ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1569
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11338)
29 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές.]
IMPREGILO SPA.,
Εφεσειόντων/ Εναγόντων,
v.
ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ MARWA Μ, ΣΗΜΑΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΤΩΡΑ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ KATRINA I
ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΜΠΟΤΙΑΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΛΕΜΕΣΟΥ.
Εφεσιβλήτων/Ε ναγομένων.
--------------------
Α. Γιωρκάτζης, για τους Αντεφεσείοντες-Εναγόμενο Πλοίο.
Α. Θεοφίλου, για τους Εφεσείοντες-Ενάγοντες.
---------------------
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Μ. Κρονίδη.
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες ήγειραν πραγματοπαγή αγωγή (in rem) εναντίον του εφεσίβλητου πλοίου με το οποίο ζητούσαν διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται η άμεση παράδοση του φορτίου σιδήρου που αποτελείτο από 1585 δέσμες και αποζημιώσεις για ζημιές που προέκυψαν από τη μείωση της αξίας του φορτίου. Διαζευκτικά απαιτούσαν την αξία του φορτίου και αποζημιώσεις για παράβαση σύμβασης σχετικά με τη μεταφορά του φορτίου.
Μετά από μακρά ακροαματική διαδικασία Δικαστής του Δικαστηρίου αυτού εξέδωσε απόφαση με την οποία επεδίκασε προς όφελος των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου πλοίου ποσό $881.960,84 πλέον έξοδα, ποσό που αντιπροσώπευε, σύμφωνα με τη μαρτυρία, την αξία του επίδικου φορτίου του σιδήρου. Με την πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκαν οι άλλες αξιώσεις των εφεσειόντων.
Οι εφεσείοντες άσκησαν την παρούσα έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης το δε εφεσίβλητο πλοίο επίσης άσκησε αντέφεση. Η έφεση σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε από τους εφεσείοντες. Έτσι παρέμεινε προς εκδίκαση η αντέφεση του εφεσίβλητου πλοίου.
Με τους δύο πρώτους και βασικούς λόγους της αντέφεσης το εφεσίβλητο πλοίο προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα θεώρησε ότι έφερε το βάρος της απόδειξης του πραγματικού γεγονότος ότι ιδιοκτήτες του πλοίου τόσο κατά το χρόνο που προέκυψε το αγώγιμο δικαίωμα όσο και κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής ήσαν τα ίδια πρόσωπα..
Η αγωγή των εφεσειόντων, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι πραγματοπαγής (in rem), και βασίσθηκε στο άρθρο 3(4) του Administration of Justice Act 1956. Σύμφωνα με τη νομολογία για να γίνει επίκληση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 3(4) ο ενάγων πρέπει να αποδείξει ότι η ωφέλιμη ιδιοκτησία (beneficial ownership) του πλοίου εξακολουθούσε κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής να ανήκει στο πρόσωπο που θα ήταν υπεύθυνο για την αξίωση κατά το χρόνο που προέκυψε το αγώγιμο δικαίωμα (Βλέπε: CY.T.A. v. Ship "Maria" (1983) 1 C.L.R. 825).
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς του εφεσίβλητου πλοίου είχε αμφισβητηθεί. Οι εφεσείοντες-ενάγοντες, ως εκ τούτου έφεραν το βάρος της απόδειξης ότι η ωφέλιμη ιδιοκτησία του πλοίου παρέμεινε στο ίδιο πρόσωπο τόσο κατά το χρόνο που η αξίωση προέκυψε όσο και κατά το χρόνο που εγέρθηκε η αγωγή. (Βλέπε: Rhesa Shipping Co. S.A. v. Edmunds (1985) 1 W.L.R. 948).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έχει αντικρύσει τη νομική πλευρά του θέματος στην αρχή της απόφασης του αναφέροντας τα εξής:-
«Η θέση του εναγόμενου πλοίου είναι ότι η αγωγή στρέφεται αποκλειστικά εναντίον του πλοίου (in rem). Η συμπερίληψη στην αγωγή αξίωσης για παράδοση φορτίου για το οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι φορτώθηκε επί του πλοίου δεν καθιστά την αξίωση των εναγόντων και αξίωση εναντίον του φορτίου. Έχει λεχθεί από πλευράς εναγόμενου πλοίου ότι οι ενάγοντες για να επιτύχουν στην αξίωσή τους θα πρέπει να αποδείξουν ότι το πρόσωπο που θα ήταν υπεύθυνο σε περίπτωση αγωγής in personam είναι το ίδιο πρόσωπο κατά το χρόνο που κινήθηκε η αγωγή. Δηλαδή, οι ενάγοντες έπρεπε εδώ να αποδείξουν με αποδεκτή μαρτυρία, ότι ο ιδιοκτήτης του πλοίου τόσο κατά την ημερομηνία που γεννήθηκε η αξίωση όσο και κατά την 31.8.99 που κινήθηκε η αγωγή, ήταν το ίδιο πρόσωπο.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέλυσε με περισσή επιμέλεια το σύνολο της μαρτυρίας που παρουσιάσθηκε ενώπιον του. Αποδέχθηκε τη μαρτυρία των εφεσειόντων ως αξιόπιστη και αντίθετα απέρριψε τη μαρτυρία που παρουσίασε το εφεσίβλητο πλοίο ως καταφανώς αναξιόπιστη. Οι ισχυρισμοί του εφεσίβλητου πλοίου απερρίφθησαν ως αναληθείς και ως έχοντες σκοπό να επιφέρουν σύγχυση αναφορικά με τη διακρίβωση της ταυτότητας αυτών που έχουν ουσιαστικό συμφέρον στο πλοίο. Αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του τα εξής με τα οποία συμφωνούμε γιατί αποτελούν εύλογα συμπεράσματα που εξάγονται από τη μαρτυρία:-
«Η μεταφορά του πλοίου από την DAMIATTA SHIPPING CO της Λεμεσού στην AL MARWA του Παναμά και από κυπριακή σημαία στη σημαία του Παναμά έγινε για να φορτωθούν στο πλοίο εμπορεύματα στην Τουρκία, πράγμα που θα ήταν αδύνατο να συμβεί αν το πλοίο διατηρούσε την κυπριακή σημαία. Ο ισχυρισμός περί ναύλωσης του πλοίου σε τρίτους δεν έχει αποδειχθεί. Έστω όμως και αν υπήρξαν τέτοιοι ναυλωτές ο ρόλος τους παρέμεινε αδιευκρίνιστος. Οι φορτωτικές (τεκμ. 22) εκδόθηκαν από τον καπετάνιο του πλοίου και φέρουν σφραγίδα του πλοίου. Η αναφορά του El Adle περί είσπραξης Δολ. Αμερ. 3000.000 για να αποχωρήσει από την DAMIATTA της Αιγύπτου και εισδοχή νέου συνεταίρου του αδελφού του, στην εταιρεία αποτελούν ψεύδη με σκοπό να συσκοτίσουν την πραγματική κατάσταση αναφορικά με τη διακρίβωση της ταυτότητας των εχόντων ουσιαστικό συμφέρον στο πλοίο (beneficial owners). Οι εναγόμενοι δεν απέδειξαν, καθώς έχει ήδη ειπωθεί, την ύπαρξη της DAMIETTA SHIPPING CO LTD (Αιγύπτου) με βάση το νόμο της Κύπρου που τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής. Οι ύποπτες πράξεις και ενέργειες των πλοιοκτητών συνεχίστηκαν με όσα ακολούθησαν. Από 25.11.98 άλλαξαν όνομα και σημαία του πλοίου. Το πλοίο πήρε το όνομα GEORGE, μετά MARWA M και τέλος KATRINA I το οποίο φέρεται εγγεγραμμένο στο νηολόγιο της Καμποτίας.
.................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. ........................
Με βάση τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου καταλήγω στο συμπέρασμα ότι οι έχοντες του ουσιαστικό συμφέρον επί του πλοίου (beneficial owners) παρέμειναν οι ίδιοι καθ΄ όλο το χρονικό διάστημα από της εγγραφής του πλοίου στο κυπριακό νηολόγιο επ' ονόματι της DAMIATTA SHIPPING CO LTD εκ Λεμεσού μέχρι την τελευταία «εγγραφή» στο νηολόγιο της Καμποτίας. Και αυτοί είναι η DAMIATTA SHIPPING CO εκ Λεμεσού. Όλες οι αλλαγές ονομάτων του πλοίου και εγγραφές τούτου στο όνομα άλλων εταιρειών ήταν το βασικό μέρος σχεδίου παραπλάνησης των ιδιοκτητών/δικαιούχων των διαφόρων φορτίων επί του πλοίου, περιλαμβανομένου και του επίδικου και αποφυγής των ευθυνών που είχαν απέναντι τους οι έχοντες ουσιαστικό συμφέρον στο πλοίο (beneficial owners). Η διαπίστωση μου εν προκειμένω είναι πως δεν υπήρξε τρίτος αγοραστής του πλοίου.»
Έχουμε μελετήσει προσεκτικά την επίδικη απόφαση και δεν έχουμε εντοπίσει οποιαδήποτε θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το βάρος της απόδειξης το έφερε το εφεσίβλητο πλοίο, ούτε μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσίβλητου πλοίου σε οποιοδήποτε μέρος της απόφασης, που να αποδεικνύει ένα τέτοιο ισχυρισμό.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι εφεσείοντες με την αξιόπιστη μαρτυρία που προσκόμισαν στο Δικαστήριο απέσεισαν το βάρος της απόδειξης που είχαν. Ο περαιτέρω σχολιασμός της αναξιόπιστης μαρτυρίας των κύριων μαρτύρων του εφεσίβλητου πλοίου από το πρωτόδικο Δικαστήριο και η, ως εκ τούτου, αδυναμία να αποδείξει τους ισχυρισμούς του δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι μετέθεσε το βάρος της απόδειξης στους ώμους του. Έχουμε καταλήξει ότι τα συμπεράσματα και η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν εύλογη εν όψει της μαρτυρίας που είχε ενώπιον του όπως την αξιολόγησε. Προσθέτουμε ότι με κανένα λόγο έφεσης δεν προσβάλλεται ως λανθασμένη η αξιολόγηση της μαρτυρίας.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υπήρξε ναύλωση του πλοίου.
Τον ισχυρισμό αυτό το εφεσίβλητο πλοίο τον στηρίζει στη φορτωτική, Τεκμήριο 22, και επίσης στο Τεκμήριο 21, επιστολή που στάληκε στο μάρτυρα των εναγομένων Massimo Mordiglia, δικηγόρο. Η επιστολή αυτή απεστάλη από την εταιρεία Damiatta με φαξ σε διάφορες εταιρείες και σε διάφορες διευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του μάρτυρα. Η επιστολή αυτή δεν έχει καμιά αποδεικτική αξία ως προς το περιεχόμενο της γιατί περιέχει δηλώσεις του μάρτυρα του εφεσίβλητου πλοίου κ. El Adle, η μαρτυρία του οποίου κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο αναξιόπιστη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, όσον αφορά το Τεκμήριο 22, αναφέρει τα εξής στην απόφαση του:-
«Η αναφορά σε ναυλοσύμφωνο ημερ. 29.5.98 που γίνεται στις φορτωτικές (τεκμ. 22) καθώς και οι διάφορες αλλαγές ονόματος του πλοίου, νηολογήσεις και αλλαγές ιδιοκτησίας έγιναν με μοναδικό στόχο και σκοπό την πρόκληση σύγχυσης στους διάφορους φορτωτές και/ή δικαιούχους των εμπορευμάτων που φορτώθηκαν στο πλοίο, περιλαμβανομένων και των εναγόντων, στην αναζήτηση του φορτίου τους η δε επίκληση της ύπαρξης ναυλωτών αποσκοπούσε στη δημιουργία «νομικής βάσης» για διεκδίκηση δικαιωμάτων απορρεόντων από την δήθεν μη πληρωμή του οφειλόμενου ναύλου.»
Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η φράση στη φορτωτική «to be used with Charterparties» (να χρησιμοποιηθεί με ναυλοσύμφωνο) δεν αποδεικνύει ότι πράγματι το πλοίο ήταν ναυλωμένο κατά την έκδοση και υπογραφή της από τον καπετάνιο του πλοίου. Αντίθετα, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η αναφορά είχε ως στόχο και σκοπό την πρόκληση σύγχυσης στους φορτωτές για αναζήτηση του φορτίου τους. Η μαρτυρία που παρουσίασε το εφεσίβλητο πλοίο κρίθηκε επί του θέματος από το πρωτόδικο Δικαστήριο αναξιόπιστη. Σημειώνουμε ότι δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο οποιοδήποτε αντίγραφο ναυλοσυμφώνου.
Με τον τέταρτο λόγο αντέφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι «λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε τη σημασία της προσωρινής νηολόγησης του εναγομένου πλοίου στα νηολόγια του Παναμά και της Καμποτίας και λανθασμένα θεώρησε ότι δεν αποδείκτηκε η εγγραφή του εναγομένου πλοίου στα νηολόγια του Παναμά και της Καμποτίας».
Παρατηρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο πουθενά δεν αναφέρει στην απόφαση του ότι δεν αποδείκτηκε η νηολόγηση του πλοίου στον Παναμά. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο θεωρεί ως πραγματικό γεγονός τη νηολόγηση και τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας του πλοίου. Και επίσης ορθά αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία επί του θέματος αυτού, πράγμα εξάλλου που δεν αμφισβητείται από κανένα λόγο της αντέφεσης. Ορθά κατά συνέπεια αναφέρει στην απόφαση του τα ακόλουθα:-
«Το κατά πόσο έγινε δυνάμει πωλήσεως μεταβίβαση του πλοίου από την κυπριακή DAMIATTA στην AL MARWA του Παναμά είναι ζήτημα πραγματικό. Συνεκτιμώντας τα στοιχεία μαρτυρίας του El Adle επί του θέματος καταλήγω στο συμπέρασμα ότι το πλοίο ενεγράφη στο όνομα της AL MARWA η οποία ανήκε, όπως και η DAMIATTA της Κύπρου στον El Adle με μόνο σκοπό την εξυπηρέτηση των περιστασιακών αναγκών που προέκυψαν, δηλαδή την παροχή δυνατότητας στο πλοίο να εμπορεύεται σε λιμάνια της Τουρκίας πράγμα που ήταν αδύνατο να επιτευχθεί αν συνέχιζε να έχει την κυπριακή σημαία.
.................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. ........................
Στην προκείμενη περίπτωση, οι έχοντες το ουσιαστικό συμφέρον επί του εναγόμενου πλοίου δεν άλλαξαν. Παρέμειναν οι ίδιοι παρά το γεγονός ότι μεσολάβησαν οι προαναφερθείσες μεταβιβάσεις, οι αλλαγές νηολογίου και οι αλλαγές ονομάτων του πλοίου. Οι ουσιαστικοί δικαιούχοι παρέμειναν οι ίδιοι εφόσον δεν υπήρξε ποτέ πραγματική πώληση ή διάθεση τούτου σε τρίτους από τους ιδιοκτήτες του. Συνακόλουθα αποφαίνομαι ότι το ουσιαστικό συμφέρον επί του πλοίου το είχε και εξακολουθούσε να το έχει καθ΄ όλο τον ουσιώδη χρόνο η
DAMIATTA SHIPPING CO της Κύπρου της οποίας ο μέτοχος είναι ο El Adle (τεκμ. 17) ο οποίος, κατέχει τις 999 από τις 1000 μετοχές και είναι διευθυντής και αντιπρόσωπος της εν λόγω εταιρείας, όπως ο ίδιος ανέφερε.»Πράγματι εκείνο που ορθά αποφάσισε το Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία, είναι πως, ανεξάρτητα των εγγραφών του πλοίου στα νηολόγια του Παναμά και της Καμποτίας, δεν έγινε ποτέ πραγματική πώληση του πλοίου σε τρίτα πρόσωπα.
Ο λόγος αυτός της αντέφεσης είναι ανεδαφικός και απορρίπτεται.
Με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο της αντέφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι «το Δικαστήριο λανθασμένα θεώρησε ότι οι ενάγοντες δικαιούνται να αξιούν εναντίον του εναγομένου πλοίου ως ιδιοκτήτες του φορτίου και ότι η αξία του φορτίου είναι 881,000 Δολλάρια Αμερικής.»
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος για την αξία του φορτίου τούτο δεν προωθήθηκε με επιχειρηματολογία είτε στο περίγραμμα αγόρευσης είτε κατά την προφορική ακρόαση ενώπιον μας. Θεωρούμε ότι έχει εγκαταλειφθεί. Και ορθά γιατί το Δικαστήριο αιτιολογεί πλήρως την περί τούτου απόφαση του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποδέχθηκε τη μαρτυρία του κ. Giovanni Moroldo που κατέθεσε για τους εφεσείοντες ως αξιόπιστη κατέληξε ότι αποδείχθηκε η ιδιοκτησία των εφεσειόντων επί του φορτίου αφού δεόντως είχαν οπισθογραφηθεί οι φορτωτικές (Τεκμήριο 22) και παραδόθηκαν σ΄ αυτούς. Αναφέρει το Δικαστήριο στην απόφαση του:-
«Ας επανέλθουμε όμως στη μαρτυρία του κ. Giovanni Moroldo (Μ.Ε. 5) την οποία, αξιολογώ ως αληθινή, υπεύθυνη και αξιόπιστη. Ο κ. Moroldo κατέθεσε πως όταν διεφάνη ότι το φορτίο δεν θα έφθανε ποτέ στον προορισμό του, ζήτησε από τους παραλήπτες να οπισθογραφήσουν τις φορτωτικές προς τους ενάγοντες, οι οποίοι, καθώς έχει ειπωθεί, θα παραλάμβαναν το φορτίο από το λιμάνι προορισμού (Καλκούτα) για να το παραδώσουν μετά στο εργοτάξιο για να πληρωθούν από τους ιδιοκτήτες του έργου. Οι φορτωτικές (τεκμ. 22), παραδόθηκαν στους ενάγοντες δεόντως οπισθογραφημένες, γεγονός το οποίο, εκ πρώτης όψεως, αποδεικνύει την ιδιοκτησία τους επί του συγκεκριμένου φορτίου.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναλύει και σχολιάζει τη μαρτυρία που παρουσίασε το εφεσίβλητο πλοίο θέτει στη σελίδα 23 της απόφασης του το επίδικο θέμα της ιδιοκτησίας του φορτίου ως εξής:-
«Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο τα γεγονότα που μεσολάβησαν από τότε μέχρι την άφιξη του πλοίου στη Λεμεσό και την έναρξη της παρούσας διαδικασίας, δημιούργησαν δικαιώματα υπέρ τρίτων επί του επίδικου φορτίου ικανά για να κατανικήσουν νομίμως τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των εναγόντων επί του ιδίου φορτίου.
Και στις σελίδες 24, 25 και 26 της πρωτόδικης απόφασης αναφέρει:-
«Ο ισχυρισμός λοιπόν του κ. El Adle ότι πήρε απόφαση από το γρήγορο δικαστήριο της Αιγύπτου να κρατήσει τα εμπορεύματα δεν αποτελεί αποδεκτή μαρτυρία προς απόδειξη του περιεχομένου της κατ΄ ισχυρισμό απόφασης του Αιγυπτιακού δικαστηρίου. Από τη μαρτυρία του κ. El Adle προκύπτει πως δεν υπήρξε ποτέ ο ίδιος προσωπικά ιδιοκτήτης του φορτίου ή του εναγόμενου πλοίου. Όταν λοιπόν λέγει ο κ. Al Adle ότι πήγε στο γρήγορο δικαστήριο της Αιγύπτου και πήρε απόφαση ποιον εκπροσωπούσε. Η μαρτυρία που δόθηκε επί του θέματος δεν είναι διαφωτιστική και το ερώτημα παρέμεινε αναπάντητο.
Το εναγόμενο πλοίο και ο κ. Sami Eid, όφειλαν να αποδείξουν με αποδεκτή μαρτυρία σύμφωνα με το νόμο της Κύπρου ότι ο κ. Sami Eid, απέκτησε νομίμως κυριότητα επί του πλοίου και του φορτίου από νόμιμο ιδιοκτήτη. Ωστόσο ούτε ο κ. El Adle ούτε η Damietta Shipping Co-El Mansoura που εμφανίζεται ως συμβαλλόμενο μέρος στη γραπτή συμφωνία (τεκμ. 31) ούτε και η Damietta Shipping Co. Ltd. της Αιγύπτου, ύπαρξη της οποίας δεν έχει αποδειχθεί, προκύπτει α απέκτησαν ποτέ ιδιοκτησία επί του φορτίου για να μπορούν να μεταβιβάσουν τούτο νομίμως στο Rafei και αυτός στο Sami Eid όπως ο τελευταίος ισχυρίζεται.
.................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. ........................
Έχοντας υπόψη αυτά τα στοιχεία, καθίσταται πρόδηλο ότι η μαρτυρία της υπεράσπισης αναφορικά με το θέμα της ιδιοκτησίας του φορτίου είναι άκρως επισφαλής και αναξιόπιστη. Δεν έχω μπροστά μου οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία ότι η Damietta Shipping Co El - Mansoura ήταν οι νόμιμοι ιδιοκτήτες του πλοίου και του φορτίου κατά το χρόνο που συνομολογήθηκε η «συμφωνία» τεκμ. 31.»
Συμφωνούμε με τις πιο πάνω διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Θεωρούμε ότι εύλογα κατέληξε στα συμπεράσματα αφού είχε απορρίψει ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία που παρουσίασε η Υπεράσπιση. Και όπως έχουμε αναφέρει με τους λόγους αντέφεσης δεν προσβάλλονται τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον αφορά την αξιοπιστία των μαρτύρων.
Τελικά έχουμε καταλήξει ότι ουδείς λόγος της αντέφεσης είναι δυνατό να επιτύχει.
Η αντέφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/Επσ