ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 2067
20 Δεκεμβρίου, 2002
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΛΑΪΚΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ (ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙΣ) ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες-Ενάγοντες,
ν.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
2. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11220)
Συμβάσεις ― Εικονική σύμβαση ― Εικονική σύμβαση ενοικιαγοράς απολήγει σε άκυρη σύμβαση εφόσον έχει ως αντικείμενο ανύπαρκτη συναλλαγή ― Αξίωση για διαζευκτική θεραπεία στη βάση συμφωνίας δανείου δεν μπορούσε να επιτύχει.
Συμβάσεις ― Ερμηνεία σύμβασης ― Εξωγενής μαρτυρία ― Προϋποθέσεις αποδοχής εξωγενούς μαρτυρίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή των εφεσειόντων η οποία εστηρίζετο σε συμφωνία ενοικιαγοράς. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι επρόκειτο για δάνειο καλυμμένο κάτω από το πέπλο ενοικιαγοράς.
Το Δικαστήριο αποδέχτηκε μαρτυρία από τον εφεσίβλητο 1, εξωγενή προς το γραπτό κείμενο της συμφωνίας, ως προς το υπόβαθρο και το αντικείμενο της δικαιοπραξίας. Από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου 1, η οποία κρίθηκε αξιόπιστη, διεφάνη ότι τα έπιπλα, αντικείμενο της ενοικιαγοράς, ήταν ανύπαρκτα. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η συμφωνία ήταν άκυρη εφόσον είχε ως αντικείμενο ανύπαρκτη συναλλαγή.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση αμφισβητώντας την απόφαση του Δικαστηρίου καθώς και τη διαπίστωση περί εικονικότητας της σύμβασης. Εξέφρασαν επίσης παράπονο για την κατ' ισχυρισμό παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να τους παράσχει θεραπεία βάσει των γεγονότων που περιβάλλουν την συναλλαγή όπως αυτά διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αξίωση για διαζευκτική θεραπεία προβάλλεται στην έκθεση απαιτήσεως.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση, κρίνοντας ως ορθή την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι: «Η υπόθεση που προώθησαν τελικά στο Δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία οι ενάγοντες βασίστηκε αποκλειστικά σε ενοικιαγορά. Η διαπίστωση ότι πραγματική σχέση ήταν δάνειο αρκεί για να εκθεμελιώσει την απαίτηση η οποία στηρίχθηκε σε ενοικιαγορά και μόνο».
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1432,
Polykarpou v. Polykarpou (1982) 1 C.L.R. 182,
Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Ετ. Νέμεσις Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 407.
Έφεση.
Έφεση από την ενάγουσα Τράπεζα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που δόθηκε στις 28/9/01 (Αρ.�Αγωγής 5582/00) με την οποία απέρριψε την αγωγή της για την ανάκτηση του υπολοίπου, κατ' ισχυρισμό, οφειλόμενου προς αυτή ποσού από τους εναγόμενους δυνάμει συμφωνίας ενοικιαγοράς επίπλων αφού διαπίστωσε ότι η σύμβαση ενοικιαγοράς ήταν εικονική, εφόσον είχε ως αντικείμενο ανύπαρκτη συναλλαγή, έγινε προς απόκρυψη παράνομου σκοπού και ήταν συνεπώς άκυρη.
Α. Χαβιαράς, για τους Εφεσείοντες-Ενάγοντες.
Α. Κουμής, για τους Εφεσίβλητους-Εναγομένους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Σύμφωνα με τους όρους γραπτής συμφωνίας συνομολογηθείσας μεταξύ των εφεσειόντων, χρηματοδοτικού οργανισμού, και των εφεσιβλήτων, οι πρώτοι εκμίσθωσαν στους δεύτερους ενοικιαγοραστικά έπιπλα με αντάλλαγμα την αποπληρωμή της αξίας τους καθορισθείσας σε £10,000 λίρες, συν £3,100 λίρες δικαιώματα ενοικιαγοράς, (ως χαρακτηρίζονται) με δόσεις (σαράντα-οχτώ), πληρωτέες σε προκαθορισμένες ημερομηνίες.
Οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να καταβάλουν τις οφειλόμενες, βάσει της συμφωνίας δόσεις, οπόταν οι εφεσείοντες ήγειραν αγωγή εναντίον τους για την ανάκτηση παντός υπολοίπου. Οι εφεσίβλητοι αμφισβήτησαν την εγκυρότητα της σύμβασης για το λόγο ότι η καταγραφείσα συμφωνία ήταν εικονική, ως ισχυρίστηκαν. Το αντικείμενο της ενοικιαγοράς, τα έπιπλα, ήταν ανύπαρκτα, η δε αναφορά σ' αυτά είχε ως αποκλειστικό σκοπό τη δανειοδότηση των εφεσιβλήτων από τους εφεσείοντες με όρους ενοικιαγοράς. Επρόκειτο για δάνειο καλυμμένο κάτω από το πέπλο ενοικιαγοράς.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε την υπεράσπιση και απέρριψε την αγωγή. Διεφάνη από τη μαρτυρία του υπαλλήλου των εφεσειόντων, ο οποίος κατέθεσε τη συμφωνία ενοικιαγοράς, ότι τα διατεθέντα έπιπλα όχι μόνο δεν ήταν στην κατοχή τους, αλλά ούτε τα είχαν δει ποτέ.
Το Δικαστήριο αποδέχτηκε μαρτυρία από τον εφεσίβλητο 1, εξωγενή προς το γραπτό κείμενο της συμφωνίας, ως προς το υπόβαθρο και το αντικείμενο της δικαιοπραξίας. Από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου 1, η οποία κρίθηκε αξιόπιστη, διεφάνη ότι τα έπιπλα, περί ων ο λόγος, ήταν ανύπαρκτα και ότι η αναφορά στην εκμίσθωση και πώλησή τους ήταν επινόηση των εφεσειόντων για να συγκαλύψουν τους σκοπούς της χρηματοδότησης, που συνίσταντο στην παροχή δανείου με όρους ενοικιαγοράς, εξ΄ ου και η αναφορά σε δικαιώματα ενοικιαγοράς, που αντιπροσώπευαν τον τόκο του δανείου συν τον παράνομο ανατοκισμό του οφειλόμενου ποσού, απολήγοντος στην χρέωση τόκου πέραν του επιτρεπόμενου ορίου. Αντλώντας καθοδήγηση από την απόφαση στη Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χτηματοδοτήσεις) Λτδ ν. Κώστα Σταύρου Κωνσταντίνου κ.ά. (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1432, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η συμφωνία ήταν άκυρη εφόσον είχε ως αντικείμενο ανύπαρκτη συναλλαγή. Μεταβλήθηκε η εικόνα της συναλλαγής προς απόκρυψη του παράνομου σκοπού της.
Με την έφεση αμφισβητείται η απόφαση του Δικαστηρίου καθώς και η διαπίστωση ότι η σύμβαση ενοικιαγοράς ήταν εικονική. Αναφορικά με την κρίση του Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων δεν παρατέθηκε κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί την επέμβασή μας. Τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς το υπόβαθρο της συμφωνίας, το κείμενο της οποίας ήταν όντως ασαφές, συναρτώνται κατά πρώτο λόγο, με το παραδεχτό εξωγενούς μαρτυρίας προς τους όρους της σύμβασης. Όπως υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά στην Polykarpou v. Polykarpou (1982) 1 C.L.R. 182 και στη Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, (ανωτέρω), η μαρτυρία ήταν παραδεκτή ενόψει του ισχυρισμού ότι η συμφωνία ήταν πλασματική και όχι αποκαλυπτική της συναλλαγής.
Χαρακτηριστική της σημασίας αποκάλυψης του υπόβαθρου συμφωνίας είναι η απόφασή μας στη Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Ετ. Νέμεσις Λτδ (1998)1 Α.Α.Δ. 407, όπου επισημάναμε ότι:
«Το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο. Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.»
Η άλλη πτυχή της έφεσης αφορά την κατ' ισχυρισμό παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να παράσχει στους εφεσείοντες θεραπεία βάσει των γεγονότων που περιβάλλουν την συναλλαγή, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αξίωση για διαζευκτική θεραπεία προβάλλεται στην έκθεση απαιτήσεως. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε επί του προκειμένου:
«Η υπόθεση που προώθησαν τελικά στο Δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία οι ενάγοντες βασίστηκε αποκλειστικά σε ενοικιαγορά. Η διαπίστωση ότι πραγματική σχέση ήταν δάνειο αρκεί για να εκθεμελιώσει την απαίτηση η οποία στηρίχθηκε σε ενοικιαγορά και μόνο (βλ. Κωνσταντίνου, ανωτέρω).»
Η διαπίστωση αυτή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, γεγονός που εκβαθρώνει και αυτό το μέρος της έφεσης. Η τεκμηρίωση της υπόθεσης των εφεσειόντων βασίστηκε αποκλειστικά στην προβληθείσα μεταξύ των μερών συμφωνία. Η θέση ότι η συμφωνία ήταν εικονική και παρεπόμενα άκυρη θα μπορούσε να έχει ως μόνο αποτέλεσμα την απόρριψη της αγωγής.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.