ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 1058
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αίτηση αρ. 66/2005).
2 Αυγούστου, 2005.
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28.1 ΚΑΙ 30.2 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΓΕΣ 48 ΚΑΙ 64 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 18.7.2005 ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΑΡ. 8762/02
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ ΣΩΤΗΡΙΔΗ ΑΠΟ ΤΗ ΧΛΩΡΑΚΑ ΚΑΙ ΗΛΙΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ.
Αιτητών
___________________________
Μ. Κυπριανού με Ρ. Πεκρή (κα.), για τους Αιτητές.
_____________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex-tempore)
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αίτηση τους οι αιτητές ζητούν άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου ημερ. 18.7.2005, στην Ποινική Υπόθεση 8762/2002.
Οι αιτητές είναι οι κατηγορούμενοι 1 και 2 αντίστοιχα στην προαναφερόμενη ποινική υπόθεση. Οι κατηγορούμενοι 3 και 4 στην ίδια υπόθεση, σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας ζήτησαν και πήραν άδεια για αλλαγή της απάντησης τους στις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν, από μη παραδοχή σε παραδοχή. Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού έδωσε άδεια αλλαγής της απάντησης άκουσε τις δύο πλευρές, δηλαδή την Κατηγορούσα Αρχή και την Υπεράσπιση των κατηγορουμένων 3 και 4 και τους επέβαλε ποινή. Αναφορικά με τους κατηγορούμενους 1 και 2 - αιτητές όρισε την υπόθεση για ακρόαση την 1.8.2005.
Οι αιτητές παραπονούνται για νομικό σφάλμα στην όψη της προαναφερόμενης απόφασης, για παρανόηση και παρερμηνεία της προδικαστικής ενστάσεως τους, για νομικό σφάλμα ως προς τα δικαιώματα των αιτητών-κατηγορουμένων, για έκδηλη πλάνη περί το Νόμο, για παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και για εξόφθαλμη παράλειψη του πρωτοδίκου δικαστηρίου να επιληφθεί σημαντικών σημείων της ενστάσεως των αιτητών.
Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση γίνεται αναφορά στην προδικαστική ένσταση των κατηγορουμένων 1 και 2-αιτητών η οποία είχε δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος αφορούσε στο μεγάλο αριθμό κατηγοριών που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι (που όπως λέχθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο τους είναι 34), αριθμός που προκαλεί δυσχέρεια στην ετοιμασία της υπεράσπισης τους και στο ότι ανάμεσα στις κατηγορίες περιλαμβάνονται ουσιαστικά αδικήματα και αδικήματα συνωμοσίας για διάπραξη των ουσιαστικών αδικμάτων. Το δεύτερο σκέλος αφορά στην αλλαγή της απάντησης των κατηγορουμένων 3 και 4, χωρίς να δοθεί ευκαιρία στην υπεράσπιση των κατηγορουμένων 1 και 2-αιτητών να εκφράσουν την άποψη τους επί του αιτήματος για τροποποίηση (αλλαγή απάντησης των κατηγορουμένων 3 και 4).
Είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών ότι στην προκείμενη περίπτωση υπήρξε παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης τέτοια που επιτρέπει στους αιτητές να ζητήσουν το προαναφερόμενο προνομιακό ένταλμα. Η στέρηση του δικαιώματος των αιτητών να ακουστούν, στα πλαίσια του αιτήματος των συγκατηγορουμένων τους 3 και 4 για αλλαγή της απάντησης τους στις κατηγορίες, συνιστά ουσιώδη παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και εξαιρετικές περιστάσεις που δίνουν το δικαίωμα στους αιτητές να απευθυνθούν στο δικαστήριο ζητώντας το προαναφερόμενο διάταγμα, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο τους.
Ο κ. Κυπριανού υπογράμμισε τη δυσμενή θέση στην οποία οδηγήθηκαν οι αιτητές μετά που ο πρωτόδικος Δικαστής άκουσε γεγονότα και επέβαλε ποινή στους συγκατηγορουμένους τους 3 και 4 και επίσης επέσυρε την προσοχή του δικαστηρίου στο ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ασχολήθηκε και δεν απεφάσισε ουσιώδη σημεία που ήγειραν οι αιτητές ενώπιόν του, στην προδικαστική τους ένσταση.
Μελέτησα με προσοχή όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία υπό το φως των εισηγήσεων του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών. Κατέληξα στα εξής συμπεράσματα:
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στην ενδιάμεση απόφαση του, ημερ. 18.7.2005, εξέτασε και τα δύο σκέλη της ένστασης που υπέβαλαν προδικαστικά οι αιτητές. Αναφέρθηκε και στο μεγάλο αριθμό κατηγοριών που αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με τη δική τους θέση, και στο ότι δεν δόθηκε η ευκαιρία στην υπεράσπιση των αιτητών να εκφράσει την άποψη της επί του αιτήματος τροποποίησης, δηλαδή του αιτήματος για αλλαγή της απάντησης των κατηγορουμένων 3 και 4, όπως αντιλαμβάνομαι.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αναφέρει στην ενδιάμεση απόφαση του πως δεν διαπιστώνει ότι οι κατηγορίες, εναντίον των αιτητών, όπως είναι διατυπωμένες, μπορούν να προκαλέσουν αμηχανία σ΄ αυτούς και πρόβλημα στην υπεράσπιση τους. Παρατηρεί επίσης πως το ζήτημα της τροποποίησης, δηλαδή της αλλαγής απάντησης των κατηγορουμένων 3 και 4 στις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν, «είναι καθαρά θέμα που άπτεται άλλου ένδικου μέσου και το δικαστήριο δεν μπορεί σ΄ αυτό το στάδιο να το εξετάσει». Το τί εννοεί το πρωτόδικο δικαστήριο, όπως αντιλαμβάνομαι, είναι ότι το ίδιο το πρωτόδικο δικαστήριο ήδη είχε αποφασίσει για τη διαδικασία που θα ακολουθείτο σε σχέση με την αλλαγή της απάντησης των κατηγορουμένων 3 και 4, ότι ακολούθησε τη διαδικασία που έκρινε σωστή και επαφίεται πλέον στο Ανώτατο Δικαστήριο, εφόσον κληθεί, να κρίνει την ορθότητα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε.
Οι λόγοι για τους οποίους εκδίδεται προνομιακό ένταλμα Certiorari είναι, μεταξύ άλλων, η έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, η έκδηλη πλάνη νόμου, η προκατάληψη ή η ύπαρξη συμφέροντος από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την προσβαλλόμενη απόφαση, ο δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και η παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Στην προκείμενη περίπτωση εκείνο που κατά κύριο λόγο επικαλούνται οι αιτητές είναι η παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, για τους προαναφερόμενους λόγους.
Στην υπόθεση Γεωργίου Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 παρατηρήθηκε πως ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή/και συζητήσιμο ζήτημα, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να του δοθεί η αναγκαία άδεια. Πρέπει επίσης να αποδείξει ότι υπάρχουν εξαιρετικές συνθήκες. ΄Οπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις και κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις δίδει άδεια.
Στην υπόθεση Χρίστου (1996) 1 Α.Α.Δ. 398 το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε αίτηση του αιτητή για ακύρωση του κατηγορητηρίου λόγω αοριστίας και πολλαπλότητας. Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την αίτηση του για διατάγματα Certiorari και Prohibition έκρινε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είχε υπερβεί τη δικαιοδοσία του διότι αφενός άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και αφετέρου το θέμα αφορούσε σε πολλαπλότητα και ασάφεια κατηγορητηρίου που δεν κατέληγε σε παραβίαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, αφού ήταν δικονομικό θέμα.
Οι βασικοί κανόνες φυσικής δικαιοσύνης επιβάλλουν: (α) ότι πρέπει να δίδεται το δικαίωμα και στην άλλη πλευρά να ακουστεί, και (β) ότι ουδείς μπορεί να είναι κριτής της δικής του υπόθεσης. Στην προκείμενη περίπτωση θεωρώ ότι εκείνα για τα οποία παραπονούνται οι αιτητές δεν συνιστούν ουσιαστική παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης αλλά παρατυπία ή παράβαση δικονομικών ή νομολογιακών αρχών και εκτιμώ πως γι΄ αυτές τις ισχυριζόμενες παραβάσεις οι αιτητές έχουν στη διάθεση τους, στην κατάλληλη στιγμή, άλλο ένδικο μέσο και συγκεκριμένα εκείνο της εφέσεως με την οποία μπορεί να ελεγχθεί η ορθότητα της προαναφερόμενης ενδιάμεσης απόφασης του πρωτοδίκου δικαστηρίου. Κατά την κρίση μου η προκείμενη περίπτωση δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας, έκδηλης πλάνης νόμου, προκατάληψης ή συμφέροντος από τον εκδικάζοντα Δικαστή ή παράβασης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
Συναφώς παρατηρώ πως το πρωτόδικο δικαστήριο έδωσε την ευκαιρία και στην Κατηγορούσα Αρχή και την Υπεράσπιση των κατηγορουμένων 3 και 4 να ακουστούν. Οι αιτητές-κατηγορούμενοι 1 και 2 δεν ήταν άμεσα εμπλεκόμενοι στη διαδικασία αλλαγής της απάντησης των συγκατηγορουμένων τους 3 και 4 και στη διαδικασία επιβολής ποινής σ΄ εκείνους. Αν το πρωτόδικο δικαστήριο διέπραξε οποιοδήποτε δικονομικό ή άλλο λάθος ή αν δεν διεφύλαξε τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης για τους αιτητές, αυτά είναι θέματα που μπορούν να εγερθούν κατ΄ έφεση, στο κατάλληλο στάδιο.
Δεν θεωρώ πως συντρέχουν οποιεσδήποτε εξαιρετικές συνθήκες που να δικαιολογούν ή να καθιστούν ορθή και δίκαιη την παροχή αδείας στους αιτητές για καταχώριση αιτήσεως για Certiorari. Κατά την κρίση μου ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής απεφάνθη, έστω συνοπτικά, επί όλων των θεμάτων που ηγέρθησαν ενώπιόν του και αν διέπραξε οποιοδήποτε λάθος η απόφαση του υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο κατ΄ έφεση.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ ορθό και δίκαιο να απορρίψω την αίτηση των αιτητών και την απορρίπτω χωρίς διαταγή για έξοδα.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
/ΕΑΠ. Δ.