ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1528
8 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ,
ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ
ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΗ,
Εφεσείουσα-Ενάγουσα,
v.
ΑΝΤΡΗΣ ΛΑΜΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης-Εναγομένης.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11724)
Αποφάσεις και διατάγματα ― Προσωρινά διατάγματα δυνάμει του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 ― Προϋποθέσεις εκδόσεως ― Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση, ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, πιθανότητα να υποστεί ο ενάγων ανεπανόρθωτη ζημιά και στάθμιση κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα.
Η εφεσείουσα και η εφεσίβλητη είναι ιδιοκτήτριες οικιών στη Γαλάτα οι οποίες συνορεύουν μεταξύ τους. Η εφεσείουσα υποστηρίζοντας ότι μέσα στον Αύγουστο του 2001, η εφεσίβλητη άρχισε τη διενέργεια οικοδομικών εργασιών στο χώρο μεταξύ των δύο οικιών οι οποίες επηρέασαν δυσμενώς την δική της οικία, καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης για ισχυριζόμενη (α) παράνομη επέμβαση, (β) επέμβαση στο δικαίωμα φωτός και (γ) για ιδιωτική οχληρία. Ταυτόχρονα με την καταχώρηση της αγωγής η εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση ζητώντας την έκδοση προσωρινού διατάγματος, το οποίο θα απαγόρευε στην εφεσίβλητη τη συνέχιση και συμπλήρωση των οικοδομικών της εργασιών.
Εκ μέρους της εφεσίβλητης υποβλήθηκε ότι οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν μετά την έκδοση πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής και ότι υπήρξε εκ μέρους της εφεσίβλητης πλήρης συμμόρφωση προς τους όρους της άδειας οικοδομής, που προέβλεπαν ότι δεν θα επηρεάζονταν οι ανέσεις της εφεσείουσας. Ο μάρτυρας της εφεσίβλητης που κατέθεσε τα ανωτέρω δεν αντεξετάστηκε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, σημειώνοντας ότι η εφεσείουσα απέτυχε να ικανοποιήσει τις τρεις προϋποθέσεις του Άρθρου 32(1) του Νόμου 14/60.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι είναι εσφαλμένη γιατί, μεταξύ άλλων, η ίδια ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι υπήρξε εκ μέρους της εφεσίβλητης παραβίαση των όρων της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής και γιατί υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ικανοποιητική μαρτυρία που μπορούσε να οδηγήσει στην έκδοση του προσωρινού διατάγματος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Έχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι η έκδοση συντηρητικού διατάγματος επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν έχει υπεισέλθει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου ή εφαρμογή λανθασμένης νομικής αρχής, ή αν το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη τους αναγκαίους παράγοντες.
2. Δεν έχει προβληθεί οτιδήποτε με τους λόγους της έφεσης που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Οδυσσέως ν. Pieris Estates Ltd (1982) 1 A.A.Δ. 557,
Karydas Taxi Ltd v. Komodikis (1975) 1 C.L.R. 321,
Acropol Shipping Co. Ltd a.o. v. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38,
Constantinides v. Makryyiorghou a.ο. (1978) 1 C.L.R. 585,
Geo M. HadjiKyriacos Co. Ltd v. United Biscuits (U.K.) Ltd (1979) 1 C.L.R. 689,
Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231,
M. & M. Transport Co. Ltd v. Eteria Astikon Leoforion (1981) 1 C.L.R. 605,
Odysseos v. Pieris Estates Ltd a.ο. (1982) 1 C.L.R. 557,
Jonitexco Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263,
K.O.T. v. Θεωρή (1989) 1(E) C.L.R. 255,
Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248.
Έφεση.
Έφεση από την ενάγουσα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 11/6/03 (Αρ. Αγωγής 3846/03) με την οποία απέρριψε την αίτησή της για έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο θα απαγορεύετο στην εναγόμενη να συνεχίσει και συμπληρώσει τις οικοδομικές της εργασίες στην οικία της η οποία συνόρευε με αυτήν της ενάγουσας.
Μιχ. Βορκάς, για την Εφεσείουσα.
Δ. Κούτρας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της για την έκδοση ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος, με το οποίο θα απαγορευόταν στην εφεσίβλητη η συνέχιση οικοδομικών εργασιών σε παρακείμενη ακίνητη περιουσία.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια μιας οικίας στη Γαλάτα, που κτίστηκε το 1905 με πλινθάρι και πέτρες. Το σπίτι αποτελείται από δύο δωμάτια, ένα στάβλο και ένα αποχωρητήριο στο ισόγειο και δύο δωμάτια με δύο βεράντες στον πρώτο όροφο. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας, μέσα στον Αύγουστο του 2001 η εφεσίβλητη, η οικία της οποίας συνορεύει με την οικία της εφεσείουσας, άρχισε τη διενέργεια οικοδομικών εργασιών στο χώρο μεταξύ των δύο οικιών. Πιο συγκεκριμένα, η εφεσίβλητη διενήργησε εκσκαφές, ανήγειρε τσιμεντοκολώνες με σιδηροσυνδέσεις και κατασκεύασε σκελετό δύο ορόφων με στέγη (που έχει πάρει τη μορφή πλάκας) από τσιμέντο και σιδηροσυνδέσεις. Λόγω της διενέργειας των εκσκαφών είχαν αποκαλυφθεί τα θεμέλια της οικίας της εφεσείουσας, με άμεσο αποτέλεσμα η οικία να κινδυνεύσει με κατάρρευση. Λόγω δε της κατασκευής της στέγης, 10 εκ. κάτω από τα δύο παράθυρα του α΄ ορόφου της οικίας της εφεσείουσας, η τελευταία ισχυρίστηκε ότι,
(α) Δεν μπορεί να ανοίξει τα παράθυρά της άφοβα όπως και προηγουμένως,
(β) Τα χιόνια που πέφτουν και στοιβάζονται στη στέγη δεν της επιτρέπουν να ανοίξει τα παράθυρά της,
(γ) Τα νερά της βροχής και τα χιόνια εισέρχονται από τα δύο παράθυρα μέσα στο σπίτι της εφεσείουσας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται υγρασία και να αρχίσουν να πέφτουν τα καλύμματα των πλινθαρένιων τοίχων.
Η εφεσείουσα κατόπιν διαμαρτυριών που υπέβαλε στην εφεσίβλητη και στην Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας, προέβηκε στην καταχώριση πολιτικής αγωγής εναντίον της ενάγουσας για ισχυριζόμενη (α) παράνομη επέμβαση, (β) επέμβαση στο δικαίωμα φωτός και (γ) για ιδιωτική οχληρία κατά παράβαση των άρθρων 43, 46 και 50 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148. Ταυτόχρονα με την καταχώριση της αγωγής η εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση ζητώντας την έκδοση προσωρινού διατάγματος, το οποίο θα απαγόρευε στην εφεσίβλητη τη συνέχιση και συμπλήρωση των οικοδομικών της εργασιών.
Εκ μέρους της εφεσίβλητης υποβλήθηκε (με ένορκη δήλωση υπεύθυνου υπαλλήλου των Αρχιτεκτόνων - Μηχανικών Ι. + Α. Φιλίππου) ότι οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν μετά την έκδοση της Πολεοδομικής άδειας και της άδειας Οικοδομής και ότι υπήρξε εκ μέρους της εφεσίβλητης πλήρης συμμόρφωση προς τους όρους της άδειας Οικοδομής, που προέβλεπαν ότι δεν θα επηρεάζονταν οι ανέσεις της εφεσείουσας.
Δεν υπήρξε αντεξέταση των προσώπων που είχαν προβεί σε ένορκες δηλώσεις και το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε να εξετάσει κατά πόσο η εφεσείουσα είχε ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου (αρ. 14/60), όπως αυτές έχουν επεξηγηθεί σύμφωνα με τη σχετική νομολογία. (Βλ. Οδυσσέως ν. Pieris Estates Ltd (1982) 1 Α.Α.Δ. 557). Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού σημείωσε ότι για την έκδοση ενός παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος απαιτείται
(i) Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(ii) Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, και
(iii) Η πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής ανεπανόρθωτη ζημιά,
προχώρησε στην ανάλυση των προεκτάσεων των πιο πάνω προϋποθέσεων. Ακολούθως το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι δεν υπήρξε αντεξέταση του μάρτυρα της εφεσίβλητης ότι οι εργασίες διεξάγονταν σύμφωνα με τους όρους τόσο της Πολεοδομικής άδειας όσο και της άδειας Οικοδομής και ότι μια σύγκριση του φωτογραφικού υλικού που κατατέθηκε έδειχνε ότι ακόμα και η ύπαρξη χιονιού δεν εμπόδιζε το άνοιγμα των δύο παραθύρων της εφεσείουσας και ότι με τη συνέχιση των οικοδομικών εργασιών δεν παρεμποδιζόταν το δικαίωμα της απόλαυσης εύλογου ποσοστού φωτός, απέρριψε την αίτηση για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, σημειώνοντας ότι η εφεσείουσα απέτυχε να ικανοποιήσει τις τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του Νόμου 14/60.
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη γιατί, μεταξύ άλλων, η εφεσείουσα ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι υπήρξε εκ μέρους της εφεσίβλητης παραβίαση των όρων της Πολεοδομικής άδειας και της άδειας Οικοδομής και γιατί υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ικανοποιητική μαρτυρία που μπορούσε να οδηγήσει στην έκδοση του προσωρινού διατάγματος.
Η αίτηση βασίζεται στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60 που έχει ερμηνευθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. (Βλ. Karydas Taxi Ltd. v. Komodikis (1975) 1 C.L.R. 321, Acropol Shipping Co. Ltd. & Others v. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38, Constantinides v. Makryyiorghou & Another (1978) 1 C.L.R. 585, Geo M. HadjiKyriacos Co. Ltd. v. United Biscuits (U.K.) Ltd. (1979) 1 C.L.R. 689, Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231, M. & M. Transport Co. Ltd. v. Eteria Astikon Leoforion (1981) 1 C.L.R. 605, Odysseos v. Pieris Estates Ltd. and Others (1982) 1 C.L.R. 557, Jonitexco Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, K.O.T. v. Θεωρή (1989) 1 (E) Α.Α.Δ. 255, 258).
Χαρακτηριστικά στην πιο πάνω απόφαση είχε λεχθεί ότι:
"Προσωρινά διατάγματα εκδίδονται με βάση το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 όταν το Δικαστήριο κρίνει πως η παροχή τέτοιας θεραπείας είναι δίκαιη και ευχερής. Το άρθρο αυτό του Νόμου έχει εξετασθεί επανειλημμένα από το Ανώτατο Δικαστήριο σε σειρά υποθέσεων. Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557, καθορίζονται συνοπτικά μεν αλλά πολύ περιεκτικά και με σαφήνεια, οι αρχές που διέπουν την έκδοση συντηρητικών διαταγμάτων και εκείνες που ρυθμίζουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Οι τρεις βασικές προϋποθέσεις είναι:
(1) Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(2) Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, και
(3) Η πιθανότητα να υποστεί ο ενάγων ανεπανόρθωτη ζημιά.
Το θέμα όμως δεν τελειώνει εδώ. Όπως υποδεικνύεται στην Odysseos, στο τελικό στάδιο το Δικαστήριο πρέπει πρόσθετα να σταθμίσει κατά πόσον είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει τέτοιο διάταγμα. (Βλ. επίσης την υπόθεση Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Πασχάλη Χ" Βασίλη (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 152). Πρέπει να τονίσουμε πως τα Δικαστήρια εκδίδουν τέτοια διατάγματα με φειδώ."
Σε αιτήσεις για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πληρούνται και οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 για να δημιουργηθεί το υπόβαθρο πάνω στο οποίο το Δικαστήριο στην ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας θα προχωρήσει να αποφασίσει υπέρ ή εναντίον της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος. Πρέπει να τονισθεί σε αυτό το στάδιο ότι το Δικαστήριο δεν εξετάζει σε βάθος την προσφερόμενη μαρτυρία για να προβεί σε αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων και δεν καταλήγει σε ευρήματα γεγονότων εκτός μόνο για την εξακρίβωση εκείνων των αναγκαίων στοιχείων τα οποία θεωρούνται απαραίτητα για τη θεμελίωση των κριτηρίων του άρθρου 32.
Έχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι η έκδοση ενός συντηρητικού διατάγματος επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν έχει υπεισέλθει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου ή εφαρμογή μιας λανθασμένης νομικής αρχής, ή αν το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει τους αναγκαίους παράγοντες. (Βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248).
Έχουμε εξετάσει τους λόγους της έφεσης που έχουν προβληθεί και δεν έχουμε πεισθεί ότι δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβασή μας. Τόσο η αξιολόγηση των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όσο και η απόφαση με την απαραίτητη αιτιολογία ότι η εφεσείουσα δεν είχε ικανοποιήσει τις αναγκαίες προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του Νόμου 14/60 για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, ήταν απόλυτα ορθές και δεν μας παρέχουν περιθώρια επέμβασης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.