ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 207
2 Φεβρουαρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΜΙΝΕΡΒΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11787)
Πολιτική Δικονομία ― Αποπληρωμή εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις ― Η οικονομική δυνατότητα του εξ αποφάσεως οφειλέτη συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες του ιδίου και της οικογένειάς του ― Ο επακριβής καθορισμός του ποσού της δόσης επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Κατά πόσο υποχρεώσεις που δημιουργούνται μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης λαμβάνονται υπόψη.
Έξοδα ― Επιδίκαση εξόδων ― Κατά κανόνα τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης εκτός αν συντρέχουν γεγονότα που δικαιολογούν απόκλιση από τον κανόνα ― Διακριτική εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία εξασφάλισε απόφαση εναντίον του εφεσείοντος για £5.751,00 πλέον τόκους και έξοδα. Σε μεταγενέστερο στάδιο η εφεσίβλητη ζήτησε διάταγμα για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους. Ο εφεσείων καταχώρησε ένσταση και εξετάστηκε ενόρκως, με σκοπό να διαπιστωθεί η οικονομική του δυνατότητα. Δεν υπήρξε άλλη μαρτυρία.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του εφεσείοντος, οι οποίοι δεν αμφισβητήθηκαν, συνάγεται ότι αυτός είναι δημόσιος υπάλληλος με καθαρό μηνιαίο μισθό £700,00. Κατέβαλλε για χρέη που δημιούργησε μέχρι τον Ιούλιο 2000, £270,00 το μήνα. Κατέβαλλε επίσης για τη διατροφή των παιδιών του συνολικά £150,00. Μετά την έκδοση της απόφασης στην αγωγή, για την οποία διατάχθηκε να καταβάλλει το ποσό των £50,00 το μήνα, δημιούργησε ακόμα ένα χρέος, ύψους £2.000,00 και τρεχούμενο λογαριασμό για ποσό £5.000,00. Για τις πιο πάνω οφειλές του αποκόπτεται ποσό £130,00 μηνιαίως. Δαπανά επίσης ποσό £30,00 το μήνα για τη διακίνησή του από το χωριό Μανδριά, όπου κατοικεί με τη μητέρα του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων είχε την οικονομική δυνατότητα καταβολής του ποσού των £50,00 τον μήνα για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους του. Το Δικαστήριο δεν υπολόγισε τα ποσά για τα χρέη που δημιουργήθηκαν μετά την έκδοση της απόφασης.
Ο εφεσείων υποστήριξε κατ' έφεση ότι, δεδομένων των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όχι μόνο δεν καλύπτει τις ανάγκες του αλλά θα πρέπει να δανείζεται επί πλέον £140,00. Αμφισβήτησε επίσης την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν λαμβάνονται υπόψη δάνεια που συνήψε μετά την έκδοση της απόφασης, για την οποία, όπως ισχυρίσθηκε, δεν είχε γνώση. Τέλος, αμφισβήτησε την διαταγή εξόδων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο εφεσείων είχε μεγαλύτερα περιθώρια από ότι θεώρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεδομένου του τότε καθαρού μισθού των £700,00 και των ποσών που αφαιρούνταν από αυτό και που ήταν τα ποσά των £270,00, των £150,00 και επίσης το ποσό των £130,00 που έγινε δεκτό ότι χρειαζόταν για τη διατροφή και μετακίνησή του.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά δεν συνυπολόγισε τις υποχρεώσεις του εφεσείοντος που δημιουργήθηκαν μετά την έκδοση της απόφασης. Αν το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσιζε διαφορετικά θα λειτουργούσε κατά τρόπο αντινομικό. Θα εξουδετέρωνε πλήρως την υποχρέωση του εφεσείοντος να αποπληρώσει το χρέος του. Και ο εξ αποφάσεως χρεώστης θα μπορούσε να προβάλει σε κάθε περίπτωση τις εν λόγω υποχρεώσεις του ως δικαιολογία για αδυναμία πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους.
3. Αναφορικά με τα έξοδα, η επιτυχία της αίτησης, ελλείψει ειδικών περιστάσεων ή άλλων λόγων, δικαιολογούσε την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Κωνσταντίνου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1034.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 13/3/03 (Αρ. Αγωγής 7773/00) με την οποία ο εφεσείων διατάχθηκε να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του, ύψους £5.751,00, πλέον τόκους και έξοδα, με μηνιαίες δόσεις εκ £50,00 εκάστη το οποίο προέκυψε όταν οι εφεσίβλητοι υποχρεώθηκαν, ως ασφαλιστές, να καταβάλουν για λογαριασμό του εφεσείοντα αποζημιώσεις για ζημιές που αυτός προκάλεσε, λόγω τροχαίου δυστυχήματος.
Μ. Ηλία, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Χατζηλευτέρη και Δ. Νικολάτου, εκ μέρους του Γ. Σαββίδη, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, με την οποία ο εφεσείων διατάχθηκε να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του, ύψους £5.751,00, πλέον τόκους και έξοδα, με μηνιαίες δόσεις εκ £50,00 εκάστη. Το χρέος προέκυψε μετά που οι εφεσίβλητοι υποχρεώθηκαν, ως ασφαλιστές, να καταβάλουν για λογαριασμό του εφεσείοντα αποζημιώσεις για ζημιές που αυτός προκάλεσε, λόγω τροχαίου δυστυχήματος.
Η σχετική απόφαση εκδόθηκε στις 25/10/2001 και δεν υπήρξε πληρωμή οιουδήποτε ποσού έναντι.
Στην αίτηση για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις, ο εφεσείων καταχώρισε ένσταση και εξετάστηκε ενόρκως, με σκοπό να διαπιστωθεί η οικονομική του δυνατότητα για αποπληρωμή του χρέους. Δεν υπήρξε άλλη μαρτυρία.
Σύμφωνα με όσα τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου από τον εφεσείοντα και δεν αμφισβητήθηκαν, συνάγεται ότι αυτός εργαζόταν στην Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού, με καθαρό μηνιαίο μισθό £700,00. Κατέβαλλε για χρέη που δημιούργησε μέχρι τον Ιούλιο του 2000 £270,00 το μήνα. Βρίσκεται σε διάσταση με τη σύζυγό του από την 1/12/2002. Για τη διατροφή των ανήλικων παιδιών του κατέβαλλε συνολικά £150,00 το μήνα. Μετά την έκδοση της απόφασης στην αγωγή, για την οποία διατάχθηκε να καταβάλλει το ποσό των £50,00 το μήνα, δημιούργησε ακόμη ένα χρέος, ύψους £2.000,00, και τρεχούμενο λογαριασμό για ποσό £5.000,00. Για τις δύο αυτές νέες οφειλές του αποκόπτεται ποσό £130,00 το μήνα. Ο ίδιος, λόγω της διάστασης με τη σύζυγό του, από τον Οκτώβριο του 2001, διαμένει με τη μητέρα του στο χωριό Μανδριά και δαπανά ποσό £30,00 το μήνα για τη διακίνησή του. Ισχυρίζεται ότι δεν είναι σε θέση να πληρώνει κανένα ποσό έναντι, αφού, για τη συντήρησή του, είναι υποχρεωμένος να δέχεται βοήθεια από την ηλικιωμένη μητέρα του και τα αδέλφια του. Ψυχολογικά προβλήματα, που αντιμετωπίζει, δεν τον εμποδίζουν να εργάζεται.
Αμφισβητείται, με την έφεση, ότι πρωτόδικα δόθηκε η δέουσα σημασία στους παράγοντες που περιβάλλουν τις οικονομικές δυνατότητες του εφεσείοντα. Δεδομένων των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων, όχι μόνο δεν είναι σε θέση να καλύπτει τις ανάγκες του, αλλά θα πρέπει να δανείζεται επί πλέον χρήματα, ύψους £140,00. Περαιτέρω, προσβάλλεται ως μη ορθή η κρίση να μη ληφθούν υπόψη δάνεια, που συνήψε ο εφεσείων μετά την έκδοση της απόφασης, για την οποία δεν είχε γνώση. Προβλήθηκε στη γραπτή αγόρευση ισχυρισμός ότι στο δικόγραφο της αίτησης αναγράφεται άλλος ως αιτητής, αντί οι εφεσίβλητοι, αυτό, όμως, δεν περιλαμβάνεται στους λόγους έφεσης, ώστε να χρήζει εξέτασης.
Επίσης, ο συνήγορος του εφεσείοντα αναφέρθηκε και σε μεταβολές, που ακολούθησαν την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης, οι οποίες, όπως υποδείξαμε και κατά την ακρόαση, δεν μπορεί να μας απασχολήσουν. Ό,τι ελέγχεται στο στάδιο αυτό, είναι η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Κύριο ζήτημα, που απασχόλησε στην έφεση, είναι κατά πόσο οι υποχρεώσεις, που δημιουργήθηκαν μεταγενέστερα της έκδοσης της δικαστικής απόφασης, θα πρέπει να συνυπολογισθούν. Ορθά δεν συνυπολογίσθηκαν.
Στην υπόθεση Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Κωνσταντίνου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1034, τονίστηκε ότι:- (σελ. 1038, 1039)
«Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Διαφορετικά δημιουργείται δυσπιστία για την αποστολή της με ανάλογες διαβρωτικές επιπτώσεις. Με αυτά θέλουμε να τονίσουμε ότι τα προβλεπόμενα από το νόμο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός στις απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις. Πρέπει να εξισορροπείται η ανάγκη εκτέλεσης με την προοπτική αξιοπρεπούς διαβίωσης του ανθρώπου στο πλαίσιο του κράτους δικαίου.
.......................................................................................................
Η δικηγόρος της εφεσίβλητης αναγνώρισε - και έτσι είναι - ότι μεταγενέστερες του δικαστικού χρέους υποχρεώσεις δεν έχουν προτεραιότητα. Ιδίως όταν δεν υπάρχει καν δικαστική απόφαση εναντίον του χρεώστη γιαυτές. Δε θα συμφωνήσουμε με την εισήγηση της ότι παρά τον κανόνα αυτό, η υστερογενής σύναψη χρέους έχει σημασία και λαμβάνεται υπόψη. Κάτι τέτοιο θα ήταν αντινομικό. Θα εξουδετέρωνε πλήρως την υποχρέωση αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους. Και θα μπορούσε να προβληθεί σε κάθε περίπτωση ως δικαιολογία για αδυναμία πληρωμής.»
Αναφορικά με το εύρημα για τη δυνατότητα καταβολής από τον εφεσείοντα του ποσού των £50,00 το μήνα για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους, και αυτό είναι ορθό. Εκείνο το οποίο διακρίνουμε, μέσα από τα διάφορα ποσά που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου με τη μαρτυρία, είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο υπολόγισε να αποκόπτονται από τον καθαρό μισθό του εφεσείοντα μεγαλύτερα ποσά από ό,τι στην πραγματικότητα, μη περιλαμβανομένων, βέβαια, των ποσών για τα χρέη που δημιουργήθηκαν μετά την έκδοση της απόφασης. Τα ποσά, τα οποία καταβάλλει ο εφεσείων, ανέρχονται σε £270,00 το μήνα. Εάν προστεθεί και το ποσό της μηνιαίας διατροφής των £150,00, τότε το συνολικά καταβαλλόμενο ποσό είναι £420,00. Έγινε δεκτό πρωτόδικα ότι χρειάζεται για τη διατροφή και μετακίνησή του - £130,00. Συνεπώς, τα περιθώρια, δεδομένου του τότε καθαρού μηνιαίου μισθού των £700,00, ήταν ακόμη μεγαλύτερα απ' ό,τι θεώρησε το Δικαστήριο.
Σ' ό,τι αφορά το λόγο έφεσης αναφορικά με τα έξοδα, ούτε αυτός ευσταθεί. Η επιτυχία της αίτησης, ελλείψει ειδικών περιστάσεων ή άλλων λόγων, δικαιολογούσε την έκδοση του αιτουμένου διατάγματος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.