. Ούτε μπορεί να χαρακτηρισθεί ως καταχρηστική η προώθηση πώλησης των ενυπόθηκων κτημάτων, ως ισχυρίζεται η εφεσείουσα βασιζόμενη σε σχετική, κατ' αυτή, νομολογία. Η νομολογία αναφέρεται σε παράλληλη προώθηση πέραν της μιας διαδικασιών ή πέραν του ενός ενδίκου μέσου (Βλέπε: Δήμος Πάφου ν. Σοφοκλή Βοσκού (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1168) Στην υπόθεση αυτή δεν προωθούντο δύο παράλληλα ένδικα μέσα. Η προώθηση πώλησης των ενυποθήκων κτημάτων από την εφεσίβλητη, μέσω του Κτηματολογίου, ήταν συμβατικό δικαίωμα της.
Ο περαιτέρω ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι η εφεσίβλητη δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι η πρώτη ήταν σύζυγος του εναγομένου αρ. 3 Νίκου Κουτσού, κύριου μέτοχου της εναγομένης αρ. 1 εταιρείας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η παράλειψη αυτή ήταν ουσιώδης. Κατά την εφεσείουσα τούτο θα θεμελίωνε τους ισχυρισμούς της ότι είχε καλή υπεράσπιση στο γεγονός, κατ' αυτήν, ότι η εφεσίβλητη Τράπεζα δεν την προειδοποίησε ή δεν τη συμβούλευσε να πάρει νομική συμβουλή για την εγγύηση που είχε πρόθεση να παράσχει.
Οτιδήποτε όμως αποκαλύπτει η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση της εφεσείουσας όσον αφορά αυτό το θέμα είναι εκ πρώτης όψεως πιθανές υπερασπίσεις που μπορεί να εγερθούν κατά τη δίκη της ουσίας της αγωγής. Η εφεσείουσα με την ένσταση της δεν αμφισβητεί είτε το χρέος της εναγομένης αρ. 1 είτε την εγγύηση την οποία παρέσχε στην εφεσίβλητη για το χρέος. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάνθη ότι οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του Ν. 14/60, η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και η ορατή προοπτική επιτυχίας της αγωγής, συνέτρεχαν στην παρούσα υπόθεση.
Καταλήγουμε ότι οι λόγοι 1 και 3 της έφεσης δεν ευσταθούν και, κατά συνέπεια, απορρίπτονται.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά μόνο το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς για τις μετοχές. Ισχυρίζεται η εφεσείουσα ότι δεν απεδείχθη «το επείγον» της έκδοσης του με μονομερή αίτηση, ούτε υφίσταντο οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση μονομερούς θεραπείας. Απουσίαζαν οι προϋποθέσεις που θα καθιστούσαν το αίτημα κατεπείγον και, κατά συνέπεια, παραδεκτή τη χορήγηση θεραπείας χωρίς ειδοποίηση στην άλλη πλευρά.
Σύμφωνα με τη νομολογία το «επείγον» αποτελεί δικαιοδοτικό όρο για την παροχή θεραπείας χωρίς να ειδοποιηθεί η άλλη πλευρά. Στην Resola (Cyprus) Ltd. v. Χρίστου (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 598 αναφέρονται τα εξής:-
«Το επείγον για την παροχή θεραπείας αποτελεί δικαιοδοτικό όρο. Μόνο, εφόσο καταδεικνύεται το κατεπείγον του αιτήματος, δικαιολογείται, όλως εξαιρετικά, η άσκηση δικαστικής εξουσίας στην απουσία του εναγομένου. Μόνο τότε μπορεί να συγχωρηθεί η παρέκκλιση από το θεμελιώδη κανόνα της δικαιοσύνης, να ακούσει και τα δύο μέρη πριν εκφέρει κρίση.
Όπως διαπιστώνει ο Κωνσταντινίδης, Δ., σε δύο αποφάσεις του- (In Re Stavris Gitek Apartments Ltd. (1994) 1 A.A.Δ. 836, In Re B.P. Cyprus Ltd. (1996) 1(B) A.A.Δ. 861, το υπαρκτό του επείγοντος αποτελεί προϋπόθεση γαι την επίκληση της δικαιοδοσίας κάτω από το Άρθρο 9 του Κεφ. 6.
Στη Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ. και Άλλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, σελ. 1462, τονίστηκε ότι:-
«Η έκδοση προσωρινού διατάγματος εξ πάρτε, συνιστά εξαιρετικό μέτρο εφόσο παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που αποκλείει την παροχή θεραπείας χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί.»
(Βλέπε επίσης: Zein κ.ά. ν. Π. Κ. Καμπανελλά Λτδ. (2000) 1(Α) Α.Α.Δ. 606).
Νομίζουμε ότι το νόημα της πιο πάνω αρχής που τέθηκε από τη νομολογία είναι ότι σύμφωνα με το άρθρο 9(1) του Κεφ. 6, το Δικαστήριο ασκεί τη δικαιοδοσία του προς έκδοση διαταγμάτων με αίτηση ενός των διαδίκων χωρίς ειδοποίηση στον άλλον, υπό την προϋπόθεση της απόδειξης του κατεπείγοντος ή άλλων ιδιαίτερων περιστάσεων.
Τα γεγονότα, τα οποία στοιχειοθετούν την επείγουσα ανάγκη για την παροχή θεραπείας με μονομερή αίτηση, περιέχονται, κατά κύριο λόγο, στην ακόλουθη παράγραφο της ένορκης δήλωσης της εφεσίβλητης:-
«Το αιτούμενο Διάταγμα είναι επείγον να εκδοθεί λόγω του ότι όπως ανέφερα και πιο πάνω στην Ένορκη Δήλωση μου υπάρχει μεγάλο οφειλόμενο χρέος προς τους Ενάγοντες γύρω στις Λ.Κ.485,000 για το οποίο ποσό οι Ενάγοντες δεν έχουν και/ή δεν θα έχουν οποιασδήποτε μορφής εμπράγματη εξασφάλιση. Η Εναγόμενη 2 ενδέχεται μόλις λάβει γνώση της διαδικασίας να προβεί σε πώληση ή μεταβίβαση των εν λόγω μετοχών της με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η εκτέλεση της απόφασης.»
Παρόμοιο περιεχόμενο, και μάλιστα πιο λεπτομερές και πιο ισχυρό, περιείχε και η ένορκη ομολογία που κατατέθηκε στην υπόθεση Resola (πιο πάνω). Το Εφετείο θεώρησε τον ισχυρισμό αυτό ότι «είναι, αφ' εαυτού αόριστος και δεν αποκαλύπτει την πηγή πληροφοριών του ενάγοντα.»
Στην παρούσα υπόθεση η εφεσίβλητη βασίζει το κατεπείγον, πρώτο στο ύψος του ανασφάλιστου χρέους και δεύτερο στο ενδεχόμενο η εφεσείουσα να μεταβιβάσει τις μετοχές. Αλλά το ανασφάλιστο χρέος είναι, εκ των ουκ άνευ, προϋπόθεση για την έκδοση οποιουδήποτε προσωρινού διατάγματος και δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι καταδεικνύει το κατεπείγον. Και το ενδεχόμενο όμως μεταβίβασης των μετοχών είναι μια αόριστη πιθανότητα που δεν βασίζεται έστω και σε οποιεσδήποτε ενδείξεις, ότι η εφεσείουσα επείγεται να μεταβιβάσει τις μετοχές μιας οικογενειακής εταιρείας, ιδιοκτήτριας μιας πολυκατοικίας στην λεωφόρο Στασίνου, στην οποία, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση της εφεσείουσας, διατηρεί και την οικογενειακή της στέγη.
Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους έφεσης όσον αφορά μόνο το προσωρινό διάταγμα για τα δύο οικόπεδα στην Αγλαντζιά.
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι κακώς εκδόθηκε το διάταγμα γιατί με αυτό επιζητά να πάρει επιπρόσθετες εξασφαλίσεις ενώ, όπως αναφέρει «είχε αποδεχθεί συγκεκριμένες εξασφαλίσεις συμβατικά και κατόπιν συμβιβασμού πρόσφατα»
Ο λόγος αυτός κρίνεται παντελώς ανεδαφικός. Η εφεσίβλητη έχει καταδείξει ότι το μεγαλύτερο μέρος του κατ' ισχυρισμό χρέους παραμένει χωρίς εξασφάλιση. Δεν έχει καμιά σημασία ότι συμβατικά η εφεσίβλητη έχει εξασφάλιση μόνο για μέρος του χρέους. Ούτε είναι αποδεκτό γεγονός ότι τα μέρη στη διαδικασία είχαν προέλθει σε συμβιβασμό πριν την έγερση της αγωγής. Τέτοιος ισχυρισμός δεν υπάρχει στη μαρτυρία. Αυτό που υπάρχει είναι ότι σε κάποιο στάδιο έγιναν κάποιες συναντήσεις των μερών σχετικά με το θέμα, χωρίς να καταλήξουν πουθενά.
Ο πέμπτος λόγος έφεσης έχει ως εξής:-
«Δεν απεδείχθη οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημία ή ο κίνδυνος μη είσπραξης οποιουδήποτε ποσού με την μη έκδοση των διαταγμάτων, ή ότι το ισοζύγιο ευχέρειας απέκλινε προς όφελος έκδοσης των διαταγμάτων.»
Η εφεσείουσα εστιάζει τη θέση της στους ισχυρισμούς ότι η μαρτυρία της εφεσίβλητης ήταν ανεπαρκής και ότι απέκρυψε γεγονότα. Κατά συνέπεια, λέει η εφεσείουσα, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας ήταν υπέρ της εφεσίβλητης.
Όσον αφορά το θέμα της απόκρυψης γεγονότων έχει ήδη εξετασθεί και αποφασισθεί στους πρώτους λόγους έφεσης. Έχουμε μελετήσει τη μαρτυρία και θεωρούμε, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι αυτή ήταν επαρκής. Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι οι εκτιμήσεις των ενυπόθηκων ακινήτων, όπως τις παρουσίασε η εφεσίβλητη, ήταν ανεπαρκείς και εσφαλμένες, παραμένει μετέωρος και αναπόδεικτος. Η θέση της εφεσείουσας ότι, σύμφωνα με τη γνώμη του συζύγου της εναγομένου αρ. 3 στην αγωγή, οι αξίες των ενυπόθηκων ακινήτων είναι ψηλότερες, παραμένει ατεκμηρίωτη και μετέωρη.
Κατά συνέπεια και ο λόγος αυτός της έφεσης απορρίπτεται.
Ο έκτος λόγος έφεσης έχει ως εξής:-
«Δεν κατεδείχθη κίνδυνος μεταβίβασης και/ή αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων και το Δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε και/ή εφήρμοσε την νομολογία επί του θέματος.»
Ο λόγος αυτός είναι σχετικά συναφής με τον προηγούμενο (πιο πάνω). Η εφεσείουσα επαναλαμβάνει και πάλιν την ανεπάρκεια, κατ' αυτή, των εκτιμήσεων των ακινήτων και ότι δεν καταδείχθηκε με μαρτυρία ότι υπήρχε πιθανότητα η εφεσίβλητη να αντιμετώπιζε οποιοδήποτε πρόβλημα στην εκτέλεση της απόφασης που πιθανό να εκδίδετο υπέρ της.
Στην υπόθεση C. Phasarias (Auto Centre) Ltd. v. Σκυρ. «Λεωνίκ» Λτδ. (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 785 αναφέρονται τα εξής επί του θέματος:-
«Ακούσαμε τις δύο πλευρές και καταλήγουμε πως επιβάλλεται να παρέμβουμε. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως αναδύεται ως ανάγκη η προσαγωγή μαρτυρίας για πράγματι πρόθεση του εναγομένου για αποξένωση ή επιβάρυνση. Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μην ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία. (Βλ. Lakatamitis (ανωτέρω) στη σελ. 525). Έχουμε υπόψη την Κυριάκος Παναγιώτου ν. Σταυρινής Κολλάτου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1306. Εκεί έγινε αναφορά σε πρόθεση αποξένωσης αλλά αυτή ήταν η μαρτυρία που υπήρχε και δεν απασχόλησε τέτοιο θέμα. Όπως δε εξηγήθηκε στην απόφαση του Λοΐζου, Π. στην Ζεμενίδης (ανωτέρω) εκδίδεται το διάταγμα «ώστε να αποφευχθεί τέτοια αποξένωση ως αποτέλεσμα της οποίας να μη μπορεί να ικανοποιηθεί ο ενάγων». Τα ίδια και στην Τσιολάκκη και Άλλη (ανωτέρω). Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Πική, Δ., όπως ήταν τότε, στη σελίδα 785, εκείνο που απαιτείται είναι «η πιθανότητα παρεμβολής εμποδίου (hindered) στην ικανοποίηση απόφασης η οποία ήθελε εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος».
Έχουμε την πεποίθηση ότι το πιο πάνω απόσπασμα απαντά ευθέως και ορθώς το ζητούμενο στην παρούσα υπόθεση και δεν έχουμε να προσθέσουμε οτιδήποτε άλλο. Θεωρούμε ότι ήταν επιτρεπτή, δίκαιη και πρόσφορη η έκδοση του διατάγματος που αφορά τα δύο ακίνητα στην Αγλαντζιά.
Ο έβδομος λόγος έφεσης έχει ως εξής:-
«Η Εφεσίβλητη δεν προσέρχεται με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο και/ή με δίκαιο τρόπο, γεγονός το οποίο το Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη του.»
Στην ανάπτυξη του λόγου αυτού της έφεσης στο περίγραμμα αγόρευσης του ο συνήγορος της εφεσείουσας αναφέρεται σε όλα όσα έχουν ήδη εξετασθεί και αποφασισθεί στους προηγούμενους λόγους. Αναφέρεται και πάλιν στην απόκρυψη γεγονότων από την εφεσίβλητη και στο θέμα της, κατ' ισχυρισμό, παράλειψης της εφεσίβλητης να προειδοποιήσει την εφεσείουσα για τους κινδύνους που αναλάμβανε λόγω της εγγύησης που θα παράσχει.
Τα θέματα αυτά έχουν εξετασθεί προηγουμένως και έχουν αξιολογηθεί καταλλήλως. Δεν θεωρούμε ότι ο λόγος αυτός ευσταθεί όπως αναπτύσσεται στο περίγραμμα της εφεσείουσας. Εξάλλου, δεν φαίνεται η ένορκη δήλωση της εφεσείουσας να αναφέρεται, πέραν των όσων έχουν καταγραφεί πιο πάνω, σε ένα τέτοιο θέμα.
Ο όγδοος λόγος έφεσης αφορά το προσωρινό διάταγμα για τις μετοχές (Πολιτική Έφεση 11928). Ενόψει της απόφασης μας στον δεύτερο λόγο έφεσης θεωρούμε ότι δεν υπάρχει ανάγκη για εξέταση του λόγου αυτού.
Τελικά έχουμε καταλήξει ως εξής:-
Η έφεση αρ. 11927 που αφορά τα δύο οικόπεδα στην Αγλαντζιά αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση αρ. 11928 που αφορά τις μετοχές της εταιρείας Δ. Ι. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ. επιτυγχάνει με έξοδα. Το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα καταργείται.
Η έφεση αρ. 11927 που αφορά τα οικόπεδα απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση αρ. 11928 που αφορά τις μετοχές επιτρέπεται με έξοδα.