ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 104
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11254)
23 Ιανουαρίου, 2004
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
G.C.C. COMPUTERS LTD,
Εφεσείοντες,
ΚΑΙ
Εφεσίβλητοι.
_________________________
Π. Αγγελίδης
, για τους Εφεσείοντες.Χρ. Κληρίδης, για την Εφεσίβλητη αρ. 1.
Φ. Πελίδης με Γ. Σαζεϊδου (κα.), για τους Εφεσίβλητους αρ. 2 και 5.
Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Εφεσίβλητους αρ. 3.
Καμία εμφάνιση, για τον Εφεσίβλητο αρ. 4.
__________________________
ΠΙΚΗΣ, Π.
: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.__________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο εναντίον των πέντε εφεσίβλητων-εναγομένων (οι εφεσίβλητοι) η εφεσείουσα-ενάγουσα (η εφεσείουσα) αξίωσε την καταβολή ειδικών αποζημιώσεων της τάξεως των £300.000, γενικές αποζημιώσεις, τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις. Καθόρισε δε ότι η αξίωση εναντίον των εφεσιβλήτων προσωπικώς και αλληλεγγύως ήταν για παραβίαση πνευματικής ιδιοκτησίας που επεσυνέβη κατά ή περί τον Οκτώβριο του 1997.
Οι βασικοί ισχυρισμοί της εφεσείουσας, στην έκθεση απαιτήσεως, όπως έχουν συνοψισθεί από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, έχουν ως εξής:
Η εφεσείουσα είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολείται με την πώληση, εμπορία και συντήρηση ηλεκτρονικών υπολογιστών και λογισμικού. Κατά ή περί το Σεπτέμβριο του 1997 η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου προκήρυξε διαγωνισμό δια προσφορών για τη συντήρηση εξοπλισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών. Μεταξύ των διαγωνιζομένων ήταν και η εφεσίβλητη 3 η οποία συντηρούσε ήδη μεγάλο μέρος του εξοπλισμού σε συνεργασία με την εφεσίβλητη 2. Στο διαγωνισμό επίσης θα λάμβανε μέρος και η εφεσείουσα. Η εφεσίβλητη 1, υπάλληλος της εφεσείουσας, είχε πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούσαν τις προσφορές της εφεσείουσας και είχε σχέσεις φιλικές με πρώην υπαλλήλους της εφεσείουσας οι οποίοι εργάζονται στην εφεσίβλητη 3 και μεταξύ άλλων με τον εφεσίβλητο 4.
Κατά ή περί τις 15.10.97 η εφεσίβλητη 1 κατόρθωσε να λάβει αντίγραφα προσφοράς της εφεσείουσας και ύστερα από συνεννόηση της με τον εφεσίβλητο 4 τα αντίγραφα παραλήφθηκαν από τον εφεσίβλητο 5. Οι εν λόγω ενέργειες της εφεσίβλητης 1 έγιναν ύστερα από παρότρυνση και/ή εξουσιοδότηση και/ή πίεση από τους εφεσίβλητους 2, 3, 4 και 5. Η εφεσίβλητη 1 παραδέχθηκε τα πιο πάνω στην παρουσία αξιωματούχων της εφεσείουσας. Λόγω των πιο πάνω ενεργειών η εφεσείουσα έχασε το διαγωνισμό τον οποίο κέρδισε η εφεσίβλητη 3 και υπέστη ζημιές ύψους £368.000 τις οποίες και αξιώνει σαν αποζημιώσεις για συντήρηση του εξοπλισμού της ΑΤΗΚ και επιπλέον αξιώνει γενικές αποζημιώσεις, τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις.
Με την έκθεση υπεράσπισης τους οι εφεσίβλητοι ήγειραν τις πιο κάτω προδικαστικές ενστάσεις:
«(α) Κατά πόσο με την αγωγή της ενάγουσας και την έκθεση απαίτησης της δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή αιτία αγωγής και επομένως θα πρέπει να απορριφθούν.
(β) Κατά πόσο η έκθεση απαίτησης αφίσταται σε τέτοιο βαθμό από την οπισθογράφηση απαίτησης ώστε να πρέπει να απορριφθεί.
(γ) Κατά πόσο με την αγωγή καταλογίζεται στην εναγομένη 1 η διάπραξη κακουργήματος και θα έπρεπε να είχε γίνει σχετική γνωστοποίηση του γεγονότος αυτού στο Γενικό Εισαγγελέα προτού καταχωρηθεί η αγωγή και αν ναι κατά πόσο η αγωγή πρέπει να απορριφθεί λόγω παράλειψης της ενάγουσας να το πράξει.
(δ) Κατά πόσο η αγωγή και/ή η έκθεση απαίτησης πρέπει να απορριφθεί εναντίον των εναγομένων 2, 3, 4 και 5 λόγω του ότι δεν αποδίδονται στην απαίτηση επαρκή γεγονότα από τα οποία να στοιχειοθετείται ισχυρισμός της ενάγουσας για 'παρότρυνση', 'εξουσιοδότηση' ή 'πίεση' από αυτούς τους εναγομένους προς την εναγομένη 1 για να διαπράξει επιλήψιμες ενέργειες.»
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των εφεσιβλήτων, προχώρησε στην προδικαστική εκδίκαση των πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων.
Σε σχέση με την πρώτη προδικαστική έκρινε ότι «δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή αιτία αγωγής και επομένως όλες οι θεραπείες οι οποίες η ενάγουσα αξιώνει θα πρέπει να απορριφθούν έναντι όλων των εναγομένων».
Περαιτέρω το Πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε αρνητική απάντηση στο ερώτημα (β) - της προδικαστική ένσταση - και καταφατική απάντηση στα ερωτήματα (γ) και (δ).
Παραθέτουμε το σκεπτικό του Πρωτόδικου Δικαστηρίου που σχετίζεται με την απουσία αιτίας αγωγής:
«Έχω εξετάσει με προσοχή τα γεγονότα όπως εκτίθενται στην έκθεση απαίτησης για τον κάθε ένα από τους πέντε εναγομένους. Επίσης έχω επισημάνει τη βασική θεραπεία την οποία η ενάγουσα αξιώνει από τους εναγομένους με την τροποποιημένη έκθεση απαίτησης. Η θεραπεία αυτή είναι βασικά η αξίωση για ειδικές αποζημιώσεις εκ £368.000 για συντήρηση του εξοπλισμού της ΑΤΗΚ. Εν πάση όμως περιπτώσει όλες οι θεραπείες με βάση και την παραγ. 9 της έκθεσης απαίτησης στηρίζονται στον ισχυρισμό για την απώλεια της προσφοράς. Ήταν επομένως βασικό για την ενάγουσα να θέσει τέτοια γεγονότα στην έκθεση απαίτησης με βάση τα οποία θα δικαιολογείτο η θεραπεία για αποζημιώσεις για συντήρηση του εξοπλισμού της ΑΤΗΚ. Παρόλο που δεν είναι σαφές με τον τρόπο που είναι διατυπωμένη η θεραπεία αυτή στο αιτητικό της έκθεσης απαίτησης μπορεί κάποιος με αρκετή επιείκεια να υποθέσει ότι η ενάγουσα διεκδικεί αυτό το ποσό σαν ποσό το οποίο θα ελάμβανε αν είχε κερδίσει την προσφορά την οποία έκαμε προς της ΑΤΗΚ. Παρόλο ότι στην έκθεση απαίτησης γίνεται προσπάθεια να συνδεθεί το γεγονός της απώλειας της προσφοράς με κάποιες ενέργειες των εναγομένων, στην πραγματικότητα αυτό δεν επιτυγχάνεται. Η απώλεια της προσφοράς από την ενάγουσα δεν συνδέεται με την ισχυριζόμενη στην έκθεση απαίτησης 'κλοπή' από την εναγόμενη 1 των αντιγράφων της προσφοράς. Δεν δικογραφούνται στην έκθεση απαίτησης τέτοια γεγονότα από τα οποία να συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ενάγουσα έχασε την προσφορά λόγω αυτών των ενεργειών της εναγομένης. Η ενάγουσα βεβαίως ισχυρίζεται ότι το διαγωνισμό κέρδισε η εναγομένη 3 αλλά δεν υπάρχουν τέτοια γεγονότα στην έκθεση απαίτησης που να καταδεικνύουν ότι η προσφορά της εναγομένης 3 έγινε δεκτή και κερδήθηκε επειδή η προσφορά της εναγομένης 3 ήταν πιο ελκυστική λόγω γνώσης που είχε για κάποια δεδομένα από την προσφορά της ενάγουσας. Δεν παρατίθενται τέτοια στοιχεία ώστε να μπορεί να γίνει οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των δύο προσφορών. Ούτε και παρατίθενται οποιαδήποτε άλλα στοιχεία όσον αφορά το διαγωνισμό τον οποίο προκήρυξε η ΑΤΗΚ από τον οποίο να καταφαίνεται ότι οι επικρατέστεροι ανταγωνιστές για τη συγκεκριμένη εργασία ήταν η ενάγουσα και η εναγομένη 3. Ούτε και παρατίθενται γενικά οποιαδήποτε στοιχεία γύρω από το διαγωνισμό στον οποίο έλαβαν μέρος η ενάγουσα και η εναγομένη 3. Επομένως η απώλεια της προσφοράς από μέρους της ενάγουσας και η κατακύρωση της προσφοράς στην εναγομένη 3 μπορεί να αποδοθεί σε οποιουσδήποτε άλλους λόγους.
.................................. .................................................. .................................................. ...............
Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που κατά τον ισχυρισμό της ενάγουσας αντέγραψε και/ή οικειοποιήθηκε η εναγομένη 1 δεν έχουν σχέση με την προσφορά που κατ΄ ισχυρισμό η ενάγουσα απώλεσε. Ούτε ποτέ προέβη στην αντιγραφή αυτή η εναγομένη 1, αν ήταν δηλαδή πριν ή μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού και την κατακύρωση της προσφοράς, αλλ΄ ούτε το ακριβές περιεχόμενο των άλλων εμπιστευτικών πληροφοριών εξειδικεύει. Επομένως είναι σαφές ότι αυτές οι ενέργειες της εναγομένης 1 δεν σχετίζονται με την όλη υπόθεση της απώλειας της προσφοράς από την ενάγουσα. Όμως με την παραγρ. 9 της έκθεσης απαίτησης είναι σαφής η θέση της ενάγουσας ότι οι θεραπείες που αξιώνει είναι για ζημιές που υπέστη επειδή έχασε το διαγωνισμό από την εναγομένη 3. Επομένως δεν υπάρχει καμιά σύνδεση μεταξύ των θεραπειών που η ενάγουσα αξιώνει και αυτών των ενεργειών της εναγομένης και των υπόλοιπων εναγομένων.»
Η ορθότητα της πιο πάνω κατάληξης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου έχει αμφισβητηθεί με τους λόγους έφεσης 4 και 5 (όπως έχουν τροποποιηθεί). Υποστηρίχθηκε ότι η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν απεκαλύφθη βάσης αγωγής είναι εσφαλμένη γιατί:
(α) Η παράβαση εμπιστευτικότητος είναι καθήκον κάθε υπαλλήλου προς τον εργοδότη του όπως αυτό ορίζεται από το Νόμο και το κοινοδίκαιο. Η ισχυριζόμενη συμπεριφορά της εφεσίβλητης 1 και η σύμπραξη των υπολοίπων εφεσιβλήτων στοιχειοθετούν την παράβαση του καθήκοντος εμπιστευτικότητος δια μεν την εφεσίβλητη 1 πρωτογενώς δια δε τους υπολοίπους εφεσίβλητους ως πρωτογενώς και δευτερογενώς ευθυνομένων συναδικοπραγούντων.
Υποστηρίχθηκε, επίσης, ότι η έκθεση απαίτησης απεκάλυψε δύο αστικά αδικήματα:
(α) Προσβολή πνευματικής ιδιοκτησίας.
(β) Παράβαση του καθήκοντος εμπιστευτικότητος.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε διότι δεν ασχολήθηκε με την παράβαση (β) ανωτέρω η οποία αποτελούσε απλό αστικό παράπτωμα.
Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους της εφεσείουσας, υπέβαλε ότι από πολύ παλιά η νομολογία έχει αποφασίσει ότι ο υπάλληλος έχει το καθήκον της εμπιστευτικότητας προς τον εργοδότη του και το καθήκον της μη αποκάλυψης εμπιστευτικής πληροφορίας. Σίγουρα - κατέληξε ο κ. Αγγελίδης - ο κατάλογος μιας προσφοράς που θα διαγωνιζόταν με άλλες προσφορές ήταν μια πολύ εμπιστευτική πληροφορία.
Στην In re Pelmako Development Ltd (1991) 1 C.L.R. 246, 258 - απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε - λέχθηκε:
«Η διαπίστωση αν η δικογραφία αποκαλύπτει αγώγιμο δικαίωμα, δεν είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας αλλά θέμα δικαίου. Επομένως το Εφετείο είναι σε θέση ουσιαστικά, όπως και το Πρωτόδικο Δικαστήριο, να καταλήξει σε συμπεράσματα σε σχέση με τη δικαιϊκή υπόσταση δικογράφου.»
Η απόφαση στην In re Pelmako Development Ltd (πιο πάνω) υιοθετήθηκε στην Χατζηκυριάκος ν. Κυθρεώτη (1992) 1 Α.Α.Δ. 1119, 1121-1122 - απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.. Λέχθηκαν τα εξής:
«Η δικανική κρίση στο στάδιο αυτό μπορεί να είναι μόνο το αποτέλεσμα νομικής ανάλυσης. Το έργο της διαπίστωσης της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας εύλογης αιτίας αγωγής δεν έχει να κάμει με την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Επομένως, το Ανώτατο Δικαστήριο, με όμοιο το υπόβαθρο των συλλογισμών που η περίπτωση δικαιολογεί, μπορεί, το ίδιο όπως και το Πρωτόδικο Δικαστήριο, να καταλήξει σε όσα προκύπτουν ως ορθά συμπεράσματα.
Η απόφανση για ανυπαρξία εύλογης αιτίας αγωγής οδηγεί αναπόδραστα στον οριστικό τερματισμό της διαδικασίας. Δικαιολογείται αυτός ο τερματισμός μόνο όταν το δικόγραφο, στην περίπτωση αυτή, το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο. (Βλ. In re Pelmako Development Ltd (1991) 1 C.L.R. 246). Εντοπισμός κάποιας αιτίας αγωγής ή έστω κάποιου ζητήματος κατάλληλου για εκδίκαση από το Δικαστήριο, επιβάλλει τη διατήρηση της διαδικασίας στη ζωή όσο και αν η προοπτική επιτυχίας εμφανίζεται απομακρυσμένη. Βλ. Costas Mavromoustaki v. Iacovos N. Yeroudes as executor of the will of the deceased Spyros Michaelides (1965) 1 CLR 176, Michael Papamichael v. Clitos Chaholiades (1970) 1 CLR 305.»
Έχουμε εξετάσει προσεκτικά το δικόγραφο της εφεσείουσας. Έχουμε την άποψη πως ορθά κρίθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι:
(α) Η έκθεση απαιτήσεως δεν συνδέει το γεγονός της απώλειας της προσφοράς - και της κατ΄ ισχυρισμό ζημιάς της εφεσείουσας - με τις ενέργειες των εφεσιβλήτων.
(β) Η απώλεια της προσφοράς από την εφεσείουσα δεν συνδέεται με την ισχυριζόμενη στην έκθεση απαιτήσεως κλοπή από την εφεσίβλητη 1.
(γ) Δεν δικογραφούνται στην έκθεση απαίτησης τέτοια γεγονότα από τα οποία να συνάγεται το συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα απώλεσε την προσφορά λόγω των ενεργειών που αποδίδονται στην εφεσίβλητη 1 με την έκθεση απαιτήσεως.
(δ) Δεν υπάρχει οποιαδήποτε σύνδεση μεταξύ των θεραπειών που αξιώνει η εφεσείουσα και των ενεργειών της εφεσίβλητης 1 και των υπόλοιπων εφεσιβλήτων.
Η ορθότητα των πιο πάνω καταλήξεων του Πρωτόδικου Δικαστηρίου αφαιρεί από το δικόγραφο της εφεσείουσας οποιαδήποτε αιτία αγωγής. Το δικόγραφο της εφεσείουσας ήταν αναντίλεκτα ανυπόστατο. Με απλές λέξεις: Δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε σχέση μεταξύ της ζημιάς ή των θεραπειών που αξιώνονται και των ενεργειών της εφεσίβλητης 1 καθώς και εκείνων των υπόλοιπων εφεσιβλήτων
. ΄Επεται πως οι σχετικοί λόγοι της έφεσης πρέπει ν΄ απορριφθούν.Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης μας η εξέταση των λόγων της έφεσης που σχετίζονται με την πρωτόδικη κρίση που αναφέρεται στις προδικαστικές ενστάσεις (β), (γ) και (δ) θεωρείται αχρείαστη.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.