ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
EVAGOROU ν. CHRISTODOULOU AND ANOTHER (1982) 1 CLR 771
MESOLONGITIS ν. KOUTAS (1986) 1 CLR 161
Toumbouros Estates Limited ν. Xαριτίνης X. Iωαννίδου και Άλλων (1997) 1 ΑΑΔ 1512
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2002) 1 ΑΑΔ 2071
20 Δεκεμβρίου, 2002
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΣΟΛΩΜΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ,
Εφεσείων-Ενάγων,
ν.
1. ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΕΤΡΟΥ,
2. ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Μ. & Σ. ΠΕΤΡΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11244)
Πολιτική Δικονομία ― Απόρριψη αγωγής λόγω μη προώθησής της ― Εφαρμοστέες αρχές αναφορικά με την επαναφορά απορριφθείσας αγωγής λόγω παράλειψης του ενάγοντος να προβεί στην απόδειξή της ― Η μόνη οδός είναι μέσω του ιδίου του Δικαστηρίου που την απέρριψε με την υποβολή αιτήματος προς τούτο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του εφεσείοντος εναντίον των εφεσιβλήτων λόγω αδυναμίας του να προχωρήσει και να αποδείξει την υπόθεσή του. Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι η απόρριψη της αγωγής του απολήγει σε στέρηση του δικαιώματός του να ακουστεί στην υπόθεση του όπως ορίζουν, το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Κυρωτικός Νόμος, Ν. 39/62).
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση και παράλληλα αμφισβήτησαν το παραδεκτό της έφεσης. Υποστήριξαν ότι δεν χωρεί έφεση κατά απόφασης απορριπτικής αγωγής λόγω παράλειψης του ενάγοντος να προβεί στην απόδειξή της. Η μόνη οδός για την επαναφορά της υπόθεσης είναι μέσω του ιδίου Δικαστηρίου που την απέρριψε με την υποβολή αιτήματος προς τούτο. Τη θέση αυτή στήριξε στη Δ.26, θ.14 και Δ.33, θ.4 και θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το δικαίωμα έφεσης δυνάμει του Άρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 τελεί υπό την αίρεση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι διαγράφουν ως μέσο αποκατάστασης απορριφθείσας υπόθεσης την υποβολή αίτησης για το σκοπό αυτό στο Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση. Εξυπακούεται ότι απόφαση απορριπτική αιτήματος για επαναφορά απορριφθείσας αγωγής μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο έφεσης.
2. Δεν χωρεί έφεση κατά της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Mesolongitis v. Koutas (1986) 1 C.L.R. 161,
Evagorou v. Christodoulou a.o. (1982) 1 C.L.R. 771,
Toumbouros Est. Ltd v. Ιωαννίδου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 30/10/01 (Αρ. Αγωγής 1843/97) με την οποία απέρριψε το αίτημα του δικηγόρου του για εκ νέου αναβολή κατά την ημερομηνία ακρόασης της υπόθεσής του και απέρριψε την αγωγή λόγω της μη προώθησής της, με έξοδα.
Α. Ευτυχίου, για τον Εφεσείοντα-Ενάγοντα.
Α. Γεωργιάδης, με Ν. Γεωργιάδη, για τους Εφεσίβλητους-Εναγόμενους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Με αγωγή του ο εφεσείων αξίωσε την ακύρωση της μεταβίβασης ακινήτου στην εφεσίβλητη (εταιρεία) 2, (η εφεσίβλητη), η οποία διενεργήθηκε από τον εφεσίβλητο 1 που ενεργούσε ως πληρεξούσιος του.
Κατά την ημέρα της δίκης ο εφεσείων δεν προσήλθε, γεγονός που οδήγησε το δικηγόρο του να ζητήσει σύντομη αναβολή για να ερευνήσει τους λόγους της απουσίας του. Παρά τις ενστάσεις των εφεσιβλήτων (εναγομένων), το Δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα και ανέβαλε την ακρόαση σε κατοπινό στάδιο της ιδίας ημέρας. Κατά την επανεμφάνιση των δικηγόρων ενώπιον του Δικαστηρίου ο εφεσείων και πάλιν ήταν απών. Ως δικαιολογία για την απουσία του πρόβαλε, μέσω του δικηγόρου του, ότι δεν είχε ειδοποιηθεί για την ημερομηνία ακροάσεως. Νωρίτερα, ο δικηγόρος του είχε πληροφορήσει το Δικαστήριο ότι δεν έγινε κατορθωτό να επικοινωνήσει με τον πελάτη του προσθέτοντας ότι ο ίδιος ο εφεσείων «Δεν επικοινωνεί μαζί μας για την υπόθεσή του».
Άμα τη διαπιστώσει ότι ο πελάτης του, με τον οποίο επικοινώνησε κατά το διάλειμμα, δεν είχε πρόθεση να προσέλθει στη δίκη του, ο δικηγόρος ζήτησε αναβολή, αίτημα στο οποίο ενέστη η άλλη πλευρά και το Δικαστήριο απέρριψε. Ενόψει της αδυναμίας του εφεσείοντος να προχωρήσει και να αποδείξει την υπόθεσή του το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω της μή προώθησης της, με έξοδα.
Με την έφεση, ο εφεσείων επιδιώκει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης προβάλλοντας ως λόγο ότι κακώς απορρίφθηκε το αίτημα για αναβολή, και παρεπόμενα ότι κακώς απορρίφθηκε η αγωγή του. Η απόρριψη της αγωγής του απολήγει, ως εισηγήθηκε, στη στέρηση του δικαιώματος του να ακουστεί στην υπόθεση του όπως ορίζουν, το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Κυρωτικός Νόμος, Ν.39/62).
Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν ότι καλώς ασκήθηκε η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα για αναβολή και παρεπόμενα δικαιολογημένα απορρίφθηκε η αγωγή λόγω της παράλειψης του εφεσείοντος να την αποδείξει κατά τη δίκη. Παράλληλα αμφισβήτησαν το παραδεχτό της έφεσης. Υποστήριξαν ότι δεν χωρεί έφεση κατά απόφασης απορριπτικής αγωγής λόγω παράλειψης του ενάγοντος να προβεί στην απόδειξή της. Η μόνη οδός για την επαναφορά της υπόθεσης είναι μέσω του ιδίου του Δικαστηρίου που την απέρριψε με την υποβολή αιτήματος προς τούτο. Τη θέση αυτή στήριξε στη Δ.26, θ.14 και Δ.33, θ.4 και θ.5, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ερμηνευτική των προνοιών τους, στην οποία και θα αναφερθούμε.
Στη Mesolongitis v. Koutas (1986)1 C.L.R. 161 αποφασίστηκε ευθέως, ότι η επαναφορά αγωγής η οποία απορρίπτεται χωρίς αναφορά στην ουσία της μπορεί να αποκατασταθεί μόνο από το ίδιο το Δικαστήριο το οποίο την απέρριψε μετά από αίτημα του επηρεαζομένου διαδίκου. Στην απόφαση αυτή άχθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο μετά τη θεώρηση του κειμένου της Δ.33, θ. 4 και θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και των αντίστοιχων αγγλικών θεσμών που αποτέλεσαν το πρότυπο για τη διάρθρωσή τους και της Αγγλικής νομολογίας ερμηνευτικής των διατάξεών της. Ανάλογη υπήρξε η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Evagorou v. Christodoulou and Another (1982) 1 C.L.R. 771 ως προς την ερμηνεία της Δ.26, θ.14, η οποία έχει καθολικό χαρακτήρα διέπουσα τα της επαναφοράς υπόθεσης η οποία απορρίπτεται λόγω παράλειψης (default) διαδίκου να ενεργήσει κατά τα δέοντα και όχι επί της ουσίας. Οι αποφάσεις αυτές ακολουθήθηκαν και στη μεταγενέστερη απόφαση του Εφετείου στην Toumbouros Est. Ltd. v. Iωαννίδου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512 (απόφαση πλειοψηφίας).
Κατανοητή είναι η διάκριση η οποία γίνεται από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας πρώτον, μεταξύ αποφάσεων που δεν προκύπτουν από την εξέταση της ουσίας του αντικειμένου της δίκης και δεύτερον, εκείνων που αποτελούν το απαύγασμα της δίκης. Θέμα επαναφοράς μπορεί να εγερθεί μόνο στην πρώτη περίπτωση όχι στη δεύτερη, όπου εξαντλούνται τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
Το δικαίωμα έφεσης το οποίο παρέχεται από τις διατάξεις του άρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 κατά απόφασης Δικαστηρίου ασκούντος πολιτική δικαιοδοσία, τελεί υπό την αίρεση των προνοιών του ισχύοντος διαδικαστικού κανονισμού, δηλαδή των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι διαγράφουν ως μέσο αποκατάστασης απορριφθείσας υπόθεσης την υποβολή αίτησης για το σκοπό αυτό στο Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση. Εξυπακούεται ότι απόφαση απορριπτική αιτήματος για επαναφορά απορριφθείσας αγωγής μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο έφεσης. Και στην προκείμενη υπόθεση υποβλήθηκε από τον εφεσείοντα αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για επαναφορά της απορριφθείσας υπόθεσης η οποία όμως, για λόγους που δεν εξηγούνται αποσύρθηκε και επέκεινα απορρίφθηκε από το Δικαστήριο.
Διαπίστωσή μας είναι ότι δεν χωρεί έφεση κατά της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας· ως εκ τούτου η έφεση κρίνεται απαράδεκτη.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.