ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 1417
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Αίτηση Αρ. 105/2003)
23 Οκτωβρίου 2003
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
Αναφορικά με την Αίτηση του Refaat Barqawi
εκ Παλαιστίνης ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ
ΤΗς ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΑΡ. 10 στις Κεντρικές Φυλακές, Λευκωσία,
Αιτητή,
- ΚΑΙ -
Αναφορικά με την Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
1. Γενικού Εισαγγελέα, Λευκωσία,
2. Αρχηγού Αστυνομίας, Αθαλάσσα, Λευκωσία,
3. Λειτουργού Μεταναστεύσεως, Υπουργείο Εσωτερικών,
Λευκωσία,
Καθ΄ ων η Αίτηση.
---------------------------
Γ. Ερωτοκρίτου,
για τον Αιτητή.Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η (Ex-tempore)
Έχω εξετάσει την αίτηση υπό το φως των εμπεριστατωμένων αγορεύσεων των συνηγόρων οι οποίοι κάλυψαν ό,τι ωφέλημα θα μπορούσε να απασχολήσει και είμαι έτοιμος αμέσως να εκδώσω την απόφαση μου.
Είναι νομίζω προφανές πως το διάταγμα απέλασης ανήκει στη σφαίρα του διοικητικού δικαίου. Επομένως για τον έλεγχο του, αποκλειστική δικαιοδοσία έχει το Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν μπορεί το διάταγμα απέλασης να ελεγχθεί στη δικαιοδοσία της έκδοσης προνομιακών διαταγμάτων, περιλαμβανομένου και του Habeas Corpus, βάσει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, στην οποία εντάσσεται η παρούσα αίτηση.
Εκείνο που με απασχόλησε ιδιαίτερα, ενόψει και της πρόσφατης απόφασης του Χατζηχαμπή, Δ. στην Essa Murad Khlaief v. Δημοκρατίας, Αίτηση Αρ. 91/2003, ημερ. 14 Οκτωβρίου 2003, στην οποία έγινε αναφορά, ήταν το κατά πόσο το διάταγμα κράτησης θα μπορούσε να διακριθεί από το διάταγμα απέλασης έτσι ώστε να μπορούσε ενδεχομένως να ελεγχθεί παρόλον που δεν ελέγχεται εδώ το διάταγμα απέλασης.
Βλέπω από τα έγγραφα τα οποία κατέθεσε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή ότι εκδόθηκαν πράγματι στη συγκεκριμένη περίπτωση δύο διατάγματα, ένα απέλασης και άλλο κράτησης. Εκδόθηκαν και τα δύο βάσει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε). Δεν χρειάζεται να ερμηνεύσω το εν λόγω άρθρο για να καταλήξω ως προς το κατά πόσο η κράτηση θα πρέπει να θεωρείται ως το αναπόφευκτο επακόλουθο του διατάγματος απέλασης. Κι αυτό διότι εν προκειμένω η διοίκηση δεν ήταν έτσι που το αντιμετώπισε. Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι στο άρθρο 13 η εκδίωξη κάποιου από την επικράτεια στηρίζεται σε ρύθμιση που διακρίνει μεταξύ της διαταγής να φύγει ο αλλοδαπός και της διαταγής για τον περιορισμό ή την κράτηση του. Ούτε και παραγνωρίζω το άρθρο 29(3) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/00 όπως τροποποιήθηκε) όπου διακρίνεται το διάταγμα απέλασης από το ενδεχόμενο κράτησης ή μη του αλλοδαπού.
Εκείνο όμως που τελικά έχει σημασία είναι το ότι ούτως ή άλλως, από τη στιγμή που θα πρέπει να θεωρήσω ως δεδομένο το διάταγμα απέλασης και θα παραμείνει έτσι μέχρις ότου ακυρωθεί, αν ακυρωθεί, από αρμόδιο Δικαστήριο στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία, τότε δικαιολογείται η κράτηση είτε αυτή απορρέει εγγενώς από το ίδιο το διάταγμα απέλασης, είτε στηρίζεται σε άλλο διακριτό ή ξεχωριστό διάταγμα κράτησης που και αυτό όμως προέρχεται από διοικητική αρχή και φέρει τα εξωτερικά γνωρίσματα νομιμότητας αφού το Άρθρο 11.2(στ) του Συντάγματος, στο οποίο αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, επιτρέπει ακριβώς μια τέτοια δυνατότητα.
Καταλήγω ότι το υποβληθέν αίτημα εκφεύγει της εξουσίας μου σε αυτή τη δικαιοδοσία.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ