ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 1025
9 Ιουλίου, 2003
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΣΑΒΒΑ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΘΟΥΛΛΑΣ ΣΑΒΒΑ (ΑΡ. 2),
Εφεσίβλητης.
(Έφεση Αρ. 169)
Δικαιοδοσία Δικαστηρίων — Οικογενειακό Δικαστήριο — Κατά πόσο το Οικογενειακό Δικαστήριο, το οποίο εκδίδει διάταγμα αποκλειστικής χρήσης της συζυγικής οικίας από τον ένα από τους συζύγους, δυνάμει του Άρθρου 17(1) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990, έχει δικαιοδοσία να επιδικάσει αποζημίωση στον αποκλεισθέντα σύζυγο.
Ο γάμος του εφεσείοντος και της εφεσίβλητης λύθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο στις 22.10.1999.
Στις 5.10.2000 ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο με την οποία ζητούσε όπως η εφεσίβλητη, του καταβάλει το ήμισυ της ενοικιαστικής αξίας της συζυγικής οικίας της οποίας ο εφεσείων και η εφεσίβλητη ήσαν συνιδιοκτήτες κατά το εν δεύτερο έκαστος, από την ημέρα που είχε εκδοθεί διάταγμα αποκλειστικής χρήσης της εν λόγω οικίας προς όφελος της εφεσίβλητης, ήτοι από τις 3.8.1998. Ο εφεσείων ζητούσε επίσης και άλλες συναφείς αποζημιώσεις. Με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.5.2001, μετά από αίτηση του εφεσείοντος, είχαν επιλυθεί και οι περιουσιακές διαφορές μεταξύ των διαδίκων, η συζυγική οικία παραμένοντας συνιδιοκτησία τους.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέτασε το θέμα με αναφορά σε δύο περιόδους:
1) Την περίοδο προ της λύσης του γάμου δηλαδή από 3.8.1998 μέχρι 22.10.1999.
2) Την περίοδο μετά τη λύση του γάμου από 22.10.99 μέχρι την ακρόαση της αίτησης.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο αποφάσισε ότι:
1) Ως προς την πρώτη περίοδο, το Άρθρο 17(1) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990, δυνάμει του οποίου εκδίδεται το διάταγμα αποκλειστικής χρήσης, δεν παρέχει δικαίωμα αποζημίωσης προς τον σύζυγο ο οποίος αποκλείεται της συζυγικής οικίας.
2) Ως προς τη δεύτερη περίοδο, το διάταγμα αποκλειστικής χρήσης έπαυσε να ισχύει μετά τη λύση του γάμου, οπότε, τόσο η εφεσίβλητη όσο και ο εφεσείων ως συνιδιοκτήτες είχαν δικαίωμα χρήσεως της οικίας.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο αποφάσισε ότι εστερείτο δικαιοδοσίας να επιληφθεί της αίτησης και την απέρριψε.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Αν υπήρχε εξουσία, δυνάμει του Άρθρου 17(1), για καταβολή αποζημίωσης στον αποκλεισθέντα σύζυγο, μόνο σε συνάρτηση με την όλη απόφαση για έκδοση του διατάγματος θα μπορούσε να υφίσταται και επομένως μόνο κατά την έκδοση του διατάγματος ή οποιασδήποτε αναθεώρησής του θα μπορούσε να ασκείται.
2. Με τη λύση του γάμου λήγει η ισχύς του διατάγματος αποκλειστικής χρήσης. Οποιοδήποτε δικαίωμα του αποκλεισθέντος συζύγου σε αποζημίωση δεν μπορεί να εντάσσεται πλέον στα πλαίσια του Άρθρου 17(1), και αν ακόμα αυτό παρείχε δικαίωμα σε αποζημίωση, παρά μόνο στις γενικότερες αρχές δικαίου και στη δικαιοδοσία των πολιτικών Δικαστηρίων.
3. Η επίλυση των περιουσιακών διαφορών των διαδίκων περιλάμβανε προφανώς, αν ήταν θέμα της δικαιοδοσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, την απαίτηση για αποζημίωση, τουλάχιστον μέχρι την ημέρα εκείνη.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.
ŒÊÂÛη.
Έφεση από τον αιτητή κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 12/7/02 (Αρ. Αγωγής 77/00) με την οποία έκρινε ότι το ίδιο εστερείτο δικαιοδοσίας εκδίκασης της υπόθεσης και απέρριψε την αίτηση του αιτητή με την οποία ζητούσε όπως η πρώην σύζυγός του καταβάλει σ' αυτόν το ήμισυ της ενοικιαστικής αξίας της συζυγικής οικίας.
Κ. Μελάς, για τον Εφεσείοντα.
Α. Ευτυχίου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο γάμος του Εφεσείοντα και της Εφεσίβλητης λύθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο στις 22.10.1999. Από τις 3.8.1998 όμως η Εφεσίβλητη είχε εξασφαλίσει την έκδοση διατάγματος αποκλειστικής χρήσης από την ίδια της συζυγικής οικίας της οποίας ο Εφεσείων και η Εφεσίβλητη ήσαν ιδιοκτήτες κατά εν δεύτερο έκαστος. Στις 5.10.2000 ο Εφεσείων καταχώρησε αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο με την οποία ζητούσε όπως η Εφεσίβλητη του καταβάλει το ήμισυ της ενοικιαστικής αξίας της εν λόγω οικίας από της έκδοσης του διατάγματος αποκλειστικής χρήσης και άλλες συναφείς αποζημιώσεις ως εκ της αποκλειστικής χρήσης της οικίας από την Εφεσίβλητη. Σημειωτέο ότι με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.5.2001 που αφορούσε αίτηση του Εφεσείοντα επιλύθησαν και οι περιουσιακές διαφορές μεταξύ των διαδίκων, η συζυγική οικία παραμένοντας συνιδιοκτησία τους.
Κατά την εξέταση της αίτησης το δικαστήριο ήγειρε το θέμα της δικαιοδοσίας του και άκουσε τις απόψεις των μερών. Η έφεση στρέφεται κατά της απόφασής του ότι εστερείτο δικαιοδοσίας, σαν αποτέλεσμα της οποίας απερρίφθη και η αίτηση. Το Δικαστήριο εξέτασε το θέμα με αναφορά σε δύο περιόδους:
1. Την περίοδο προ της λύσης του γάμου, δηλαδή από 3.8.1998 μέχρι 22.10.1999.
2. Την περίοδο μετά τη λύση του γάμου, δηλαδή από 22.10.1999 μέχρι την ακρόαση της αίτησης.
Ως προς την πρώτη περίοδο, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος αποφάσισε ότι το άρθρο 17(1) του περί Οικογενειακού Δικαστηρίων Νόμου του 1990, Ν. 23/90, δυνάμει του οποίου εκδίδεται το διάταγμα αποκλειστικής χρήσης, δεν παρέχει δικαίωμα αποζημίωσης προς το σύζυγο ο οποίος αποκλείεται της συζυγικής οικίας. Όπως το έθεσε στις σελίδες 6-7:
"Σκοπός του άρθρου 17 § 1 είναι να προστατεύσει τα αδύνατα μέλη της οικογένειας και/ή τα μέλη της οικογένειας που έχουν ανάγκη, ιδίως τα παιδιά υλοποιώντας και την ιδέα της κοινωνικής λειτουργίας της ιδιοκτησίας. ............. Τα κριτήρια του άρθρου 17 § 1 είναι κοινωνικά και εστιάζονται στις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και όχι στις έννομες σχέσεις των προσώπων με τα πράγματα. Γι΄αυτό εξάλλου και για τους σκοπούς του άρθρου 17 § 1 είναι αδιάφορο αν ο αιτών σύζυγος με βάση τη διάταξη αυτή είναι ή όχι ο ιδιοκτήτης της συζυγικής στέγης."
Και περαιτέρω ότι, αν το άρθρο 17(1) παρέχει τέτοιο δικαίωμα αποζημίωσης (σ.7):
"..... η απαίτηση για αποζημίωση έπρεπε να είχε εγερθεί στα πλαίσια της διαδικασίας έκδοσης του διατάγματος για αποκλειστική χρήση όταν εξετάζονταν από το Δικαστήριο οι λόγοι επιείκειας και όχι εκ των υστέρων και χωρίς επιφύλαξη δικαιώματος, με την παρούσα διαδικασία. ..... Αν το εδάφιο (1) του άρθρου 17, παρείχε εξουσία για καταβολή αποζημίωσης, η εξουσία αυτή δεν θα έπρεπε να ήταν ασύνδετη με τους λόγους που εκδίδεται ένα διάταγμα για αποκλειστική χρήση, συγκεκριμένα με το ποίοι λόγοι επιείκειας υπάρχουν, ποιες ειδικές συνθήκες και ποια συμφέροντα των παιδιών επιβάλλουν την έκδοση του διατάγματος. Σημασία επίσης έχει αν ο σύζυγος, που είναι δικαιούχος κατά το άρθρο 17 § 1, είναι και δικαιούχος διατροφής και αν η αξία χρήσης της οικογενειακής στέγης ελήφθη υπόψη στην υποχρέωση του άλλου συζύγου για διατροφή του δικαιούχου συζύγου ως επίσης και στην διατροφή των παιδιών."
Ως προς τη δεύτερη περίοδο, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος θεώρησε ότι ετίθετο ευρύτερο θέμα καθ΄όσον, σύμφωνα με την άποψή του, το διάταγμα αποκλειστικής χρήσης έπαυσε να ισχύει μετά από τη λύση του γάμου. Επ΄αυτού αποφάσισε ότι, εφόσον η διαφορά αφορούσε άτομα που έπαυσαν να είναι σύζυγοι και προέκυψε μετά από τη λύση του γάμου τους, δεν συνιστούσε "οικογενειακή σχέση" στα πλαίσια του Άρθρου 111.2Α του Συντάγματος ή "περιουσιακή σχέση" ή "οποιαδήποτε άλλη γαμική ή οικογενειακή διαφορά" στα πλαίσια του άρθρου 11(2)(ε) του Νόμου 23/90. Και περαιτέρω ότι εν πάση περιπτώσει, με τη λήξη της ισχύος του διατάγματος μετά τη λύση του γάμου, τόσο η Εφεσίβλητη όσο και ο Εφεσείων ως συνιδιοκτήτες εδικαιούντο να χρησιμοποιούν την οικία.
Δεν μπορούμε να διαπιστώσουμε έρεισμα στην έφεση, η οποία αμφισβητεί την απόφαση σε όλη την έκτασή της, χωρίς να χρειάζεται όμως να εξετάσουμε όλες τις πτυχές του πράγματος. Το Δικαστήριο ορθά επελήφθη του θέματος σε συνάρτηση με τις δύο περιόδους πριν και μετά τη λήξη του γάμου, αφού διαφορετικά ζητήματα εγείρονται σε κάθε περίπτωση. Όσον αφορά την περίοδο προ της λύσης του γάμου, δεν θα υπεισέλθουμε στο κατά πόσο το Δικαστήριο το οποίο εκδίδει διάταγμα αποκλειστικής χρήσης μπορεί, στην απουσία ρητής προς τούτο πρόνοιας στο άρθρο 17(1), να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης στον αποκλεισθέντα σύζυγο. Τέτοια εξουσία, αν υπήρχε, μόνο σε συνάρτηση με την όλη απόφαση για έκδοση του διατάγματος θα μπορούσε να υφίσταται και επομένως μόνο κατά την έκδοση του διατάγματος ή οποιασδήποτε επόμενης αναθεώρησης του θα μπορούσε να ασκείται. Υιοθετούμε επ΄αυτού τα σχετικά σχόλια του ευπαίδευτου Προέδρου που παραθέσαμε.
Όσον αφορά την περίοδο μετά τη λύση του γάμου, τα πράγματα είναι εξ ίσου καθαρά. Με τη λύση του γάμου λήγει και η ισχύς του διατάγματος αποκλειστικής χρήσης. Οποιοδήποτε δικαίωμα του αποκλεισθέντος συζύγου σε αποζημίωση δεν μπορεί να εντάσσεται πλέον στα πλαίσια του άρθρου 17(1), και αν ακόμα αυτό παρείχε δικαίωμα σε αποζημίωση, παρά μόνο στις γενικότερες αρχές δικαίου και στη δικαιοδοσία των πολιτικών Δικαστηρίων.
Και κάτι άλλο όμως που είναι κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση. Οι περιουσιακές διαφορές των διαδίκων είχαν ήδη επιλυθεί με την απόφαση της 25.5.2001. Η επίλυση εκείνη περιλάμβανε προφανώς, αν ήταν θέμα της δικαιοδοσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, την απαίτηση για αποζημίωση, τουλάχιστον μέχρι την ημέρα εκείνη.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.