ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2003) 1 ΑΑΔ 1915
23 Δεκεμβρίου, 2003
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΑΒΒΑ,
Εφεσείων,
ν.
1. ΣΠΕ ΛΙΟΠΕΤΡΙΟΥ,
2. ΣΠΥΡΟΣ ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΗΣ ΚΕΜΙΚΑΛΣ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11125)
Πώληση αγαθών ― Σύμβαση πώλησης αγαθών ― Ισχυρισμός για παραβίαση ρητού ή εξυπακουόμενου όρου της σύμβασης ως προς την καταλληλότητα των πωληθέντων εμπορευμάτων ― Αγοραστής απέτυχε να τον αποδείξει.
Αμέλεια ― Αρχή res ipsa loquitur ― Προϋποθέσεις εφαρμογής της.
Μαρτυρία ― Μαρτυρία όμοιων γεγονότων ― Υπό ποίες συνθήκες μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις οποίες κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.
Ο εφεσείων-ενάγων (ο εφεσείων) καταχώρησε αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων-εναγομένων (οι εφεσίβλητοι) η οποία είχε ως αποκλειστικό έρεισμα την παραβίαση ρητού ή εξυπακουόμενου όρου της μεταξύ τους σύμβασης (σύμβασης μεταξύ πωλητή και αγοραστή) ως προς την καταλληλότητα εγκυτιόμενου σπόρου πρώϊμων κρεμμυδιών που ο εφεσείων είχε αγοράσει από τους εφεσίβλητους 1 για καλλιέργεια στο κτήμα του. Η αγωγή εστρέφετο και εναντίον των εισαγωγέων του σπόρου, εφεσιβλήτων 2, αναφορικά με τους οποίους ο εφεσείων προέβαλε τη θέση ότι οι εφεσίβλητοι 1 ήταν αντιπρόσωποι τους και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο ενέταξαν τη διάθεσή του από τους εφεσίβλητους 1, στον ίδιο.
Ο εφεσείων θεμελίωσε την υπόθεσή του στη βλαστικότητα σπόρου, (σε κουτί), ο οποίος αγοράστηκε από τους εφεσίβλητους σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Τα αποτελέσματα της εξέτασης του σπόρου που έγινε από ειδικό, συσχετίστηκαν και με τις διατάξεις του περί Σπόρων Νόμου, Κεφ. 90, ο οποίος απαγορεύει τη διάθεση σπόρων, περιλαμβανομένων και σπόρων κρεμμυδιών, με δυνατότητα βλάστησης (germination) κάτω από ορισμένα επίπεδα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι: (α) Οι εφεσίβλητοι 1, δεν ήσαν αντιπρόσωποι των εφεσιβλήτων 2, ούτε υπήρχε οποιαδήποτε συμβατική ή άλλη σχέση μεταξύ τους ως προς τη διάθεση του συγκεκριμένου ή άλλου αγαθού. Η μεταξύ των εφεσιβλήτων σχέση ήταν εκείνη του αγοραστή και πωλητή του σπόρου τον οποίο οι πρώτοι, εφεσίβλητοι, διέθεσαν στον εφεσείοντα (β) Η αγωγή δεν ήταν εδραιωμένη στο καθήκον επιμέλειας το οποίο υπέχει ο κατασκευαστής εμπορευμάτων έναντι τρίτων, στην κατοχή των οποίων είναι λογικά προβλεπτό ότι θα περιέλθουν τα εμπορεύματα, καθήκον που αναγνωρίστηκε και οι παράμετροι του διαγράφηκαν στη Donoghue (or McAlister) v. Stevenson [1932] All E.R. Rep. 1 και (γ) Η μη ταύτιση του επίδικου σπόρου με τους σπόρους που εξετάστηκαν, καταρρίπτει την υπόθεση του εφεσείοντος.
Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι συνιστούσε εξυπακουόμενο όρο της συμφωνίας διάθεσης των σπόρων από τους εφεσίβλητους 1 προς τον εφεσείοντα ότι ο σπόρος ήταν κατάλληλος για σκοπό φύτευσης του προς παραγωγή κρεμμυδιών, όρος ο οποίος βάρυνε τους πρώτους. Το Δικαστήριο διαπίστωσε όμως ότι έλειπε η μαρτυρία η οποία να αποδεικνύει ότι παραβιάστηκε ο όρος αυτός. Η μαρτυρία κατέδειξε ότι η επιτυχία της σποράς δεν εξαρτάτο μόνο από την ποιότητα του σπόρου αλλά και από πολλούς άλλους παράγοντες.
Τέλος το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η προσαχθείσα μαρτυρία, για την απόδειξη της ζημιάς την οποία επικαλέστηκε ο εφεσείων, ήταν ασαφής και αβέβαιη βαρυνόμενη και από την έλλειψη οποιασδήποτε προσπάθειας εκ μέρους του να μετριάσει τη ζημιά.
Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω της αποτυχίας του εφεσείοντος να αποδείξει ότι οι εφεσίβλητοι 1, διέρρηξαν τον εξυπακουόμενο όρο περί της καλής ποιότητας του σπόρου.
Με την έφεση προσβάλλονται τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι σπόροι που έτυχαν εργαστηριακού ελέγχου δεν σχετίζονταν με τον σπόρο που καλλιέργησε ο εφεσείων. Προσβάλλεται επίσης η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία αποκλείστηκε μαρτυρία που σκοπούσε να καταδείξει ότι σε διαφορετική ημερομηνία τρίτο πρόσωπο το οποίο κλήθηκε να μαρτυρήσει αγόρασε όμοιο κουτί σπόρων από τους εφεσίβλητους 1, και ότι η σπορά του ήταν εξίσου αποτυχής όπως και η καλλιέργεια του εφεσείοντος.
Με άλλο λόγο έφεσης αμφισβητούνται τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την ποιότητα του δείγματος σπόρου με σημείο αναφοράς τις πρόνοιες του περί Σπόρων Νόμου, Κεφ. 90. Μεταξύ άλλων προβάλλεται η θέση ότι στην παρούσα υπόθεση εφαρμόζεται η αρχή του res ipsa loquitur, με αποτέλεσμα τη μετάθεση του βάρους στους ώμους των εφεσιβλήτων 1, να αποδείξουν το αντίθετο της κατ' ισχυρισμό τεκμαιρόμενης ακαταλληλότητας του πωληθέντος σπόρου.
Αμφισβητείται επίσης το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε σχέση αντιπροσώπου-αντιπροσωπευομένου μεταξύ των εφεσιβλήτων 1 και 2. Τέλος προσβάλλονται ασαφώς τα ευρήματα του Δικαστηρίου αναφορικά με τις επιπτώσεις των αντιφάσεων μεταξύ τριών μαρτύρων τις οποίες το Δικαστήριο θεώρησε επουσιώδεις.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι στην παρούσα υπόθεση απουσίαζε η ιδιαίτερη συνάφεια ή η αλληλουχία μεταξύ των γεγονότων που συνθέτουν την επίδικη διαφορά και εκείνων προς τα οποία παραλληλίζονται, ώστε να δικαιολογείται η εξαίρεση από την αρχή ότι μαρτυρία για όμοια γεγονότα δεν είναι κατά κανόνα αποδεχτή.
2. Η αρχή res ipsa loquitur τυγχάνει εφαρμογής όταν το ζημιογόνο γεγονός τελεί κατά ιδιάζοντα τρόπο κάτω από τον έλεγχο του εναγομένου. Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι 1, δεν είχαν υπό τον έλεγχό τους την καλλιέργεια του κτήματος ώστε να τίθεται θέμα επίκλησης του κανόνα res ipsa loquitur. Ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι η αποτυχία της καλλιέργειας οφείλετο στην ακαταλληλότητα του σπόρου, και σ' αυτόν εναπόκειτο να το αποδείξει.
3. Η συμβατική σχέση περιοριζόταν μεταξύ εφεσείοντος και εφεσιβλήτων 1. Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου μεταξύ των εφεσιβλήτων 1 και 2 είναι ορθό. Το εύρημα αυτό εκθεμελιώνει τη βάση της αγωγής του εφεσείοντος έναντι των εφεσιβλήτων 2.
4. Δεν προτάθηκε κανένας βάσιμος λόγος που να δικαιολογεί επέμβαση του Εφετείου στην εκτίμηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Donoghue (or McAlister) v. Stevenson [1932] All E.R. Rep. 1,
Daniels v. White & Sons [1938] 4 All E.R. 258,
Morides v. Ioannou (1973) 1 C.L.R. 117,
Savvides v. Mesaritis (1985) 1 C.L.R. 261,
Αθανασίου ν. Κουκούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα-γεωργό κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου που δόθηκε στις 22/5/01 (Αρ. Αγωγής 600/97) με την οποία απέρριψε την αγωγή του για ευθύνη των εναγομένων για την προμήθεια προς αυτόν ακατάλληλου σπόρου καλλιέργειας κρεμμυδιών με αποτέλεσμα ανεπιτυχή σπορά από την οποία αυτός υπέστη ζημιά.
Α. Παπαλλής, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Χριστοφίδου, εκ μέρους Ν. Νικολάου, για τους Εφεσίβλητους 1.
Α. Γεωργιάδης με Μ. Θεωρή, για τους Εφεσίβλητους 2.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων, γεωργός το επάγγελμα αγόρασε από τους εφεσίβλητους 1, εγκυτιόμενο σπόρο πρώιμων κρεμμυδιών προς το σκοπό καλλιέργειας του σε κτήμα του. Μαζί αγόρασε και φάρμακα τα οποία αφού ανέμειξε με το σπόρο τα καλλιέργησε στο χωράφι του. Η σπορά δεν ήταν επιτυχής. Ο σπόρος αραιοβλάστησε. Ειδήμων που επιθεώρησε την καλλιέργεια, διαπίστωσε την αποτυχία της και συμβούλευσε την εκρίζωσή της.
Ο εφεσείων απέδωσε την αποτυχία στην ακαταλληλότητα του σπόρου αναφορικά με το σκοπό για τον οποίο κτήθηκε. Με αγωγή του κατά των εφεσιβλήτων αξίωσε, υπό μορφή αποζημιώσεων, την απολεσθείσα δαπάνη για την καλλιέργεια ανερχόμενη σε £1.061,60 σεντ και £7.000, διαφυγόν κέρδος.
Βάση της αγωγής του αποτέλεσε η διάρρηξη της προφορικής συμφωνίας για την προμήθεια των σπόρων από τους εφεσίβλητους, η οποία πρόβλεπε ότι αυτοί ήσαν κατάλληλοι για τον σκοπό για τον οποίο διατέθηκαν, δηλαδή για την καλλιέργεια κρεμμυδιών. Η αγωγή στράφηκε εναντίον αμφοτέρων των εφεσιβλήτων με έρεισμα τη μεταξύ τους σχέση. Θέση του εφεσείοντος ήταν ότι οι πρώτοι εφεσίβλητοι ήταν αντιπρόσωποι των δεύτερων, εφεσιβλήτων, των εισαγωγέων του σπόρου και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο ενέταξαν τη διάθεση του από τους εφεσίβλητους 1, στον ίδιο.
Μετά από μακρά δίκη το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι: (α) Οι εφεσίβλητοι 1, δεν ήσαν αντιπρόσωποι των εφεσιβλήτων 2, ούτε υπήρχε οποιαδήποτε συμβατική ή άλλη σχέση μεταξύ τους ως προς τη διάθεση του συγκεκριμένου ή άλλου αγαθού. Η μεταξύ των εφεσιβλήτων σχέση ήταν εκείνη του αγοραστή και πωλητή του σπόρου τον οποίο οι πρώτοι, εφεσίβλητοι, διέθεσαν στον εφεσείοντα. (β) Η αγωγή δεν ήταν εδραιωμένη στο καθήκον επιμέλειας το οποίο υπέχει ο κατασκευαστής εμπορευμάτων έναντι τρίτων, στην κατοχή των οποίων είναι λογικά προβλεπτό ότι θα περιέλθουν τα εμπορεύματα. καθήκον που αναγνωρίστηκε και οι παράμετροι του διαγράφηκαν στη Donoghue (or McAlister) v. Stevenson [1932] All E.R. Rep. 1. Το Δικαστήριο παραπέμπει επί του ιδίου θέματος και στη μεταγενέστερη απόφαση, Daniels v. White & Sons [1938] 4 All E.R. 258.
Η αγωγή είχε ως αποκλειστικό έρεισμα την παραβίαση ρητού ή εξυπακουόμενου όρου της σύμβασης μεταξύ πωλητή και αγοραστή ως προς την καταλληλότητα του σπόρου για το σκοπό για τον οποίο διατέθηκε. Ούτε η προθυμία των εφεσιβλήτων 2, να διερευνήσουν τις συνθήκες αποτυχίας της καλλιέργειας του εφεσείοντος ή ακόμα και η προθυμία τους να τον προμηθεύσουν δωρεάν με σπόρο σε αντικατάσταση του απολεσθέντος, συνιστούσε ως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, οποιανδήποτε μορφή αναγνώρισης ευθύνης εκ μέρους τους έναντι του. Το Δικαστήριο αποδέχτηκε, δίνοντας έκφραση στο σημείο αυτό στις σχετικές διατάξεις του περί Πώλησης Αγαθών Νόμου του 1994, (Ν.10(1)/94), ότι συνιστούσε εξυπακουόμενο όρο της συμφωνίας διάθεσης των σπόρων από τους εφεσίβλητους 1, προς τον εφεσείοντα ότι ο σπόρος ήταν κατάλληλος για τον σκοπό φύτευσης του προς παραγωγή κρεμμυδιών· όρος ο οποίος βάρυνε τους πρώτους. Έλειπε όμως μαρτυρία, ως διαπίστωσε το Δικαστήριο, η οποία να αποδεικνύει ότι παραβιάστηκε ο όρος αυτός. Δεν υπήρχε μαρτυρία για την ποιότητα των σπόρων που διατέθηκαν άλλη, από τις ενδείξεις που ήταν δυνατό να παράσχει επί του θέματος η αποτυχία της καλλιέργειας. Η μαρτυρία κατέδειξε ότι η επιτυχία της σποράς δεν εξαρτάται μόνο από την ποιότητα του σπόρου αλλά και από πολλούς άλλους παράγοντες, ως η καταλληλότητα του εδάφους, η επιτυχία της φύτευσης. και παράγοντες συναφείς προς την καλλιέργεια, ως και η ύδρευση.
Ο εφεσείων θεμελίωσε την υπόθεσή του στη βλαστικότητα σπόρου, (σε κουτί), ο οποίος αγοράστηκε από τους εφεσίβλητους σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Τα αποτελέσματα της εξέτασης του σπόρου που έγινε από ειδικό, συσχετίστηκαν και με τις διατάξεις του περί Σπόρων Νόμου, Κεφ. 90, ο οποίος απαγορεύει τη διάθεση σπόρων, περιλαμβανομένων και σπόρων κρεμμυδιών, με δυνατότητα βλάστησης (germination) κάτω από ορισμένα επίπεδα.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η μη ταύτιση του αντικειμένου της πώλησης με τους σπόρους που εξετάστηκαν, καταρρίπτει την υπόθεση του εφεσείοντος. Αναφέρει επί του προκειμένου:
«Εξετάζοντας το πρώτο θέμα, διαπιστώνω πως πράγματι δεν υπάρχει μαρτυρία που να συνδέει τον επίδικο σπόρο που αγόρασε ο ενάγων, με εκείνο για τον οποίο έγινε ο εργαστηριακός έλεγχος. Αντίθετα αποσυνδέονται εντελώς, αφού με βάση την μαρτυρία του ενάγοντα, κάποιος φίλος του αγόρασε άλλο κουτί με σπόρο Yiodalef, χωρίς μάλιστα να δοθεί μαρτυρία πότε αγοράστηκε ο σπόρος αυτός, αλλά ούτε και υπάρχει καμιά μαρτυρία που λογικά να συνδέει το περιεχόμενο των δυο συσκευασιών, τόσο με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των κουτιών όσο και ιδίως με το περιεχόμενο τους ή αν ακόμα προέρχονται από την ίδια σοδειά.»
Διαφώνησε επίσης (το δικάσαν Δικαστήριο), με την εισήγηση ότι τα αποτελέσματα των σχετικών εξετάσεων αφίστανται των προδιαγραφών που θέτουν οι διατάξεις του Κεφ. 90, ως προς τη βλαστικότητα των σπόρων κρεμμυδιού. Το θέμα βέβαια είναι θεωρητικό εφόσον η αγωγή δεν βασίζεται σε αγώγιμο δικαίωμα που πηγάζει από τις διατάξεις του Κεφ. 90· εάν και εφόσον παρέχεται τέτοιο δικαίωμα. Η αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων 1, απορρίφθηκε λόγω της αποτυχίας του εφεσείοντος να αποδείξει ότι οι εφεσίβλητοι 1, διέρρηξαν τον εξυπακουόμενο περί της καλής ποιότητος του σπόρου, όρο.
Τέλος το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η προσαχθείσα μαρτυρία, για την απόδειξη της ζημιάς την οποία επικαλέστηκε ο εφεσείων, ήταν ασαφής και αβέβαιη βαρυνόμενη και από την έλλειψη οποιασδήποτε προσπάθειας εκ μέρους του να μετριάσει τη ζημιά.
Προβάλλονται εννέα συνολικά λόγοι έφεσης δύο από τους οποίους σχετίζονται με το θέμα της ζημιάς. Με αυτούς δεν θα ασχοληθούμε εκτός εάν κριθεί ότι η έφεση ευσταθεί εν μέρει ή εν όλω ως προς την ευθύνη των εφεσιβλήτων, ή εκατέρου από αυτούς.
Των λόγων έφεσης προέχει ο λόγος 6, ο οποίος στρέφεται κατά των ευρημάτων του Δικαστηρίου ότι οι σπόροι οι οποίοι έτυχαν εργαστηριακού ελέγχου, δεν σχετίζονταν με το σπόρο που αποτέλεσε το αντικείμενο της καλλιέργειας του εφεσείοντος. Εάν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του προκειμένου παραμείνει ασάλευτο, καταρρέει άνευ ετέρου κάθε πτυχή της υπόθεσης του εφεσείοντος. Συναφής προς το λόγο 6, είναι και ο λόγος 7, με τον οποίο προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου στην οποία αποκλείστηκε μαρτυρία, που σκοπούσε να καταδείξει ότι σε διαφορετική ημερομηνία τρίτο πρόσωπο το οποίο κλήθηκε να μαρτυρήσει αγόρασε όμοιο κουτί σπόρων από τους εφεσίβλητους 1, και ότι η σπορά του ήταν εξίσου αποτυχής όπως και η καλλιέργεια του εφεσείοντος.
Στην ενδιάμεση απόφασή του το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρεται στις συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορεί να γίνει αποδεχτή μαρτυρία για όμοια γεγονότα, για να καταλήξει ότι στην προκείμενη περίπτωση απουσίαζε η ιδιαίτερη συνάφεια ή η αλληλουχία μεταξύ των γεγονότων που συνθέτουν την επίδικη διαφορά και εκείνων προς τα οποία παραλληλίζονται, ώστε να δικαιολογείται η εξαίρεση από την αρχή ότι μαρτυρία για όμοια γεγονότα δεν είναι κατά κανόνα αποδεχτή. Η απόφαση του Δικαστηρίου επί του προκειμένου κρίνεται καθ' όλα ορθή. Βασίζεται σε σωστή εκτίμηση των αρχών που διέπουν τη μη αποδοχή μαρτυρίας άσχετης προς τα επίδικα θέματα, εκτός όπου καταφαίνεται ιδιάζουσα συνάφεια μεταξύ των επιδίκων και προγενέστερων γεγονότων ώστε να καθίσταται παραδεκτή εξαίρεση από τον κανόνα.
Ευρίσκει έρεισμα η θέση του εφεσείοντος ότι υπάρχει στοιχείο αντινομίας μεταξύ της αρχής, που υιοθετεί η προρρηθείσα ενδιάμεση απόφαση και της αποδοχής μαρτυρίας για την ποιότητα του σπόρου, που αποτέλεσε το αντικείμενο σύγκρισης με το σπόρο που αποκτήθηκε από τον εφεσείοντα στην απουσία του απαραίτητου συνεκτικού ιστού μεταξύ των δύο. Η αντίφαση, ορατή ως είναι, δεν είχε δυσμενείς επιπτώσεις στην υπόθεση του εφεσείοντος. Η διαπίστωση του Δικαστηρίου για την απουσία βάσιμων στοιχείων, που θα μπορούσαν να συσχετίσουν τις δύο καλλιέργειες σπόρων είναι καταλυτική για την υπόθεση του εφεσείοντος. Παρά τη διαπίστωση αυτή, θα ασχοληθούμε και με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης χάριν της πληρότητας της απόφασής μας.
Με τον πρώτο και δεύτερο λόγο έφεσης αμφισβητούνται τα ευρήματα του Δικαστηρίου για την ποιότητα του δείγματος σπόρου με σημείο αναφοράς τις πρόνοιες του περί Σπόρων Νόμου, Κεφ. 90. Μεταξύ άλλων προβάλλεται η θέση ότι το πλέγμα των γεγονότων που περιστοιχίζουν την πρόκληση της ζημιάς δίνει λαβή, στην εφαρμογή της αρχής του res ipsa loquitur, με αποτέλεσμα τη μετάθεση του βάρους στους ώμους των εφεσιβλήτων 1, να αποδείξουν το αντίθετο της κατ' ισχυρισμό, τεκμαιρόμενης ακαταλληλότητας του πωληθέντος σπόρου. Το γεγονός που καθιστά εφαρμοστέο τον κανόνα αυτό είναι η πείρα του εφεσείοντος ως γεωργού. Προκύπτει από αυτό ότι όλα είχαν καλώς για την καλλιέργεια, με μόνο υπολειπόμενο την ποιότητα του σπόρου για την οποία πρέπει να λογοδοτήσουν οι εφεσίβλητοι. Η αρχή δικαίου ή ο αποδεικτικός κανόνας του res ipsa loquitur τυγχάνει εφαρμογής όταν το ζημιογόνο γεγονός τελεί κατά ιδιάζοντα τρόπο κάτω από τον έλεγχο του εναγομένου.
Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι 1, δεν είχαν υπό τον έλεγχό τους την καλλιέργεια του κτήματος ώστε να τίθεται θέμα επίκλησης του κανόνα res ipsa loquitur. (Achilleas Morides v. Chrystalla Ioannou (1973) 1 C.L.R. 117· Savvides v. Mesaritis (1985) 1 C.L.R. 261· Αθανασίου ν. Κουκούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614.) O εφεσείων ισχυρίστηκε ότι η αποτυχία της καλλιέργειας οφείλετο στην ακαταλληλότητα του σπόρου, και σ΄ αυτόν εναπόκειτο να το αποδείξει.
Με θέματα ερμηνείας του Κεφ. 90, δεν θα ασχοληθούμε εφόσον οι πρόνοιες του δεν υπεισέρχονται στην κρίση των επιδίκων θεμάτων.
Με το λόγο 3, αμφισβητείται το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε σχέση αντιπροσώπου-αντιπροσωπευομένου μεταξύ εφεσιβλήτων 1 και 2. Τα πρωτογενή ευρήματα γεγονότων του Δικαστηρίου επί του προκειμένου δεν προσβάλλονται. Γίνεται η εισήγηση, ότι η ετοιμότητα των εφεσιβλήτων 2, να επιλαμβάνονται προβλημάτων σχετικών με την επιτυχία καλλιεργειών που γίνονται με σπόρους που εισάγουν, τείνει να καταδείξει και την ανάληψη ευθύνης εκ μέρους τους για την αποτυχία της καλλιέργειας. Η προθυμία τους να παράσχουν σπόρους προς αντικατάσταση των σπόρων που οδήγησαν σε αποτυχημένη καλλιέργεια, παρατίθεται ως άλλο στοιχείο ενισχυτικό της ανάληψης ευθύνης εκ μέρους των εφεσιβλήτων 2, για την αποτυχία της καλλιέργειας. Η θέση αυτή αποτελεί το θέμα του τέταρτου λόγου έφεσης. Τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τη σχέση των εφεσιβλήτων 1 και 2, είναι καθοριστικά επί του θέματος. Δεν υπήρχε μεταξύ τους σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευόμενου. Η συμβατική σχέση περιοριζόταν μεταξύ εφεσείοντος και εφεσιβλήτων 1. Κανένας δε από τους λόγους που προβάλλονται, προς υποστήριξη της έφεσης, δεν αναιρεί ή θα μπορούσε να αναιρέσει το θεμελιακό αυτό εύρημα το οποίο εκθεμελιώνει τη βάση της αγωγής του εφεσείοντος έναντι των εφεσιβλήτων 2.
Παραγνωρίζεται και σ' αυτό το σημείο το γεγονός ότι η αγωγή του εφεσείοντος είχε ως αποκλειστικό έρεισμα την παράβαση ρητού ή εξυπακουόμενου συμβατικού όρου, σχετιζόμενου με την πώληση του σπόρου. Καμιά ενέργεια των εφεσιβλήτων 2, δεν υποδήλωνε, όπως σωστά διαπίστωσε το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αναγνώριση ευθύνης εκ μέρους τους για την αποτυχία της καλλιέργειας.
Τέλος, προσβάλλονται από τον εφεσείοντα με το λόγο 5, ασαφώς τα ευρήματα του Δικαστηρίου αναφορικά με τις επιπτώσεις των αντιφάσεων μεταξύ τριών μαρτύρων των, Πέτρου, Λάμπρη και Στυλιανού, τις οποίες το Δικαστήριο θεώρησε επουσιώδεις ως προς την κρίση της μαρτυρίας τους. Κανένας βάσιμος λόγος δεν προτάθηκε, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει επέμβαση στην εκτίμηση της μαρτυρίας τους από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.