ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 772

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Αίτηση Αρ. 48/2003)

10 Ιουνίου, 2003

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ SAAB ABBAS NAZAR,

Αιτητή,

και

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

3. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

________

Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.

Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα), Δικ ηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Ο αιτητής είναι παρών.

________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΝΙΚ ΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής που είναι Πακιστανός υπήκοος, αξιώνει με την παρούσα αίτηση την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus.

Ο αιτητής συνελήφθηκε στις 24.1.2002 με την κατηγορία της παράνομης εισόδου του στη Δημοκρατία. Καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 7.2.2002 σε ποινή φυλάκισης δύο μηνών. Μετά την αποφυλάκισή του, υπέβαλε αίτηση για αναγνώρισή του ως πολιτικός πρόσφυγας, αίτηση η οποία απορρίφθηκε από την Αρχή Προσφύγων στις 9.1.2003, ως προδήλως αβάσιμη. Εν τω μεταξύ, εκκρεμούσης της αίτησής του για άσυλο, είχε παραχωρηθεί στον αιτητή άδεια παραμονής μέχρι τις 23.10.2002.

Λόγ ω της απόρριψης της αίτησής του και της ακύρωσης της άδειας παραμονής του, εκδόθηκε στις 21.3.2003 από την Αναπληρώτρια Λειτουργό Μετανάστευσης διάταγμα απέλασής του στο Πακιστάν, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105.

Ο αιτητής είχε εγκαταλείψει τη διεύθυνσή του και γι΄αυτό δεν κατέστη δυνατόν να εντοπιστεί μέχρι τις 4.5.2003 που συνελήφθη και οδηγήθηκε στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών, όπου και έκτοτε κρατείται μέχρι διευθέτησης της απέλασής του.

Ισχ υρίζεται ότι κρατείται παρανόμως και κατά παράβαση του ΄Αρθρου 11 του Συντάγματος, αφού το διάταγμα κράτησής του δεν ανανεώνεται. Υποστηρίζει ακόμα ότι η θέση που υιοθετήθηκε από τη νομολογία ότι τα διατάγματα του Λειτουργού Μετανάστευσης είναι διοικητικής φύσης και συνεπώς εκτός της δικαιοδοσίας έκδοσης προνομιακού εντάλματος, είναι λανθασμένη και θα πρέπει να μην ακολουθηθεί. Υποστηρίζει ότι η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν μπορεί να περιορίζεται.

Αντ ίθετα, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξε ότι το διάταγμα του Λειτουργού Μετανάστευσης είναι διοικητικής φύσης και εκτός της δικαιοδοσίας ελέγχου με διαδικασία Habeas Corpus. Περαιτέρω υποστήριξε ότι ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται όταν παρέχεται στον αιτητή άλλη θεραπεία.

Το διάταγμα απέλασης του αιτητή εκδόθηκε βάσει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105. Το άρθρο 14 παρέχει εξουσία κράτησης αλλοδαπού για σκοπούς απέλασής του χωρίς τις προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 13 το οποίο προβλέπει κράτηση του αλλοδαπού για περίοδο οκτώ μόνο ημερών, με δικαίωμα ανανέωσης της κράτησης μόνο από δικαστήριο και αφού ακουστεί ο αλλοδαπός.

Στη ν περίπτωση σύλληψης αλλοδαπού με σκοπό την απέλαση ή την έκδοσή του δεν είναι αναγκαία η υπό του ΄Αρθρου 11.2 του Συντάγματος ύπαρξη δικαστικού εντάλματος δεόντως αιτιολογημένου, η οποία απαιτείται μόνο στην περίπτωση σύλληψης σχετιζομένης προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος (Dogan v. Αστυνομίας (1995) 1 Α.Α.Δ. 301, 308. Βλέπε επίσης Κρ. Τορναρίτης, Πολιτειακόν Δίκαιον της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τόμος Πρώτος, Τεύχος Δεύτερον, σελ. 216, 217).

Κάθ ε απόφαση απέλασης αλλοδαπού αποτελεί διοικητική πράξη και υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος (Dogan< i> v. Αστυνομίας, ανω τέρω). Μακρά σειρά νομολογίας αποφάσισε ότι το ένταλμα Habeas Corpus αποτελεί θεραπεία που χορηγείται δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος, η δε εξουσία για έκδοση τέτοιων ενταλμάτων καλύπτει θέματα που δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία που προβλέπεται από το ΄Αρθρο 146.1 του Συντάγματος (Vassiliou and Another v. Police Disciplinary< /b> Committees (1979) 1 C. L.R. 46, 54 , Αναφορικά με τον Sardasht< b>, Αίτηση 25/2003, ημερ. 6.3.2003, Αναφορικά με τον Πολιτίδη, Αίτηση 112/99, ημερ. 25.8.1999, Αναφορικά με τον Palmer alias Olugbile< b>, Αίτηση 44/2003, ημερ. 29.5.2003).< o:p>

Στη ν υπόθεση Αναφορικά με την Popa, Αίτηση 7/2000, ημερ. 14.1.2000, το Δικαστήριο κλήθηκε, όπως και στην παρούσα υπόθεση, να αποστεί από την κρατούσα νομολογία η οποία δέχεται ότι διάταγμα κράτησης αλλοδαπού δεν μπορεί να ελεχθεί με ένταλμα Habeas Corpus, χωρίς, ούτε και εκεί, να εξειδικεύονται οι λόγοι γιατί η νομολογία αυτή ήταν εσφαλμένη. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε όσα λέχθηκαν στην Πολιτίδης, ανωτέρω, υιοθετώντας το περιεχόμενό της.

Με την πιο πάνω θέση συμφωνώ. Ούτε στην παρούσα υπόθεση έχει αναφερθεί οποιοσδήποτε λόγος ή επιχείρημα που να πείθει ότι πρέπει να αποστώ από την υφιστάμενη νομολογία. Καταλήγω ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της παρούσας αίτησης η οποία και θα πρέπει να απορριφθεί.

Πρι ν καταλήξω θα ήθελα να επισημάνω ένα τελευταίο σημείο. Η ένορκη δήλωση του αιτητή που συνοδεύει την αίτηση είναι διατυπωμένη στα ελληνικά, άνκαι ο ενόρκως δηλών είναι Πακιστανός ο οποίος, όπως αντιλαμβάνομαι, μιλά μόνο τη διάλεκτο Urdu. Κάτω από την βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat) ότι ο ενόρκως δηλών ορκίστηκε και υπέγραψε ενώπιόν του, έχει προστεθεί η ακόλουθη χειρόγραφη σημείωση:

«Tο περιεχόμενο της Ε/Δ μεταφράστηκε ενώπιον μου στον εν. δηλούντα στα urdu (Πακιστάν) από τον Wagas Zafar Bhatti».

Θεω ρώ τη διαδικασία που ακολουθήθηκε ως μη ικανοποιητική. Η ένορκη δήλωση συνιστά μαρτυρία και συνεπώς θα πρέπει να είναι συνταγμένη σε γλώσσα κατανοητή στον ενόρκως δηλούντα. Η ένορκη δήλωση θα έπρεπε να γίνεται στη γλώσσα του και να συνοδεύεται με μετάφρασή της, καθώς και από ένορκη δήλωση του μεταφραστή που να βεβαιώνει τη μετάφραση και να ενσωματώνει ως τεκμήριο, τόσο την πρωτότυπη ένορκη δήλωση, όσο και τη μετάφρασή της (Halsbury΄s Laws of England, 4η έκδοση, Τόμος 17, παραγρ. 321). Ενόρκως δηλών που δεν γνωρίζει την ελληνική, μπορεί να υπογράψει ένορκη δήλωση στα ελληνικά, νοουμένου ότι τόσο η ίδια η ένορκη δήλωση, όσο και ο όρκος έχουν προηγουμένως μεταφραστεί σ΄ αυτόν από μεταφραστή, ο οποίος επίσης ορκίζεται ως προς τη μετάφραση (Halsbury< b>΄s Laws of< span style='font-family:Arial; mso-ansi-language:EL'> England, ανω τέρω, παραγρ. 314).< o:p>

Η σημείωση του Πρωτοκολλητή δεν μπορεί να έχει οποιανδήποτε αξία, αφού, απλώς, στην καλύτερη περίπτωση, βεβαιώνει ότι το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης μεταφράστηκε στον ενόρκως δηλούντα από κάποιο πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι γνωρίζει τη γλώσσα του.

΄Οπ ως έχει επισημανθεί και στην υπόθεση Αντρέας Θεμιστοκλέους & Υιοί Λτδ κ.α. ν. Arizona Trading Co Ltd , Π.Ε. 9728, ημερ. 22.11.1997, τα κενά ή οι ελλείψεις σε μια ένορκη δήλωση δεν μπορούν να αφεθούν να συμπληρώνονται με μαρτυρία. Σκοπός της βεβαίωσης του Πρωτοκολλητή (jurat), είναι η αποφυγή, με τρόπο αναντίλεκτο, οποιωνδήποτε αμφισβητήσεων. (Βλέπε όμως In re El -Boustani (1991) 1 A.A.Δ. 736, 742).

Την πεποίθησή μου ότι δεν είναι ανεκτή ένορκη δήλωση σε γλώσσα μη καταληπτή στο δηλούντα, ενισχύει και η σκέψη ότι ο ενόρκως δηλών, στην περίπτωση που η ένορκή του δήλωση δεν είναι αληθής, μπορεί να αποφύγει τις συνέπειες της ψευδορκίας του, ισχυριζόμενος ότι το περιεχόμενο της δήλωσής του δεν αποδόθηκε σωστά. Με τον ίδιο τρόπο αποφεύγονται και οι συνέπειες της έλλειψης ακρίβειας της μετάφρασης από το μεταφραστή, όταν αυτός δεν βεβαιώνει ενόρκως την ακρίβεια της μετάφρασής του.

Η αίτηση απορρίπτεται, αλλά κάτω από τις περιστάσεις αποφάσισα να μην προβώ σε οποιανδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο