ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 1100
19 Ιουλίου, 2002
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ (ΣΦΙΚΤΟΥ),
Εφεσείουσα-Καθ'ης η αίτηση,
ν.
ΟΡΦΕΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Αιτητή.
(Έφεση Αρ. 149)
Πολιτική Δικονομία ― Παρατυπία ― Κατάργηση διάκρισης μεταξύ άκυρου και αντικανονικού δικονομικού μέτρου ― Δ.64 του περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικού) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1995 ― Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να θεραπεύσει την παρατυπία ― Παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη.
Η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση για παραμερισμό της τροποποιημένης αίτησης του εφεσίβλητου αναφορικά με την επίλυση οικογενειακών διαφορών, υποστηρίζοντας ότι η τροποποιημένη αίτηση παραβίαζε τις σχετικές δικονομικές διατάξεις γιατί δεν ήταν υπογεγραμμένη και δεν ανέφερε την διεύθυνση του νέου δικηγόρου του εφεσίβλητου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού προχώρησε στη θεραπεία της παρατυπίας σύμφωνα με τη Διαταγή 64 απέρριψε την αίτηση με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Η εφεσείουσα εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι η πιο πάνω αντικανονικότητα δεν ήταν θεραπεύσιμη σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.64 θεσμού 2.
Αποφασίστηκε ότι:
Σκοπός της νέας Διαταγής 64 ήταν η κατάργηση της διάκρισης της μη συμμόρφωσης προς διαδικαστικούς θεσμούς που καθιστά τη διαδικασία άκυρη και μη συμμόρφωση που καθιστά τη διαδικασία παράτυπη. Η ευχέρεια διάσωσης που παρέχει η Διαταγή 64, και που είναι διακριτική, πρέπει να περιορίζεται σε παρατυπίες και όχι σε παραλείψεις συμμόρφωσης προς τους θεσμούς. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας αναθεωρείται από το Εφετείο (α) όπου ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο του Νόμου, και (β) όπου οδηγεί σε πασιφανή αδικία.
Στην παρούσα περίπτωση η εφεσείουσα δεν φαίνεται ότι έχει υποστεί δυσμενή επηρεασμό. Αντίθετα η θεραπεία της παρατηρούμενης παρατυπίας θα οδηγούσε στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, αποφεύγοντας την πρόκληση αδικίας σε ένα διάδικο λόγω αλύγιστης προσήλωσης του αντιδίκου του στους διαδικαστικούς θεσμούς.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
N.P. Lanitis Ltd v. Panayides (1986) 1 C.L.R. 490,
Αθανασιάδη ν. Αλεξάνδρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 945,
Wunderlich κ.ά. v. Παναγιώτου (1999) 1(Α) Α.Α.Δ. 366,
Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195.
Έφεση.
Έφεση από την καθ' ης η αίτηση κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Πάφου που δόθηκε στις 2/11/01 (Αρ. Αίτησης 9/97) με την οποία απέρριψε την αίτησή της ημερ. 17/8/01 με την οποία αυτή ζητούσε τον παραμερισμό της τροποποιημένης αίτησης η οποία παραχωρήθηκε στον αιτητή για διόρθωση του ονόματος δικηγόρου και την πρόσθεση νέας παραγράφου στην αίτηση.
Κυρ. Ξενοφώντος για Αρ. Κορακίδου, για την Εφεσείουσα.
Χρ. Μελίδης με Α. Παναγιωτίδου για Α. Νεοκλέους, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση εξετάζεται η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προβεί σε διόρθωση του ονόματος του δικηγόρου ενός εκ των διαδίκων πάνω σε ένα δικόγραφο σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 64.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση
Η αρχική αίτηση για την επίλυση των περιουσιακών διαφορών μεταξύ των διαδίκων καταχωρήθηκε εκ μέρους του εφεσιβλήτου στις 29/5/1997 και έφερε την υπογραφή του δικηγόρου του Χρίστου Μ. Τριανταφυλλίδη. Την 21/3/2000 ο εφεσίβλητος καταχώρησε μέσω του δικηγόρου Μιχάλη Μιχαηλίδη αίτηση με την οποία εζητείτο η τροποποίηση της πιο πάνω αίτησης σε 22 σημεία. Μεταξύ των τροποποιήσεων εζητείτο και η πρόσθεση νέας παραγράφου "Ο" που συμπεριλάμβανε,
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι μετοχές της καθ'ης η αίτηση στην εταιρεία περιορισμένης ευθύνης υπό την επωνυμία PERAMA ESTATES LIMITED, η οποία είναι ιδιοκτήτρια του κτήματος υπ' αρ. εγγραφής Ε436, Φ/Σχ. 30/39W2, τεμ. 488 στα Λατσιά στη Λευκωσία, αποτελούν περιουσιακό στοιχείο του Αιτητού."
Στις 24/11/2000 εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα τροποποίησης της αίτησης, το οποίο συμπεριλάμβανε και την πρόσθεση της παραγράφου "Ο".
Στις 28/6/2001 ο εφεσίβλητος καταχώρησε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου τροποποιημένη αίτηση, σύμφωνα με το σχετικό διάταγμα τροποποίησης της 24/11/2000. Στην πιο πάνω τροποποιημένη αίτηση αναγραφόταν το όνομα του Χρίστου Μ. Τριανταφυλλίδη ως δικηγόρου του εφεσιβλήτου, αλλά με υπογραφή της Σωτηρούλας Παπαλαζάρου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο Ανδρέα Νεοκλέους και Σία, που είχαν διοριστεί ως νέοι δικηγόροι του εφεσιβλήτου σε αντικατάσταση του Χρίστου Μ. Τριανταφυλλίδη.
Ακολούθως η εφεσείουσα με σχετική αίτηση της ημερομηνίας 17/8/2001 ζήτησε
(i) Τον παραμερισμό της τροποποιημένης αίτησης του εφεσιβλήτου που καταχωρήθηκε στις 28/6/2001,
(ii) Τη διαγραφή της β΄ παραγράφου "Ο" στο αιτητικό της τροποποιημένης αίτησης της 28/6/2001.
Ήταν η θέση της εφεσείουσας ότι η τροποποιημένη αίτηση παραβίαζε τις σχετικές δικονομικές διατάξεις γιατί δεν ήταν υπογεγραμμένη και δεν ανέφερε τη διεύθυνση του νέου δικηγόρου του εφεσιβλήτου, που ήταν το δικηγορικό γραφείο του Ανδρέα Νεοκλέους και Σία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποφάνθηκε ότι
(i) Η παράγραφος "Ο" που εμφανίζεται στην τροποποιημένη αίτηση καλώς είχε προστεθεί και ότι
(ii) Η τροποποιημένη αίτηση δεν ήταν παράτυπη επειδή δεν έφερε την υπογραφή του δικηγόρου Χρίστου Μ. Τριανταφυλλίδη και αφού προχώρησε στη θεραπεία της παρατυπίας σύμφωνα με τη Διαταγή 64,
απέρριψε την αίτηση με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
(β) Η έφεση
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης για διάφορους λόγους που συνοψίζονται στο ότι,
(i) Η τροποποιημένη αίτηση έπρεπε να υπογραφεί από το δικηγόρο Χρίστο Μ. Τριανταφυλλίδη και όχι από τη Σωτηρούλα Παπαλαζάρου εκ μέρους του γραφείου Ανδρέα Νεοκλέους και Σία, και
(ii) Η πιο πάνω αντικανονικότητα δεν μπορούσε να θεραπευθεί ως παρατυπία σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.64.
Πιο συγκεκριμένα η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η νέα τροποποιημένη αίτηση παραβιάζει τη Διαταγή 1 θεσμό 4, τη Διαταγή 2 θεσμό 3, τη Διαταγή 19 θεσμό 4 και τη Διαταγή 19 θεσμό 10. Οι πιο πάνω δικονομικές πρόνοιες καθορίζουν ότι τα δικόγραφα θα πρέπει να υπογράφονται από τον αιτητή ή το δικηγόρο του αιτητή, που στην παρούσα περίπτωση ήταν το δικηγορικό γραφείο του Ανδρέα Νεοκλέους και Σία και όχι ο Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης.
Η εφεσείουσα πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η νέα τροποποιημένη αίτηση του εφεσιβλήτου δεν ανέφερε το όνομα του δικηγόρου της, τη διεύθυνση του και δεν ήταν υπογεγραμμένη από αυτόν. Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από το περιεχόμενο του σχετικού φακέλου φαίνεται ότι η αίτηση έχει υπογραφεί από τη δικηγόρο Σωτηρούλα Παπαλαζάρου. Εξάλλου το συμπέρασμα αυτό μπορεί να εξαχθεί από το περιεχόμενο της τρίτης παραγράφου των λόγων της έφεσης όπου η εφεσείουσα έμμεσα αποδέχεται ότι η τροποποιημένη αίτηση ήταν υπογεγραμμένη, αφού ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω δικηγόρος δεν είχε κανένα δικαίωμα να υπογράψει εκ μέρους του Χρίστου Μ. Τριανταφυλλίδη.
Ο βασικός λόγος της έφεσης που βάλλει κατά της πρωτόδικης απόφασης είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάνθηκε ότι η αντικανονικότητα της υπογραφής της τροποποιημένης αίτησης από τη Σωτηρούλα Παπαλαζάρου θα μπορούσε να θεραπευθεί με την εφαρμογή των προνοιών της Διαταγής 64 θεσμού 2.
Μια προσεκτική εξέταση των νέων προνοιών της Διαταγής 64 που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τις 24/2/95 δείχνει ότι,
(i) Η διαφορά που μέχρι σήμερα παρατηρείτο μεταξύ άκυρης (void) και αντικανονικής (irregular) διαδικασίας παύει να υφίσταται, και
(ii) Η μη συμμόρφωση προς τους Κανονισμούς που αναφέρεται σε χρόνο, τόπο, τρόπο, τύπο και περιεχόμενο θα θεωρείται ως παρατυπία και το Δικαστήριο θα έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιτρέπει τέτοιες τροποποιήσεις και να εκδίδει οποιαδήποτε διατάγματα ήθελε κρίνει πρέπον.
Οι πιο πάνω διαφοροποιήσεις είναι αρκετά ριζοσπαστικές και παρέχουν στο Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να καταπιάνεται με την ουσία του θέματος που εξετάζει αφού προηγουμένως προβεί σε διορθωτικές διαδικασίες μιας τυπικής παρατυπίας που παρουσιάζεται στα δικόγραφα της υπόθεσης κατά τον καλύτερο δυνατό πρακτικό τρόπο. (Ιδε N.P. Lanitis Ltd. v. Panayides (1986) 1 C.L.R. 490 και Αθανασιάδη ν. Αλεξάνδρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 945).
Οι προεκτάσεις της Διαταγής 64 εξετάσθηκαν πρόσφατα στην υπόθεση Wunderlich, Landsherr και Old German Corner Enterprises Ltd. v. Ευθύβουλου Παναγιώτου (1999) 1(Α) Α.Α.Δ. 366, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη συμπερίληψης του άρθρου 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 σε αίτηση φυλάκισης για παράλειψη συμμόρφωσης προς δικαστικό διάταγμα, δεν ισοδυναμούσε με ουσιώδη παράλειψη αλλά με παρατυπία που μπορούσε να θεραπευθεί.
Στην πιο πάνω απόφαση τονίστηκε ότι ο σκοπός της νέας Διαταγής 64 ήταν η κατάργηση της διάκρισης της μη συμμόρφωσης προς διαδικαστικούς θεσμούς που καθιστά τη διαδικασία άκυρη και μη συμμόρφωση που καθιστά τη διαδικασία παράτυπη. Η εξουσία διάσωσης που παρέχει η Διαταγή 64 πρέπει να περιορίζεται σε παρατυπίες και όχι σε παραλείψεις συμμόρφωσης προς τους θεσμούς. Όπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Καλλή που εξέδωσε την απόφαση,
"Πρόκειται για περίπτωση άσκησης διακριτικής ευχέρειας. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας αναθεωρείται από το Εφετείο,
(α) όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες, και
(β) όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση απόφασης στην οποία δεν θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο."
Στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195, ο εφεσείων καταχώρησε ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου αίτηση για μείωση του ποσού προηγούμενου εκδοθέντος διατάγματος διατροφής. Η αίτηση υποβλήθηκε με το συνηθισμένο τύπο ενδιάμεσης αίτησης σε πολιτική αγωγή και υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση, σε αντίθεση με τις πρόνοιες του Κανονισμού 3(1) και του Τύπου 1 των περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικών Κανονισμών του 1990, που καθορίζουν ότι η αίτηση θα πρέπει να περιλαμβάνει έκθεση γεγονότων και δεν υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση. Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού υπέδειξε ότι όλες οι διαφορές που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου θα πρέπει να καταχωρούνται με αίτηση σύμφωνα με το πρότυπο του Κ. 3(1) των Διαδικαστικών Κανονισμών, προχώρησε και αποφάνθηκε ότι η αίτηση που υποβλήθηκε ήταν παράτυπη. Η παρατυπία ήταν ουσιώδης έχοντας υπόψη την απουσία της έκθεσης γεγονότων, αλλά δεν κρίθηκε ότι ήταν απαραίτητο να προσδιορισθούν οι συνέπειες της παρατυπίας σε σχέση με τις πρόνοιες της Διαταγής 64. Το Ανώτατο Δικαστήριο περιορίστηκε "στη διαπίστωση ότι εν πάση περιπτώσει και παράτυπη να ήταν η αίτηση, η παρατυπία έπρεπε να θεραπευθεί πριν προχωρήσει η υπόθεση σε δίκη".
Στην παρούσα περίπτωση η εφεσείουσα δεν φαίνεται ότι έχει υποστεί οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό. Επιπρόσθετα δεν έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε στοιχεία ότι το μέγεθος της παρατυπίας (υπογραφή από ένα δικηγόρο αντί άλλο) την επηρεάζει δυσμενώς, σε βαθμό που η εφαρμογή της Διαταγής 64 για τη θεραπεία του λάθους να αποβεί επιβλαβής στα συμφέροντα της. Αντίθετα η θεραπεία της παρατηρούμενης παρατυπίας θα οδηγούσε στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, αποφεύγοντας την πρόκληση αδικίας σε ένα διάδικο λόγω αλύγιστης προσήλωσης του αντιδίκου του στους διαδικαστικούς θεσμούς.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.