ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 456
24 Μαρτίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΚΥΚΛΑΔΙΚΗ ΤΡΟΦΟΔΟΤΙΚΗ ΠΛΟΙΩΝ Ε.Π.Ε.,
Ενάγοντες,
v.
ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ M/V "SOULA" (ΑΡ. 1),
Εναγομένου.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 52/2004)
Ναυτοδικείο ― Διάταγμα σύλληψης πλοίου ― Θεσμοί Ναυτοδικείου, θ. 51 ― Ένορκη δήλωση που υποστηρίζει μονομερή αίτηση με την οποία ζητείται διάταγμα σύλληψης πλοίου ― Τι πρέπει να περιέχει ― Σύμφωνα με το θ. 54 το Δικαστήριο μπορεί να χορηγήσει διάταγμα σύλληψης πλοίου έστω και αν η ένορκη δήλωση δεν περιλαμβάνει όλες τις λεπτομέρειες.
Ναυτοδικείο ― Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου ― Μπορεί να γίνει επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου, εναντίον κάποιου πλοίου, εάν ικανοποιηθούν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3(4) του Αγγλικού Administration of Justice Act του 1956.
Με την παρούσα αίτηση οι εναγόμενοι-αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να ακυρώνει ή παραμερίζει το ένταλμα σύλληψης του εναγομένου πλοίου και την επίδοση του. Η αίτηση δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση αλλά σ' αυτή αναγράφεται ότι «Τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η παρούσα αίτηση είναι εμφανή από τον φάκελο του Δικαστηρίου στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο».
Οι ενάγοντες-καθ' ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση υποστηρίζοντας ότι η αίτηση στερείται νομικού υποβάθρου, δεν προσδιορίζει επί ποίων γεγονότων βασίζεται και πάσχει καθώς δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση. Ούτε και η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ο συνήγορος των αιτητών εισηγήθηκε ότι η ένορκη δήλωση που στήριξε την αίτηση για σύλληψη έγινε από δικηγόρο η οποία δεν είχε προσωπική γνώση των γεγονότων αλλά τα πληροφορήθηκε από τους ενάγοντες, χωρίς να συγκεκριμενοποιεί το άτομο από το οποίο τα πληροφορήθηκε.
Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση υπέβαλε ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί επειδή δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση αλλά και επειδή στην ένορκη δήλωση της δικηγόρου που συνόδευε την αίτηση για έκδοση διατάγματος σύλληψης του πλοίου επισυνάπτονται όλα τα σχετικά τιμολόγια τα οποία αποδεικνύουν την αξίωση των εναγόντων εναντίον του εναγομένου πλοίου και τα οποία οι εναγόμενοι δεν αρνήθηκαν αλλά ούτε και ισχυρίσθηκαν ότι τα έχουν εξοφλήσει.
Αποφασίστηκε ότι:
Σύμφωνα με τον Κ. 51 των Θεσμών Ναυτοδικείου, η ένορκη δήλωση που συνοδεύει αίτηση για διάταγμα σύλληψης πλοίου, σε αγωγές in rem, θα πρέπει να αναφέρει τη φύση της αξίωσης και ότι η βοήθεια του Δικαστηρίου απαιτείται. Στην περίπτωση αγωγής για αναγκαία προϊόντα, όπως είναι η παρούσα, θα πρέπει να αναφέρεται και ο εθνικός χαρακτήρας του πλοίου και ότι εξ όσων κάλλιον γνωρίζει ο ενόρκως δηλών κανένας ιδιοκτήτης ή ιδιοκτήτης μεριδίου του πλοίου είχε τη μόνιμη διαμονή του στην Κύπρο κατά το χρόνο που τα αναγκαία προϊόντα προμηθεύτηκαν στο πλοίο. Στην παρούσα περίπτωση δεν αναφέρεται οτιδήποτε για τη μόνιμη διαμονή των ιδιοκτητών του πλοίου ούτε και καθορίζεται το συγκεκριμένο άτομο που, εκ μέρους των εναγόντων, πληροφόρησε την ενόρκως δηλούσα ότι η απαίτησή τους δεν έχει ικανοποιηθεί.
Οι ενάγοντες παρέλειψαν επίσης να αναφερθούν στο πρόσωπο που θα ήταν υπόλογο in personam, κατά τον χρόνο που προέκυψε το αγώγιμο δικαίωμα, το οποίο θα πρέπει να ήταν ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής ή να είχε κατοχή ή έλεγχο του (εναγομένου) πλοίου και το οποίο θα πρέπει επίσης να ήταν και ο δικαιούχος ιδιοκτήτης όλων των μεριδίων του εναγομένου πλοίου, κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής, για να είναι δυνατή η επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του Άρθρου 3(4) του Administration of Justice Act του 1956.
Οι πιο πάνω παραλείψεις των εναγόντων τους στερούν τη δυνατότητα επίκλησης της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου και συνεπώς και την δυνατότητα έκδοσης εντάλματος σύλληψης του εναγομένου πλοίου.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ των αιτητών. Το ένταλμα σύλληψης του εναγόμενου πλοίου παύει να ισχύει.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Τέκμα Ε.Π.Ε. Αφοί Αθ. &�Ν. Αρβανίτη Επισκευές Πλοίων &�Κατασκευές Μηχανών v. Του ρυμουλκού «Πήγασος» κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1491,
El Fath Co v. E.D.T. Shipping κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1255,
Yamout κ.ά. ν. Schiffahrts Ges Elbe M.B.H. & Co (1994) 1 C.L.R. 191,
Doumit v. The Ship Coccinella (1976) 1 C.L.R. 277.
Αίτηση.
Αίτηση με την οποία οι εναγόμενοι-αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να ακυρώνει ή παραμερίζει το ένταλμα σύλληψης, υπό όρους, του εναγόμενου πλοίου και την επίδοσή του και το οποίο εκδόθηκε κατόπιν έγκρισης της μονομερούς αίτησης των εναγόντων στις 23/12/04.
Α. Γιωρκάτζης, για τους Αιτητές-Εναγόμενους.
Ν. Ιωάννου, για τους Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Στις 23.12.2004 οι ενάγοντες καταχώρησαν μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσαν την έκδοση εντάλματος συλλήψεως του εναγομένου πλοίου το οποίο βρισκόταν στο λιμάνι Λεμεσού. Η αίτηση τους συνοδευόταν από ένορκη δήλωση της κας Αννίτας Σολουκκίδου, δικηγόρου από τη Λευκωσία, ημερ. επίσης 23.12.2004.
Στην ένορκη δήλωση της η κα. Σολουκκίδου αναφέρει πως είναι δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων των εναγόντων-αιτητών από τους οποίους είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη να προβεί στην ένορκη δήλωση της. Τα γεγονότα που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της κας Σολουκκίδου τα πληροφορήθηκε «από τους ενάγοντες καθώς και από μελέτη του φακέλλου της υπόθεσης ο οποίος ευρίσκεται στην κατοχή μου». Στη συνέχεια η κα. Σολουκκίδου αναφέρει ότι μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου του 2004 οι ενάγοντες προμήθευσαν διάφορα προϊόντα και υλικά στο εναγόμενο πλοίο, αναγκαία για τη λειτουργία και συντήρηση του, κατόπιν εντολής και/ή παράκλησης του εναγομένου (πλοίου), των υπηρετών και αντιπροσώπων του, συνολικής αξίας £23.453,52 ευρώ. Στην ένορκη δήλωση επισυνάφθηκε δέσμη τιμολογίων «που καταμαρτυρούν τα πιο πάνω». Στην προαναφερόμενη ένορκη δήλωση αναφέρεται επίσης ότι το εναγόμενο πλοίο φέρει σημαία Κορέας (και προς τούτο επισυνάπτεται αντίγραφο πιστοποιητικού εγγραφής του) και ότι η ενόρκως δηλούσα πιστεύει ειλικρινά πως οι ενάγοντες έχουν καλή και βάσιμη υπόθεση εναντίον του εναγομένου πλοίου, οι αξιώσεις τους δεν έχουν ικανοποιηθεί και η βοήθεια του δικαστηρίου είναι αναγκαία για να εκτελεστούν και/ή εξασφαλιστούν οι εν λόγω αξιώσεις.
Το προαναφερόμενο αντίγραφο πιστοποιητικού εγγραφής του εναγομένου πλοίου, το οποίο περιγράφεται ως ενδιάμεσο πιστοποιητικό εγγραφής, πιστοποιεί ότι το εναγόμενο πλοίο είναι εγγεγραμμένο στην Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας και ότι ιδιοκτήτης του είναι η εταιρεία SONATA MARITIME LTD από το Majuro, Marshall Islands.
Το Δικαστήριο στις 23.12.2004 ενέκρινε την μονομερή αίτηση των εναγόντων και εξέδωσε ένταλμα συλλήψεως του εναγομένου πλοίου, υπό όρους.
Με την παρούσα αίτηση οι εναγόμενοι-αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να ακυρώνει ή παραμερίζει το ένταλμα σύλληψης του εναγομένου πλοίου και την επίδοση του. Η αίτηση δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση αλλά σ' αυτή αναγράφεται ότι «Τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η παρούσα αίτηση είναι εμφανή από τον φάκελο του Δικαστηρίου στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο».
Στην υπό εξέταση αίτηση οι ενάγοντες καταχώρισαν ένσταση στις 4.2.2005. Στην ένσταση αναγράφεται ότι η αίτηση στερείται νομικού υποβάθρου, δεν προσδιορίζει επί ποίων γεγονότων βασίζεται και πάσχει καθώς δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση. Ούτε και η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ο ευπαίδευτος συνήγορος των εναγόντων-αιτητών έδωσε έμφαση στην πρώτη παράγραφο της προαναφερόμενης ενόρκου δηλώσεως της κας Σολουκκίδου ημερ. 23.12.2004 στην οποία αναγράφεται πως τα γεγονότα, που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση, η ενόρκως δηλούσα τα πληροφορήθηκε από τους ενάγοντες, χωρίς να καθορίζεται από ποιον συγκεκριμένο άτομο ή άτομα, αξιωματούχους ή υπαλλήλους της ενάγουσας εταιρείας, πληροφορήθηκε τα γεγονότα που αναφέρει στην ένορκη δήλωση της, η ενόρκως δηλούσα. Ο κ. Γιωρκάτζης βάσισε την επιχειρηματολογία του στην απόφαση του Κωνσταντινίδη, Δ. στην Τέκμα Ε.Π.Ε. Αφοί Αθ. & Ν. Αρβανίτη Επισκευές Πλοίων &�Κατασκευές Μηχανών v. Του ρυμουλκού «Πήγασος» κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1491, στην απόφαση El Fath Co. v. E.D.T. Shipping και Άλλος (1992) 1 Α.Α.Δ. 1255, στην απόφαση της Ολομέλειας στην Yamout κ.α. ν. Schiffahrts Ges Elbe M.B.H. & Co (1994) 1 C.L.R. 191 και στο σύγγραμμα Admiralty Jurisdiction and Practice, του Nigel Meeson, 2η έκδοση, σελ. 120-122.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των εναγόντων-καθ' ων η αίτηση υπέβαλε ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί επειδή δεν συνοδεύεται από ένορκη δήλωση αλλά και επειδή στην προαναφερόμενη ένορκη δήλωση της κας Σολουκκίδου επισυνάπτονται όλα τα σχετικά τιμολόγια τα οποία αποδεικνύουν την αξίωση των εναγόντων εναντίον του εναγομένου πλοίου και τα οποία οι εναγόμενοι ούτε έχουν αρνηθεί αλλά ούτε και έχουν ισχυριστεί ότι τα έχουν εξοφλήσει.
Στην υπόθεση Yamout (ανωτέρω) η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασχολήθηκε με το ζήτημα της μαρτυρίας που προσάχθηκε προς υποστήριξη αίτησης για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στη βάση του Κανονισμού 24 των σχετικών περί Ναυτοδικείου Κανονισμών. Στην υπόθεση εκείνη η μαρτυρία προερχόταν από δικηγόρο, ο οποίος δεν ήταν γνώστης των γεγονότων για τα οποία κατέθετε και όχι μόνον δεν γνώριζε τα γεγονότα, αλλά ούτε και η πηγή των πληροφοριών του καθοριζόταν με ακρίβεια, εφόσον γινόταν μόνον αόριστη αναφορά τους ενάγοντες ως την πηγή των πληροφοριών του. Τονίστηκε η αναγκαιότητα της παρουσίας μαρτυρίας για τη στοιχειοθέτηση των προϋποθέσεων για έγκριση αιτήματος για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, όπως επιτακτικά καθορίζεται από το κείμενο του Κ. 24 και αποφασίστηκε ότι το βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε η έκδοση της Διαταγής για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, ήταν ακροσφαλές. Στην απουσία μαρτυρίας, το αίτημα δεν μπορούσε παρά να πέσει στο κενό.
Στο σύγγραμμα Admiralty Jurisdiction (ανωτέρω), στη σελ. 120, αναγράφεται πως η ένορκος δήλωση (που είναι απαραίτητη για την έκδοση εντάλματος συλλήψεως πλοίου) μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες και πεποίθηση, νοουμένου ότι δηλώνονται πλήρεις και ακριβείς λεπτομέρειες των λόγων και των πηγών τους. Περαιτέρω αναγράφεται ότι όταν η πληροφορία πως η απαίτηση δεν ικανοποιήθηκε λήφθηκε από τον απαιτητή, το πρόσωπο εντός του οργανισμού των απαιτητών από το οποίο λήφθηκε αυτή η πληροφορία πρέπει να κατονομάζεται. Παρατηρώ όμως ότι παρόλο που οι θέσεις που προβάλλονται στο προαναφερόμενο σύγγραμμα υποστηρίζονται, γενικά, από αναφορά σε σχετικούς Αγγλικούς Δικονομικούς Κανόνες και Νομολογία, σε σχέση με την προαναφερόμενη θέση, ως προς το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει αίτημα για έκδοση εντάλματος σύλληψης πλοίου, δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά είτε σε νομολογία είτε δικονομικό κανόνα στον οποίο βασίζεται ή από τον οποίο απορρέει η προαναφερόμενη θέση του συγγραφέα.
Στην υπόθεση ΤΕΚΜΑ (ανωτέρω) το ζήτημα που απασχόλησε το Δικαστήριο ήταν αίτηση ακύρωσης ή παραμερισμού εντάλματος σύλληψης ρυμουλκού το οποίο βρισκόταν στο Λιμάνι της Λεμεσού. Αφού έγινε αναφορά σε σχετική Κυπριακή νομολογία το Δικαστήριο απεφάσισε ότι η ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση για ένταλμα σύλληψης του πλοίου δεν θεμελίωνε το πραγματικό υπόβαθρο στο οποίο θα έπρεπε να βασιστεί η αίτηση, δεδομένου ότι ως αποκλειστική πηγή πληροφόρησης, του ενόρκως δηλούντος, προσδιοριζόταν αορίστως το νομικό πρόσωπο των εναγόντων, χωρίς οτιδήποτε άλλο.
Στην παρούσα υπόθεση η γνώση της κας Σολουκκίδου, η οποία υπέγραψε την προαναφερόμενη ένορκη δήλωση ημερ. 23.12.2004, προέρχεται και από τους ενάγοντες αλλά και από τη μελέτη του φακέλου της υπόθεσης, ο οποίος ήταν στην κατοχή της, όπως η ίδια αναφέρει. Περιπλέον η ένορκη δήλωση της συνοδεύεται και από δέσμη σχετικών τιμολογίων, τα οποία υποστηρίζουν την αξίωση των εναγόντων, και σ' αυτή επισυνάπτεται και αντίγραφο του προαναφερόμενου πιστοποιητικού εγγραφής του πλοίου.
Στην υπόθεση El Fath (ανωτέρω) παρατηρήθηκε πως η αίτηση για έκδοση εντάλματος σύλληψης πλοίου πρέπει να υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση η οποία να καταδεικνύει ένα ελάχιστο υπόβαθρο αναφορικά με την ύπαρξη ζητήματος για εκδίκαση, όρος που πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει και όσα άπτονται των προϋποθέσεων για την επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου. Στην περίπτωση εκείνη το πλοίο βρισκόταν εκτός της δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου και η αγωγή στρεφόταν εναντίον νομικού προσώπου το οποίο, όπως αποφασίστηκε, θα έπρεπε να είχε αποδειχθεί ότι ήταν ιδιοκτήτης όλων των μεριδίων του εναγομένου πλοίου, για να μπορούσε να γίνει επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου, όπως απαιτείται από το άρθρο 3(4) του Administration of Justice Act 1956.
Σύμφωνα με τον Κ. 50, η ένορκη δήλωση που συνοδεύει αίτηση για ένταλμα σύλληψης πλοίου, σε αγωγές in rem, μπορεί να γίνει σύμφωνα με το έντυπο C του Πρώτου Παραρτήματος. Στο έντυπο C αναγράφεται μεταξύ άλλων ότι ο ενόρκως δηλών έχει αξίωση εναντίον του πλοίου για συγκεκριμένο λόγο, ότι η αξίωση του δεν έχει ικανοποιηθεί και η βοήθεια του Δικαστηρίου είναι απαραίτητη για την προώθηση της. Σύμφωνα με τον Κ. 51, η ένορκη δήλωση θα πρέπει να αναφέρει τη φύση της αξίωσης και ότι η βοήθεια του Δικαστηρίου απαιτείται. Στην περίπτωση αγωγής για αναγκαία προϊόντα, όπως είναι η προκείμενη, θα πρέπει να αναφέρεται και ο εθνικός χαρακτήρας του πλοίου και ότι εξ όσων καλύτερα γνωρίζει ο ενόρκως δηλών κανένας ιδιοκτήτης ή ιδιοκτήτης μεριδίου του πλοίου είχε την μόνιμη διαμονή του στην Κύπρο κατά το χρόνο που τα αναγκαία προϊόντα προμηθεύτηκαν στο πλοίο. Στον Κ. 54, προνοείται ότι το Δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει την έκδοση εντάλματος συλλήψεως αν και η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση δεν περιλαμβάνει όλες τις προαναφερόμενες λεπτομέρειες.
Στην προκείμενη περίπτωση ακολουθήθηκε ο Τύπος του εντύπου C του Πρώτου Παραρτήματος της προαναφερόμενης περί της Δικαιοδοσίας του Κυπριακού Ναυτοδικείου Διαταγής του 1893 και στην ένορκη δήλωση της κας Σολουκκίδου, ημερ. 23.12.2004, αναφέρεται η φύση της αξίωσης των εναγόντων, ότι είναι απαραίτητη η βοήθεια του Δικαστηρίου, ότι η απαίτηση των εναγόντων δεν έχει ικανοποιηθεί και ότι το πλοίο είναι Κορεατικής εγγραφής και σημαίας. Δεν αναφέρεται όμως οτιδήποτε για τη μόνιμη διαμονή των ιδιοκτητών του πλοίου, εκτός από την επισύναψη αντιγράφου του σχετικού πιστοποιητικού εγγραφής όπου αναγράφεται ότι οι ιδιοκτήτες είναι εταιρεία από τα Marshall Islands· ακόμα δεν καθορίζεται το συγκεκριμένο άτομο που, εκ μέρους των εναγόντων, πληροφόρησε την ενόρκως δηλούσα ότι η απαίτησή τους δεν έχει ικανοποιηθεί.
Οι προαναφερόμενες παραλείψεις των εναγόντων-καθ' ων η αίτηση αλλά και η ουσιώδης παράλειψη τους να συμμορφωθούν με τις πρόνοιες του προαναφερόμενου άρθρου 3(4) του Administration of Justice Act του 1956, θεωρώ ότι στερούν τους ενάγοντες από το δικαίωμα να επικαλεστούν την in rem δικαιοδοσία του Ναυτοδικείου και να ζητήσουν ένταλμα συλλήψεως του εναγομένου πλοίου. Αναφέρομαι ειδικά στην παράλειψη των εναγόντων-καθ' ων η αίτηση να αναφερθούν στο πρόσωπο που θα ήταν υπόλογο in personam, κατά τον χρόνο που προέκυψε το αγώγιμο δικαίωμα, το οποίο θα πρέπει να ήταν ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής ή να είχε κατοχή ή έλεγχο του (εναγομένου) πλοίου και το οποίο θα πρέπει επίσης να ήταν και ο δικαιούχος ιδιοκτήτης όλων των μεριδίων του εναγομένου πλοίου, κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής, για να είναι δυνατή η επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του προαναφερόμενου άρθρου 3(4).
Τέτοια στοιχεία δεν έδωσαν καθόλου οι ενάγοντες-καθ' ων η αίτηση στην προαναφερόμενη ένορκη δήλωσή τους, ημερ. 23.12.2004, και ως εκ τούτου απέτυχαν να ικανοποιήσουν τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου: Δέστε Michel Doumit v. The Ship Coccinella (1976) 1 C.L.R. 277.
Εν όψει των ανωτέρω παραλείψεων των εναγόντων-καθ' ων η αίτηση δεν είναι δυνατή η, εκ μέρους τους, επίκληση της in rem δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου και κατά συνέπεια ούτε και η έκδοση εντάλματος συλλήψεως του εναγομένου πλοίου. Η αίτηση επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ των αιτητών-εναγομένων. Το ένταλμα συλλήψεως του εναγόμενου πλοίου, που εκδόθηκε στις 23.12.2004, παύει να ισχύει.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ των αιτητών. Το ένταλμα σύλληψης του εναγομένου πλοίου παύει να ισχύει.