ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 1 ΑΑΔ 2013

13 Δεκεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

1.  ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ

     ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΤΩΝ Π.Κ. ΟΡΕΙΝΟΣ ΛΤΔ ΚΑΙ

     ΣΑΔΟΛΙΝ ΠΕΙΝΤΣ (ΚΥΠΡΟΣ) ΛΤΔ,

2.  ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΤΩΝ Π.Κ. ΟΡΕΙΝΟΣ ΛΤΔ ΚΑΙ ΣΑΔΟΛΙΝ ΠΕΙΝΤΣ

(ΚΥΠΡΟΣ) ΛΤΔ,

Εφεσείοντες,

v.

ΦΡΙΞΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11700)

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχολήσεως ― Ταμείο προνοίας ― Κατά πόσο αποχωρών εργοδοτούμενος εδικαιούτο να εισπράξει από το Ταμείο Προνοίας κατά την αποχώρησή του και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις του Ταμείου Προνοίας σε μετοχές δημοσίων εταιρειών και ποιά ήταν η ημερομηνία που θα αποτελούσε τη βάση υπολογισμού των ωφελημάτων του.

Ταμεία Προνοίας ― Ο περί Ταμείων Προνοίας Νόμος του 1981-1995 και οι σχετικοί κανονισμοί ― Έκδοση καταστατικού από κάθε Ταμείο Προνοίας, το οποίο, μεταξύ άλλων, καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών και την τήρηση και έλεγχο των λογαριασμών του ταμείου.

Συμβάσεις ― Ερμηνεία συμβάσεων ― Εφαρμοστέο κριτήριο ερμηνείας συμβάσεων.

Λέξεις και Φράσεις ― «Πρόσοδος» σε καταστατικό Ταμείου Προνοίας ― Κατά πόσο συμπεριλαμβάνει και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος.

Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του Ταμείου Προνοίας των Διευθυντών Συμβούλων («Το Ταμείο Προνοίας») δύο εταιρειών στις οποίες αυτός εργάστηκε, για το ποσό των £62.131 που υπήρχε εις πίστιν του κατά την ημερομηνία αποχώρησής του στις 8.12.99 από τις εν λόγω εταιρείες.  Στο πιο πάνω ποσό συμπεριλαμβάνετο και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος υπολογιζόμενο με βάση την αξία των επενδύσεων του Ταμείου Προνοίας σε μετοχές κατά την 8.12.99.

Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν κατ' έφεση την ερμηνεία του όρου «πρόσοδοι» που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δηλαδή στον όρο πρόσοδος συμπεριλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος.

Αμφισβήτησαν επίσης την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι στην καθαρή απόδοση των επενδύσεων περιλαμβανόταν και η αξία των επενδύσεων ως μη πραγματοποιηθέν κέρδος που βρισκόταν εις πίστιν του εφεσίβλητου κατά την ημερομηνία της αποχώρησής του από το Ταμείο Προνοίας.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η λογιστική αποδέχεται ότι η έννοια των όρων «πρόσοδος» και «revenue» είναι ευρύτερη από τη γραμματική τους έννοια - που είναι συνυφασμένη με την πραγματοποίηση κέρδους/εισοδήματος - ώστε σ' αυτή να συμπεριλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε μετοχές ή άλλες αξίες, τούτου υπολογιζόμενου με βάση τις αντίστοιχες αξίες των επενδύσεων.  Η ευρύτερη ερμηνεία των όρων ώστε σ' αυτή να περιλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε αξίες, επιβάλλεται και από τη λογική του πράγματος.  Και εφόσον στο καταστατικό του Ταμείου Προνοίας δεν προβλέπονται άλλες ρυθμίσεις αναφορικά με το χρόνο υπολογισμού των αξιών, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έκρινε ότι ο χρόνος αποχώρησης του μέλους από το Ταμείο Προνοίας είναι ο χρόνος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό του ποσού που δικαιούται το αποχωρών μέλος.

2.  Η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο συνάδει με τους καθιερωμένους κανόνες ερμηνείας των συμβάσεων και ήταν η μόνη παραδεκτή.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Saab a.o. v. Holy Monastery Ay. Neophytos (1982) 1 C.L.R. 499,

£ÂÔÏfiÁÔ˘ Î.¿. Ó. ∫ÙËÌ·ÙÈ΋˜ ∂Ù·ÈÚ›·˜ ¡€ÌÂÛȘ §Ù‰ (1998) 1 ∞.∞.¢. 407,

Stefanos & Andreas Cold Stores Trad. Ltd v. KEAN §Ù‰ (∞Ú. 2) (1998) 1(¢) ∞.∞.¢. 2335.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ' ων η αίτηση κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών που δόθηκε στις 22/4/03 (Αρ. Αίτησης 756/00) με την οποία κρίθηκε ότι κατά τις 8/12/99, όταν τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του αιτητή από τους καθ' ων η αίτηση, αυτός εδικαιούτο και το σε πίστη του μη πραγματοποιηθέν κέρδος, δηλ. την αξία των μετοχών του κατά την ημερομηνία της αποχώρησής του από το "ειδικό ταμείο" του Ταμείου Προνοίας και ως εκ τούτου επιδικάστηκαν υπέρ αυτού και εναντίον των εφεσειόντων £62.131,- πλέον έξοδα.

Χρ. Χριστοφίδης, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Βορκάς, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος εργάστηκε στις εταιρείες Π.Κ. Ορεινός Λτδ και Σάδολιν Πέϊντς (Κύπρος) Λτδ και ήταν μέλος του Ταμείου Προνοίας των Διευθυντών Συμβούλων («το Ταμείο Προνοίας») των εν λόγω εταιρειών. Οι υπηρεσίες του προς τις εταιρείες τερματίστηκαν στις 8.11.99 και 8.12.99 αντίστοιχα οπότε και έπαυσε να είναι μέλος του Ταμείου Προνοίας. Τον Απρίλιο 2000 πληρώθηκαν στον εφεσίβλητο ΛΚ81.727,41 από το Ταμείο Προνοίας. Ο εφεσίβλητος δεν έμεινε ικανοποιημένος από το ποσό που εισέπραξε και γι' αυτό, υπέβαλε αίτηση στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών με αίτημα να δοθούν αληθείς και πλήρεις λογαριασμοί για τις κρατήσεις και εισφορές καθώς και για την απόδοση των λογαριασμών του στο Ταμείο Προνοίας μέχρι τις 8.12.99 και μέχρι την έκδοση απόφασης. Ζήτησε επίσης την έκδοση απόφασης εναντίον του Ταμείου Προνοίας για το ποσό που θα προέκυπτε από τους λογαριασμούς πλέον τόκους και έξοδα. Οι εφεσείοντες αρνήθηκαν την απαίτηση και ισχυρίστηκαν ότι ο εφεσίβλητος  δεν δικαιούται σε οποιοδήποτε άλλο ποσό πέραν του καταβληθέντος τον Απρίλιο 2000.

Κατόπιν δίκης, διαπιστώθηκε ότι κατά την ημερομηνία αποχώρησης του εφεσίβλητου στις 8.12.99, υπήρχαν εις πίστιν του £62.131 συμπεριλαμβανομένου και του μη πραγματοποιηθέντος κέρδους. Κρίθηκε ότι ο εφεσίβλητος δικαιούτο στο πιο πάνω ποσό από το «ειδικό ταμείο» και ενόψει τούτου, εκδόθηκε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για £62.131 πλέον έξοδα. Οι εφεσείοντες θεωρούν λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση και επιδιώκουν την ανατροπή της.

Το δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση, εξέτασε κατά πόσο ο όρος «πρόσοδοι» του καταστατικού του Ταμείου Προνοίας περιλαμβάνει και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε μετοχές δημοσίων εταιρειών. Το άλλο ζήτημα που απασχόλησε το δικαστήριο ήταν ο καθορισμός της ημερομηνίας που θα αποτελούσε τη βάση  υπολογισμού των ωφελημάτων. Η κρίσιμη ημερομηνία ήταν μια από τις πιθανές ημερομηνίες 31.12.98, 8.11.99, 8.12.99 και 31.12.99. Τα ποσά είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των μερών και έγιναν προς τούτο ανάλογες δηλώσεις.

Ο περί Ταμείων Προνοίας Νόμος του 1981 μέχρι 1995 («ο νόμος») και οι δυνάμει του άρθρου 30 του νόμου εκδοθέντες κανονισμοί («οι κανονισμοί»), ρυθμίζουν μεταξύ άλλων, την ίδρυση, λειτουργία και εγγραφή των Ταμείων Προνοίας και άλλων συναφών θεμάτων. Κάθε Ταμείο Προνοίας εκδίδει το δικό του καταστατικό το οποίο περιλαμβάνει κανονισμούς που διέπουν τη λειτουργία του. Ο νόμος προβλέπει ότι το καταστατικό Ταμείου Προνοίας μεταξύ άλλων, καθορίζει τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μελών και την τήρηση και έλεγχο των λογαριασμών του ταμείου.

Το άρθρο 16 του νόμου προνοεί:

«16. Εντός εξ μηνών από της λήξεως εκάστου οικονομικού έτους η Διαχειριστική Επιτροπή εκάστου ταμείου προνοίας ετοιμάζει λογαριασμόν εσόδων και εξόδων και ισολογισμών διά το τοιούτον έτος, διά των οποίων δεικνύεται η αληθής και ακριβής οικονομική κατάσταση του τοιούτου ταμείου.»

Το άρθρο 21(1) του νόμου προβλέπει,

«21.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τα ωφελήματα τα οποία καταβάλλονται εκ ταμείου προνοίας καθορίζονται διά του καταστατικού αυτού.»

Το καταστατικό του Ταμείου Προνοίας κατατέθηκε ως τεκμήριο. Προνοεί, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

«2.                     ΣΚΟΠΟΙ

(α) Να παρέχη ωφελήματα εις τα μέλη του Ταμείου ή τας οικογενείας των συμφώνως των παρόντων κανονισμών.

(β) Να δέχεται εισφοράς, δωρεάς, συνδρομάς, κληροδοτήματα και άλλας καταθέσεις δια τους σκοπούς του Ταμείου Προνοίας.

(γ) Να διεξάγει οικονομικάς ή άλλας πράξεις προς επίτευξιν των προνοουμένων υπό των Κανονισμών σκοπών.

3.          ΜΕΤΟΧΟΙ

             (α) ..................................................................................

             (β) ...................................................................................

             (γ) Τα δικαιώματα παντός μέλους παύουν αφής ημέρας τούτο ήθελεν απομακρυνθή δι' οιονδήποτε λόγον, είτε κατόπιν παύσεως ή οικειοθελούς παραιτήσεως των εργασιών και των δύο Εταιρειών.

4.          ΠΟΡΟΙ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

             (α) ΜΕΛΗ: 7½% κράτησις επί των ολικών απολαβών εκάστου των μελών του Ταμείου.

             (β) ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Μηνιαία εισφορά εκ μέρους των Εταιρειών εκ 7½% επί των ολικών απολαβών εκάστου των μελών του Ταμείου.

             (γ) Αλλαι εισφοραί ή προικοδοτήσεις ως οικειοθελώς ήθελεν εγκρίνει οποιοδήποτε εκ των Εταιρειών προς ενίσχυσιν του Ταμείου, αι τυχόν δωρεαί και κληροδοτήματα τρίτων καθώς και υπόλοιπα λογαριασμών αποχωρούντων ή απολυομένων μελών του Ταμείου που δεν είναι πληρωτέα εις τα μέλη λόγω των προνοιών του κανονισμού 12 του καταστατικού ή υπόλοιπα που έγιναν πληρωτέα αλλά δεν υπερβαίνουν τις £50.- και παραμένουν αζήτητα πέραν των 8 χρόνων.

(δ) Αι πρόσοδοι του Κεφαλαίου τούτου.

9.          ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

            

(α) Το λογιστικόν μέρος του Ταμείου θα τηρήται εις τα Γραφεία της Εταιρείας υπό του Γραμματέως της Διαχειριστικής Επιτροπής.

(β) Θα κρατούνται δύο προσωπικοί λογαριασμοί δι' εν έκαστον των μελών:

1ον: Λογαριασμός «Α»: διά τας ιδίας αυτού εισφοράς.

2ον: Λογαριασμός «Β»: διά τας εισφοράς των Εταιρειών.

(γ) Θα κρατείται επίσης ιδιαίτερος λογαριασμός υπό τον τίτλον «Λογαριασμός Ειδικού Ταμείου».

Ο λογαριασμός αυτός θα πιστώνεται με όλας τας προσόδους του Κεφαλαίου του Ταμείου και με τας δωρεάς κ.λ.π. ως προνοείται υπό του άρθρου 4(γ) του παρόντος Καταστατικού. Θα πιστώνεται επίσης με παν υπόλοιπον παραμένον εις τον λογαριασμόν «Β» αποχωρούντος μέλους και μη αποσυρθέν λόγω των Προνοιών των παρόντων κανονισμών.

(δ) Ο λογαριασμός ειδικού Ταμείου (εκτός τόκων κεφαλαίου) θα μεταφέρεται εις τους λογαριασμούς «Β» των μελών την 31ην Δεκεμβρίου εκάστου έτους επί τη βάσει του συνόλου των ποσών μετά των οποίων είναι πιστωμένον έκαστον μέλος εις τον λογαριασμόν «Β» κατά την 31ην Δεκεμβρίου εκάστου έτους, προ της κατανομής των τόκων του έτους. Οι δε τόκοι θα κατανέμονται εις τους λογαριασμούς των μελών «Α» και «Β» αναλόγως και βάσει του συνόλου των ποσών μετά των οποίων είναι πιστωμένοι οι λογαριασμοί «Α» και «Β» κατά την 31ην Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

(ε) ...................................................................................

(στ) ..............................................................................»

Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά διέγνωσε ότι ο όρος «πρόσοδοι» είναι ουσιώδης για τον καθορισμό του ποσού στο οποίο ενδεχομένως θα δικαιούτο ο εφεσίβλητος. Ως προς την ερμηνεία του όρου, υπήρξε αντιγνωμία και η κάθε πλευρά πρόβαλε τη δική της άποψη. Ο εφεσίβλητος, υποστήριξε ότι ο όρος «πρόσοδοι» του καταστατικού συμπεριλαμβάνει και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος δηλαδή την αξία που είχαν οι μετοχές κατά την ημερομηνία της αποχώρησης του από την εταιρεία στις 8.12.99. Ειπώθηκε συναφώς ότι οι πρόνοιες του άρθρου 9 του καταστατικού αφορούν μόνο στο λογιστικό μέρος του Ταμείου Προνοίας και ότι η  31η Δεκεμβρίου δεν είναι η απόλυτη ημερομηνία με βάση το καταστατικό για την πληρωμή των ποσών που βρίσκονται στο «ειδικό ταμείο» προς όφελος των μελών του Ταμείου Προνοίας. Κατά τον εφεσίβλητο, η ημερομηνία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού που δικαιούται το μέλος από το «Ειδικό Ταμείο» είναι η ημερομηνία της αποχώρησης του και όχι η 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου χρόνου που στο καταστατικό αναφέρεται μόνο για καθαρά λογιστικούς σκοπούς.

Αντίθετη ήταν η άποψη των εφεσειόντων. Με αναφορά σε αγγλικά νομικά λεξικά και λεξικά της νεοελληνικής γλώσσας στα οποία παρέπεμψαν, υποστήριξαν ότι για να υπάρξει πρόσοδος, χρειάζονται έσοδα/κέρδος από εκμετάλλευση κινητής ή ακίνητης περιουσίας. Εισηγήθηκαν πως η μη πώληση μετοχών και η μη εξάσκηση δικαιωμάτων (warrants) υποδηλώνει την ανυπαρξία εκμετάλλευσης και συνεπώς δεν υπήρξε ούτε και πρόσοδος με την οποία θα μπορούσε να πιστωθεί ο λογαριασμός εφόσον η πρόσοδος δεν περιλαμβάνει μη πραγματοποιηθέν κέρδος.

Η ερμηνεία του όρου «πρόσοδοι» και του ανάλογου όρου στα αγγλικά «revenue» όπως αποδίδονται αντίστοιχα στα λεξικά που η εκκαλούμενη απόφαση αναφέρει είναι ως πιο κάτω:

«Στο «Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας» του Καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη η λέξη «πρόσοδος» ερμηνεύεται ως ακολούθως:

«Πρόσοδος (1) Το έσοδο που εξασφαλίζει κανείς από την εκμετάλλευση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας του: έχει πολλές προσόδους από τα κτήματα και τα διαμερίσματα του, ΣΥΝ. πόρος, έσοδο. (2) Το εισόδημα κάποιου είτε από εργασία είτε από την εκμετάλλευση περιουσιακών στοιχείων».

Η ίδια ερμηνεία δίδεται και από «Το Μεγάλο Λεξικό» της νεοελληνικής γλώσσας Α. Γεωργοπαπαδάκου και ομάδας φιλολόγων όπου στη σελίδα 808 αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Πρόσοδος» (1) Εισόδημα από ακίνητο κτήμα, 2) γενικά εισόδημα Οι πρόσοδοι της οικογένειας είναι περιορισμένες».

Το «ΜΕΙΖΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ» Δεύτερη Εκδοση δίδει την ερμηνεία της λέξης «Πρόσοδος» ως ακολούθως:

«Πρόσοδος» Εισόδημα από κινητή ή ακίνητη περιουσία, εισόδημα αποκτούμενο, χωρίς εργασία, εισόδημα, έσοδο: δημόσιες πρόσοδοι (τα έσοδα του κράτους).»

..............................................................................................................

Το BLACK'S LAW DICTIONARY των Henry Campbell Black, M.A., 5η έκδοση δίδει την ερμηνεία της λέξης revenue ως ακολούθως:

«Revenue. Return or yield, as of land; profit, as that which returns or comes back from an investment; the annual or periodical rents, profits, interest or issues of any species of property, real or personal; income of individual, corporation, governmental, etc. Willoughby v. Willoughby, 66 R.I. 4390, 19 A.2d 857, 860.

As applied to the income of a government, a broad and general term, including all public moneys which the state collects and received, from whatever source and in whatever manner. See Public revenues, below.»

To DICTIONARY OF LAW, του L.B. Curson, 5η έκδοση δίδει τον ορισμό της λέξης «revenue» ως ακολούθως:

«revenue». Income yield of taxes, return on investment.»

Προβλήθηκαν δύο λόγοι έφεσης. Με τον πρώτο αμφισβητείται η ερμηνεία του όρου «πρόσοδοι» που έδωσε το δικαστήριο. Γίνεται εισήγηση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι στον όρο πρόσοδος συμπεριλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος. Με το δεύτερο λόγο της έφεσης, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε ή έκρινε ότι στην καθαρή απόδοση των επενδύσεων περιλαμβανόταν και η αξία των επενδύσεων ως μη πραγματοποιηθέν κέρδος που βρισκόταν εις πίστη του εφεσίβλητου κατά την ημερομηνία της αποχώρησής του από το Ταμείο Προνοίας.

Είπαμε προηγουμένως ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι στον υπολογισμό του ποσού που δικαιούτο ο εφεσίβλητος έπρεπε να είχε συμπεριληφθεί και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος υπολογιζόμενο με βάση την αξία των επενδύσεων του Ταμείου Προνοίας σε μετοχές κατά την 8.12.99, ημερομηνία αποχώρησης του εφεσίβλητου. Το δικαστήριο στην προσπάθεια του να διαπιστώσει την πραγματική σημασία του όρου «πρόσοδοι» ορθά έλαβε υπόψη τις πρόνοιες του καταστατικού καθώς και την ακολουθητέα μέχρι τότε πορεία του ταμείου που αφορούσε στο λογιστικό μέρος. Προκύπτει από τους λογαριασμούς των ετών 1998 και 1999 ότι κάτω από τον τίτλο «απόδοση επενδύσεων» περιλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος των ετών 1998 και 1999 που ήταν £13.081,00 και  £144.269,00 αντίστοιχα. Αυτό ακριβώς το γεγονός επιμαρτυρεί την πραγματική βούληση των μερών για συμπερίληψη του μη πραγματοποιηθέντος κέρδους από επενδύσεις σε μετοχές στο καθαρό ενεργητικό του ταμείου προνοίας υπό τον τίτλο «απόδοση επενδύσεων». Η πραγματική βούληση των μερών αποδείχθηκε ακόμα και στην πράξη αφού η πληρωμή προς τον εφεσίβλητο τον Απρίλιο 2000, έγινε με βάση τους λογαριασμούς μέχρι  31.12.98 και λήφθηκε επίσης υπόψη στον υπολογισμό του ποσού που καταβλήθηκε, η απόδοση των επενδύσεων στην οποία, περιλαμβανόταν, καθώς αναφέραμε, το μη πραγματοποιηθέν κέρδος κατά το τέλος του 1998.

Εκ πρώτης όψεως, η γραμματική έννοια των όρων «πρόσοδος» και «revenue» φαίνεται να ταυτίζεται με την πραγματοποίηση κέρδους/ εισοδήματος. Ωστόσο, η λογιστική αποδέχεται ότι η έννοια των συγκεκριμένων όρων είναι ευρύτερη ώστε σ΄ αυτή να συμπεριλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε μετοχές ή άλλες αξίες, τούτου υπολογιζόμενου με βάση τις αντίστοιχες αξίες των επενδύσεων. Έχουμε την άποψη πως επί του θέματος υπήρξε συναντίληψη των μερών εφόσον το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε μετοχές υπολογίζεται και προσμετρά στους λογαριασμούς του ταμείου προνοίας και με το ανάλογο μερίδιο του κέρδους πιστώνεται ο προσωπικός λογαριασμός του κάθε μέλους. Στην προκείμενη περίπτωση το μη πραγματοποιηθέν κέρδος για το έτος 1998 λήφθηκε υπόψη στον υπολογισμό του ποσού που καταβλήθηκε στον εφεσίβλητο τον Απρίλιο 2000. Η ευρύτερη ερμηνεία των όρων ώστε σ΄ αυτή να περιλαμβάνεται και το μη πραγματοποιηθέν κέρδος από επενδύσεις σε αξίες, επιβάλλεται και από τη λογική του πράγματος. Νομίζουμε πως θα ήταν αδιανόητο να μη υπολογιζόταν ένα τέτοιο κέρδος σε περίπτωση για παράδειγμα, που τα περιουσιακά στοιχεία ενός οποιουδήποτε Ταμείου Προνοίας, αποτελούνταν μόνο από επενδύσεις σε αξίες (χρεόγραφα, μετοχές δημοσίων εταιρειών, κλπ). Αν συνέβαινε το αντίθετο  ίσως να μην υπήρχε τρόπος υπολογισμού για σκοπούς απόδοσης των ανάλογων ωφελημάτων προς κάθε δικαιούχο στον κατάλληλο χρόνο, τηρουμένων βέβαια των όρων του καταστατικού που αφορούν στον χρόνο υπολογισμού κλπ του μη πραγματοποιηθέντος κέρδους. Στην προκείμενη περίπτωση το καταστατικό του Ταμείου Προνοίας δεν περιέχει σαφή ρύθμιση αναφορικά με το χρόνο υπολογισμού του μη πραγματοποιηθέντος κέρδους για σκοπούς απόδοσης του αναλογούντος μεριδίου στα αποχωρούντα μέλη. Το γεγονός ότι οι εξελεγμένοι λογαριασμοί ετοιμάζονται κάθε τέλος του χρόνου δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι ο χρόνος υπολογισμού του μη πραγματοποιηθέντος κέρδους για σκοπούς απόδοσης του αναλογούντος μεριδίου στο κάθε αποχωρών μέλος πρέπει απαραιτήτως να συμπίπτει με το τέλος του χρόνου που ετοιμάζονται οι λογαριασμοί. Η ετοιμασία των λογαριασμών κάθε τέλος του χρόνου γίνεται μόνο για λογιστικούς σκοπούς και όχι για τους σκοπούς απόδοσης ωφελημάτων στα αποχωρούντα μέλη.

Σύμφωνα με τις σημειώσεις των ελεγκτών οι οποίες περιέχονται στους εξελεγμένους λογαριασμούς του Ταμείου Προνοίας και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των οικονομικών καταστάσεων αναφέρονται τα εξής:

«2.         Σημαντικές λογιστικές αρχές.

(γ) Επενδύσεις.

Οι επενδύσεις σε μετοχές δημοσίων εταιρειών εμφανίζονται στην αγοραία αξία κατά το τέλος του έτους. Η αξία προσδιορίζεται σύμφωνα με τις τιμές που δημοσιεύονται από το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου. Κέρδη ή ζημιές από επανεκτίμηση μεταφέρονται στο λογαριασμό αποτελεσμάτων.

4.  Ωφελήματα πληρωτέα.

Μέλη που αποχωρούν από το ταμείο δικαιούνται πληρωμή των ποσών που είναι πιστωμένοι οι λογαριασμοί τους Α και Β. Στις περιπτώσεις μελών που παραιτούνται πριν τη συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε ετών με την εταιρεία τότε τα ποσά των λογαριασμών τους Β κατακρατούνται και κατανέμονται στους ατομικούς λογαριασμούς Β των μελών που παραμένουν στο ταμείο σε αναλογία των ποσών που είναι πιστωμένα τα μέλη κατά το τέλος του χρόνου.

5.  Απόδοση επενδύσεων για το έτος

Στο τέλος κάθε χρόνου η καθαρή απόδοση των επενδύσεων μεταφέρεται στους ατομικούς λογαριασμούς των μελών σε αναλογία των ποσών που είναι πιστωμένα τα μέλη κατά το τέλος του χρόνου.»

Σαφώς προκύπτει από τις πιο πάνω σημειώσεις ότι η αξία των επενδύσεων του Ταμείου Προνοίας σε μετοχές καθορίζεται με βάση τις τιμές που δημοσιεύει το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου. Και εφόσον στο καταστατικό δεν προβλέπονται άλλες ρυθμίσεις αναφορικά με το χρόνο υπολογισμού των αξιών, θεωρούμε, σε συμφωνία με το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι ο χρόνος αποχώρησης του μέλους από το Ταμείο Προνοίας είναι ο χρόνος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό του ποσού που δικαιούται το αποχωρών μέλος.

Κριτήριο ερμηνείας των συμβάσεων αποτελεί η διαπίστωση της έννοιας που μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο. Οι επίμαχοι συμβατικοί όροι εξετάζονται όχι απομονωμένα αλλά στο πλαίσιο της συμφωνίας ως συνόλου. Η αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων των διαπραγματεύσεων, μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων, αποτελεί πάντοτε χρήσιμο οδηγό. Βλ. Saab and Another v. Holy Monastery Ay. Neophytos (1982) 1 C.L.R. 499, Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 407, Stefanos & Andreas Cold Stores Trad. Ltd v. KEAN Λτδ (Αρ. 2) (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2335. Η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο δικαστήριο ήταν η μόνη παραδεκτή. Η εκκαλούμενη απόφαση στα σημεία που θίγονται στην έφεση είναι ορθή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο