ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 1785

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Εφεση Αρ. 11349)

9 Δεκεμβρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΦΕΒΡΩΝΙΑ (ΦΡΟΣΩ) ΑΥΓΟΥΣΤΗ ΝΙΚΟΛΑ,

Εφεσείουσα,< /P>

v.

1(Α). ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΥΛΛΑ ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΝΝΑΡΗ,

(Β).ΜΑΡΟΥΛΑ ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΝΝΑΡΗ,

ΩΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ

ΧΡΙΣΤΟΦΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

2. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΥΛΛΑ ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΝΝΑΡΗ,

Εφεσιβλήτων.

― ― ― ― ―

Α. Τόκας, για την Εφεσείουσα.

Φ. Αποστολίδης, για τους Εφεσίβλητους.

― ― ― ― ―

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα Φεβρωνία Νικόλα Αυγουστή, διεκδικεί δυνάμει χρησικτησίας την κυριότητα τριγωνικού τεμαχίου γης εμβαδού 40 τ.μ., μέρους του τεμαχίου αρ. 118 Φ/Σχ. 47/20 στο Μονιάτη. Το τεμάχιο 118 είναι εγγεγραμμένο στο όνομα της εφεσίβλητης 2 Παρασκευούλλας Αντώνη Κονναρή («η Παρασκευούλλα) από το 1987 ή το 1988 δυνάμει τίτλου ιδιοκτησίας αρ. 2487. Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά σημειώνει ότι η ακριβής ημερομηνία εγγραφής του τεμαχίου στο όνομα της Παρασκευούλλας δεν ενέχει ιδιαίτερη σημασία για τους σκοπούς της υπόθεσης.

Προηγούμενη ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 118 ήταν η αποβιώσασα Αγγελού Χριστοφή Χαραλάμπους («η Αγγελού»), μητέρα της Παρασκευούλλας και της Μαρούλας Αντώνη Κονναρή εφεσιβλήτων 1(α)(β) οι οποίες ενάγονται ως κληρονόμοι της αποθανούσας μητέρας τους.

Εκδόθηκε για πρώτη φορά τίτλος ιδιοκτησίας του πιο πάνω τεμαχίου στις 3.10.1947 όταν αυτό ενεγράφη στο όνομα της Αγγελούς.

Η εκδοχή της Φεβρωνίας είναι ότι κατέχει ανενόχλητα και αδιαφιλονίκητα το επίδικο μέρος του τεμαχίου 118 από το 1925 αφότου περιήλθε στην κατοχή της δυνάμει κληρονομίας από τον πατέρα της που πέθανε το 1900 και ο οποίος, κατείχε τούτο δυνάμει δωρεάς από τον πατέρα του πριν το 1900.

Το τεμάχιο 118 (παλαιός αριθμός 16/1), προέκυψε μετά από διαχωρισμό του τεμαχίου 16 σε τρία τεμάχια ήτοι, 16/1, 16/2 και 16/3 που έγινε το 1946. Προτού συντελεστεί ο πιο πάνω διαχωρισμός, το τεμάχιο 16 ήταν καταχωρημένο εξ ολοκλήρου στο όνομα της Παρασκευούς, μητέρας της Αγγελούς. Η Φεβρωνία ισχυρίζεται ότι το τεμάχιο 16 λανθασμένα καταχωρήθηκε εξ ολοκλήρου στο όνομα της μητέρας της Αγγελούς και ότι αυτό θα έπρεπε να είχε καταχωρηθεί στα ονόματα του πατέρα της Αυγουστή και της Παρασκευούς, μητέρας της Αγγελούς. Η κατ΄ ισχυρισμό λανθασμένη καταχώρηση, έγινε το 1920 κατά την γενική χωρομετρία και επανεκτίμηση.

Η Φεβρωνία, ισχυρίστηκε ότι η Αγγελού, απέσπασε με ψευδείς παραστάσεις από τη Χωριτική Αρχή Μονιάτη βεβαίωση ότι είχε στην κατοχή της ολόκληρο το τεμάχιο 16/1 (118) αντί μέρος του τεμαχίου και ότι η εν λόγω βεβαίωση, υποβλήθηκε μαζί με αίτηση της Αγγελούς στο Κτηματολόγιο για εγγραφή ολόκληρου του τεμαχίου στο όνομά της. Με βάση την αίτηση, το Κτηματολόγιο έκδωσε τίτλο ιδιοκτησίας στο όνομα της Αγγελούς με αριθμό 2487 για το τεμάχιο 16/1 (νέος αριθμός 118) εμβαδού 335 τ.μ. Στις 20.9.87 η Αγγελού μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς το τεμάχιο 16/1 στη θυγατέρα της Παρασκευού. Στην έκθεση απαίτησης, παρατίθενται λεπτομέρειες του δόλου και/ή των ψευδών παραστάσεων της Αγγελούς προκειμένου να επιτύχει την εγγραφή του τεμαχίου 16/1 στο όνομά της.

Οι θεραπείες που ζήτησε η εφεσείουσα, στοχεύουν στην ακύρωση των διαδοχικών εγγραφών του τεμαχίου 118 με πρώτη, αυτή που έγινε στο όνομα της Αγγελούς στις 3.10.1947 καθώς και της μεταγενέστερης στο όνομα της Παρασκευούλλας που έγινε δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα της Αγγελού. Αξίωσε επίσης την εγγραφή μέρους του εν λόγω τεμαχίου στο όνομά της. Η αξίωση της Φεβρωνίας ερείδεται αφενός επί δικαιώματος κτήσης του συγκεκριμένου (επίδικου) μέρους δυνάμει εχθρικής κατοχής και αφετέρου δυνάμει κληρονομίας από τον πατέρα της που πέθανε το 1920.

Κατά την ακρόαση της υπόθεσης, παρουσιάστηκαν δύο πιστοποιητικά της Χωριτικής Αρχής Μονιάτη ημερομηνίας 27.2.1996 και 8.11.1996 αντίστοιχα τα οποία υποστήριζαν την υπόθεση της Φεβρωνίας. Ωστόσο, κρίθηκε πως η αποδεικτική αξία των εν λόγω πιστοποιητικών ήταν «μηδενική» καθότι η ουσία του περιεχομένου τους συνίστατο σε μαρτυρία εξ ακοής. Η διαπίστωση του δικάσαντος δικαστηρίου επί του θέματος είναι ορθή και υποστηρίζεται από τη νομολογία* η οποία διέπει το θέμα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο με σημείο αναφοράς την εκδοχή της Φεβρωνίας για κατοχή δυνάμει χρησικτησίας του επίδικου μέρους του τεμαχίου 118, προσδιόρισε ότι η περίοδος κατοχής η οποία θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη και να προσμετρήσει για σκοπούς θεμελίωσης δικαιώματος κατοχής δυνάμει χρησικτησίας, υπό την αίρεση της τεκμηρίωσης, ήταν η χρονική περίοδος η οποία διέρρευσε πριν από την τιτλοποίηση του τεμαχίου 16/1 στο όνομα της Αγγελούς που έγινε στις 3.10.1947.

Η πιο πάνω προσέγγιση συνάδει με τις σχετικές πρόνοιες του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224 ως έχει τροποποιηθεί. Το άρθρο 9 το οποίο ισχύει από τη θέσπιση του νόμου την 1.9.1946 προβλέπει:

«Ουδείς τίτλος επί ακινήτου ιδιοκτησίας αποκτάται υφ΄ οιουδήποτε προσώπου δι΄ εχθρικής κατοχής ...................... κατά εγγεγραμμένου κυρίου.»

 

 

 

Η πιο πάνω διάταξη συσχετίζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 10 η οποία προβλέπει:

«Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων επηρεάζει την περίοδο χρησικτησίας εν σχέση προς οιανδήποτε ακίνητον ιδιοκτησίαν ήτις ήρξατο εχθρικώς κατεχομένη προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, και άπαντα τα εις την χρησικτησίαν αφορώντα θέματα κατά την διάρκεια της τοιαύτης περιόδου συνεχίζουν να διέπονται υπό των διατάξεων των υπό του παρόντος νόμου καταργηθέντων νομοθετημάτων των αφορώντων εις την χρησικτησίαν, ως εάν ο παρών Νόμος να μην είχε θεσπισθή.»

 

 

 

Στην Kyriacou v. Petri and Others (1985) 1 CLR 275 με αναφορά σε παλαιότερες αυθεντίες* αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«.......... if a person obtains registration as owner of immovable property that registration will interrupt any prescriptive period which is running against him in respect of that property at the time of his registration.»

 

 

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στις πιο πάνω αρχές δικαίου οι οποίες διέπουν το θέμα, αναζήτησε μέσα από τη μαρτυρία την περίοδο χρησικτησίας που θα μπορούσε να προσμετρήσει για τη θεμελίωση δικαιώματος κατοχής της επίδικης περιουσίας δυνάμει χρησικτησίας υπέρ της εφεσείουσας. Η σειρά εξέτασης των επιμέρους θεμάτων που αφορούν στο ευρύτερο θέμα της απόδειξης χρησικτησίας καθορίστηκε από το δικαστήριο ως εξής:

«Συνεπώς η περίοδος κατοχής που εφόσον ήθελε αποδειχθεί μπορεί να ληφθεί υπόψη είναι η περίοδος προ της τιτλοποίησης της περιουσίας, δηλαδή προ της 3.10.1947.

Ετσι θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε περίοδο χρησικτησίας 30 ετών που συμπληρώθηκε προ της 3.10.1947 στη βάση του άρθρου 10 του Κεφ. 224 εις την ουσία όμως εκείνο που θα διερευνηθεί είναι κατά πόσον η μικροτέρα περίοδος των 15 ετών συνεπληρώθηκε πριν την θέσπιση του Κεφ. 224 δηλαδή προ της 1.9.1946 στην βάση άρθρου 1660 του Αστικού Οθωμανικού Κώδικα ("Mejelle") αφού όπως καταδείχθηκε η επίδικη ιδιοκτησία ήταν της κατηγορίας "Mulk".

Συνεπώς ότι αφορά εις την παρούσα υπόθεση είναι μαρτυρία κατοχής της επιδίκου περιουσίας προ της 1.9.1946. Είναι κατ΄ ακολουθία κατανοητό ότι ανατρέχουμε στην θύμηση ηλικιωμένων προσώπων για γεγονότα που αφορούν πριν 55 μέχρι και 70 χρόνια, ακόμη και πιο πριν.»

 

Ο Νικόλας Χαραλάμπους (Μ.Ε.1) είναι πρώτος εξάδελφος της Αγγελούς και δεύτερος εξάδελφος της Φεβρωνίας. Γεννήθηκε το 1913 στο Μονιάτη όπου διέμενε και εργαζόταν μέχρι το 1939. Ακολούθως πήγε στις Πλάτρες όπου παρέμεινε μέχρι το 1957 που ήρθε πίσω στο Μονιάτη. Κατά την περίοδο που βρισκόταν στις Πλάτρες ερχόταν τακτικά στο Μονιάτη για τη φροντίδα των κτημάτων του. Ο εν λόγω μάρτυρας ανέφερε ότι το διαφιλονικούμενο μέρος αποτελεί προέκταση της περιουσίας του παππού του Ευγένιου Χατζηχριστοφή και εφάπτεται στο παλαιό σπίτι όπου σήμερα διαμένει η Παρασκευούλλα, κόρη της Αγγελούς. Το τριγωνικό τεμάχιο γης δεν ήταν ποτέ στην κατοχή του παππού του Ευγένιου Χατζηχριστοφή που ήταν και παππούς της Αγγελούς ούτε και περιήλθε ποτέ στην κατοχή της θείας του Παρασκευούς, μητέρας της Αγγελούς. Το σπίτι στο οποίο διαμένει τώρα η Παρασκευούλλα δεν είχε ποτέ πόρτα ή παράθυρο προς το διαφιλονικούμενο μέρος, το δε οικογενειακό σπίτι της Φεβρωνίας βρίσκεται απέναντι από το επίδικο και μεταξύ των δύο κτημάτων διέρχεται δημόσιος δρόμος. Από το σημείο που περνά τώρα ο δρόμος υπήρχε παλαιότερα αυλάκι του αρδευτικού συστήματος του χωριού του οποίου η αρχική κατασκευή, συμπληρώθηκε το 1930. Μέσα στο διαφιλονικούμενο μέρος υπήρχε χαρουπιά η οποία ανήκε στον Νικόλα Χατζηχριστοφή, παππού της Φεβρωνίας, ο δε Αυγουστής, πατέρας της Φεβρωνίας, είχε μέσα στο ίδιο μέρος αίγες. Οταν πέθανε ο Αυγουστής, «έπιασε» το μέρος η σύζυγος του Ελπινίκη και μετά αυτό περιήλθε στη θυγατέρα του ζεύγους Φεβρωνία. Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι σήμερα υπάρχει μέσα στο επίδικο κτήμα μια παράγκα την οποία χρησιμοποιούν σαν αποθήκη η Φεβρωνία και η θυγατέρα της Νίκη Κουτρουζά. Υπάρχει επίσης μια κληματαριά που φύτεψε ο σύζυγος της Φεβρωνίας μετά το 1974. Η κληματαριά, την οποία φροντίζει και καρπούται ο σύζυγος της Φεβρωνίας, επεκτείνεται πάνω από το δημόσιο δρόμο προς το σπίτι της Φεβρωνίας.

Ο κτηματολογικός υπάλληλος Α. Αλέξη, Μ.Ε.2, κατέθεσε ότι την αίτηση για τη διαίρεση του τεμαχίου 16 υπέβαλε η Μαρικκού Ευγενή. Η αίτηση όπως και οι εγγραφές των νέων τεμαχίων που προέκυψαν έγιναν με τη συγκατάθεση όλων των συνιδιοκτητών του τεμαχίου 16.

Η Παρασκευούλλα Κονναρή (Μ.Υ.1) γεννήθηκε το 1941 και διέμενε στο σπίτι που βρισκόταν στο τεμάχιο 118. Το επίδικο μέρος ήταν άγονο και πετρώδες και σ΄ αυτό υπήρχε ροδιά από την οποία έκοβαν ξινά ρόδια για το φαγητό. Στη χαρουπιά κούρνιαζαν οι κότες της γειτονιάς και κανένας δεν μάζευε τα χαρούπια της. Δεν θυμόταν να υπήρχε ποτέ μάντρα μέσα στο επίδικο κτήμα. Η κληματαριά φυτεύθηκε μετά το 1974 στη θέση της ροδιάς χωρίς να δημιουργήσει οποιοδήποτε ζήτημα. Στο μέρος υπάρχουν επίσης δύο παράγκες. η μια κατασκευάστηκε από τη Φεβρωνία με τη συγκατάθεση της Αγγελούς και η άλλη από την ίδια τη μάρτυρα μετά την καταχώριση της αγωγής.

Ο Ευγένιος Χριστοφή, Μ.Υ.2 γεννήθηκε το 1916. Κατέθεσε ότι το τεμάχιο 118 ανήκε στη μητέρα του Παρασκευού η οποία το έδωσε στην αδελφή του Αγγελού όταν παντρεύτηκε (η Αγγελού). Το διαφιλονικούμενο μέρος αποτελούσε μέρος του τεμαχίου 118. Αυτό ήταν άγονο και ακαλλιέργητο και κανένας δεν εκαρπούτο την χαρουπιά. Στο μέρος, υπήρχε επίσης και μια ροδιά αλλά δεν υπήρξε ποτέ μάντρα. Μεταξύ του επίδικου μέρους και του σπιτιού της Φεβρωνίας υπήρχε αυλάκι του αρδευτικού. Εφυγε από το Μονιάτη όταν νυμφεύθηκε το 1939 και πήγε στο Πέρα Πεδί.

Η Σοφία Χριστοφή, Μ.Υ.3, γεννήθηκε το 1924. Στο επίδικο κτήμα υπήρχαν η χαρουπιά και η ροδιά. Η Ελπινίκη, μητέρα της Αγγελούς μάζευε από τη ροδιά ξινά ρόδια. Η χαρουπιά δεν έκαμνε χαρούπια και στο μέρος δεν υπήρχε μάντρα. Οταν πέθανε ο πατέρας της Φεβρωνίας, η τελευταία πήγε στην Αίγυπτο. Η Φεβρωνία επέστρεψε μόνιμα στην Κύπρο το 1948. Εδώ θα παρεμβάλουμε, όπως και το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι ο Νικόλας Χαραλάμπους (Μ.Ε.1) αντεξεταζόμενος δέχθηκε με δισταγμό θύμησης ότι η Φεβρωνία πήγε στην Αίγυπτο χωρίς ωστόσο να προσδιορίσει το χρονικό διάστημα της παραμονής της στο εξωτερικό.

Η Φεβρωνία για λόγους υγείας δεν προσήλθε για να καταθέσει. Ολοι οι μάρτυρες που κατέθεσαν άφησαν θετική εντύπωση στο δικαστήριο. Αξιολογήθηκαν ως σοβαροί και ειλικρινείς. Ο καθένας μετέφερε στο δικαστήριο αυτό που γνώριζε χωρίς οποιοσδήποτε από αυτούς να καταφύγει στο ψέμα ή στην υπερβολή για να δώσει προβάδισμα στην πλευρά που τον είχε καλέσει. Ωστόσο, το συμπέρασμα του δικαστηρίου είναι ότι η γνώμη των μαρτύρων ως προς το ποιος κατείχε ή δεν κατείχε το επίδικο κτήμα δεν έχει ουσιαστική αξία γιατί, όπως το δικαστήριο διαπίστωσε ύστερα από ενδελεχή αξιολόγηση της μαρτυρίας, η αδυναμία της πλευράς της Φεβρωνίας να αποδείξει αδιαφιλονίκητο και αδιάλειπτο κατοχή για περίοδο 15 χρόνων ήταν οφθαλμοφανής. Με αναφορά στη νομολογία κρίθηκε ότι η προσαχθείσα μαρτυρία δεν ήταν στο βαθμό που απαιτείται ικανοποιητική για τεκμηρίωση δικαιώματος κατοχής δυνάμει εχθρικής κατοχής. Συνακόλουθα, η αξίωση απέτυχε και η αγωγή της Φεβρωνίας απορρίφθηκε με έξοδα. Παραθέτουμε αυτούσιο το καταληκτικό μέρος της εκκαλούμενης απόφασης:

«Σημειώνω για να δώσω το στίγμα της υπόθεσης πως αν οι εναγόμενες ήσαν ενάγουσες και η αξίωση αυτών θα απορριπτόταν γιατί ούτε η δική τους μαρτυρία δεν θα ήταν επαρκής για τεκμηρίωση εχθρικής κατοχής.

Θα πρέπει ίσως να σημειώσω προτού ολοκληρώσω πως οι διάδικοι είναι συγγενείς. Η Φεβρωνία είναι δεύτερη εξάδελφη της Αγγελούς, ο Αυγουστής είναι πρώτος εξάδελφος της Παρασκευούς και οι αρχικοί διαφορετικοί κάτοχοι των γειτνιαζόντων περιουσιών αδέλφια. Ο Ευγένιος Χ»Χριστοφής ήταν ο κάτοχος του σπιτιού που εφάπτεται του επίδικου χώρου ο οποίος ενδεχόμενα λόγω σχήματος δεν ήταν κατάλληλος για οικοδομή. Απέναντι βρίσκεται η κατοικία που ζει η Φεβρωνία και παλαιότερα οι πρόγονοι της. Δεν είναι παράξενο αντίθετα καθ΄ όλα κατανοητόν μεταξύ συγγενών να εγίνετο χρήση του χώρου από την μια ή την άλλη πλευρά κατά καιρούς ή και με τον τρόπο της η κάθε πλευρά ταυτόχρονα με την άλλη. Ακόμα και αν ήταν τότε γνωστό μεταξύ των ποιος πράγματι εδικαιούτο στον χώρο ενδέχεται η άλλη πλευρά να έκαμνε χρήση με την συγκατάθεση της δικαιούχου πλευράς.

Το τελευταίο σημείο που θα ήθελα απλά να καταγράψω είναι το γεγονός πως η Φεβρωνία δεν παρήλασε από το εδώλιο του μάρτυρα. Δεν το σχολιάζω αρνητικά. Προφανώς λόγω ηλικίας ή άλλως δεν θα ήταν σε θέση να μαρτυρήσει. Αυτό δεν παράβλεψε καθόλου την υπόθεση της ενδέχεται όμως αν η μαρτυρία της ήταν ισχυρά να είχε αυτό θετική επίπτωση στην υπόθεση της.

Η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από την απόρριψη της αξίσης. Η ενάγουσα δεν απέσεισε το βάρος που είχε στους ώμους της.»

 

 

Η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Δυο από τους λόγους έφεσης αναφέρονται σε εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας και ο τρίτος λόγος έφεσης έχει ως αντικείμενο την αιτιολογία της πρωτόδικης απόφασης. Η θέση της εφεσείουσας είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε συμπεράσματα και διαπιστώσεις που είναι αντίθετα και/ή ασυμβίβαστα προς τη μαρτυρία η οποία, θα μπορούσε, αν γινόταν ορθή αξιολόγηση, να οδηγήσει σε απόφαση υπέρ της εφεσείουσας. Η εφεσείουσα εισηγείται επίσης ότι η πρωτόδικη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον δεν γίνεται σ΄ αυτή οποιαδήποτε αναφορά στις προδικαστικές ενστάσεις που είχαν εγερθεί πρωτοδίκως.

Η υπόθεση της εφεσείουσας κινήθηκε κατ΄ ουσία προς τρεις παράλληλες κατευθύνσεις. Προβλήθηκε ισχυρισμός ότι η Αγγελού δόλια και με ψευδείς παραστάσεις πέτυχε την επ΄ ονόματί της εγγραφή του τεμαχίου 118 (16/1) και συνεπώς η εγγραφή του επίδικου μέρους επ΄ ονόματι της Αγγελούς καθώς και αυτή που ακολούθησε στο όνομα της Παρασκευούλλας θα έπρεπε να ακυρωθούν και να διαταχθεί η εγγραφή του διαφιλονικούμενου μέρους στο όνομα της Φεβρωνίας. Παράλληλα, η εφεσείουσα διεκδίκησε κυριότητα του διαφιλονικούμενου κτήματος δυνάμει εχθρικής κατοχής η οποία συμπληρώθηκε από την ίδια και τους προκατόχους της. Η εφεσείουσα διεκδίκησε παράλληλα κυριότητα του επίδικου μέρους δυνάμει κληρονομίας από τον πατέρα της.

Ο ισχυρισμός για δόλο και ψευδείς παραστάσεις της Αγγελούς κατά τη διαδικασία τιτλοποίησης του κτήματος στο όνομά της το 1947 παρέμεινε ατεκμηρίωτος. Η μαρτυρία του κτηματολογικού υπαλλήλου Α. Αλέξη (Μ.Ε.2) αποκάλυψε ότι η αίτηση για διαίρεση του τεμαχίου 16 σε τρία νέα τεμάχια υποβλήθηκε από τη Μαρικκού Ευγενή. Το ένα από τα τρία νέα τεμάχια που προέκυψαν, το τεμάχιο 16/1, γράφτηκε στο όνομα της Αγγελούς. Η διαίρεση καθώς και οι εγγραφές των νέων τεμαχίων (16/1, 16/2 και 16/3) που προέκυψαν, έγιναν με τη συγκατάθεση όλων των ιδιοκτητών του τεμαχίου 16.

Ενόψει των πιο πάνω, διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει οποιοδήποτε σφάλμα στην εκκαλούμενη απόφαση για ό,τι αφορά το θέμα του δόλου και των ψευδών παραστάσεων. Οπως ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο δικαστήριο, οι ισχυρισμοί για δόλο κλπ μόνο συμπερασματικά θα μπορούσαν να ευσταθήσουν σε περίπτωση που θα αποδεικνυόταν ότι η εφεσείουσα και οι πρόγονοί της είχαν αποκλειστική κατοχή του επίδικου κτήματος.

Η μαρτυρία περιστράφηκε κυρίως γύρω από την απόκτηση δικαιώματος ιδιοκτησίας δυνάμει εχθρικής κατοχής. Το βάρος απόδειξης ήταν στην εφεσείουσα η οποία, είχε καθήκον να αποδείξει ότι η εγγραφή στο όνομα της Αγγελούς έγινε από λάθος ή πλάνη και ότι το δικαίωμα της Αγγελούς και των προκατόχων της επί του επίδικου ακινήτου χάθηκε λόγω εχθρικής κατοχής. Βλ. Socratous ν. Mezou (1975) 1 CLR 62 και Theodorou ν. Hadji Antoni (1961) 1 CLR 203.

«Εχθρική κατοχή» σύμφωνα με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2 του νόμου σημαίνει:

«Κατοχήν υπό προσώπου μη δικαιουμένου εις τοιαύτην οσάκις η ρητή ή εξυπακουόμενη συναίνεσις ή άδεια του ούτω δικαιουμένου προσώπου δεν έχει δοθεί ή ληφθεί διά την τοιαύτην κατοχήν.»

 

 

 

Στην Rodothea Papageorghiou v. Antonis Komodromou (1963) 2 CLR 221, αναφέρθηκε ότι η αξίωση δικαιώματος ιδιοκτησίας δυνάμει εχθρικής κατοχής παρότι αφορά σε ένα κατ΄ ισχυρισμό προσωπικό δικαίωμα εντούτοις οι περίοδοι κατοχής της επίδικης περιουσίας από τους προκατόχους του ενάγοντα που διεκδικεί δικαίωμα δυνάμει εχθρικής κατοχής μπορούν όπου αυτό απαιτείται, να συνυπολογίζονται.

Οπως ορθά αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση, ο όρος «κατοχή» προϋποθέτει κάποιες πράξεις ιδιοκτησίας που έγιναν από το πρόσωπο που διεκδικεί τέτοιο δικαίωμα. Η μαρτυρία επί του προκειμένου πρέπει να είναι θετική και, ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης, να οδηγεί στην εξαγωγή τέτοιου συμπεράσματος. Πρέπει να αποδεικνύεται πραγματική κατοχή η οποία, ως εκ της φύσεως της, να αποκλείει οποιοδήποτε άλλο συμπέρασμα κατοχής του συγκεκριμένου ακινήτου από τρίτους. Με άλλα λόγια, αυτός που διεκδικεί δικαίωμα ιδιοκτησίας δυνάμει εχθρικής κατοχής, οφείλει να αποδείξει ότι η κατοχή του επί του ακινήτου ήταν τέτοια ώστε να τίθεται εκ ποδών οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα κατοχής του ιδίου κτήματος από τρίτους. Βλ. Anna Sotiriou v. The Heirs of Despina K. HjiPaschali (1962) CLR 280, Charalambous etc. v. Ioannides (1969) 1 CLR 72, Aradipioti v. Kyriakou and Others (1971) 1 CLR 381 και HjiPetrou v. Petsoloukas (1985) 1 CLR 83.

Ο ενάγων για να στοιχειοθετήσει κατοχή η οποία να εξοστρακίζει δικαιώματα άλλων προσώπων επί του ιδίου ακινήτου, έχει καθήκον να αποδείξει αδιαφιλονίκητη πραγματική κατοχή και ουσιαστική χρήση του κτήματος ασκούμενη συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι τη συμπλήρωση της προβλεπόμενης από το νόμο περιόδου χρησικτησίας ανάλογα με την περίπτωση. Ο ενάγων πρέπει επομένως να στηρίζεται στη δύναμη της δικής του υπόθεση και όχι στην αδυναμία της υπόθεσης της άλλης πλευράς. Βλ. Andrea & Others v. Dourmoush (1962) CLR 7 και HjiPetrou (ανωτέρω).

Καταλήγουμε ότι τα συμπεράσματα και διαπιστώσεις του δικάσαντος δικαστηρίου στηρίζονται στη μαρτυρία που έχει ορθά αξιολογηθεί και συνάδουν πλήρως προς τις αρχές δικαίου οι οποίες διέπουν το θέμα.

Ορθά δεν έχει διαφύγει της προσοχής του πρωτόδικου δικαστηρίου η αντινομία στη διεκδίκηση της Φεβρωνίας επί του επίδικου κτήματος η οποία ερείδεται ταυτόχρονα πάνω σε διαφορετικές αιτίες ήτοι, δόλο και ψευδείς παραστάσεις, εχθρική κατοχή και κληρονομία από τον πατέρα της.

Στην Χριστοδούλου ν. Χ»Λοΐζή και άλλου (1992) 1 ΑΑΔ αναφέρθηκαν τα εξής:

«Στη Lambris Haralambous Papa Loizou v. Kornelia Themistokleous, Vol. 22, C.L.R. 177, το Εφετείο επεσήμανε ότι ενυπάρχει στοιχείο αντινομίας στην ταυτόχρονη διεκδίκηση ιδιοκτησίας λόγω λάθους στα κτηματολογικά βιβλία και για εχθρική κατοχή. Ο παραμερισμός λάθους στα κτηματολογικά βιβλία σκοπεί στην αποκατάσταση της δεδομένης ιδιοκτησίας που δικαιολογούν τα ίδια τα κτηματολογικά μητρώα ενώ η διεκδίκηση διατάγματος ιδιοκτησίας λόγω εχθρικής κατοχής έχει ως λόγο τη μεταβολή των κτηματολογικών στοιχείων. Στην Papa Loizou (ανωτέρω), όπως και στην πρόσφατη απόφασή μας Φιλίππου ν. Στυλιανού - (1992) 1 Α.Α.Δ. 448, το Εφετείο αποφάνθηκε ότι η διόρθωση λάθους στα κτηματολογικά μητρώα μπορεί να επιδιωχθεί μόνο μέσω της διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 61 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμου - Κεφ. 224.»

Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

 

Γ. ΠΙΚΗΣ, Π.

Π. ΚΑΛΛΗΣ, Δ.

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

ΣΦ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο