ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 1 ΑΑΔ 81

22 Ιανουαρίου, 2002

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3

ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ  ΑΛΛΩΣ ΠΑΝΑΓΙΑ (ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ) ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ

ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ

ΕΝΤΑΛΜΑ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Α. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΠΡ.Ε.Δ.)

ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΤΗΝ 15 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2002 ΣΤΗΝ

ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 10430/97 ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ

ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ ΤΗΝ 16/1/2002.

(Αίτηση Αρ. 4/2002)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari προς ακύρωση διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με το οποίο αναστάληκε ένταλμα κατοχής ακινήτου ― Απορρίφθηκε, θα μπορούσε να καταχωρηθεί έφεση, και δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να δοθεί η αιτηθείσα άδεια.

Η αιτήτρια κίνησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κατά (1) της εταιρείας Χρ. Καμέρης Λτδ και (2) κάποιου Χρ. Καμέρη και εξασφάλισε την έκδοση διατάγματος με το οποίο η εναγόμενη διατάχθηκε να παραδώσει άμεσα την κενή κατοχή συγκεκριμένου οικοπέδου στο Στρόβολο. Η απόφαση εφεσιβλήθηκε, η έφεση συμβιβάστηκε με αναστολή του διατάγματος έξωσης μέχρι 30.8.01. Η εταιρεία δεν συμμορφώθηκε γι' αυτό η αιτήτρια εξασφάλισε στις 9.11.01 ένταλμα κατοχής του ακινήτου.

Στις 15.1.2002 η εταιρεία Φ. Καμέρης Λτδ (που διεκδικεί κατοχή του ακινήτου ως υπενοικιάστρια της εναγόμενης εταιρείας) που δεν ήταν διάδικος στην αγωγή, καταχώρησε αίτηση διά κλήσεως στην αγωγή με την οποία επιζητείται η ακύρωση του πιο πάνω εντάλματος κατοχής.  Δικάσιμος ορίστηκε η 8.2.2002.  Παράλληλα το Δικαστήριο ύστερα από μονομερή αίτηση, εξέδωσε διάταγμα αναστολής του εντάλματος, την οποία όρισε την ίδια ημερομηνία.  Η αιτήτρια ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari εναντίον του πιο πάνω διατάγματος προσωρινής αναστολής για δύο λόγους:

1) Ο δικαστής που έδωσε το χωρίς ειδοποίηση διάταγμα υπερέβη τις εξουσίες του, διότι αντίθετα με το Άρθρο 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, το όρισε ως επιστρεπτέο σε χρόνο πέραν του αναγκαίου για την επίδοση.

2) Η εταιρεία Φ. Καμέρης Λτδ εφόσον δεν ήταν διάδικος στην αγωγή δεν μπορεί να επιδιώκει ακύρωση του εντάλματος κατοχής. Η ενέργεια επομένως του πρωτόδικου δικαστή εκφεύγει των ορίων της δικαιοδοσίας του.  Η νομική πλάνη είναι εμφανής στο πρακτικό και δικαιολογεί την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

Αποφασίστηκε ότι:

Όπου το ένδικο μέσο της έφεσης θα παρείχε εξ ίσου αποτελεσματική θεραπεία, η χρήση της διαδικασίας των προνομιακών ενταλμάτων δεν προσφέρεται, εκτός στις περιπτώσεις που υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, που επιβάλλουν την προώθηση θεραπείας με το μέσο αυτό.  Δεν διαπιστώθηκαν εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα υπόθεση.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010,

Heli Air v. Drescher (1988) 1 C.L.R. 234,

Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469,

Hellinger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965.

Αίτηση.

Αίτηση από την αιτήτρια-ενάγουσα στην αγωγή 10430/97 για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση του προσωρινού διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ. 15/1/02, με το οποίο εκδόθηκε διάταγμα αναστολής του εντάλματος κατοχής ακινήτου το οποίο εκδόθηκε προς όφελος της αιτήτριας στις 9/11/01.

Αθ. Δημητρίου για Α. Σκορδή, για την Αιτήτρια.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια επιδιώκει την έκδοση διατάγματος certiorari.  Η διαδικασία βρίσκεται στο προκαταρκτικό στάδιο της αίτησης για άδεια. Τα στοιχεία περιέχει η ένορκη δήλωση της κας Ν. Χρυσομηλά, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων της αιτήτριας, που συνοδεύει την κρινόμενη αίτηση για χορήγηση άδειας.  Από αυτή την πηγή αντλώ τα γεγονότα που θα παραθέσω.  Η αιτήτρια κίνησε την αγωγή με αρ. 10430/97 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κατά (1) της εταιρείας Χριστάκης Καμέρης Λτδ. και (2) κάποιου Χριστάκη Καμέρη υπό την προσωπική του ιδιότητα.  Και πέτυχε να εκδοθεί στις 5/2/99 δικαστικό διάταγμα με το οποίο διατάχθηκε η εναγόμενη να παραδώσει άμεσα την κενή κατοχή συγκεκριμένου οικοπέδου στο Στρόβολο.

Η απόφαση εφεσιβλήθηκε. Πρόκειται για την Πολιτική Έφεση Αρ. 10484, Χριστάκης Καμέρης Λτδ. κ.ά. ν. Παναγιάς Νεοφύτου, ημερ. 20/12/00, η οποία συμβιβάστηκε.  Το κύριο στοιχείο του συμβιβασμού είναι ότι η εταιρεία πέτυχε αναστολή του διατάγματος έξωσης μέχρι 30/8/01.  Ας σημειωθεί ότι η έφεση αποσύρθηκε στις 20/12/00, αλλά η διευθέτηση των διαδίκων καταγράφτηκε ως συμφωνία ενώπιον του δικαστηρίου, γνωστή με τον αγγλικό όρο rule of court.  Όπως φαίνεται, δεν υπήρξε συμμόρφωση. Η εταιρεία δεν παρέδωσε κατοχή.  Γιαυτό η αιτήτρια αποτάθηκε και εξασφάλισε από το ίδιο δικαστήριο στις 9/11/01 ένταλμα κατοχής του ακινήτου.

Στις 15 τρέχοντος μήνα σημειώθηκε η εξέλιξη, που οδήγησε την αιτήτρια στο τωρινό της διάβημα. Συγκεκριμένα τρίτη εταιρεία, που δεν ήταν διάδικος στην αγωγή, με την επωνυμία Φίλιππος Καμέρης Λτδ., καταχώρησε αίτηση δια κλήσεως στην αγωγή με την οποία επιζητείται η ακύρωση του παραπάνω εντάλματος κατοχής.  Δικάσιμος ορίστηκε η 8/2/02.  Παράλληλα το δικαστήριο, ύστερα από μονομερή αίτηση, εξέδωσε διάταγμα αναστολής του εντάλματος, την οποία όρισε για ακρόαση την ίδια ημερομηνία.  Είναι αυτό το διάταγμα προσωρινής αναστολής που θα έχει ως στόχο η αίτηση για certiorari, αν φυσικά δοθεί τώρα άδεια για την έναρξη τέτοιας διαδικασίας.

Πρέπει εδώ να λεχθεί ότι η τρίτη εταιρεία, όπως αποκάλεσα - και θα αποκαλώ στο εξής την εταιρεία Φίλιππος Καμέρης Λτδ. - διεκδικεί η ίδια την κατοχή του ακινήτου ως υπενοικιάστρια της εναγόμενης εταιρείας με την οποία, κατά τους ισχυρισμούς της, συνήψε γραπτή συμφωνία υπενοικίασης ημερ. 29/1/94.  Αντίγραφο είναι συνημμένο στην αίτηση διά κλήσεως. Στην ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει, ο διευθυντής της Φίλιππος Καμέρης ισχυρίζεται ότι η εταιρεία του έχει στο εν λόγω ακίνητο το γραφείο της (στοιχείο που δόθηκε στον Έφορο Εταιρειών, όπως βεβαιώνει σχετική πιστοποίηση του) ότι από τα υποστατικά που έχουν ανεγερθεί στο ακίνητο διεξάγει τις εμπορο-οικονομικές δραστηριότητες της η τρίτη εταιρεία, που εργοδοτεί για το σκοπό αυτό 10 πρόσωπα· ότι η αιτήτρια γνώριζε την κατάσταση αυτή "και μας αποδέχεται για πολλά χρόνια", όπως επί λέξει αναφέρει· και ότι ουδέποτε μέχρι την επίδοση της ειδοποίησης στις 14/12/01 (παράρτημα 3 στην αίτηση δια κλήσεως) για να παραδώσει κατοχή του ακινήτου μέχρι τις 15/1/02, του γνωστοποιήθηκε νόμιμα οτιδήποτε αφορούσε την αγωγή ή το αποτέλεσμα της, υπονοώντας πως δεν της δόθηκε έτσι η ευκαιρία να υπερασπισθεί τα δικαιώματα της.

Είναι περαιτέρω η υπόθεση της τρίτης εταιρείας, όπως προκύπτει από την ίδια ένορκη δήλωση, ότι στις 23/3/99 οι δικηγόροι της έγραψαν στους δικηγόρους της αιτήτριας για να την υπενθυμίσουν για την υφιστάμενη υπενοικίαση, γεγονός που γνώριζε, και να την καλέσουν:

"Σε περίπτωση λήψεις (διατηρώ την ορθογραφία του κειμένου της επιστολής) οιονδήποτε μέτρων από μέρους σας ........... όπως παρουσιάσετε την παρούσα επιστολή στο Δικαστήριο γνωρίζοντας τη θέση των πελατών μας."

Παρά ταύτα, σύμφωνα πάντοτε με τον κ. Φ. Καμέρη, η αιτήτρια εξασφαλίζοντας το ένταλμα κατοχής απέκρυψε επιμελώς "το γεγονός της ύπαρξης μας ως όφειλαν να αποκαλύψουν στο δικαστήριο".

Για να συμπληρωθεί το ιστορικό, θα μπορούσε εδώ να λεχθεί ότι η τρίτη εταιρεία καταχώρησε στις 15 Ιανουαρίου στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων αίτηση για να αναγνωρισθεί ως θέσμιος ενοικιαστής της επίδικης περιουσίας και των υποστατικών που βρίσκονται σ' αυτή.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας προώθησε δύο λόγους που, όπως εισηγήθηκε, δικαιολογούν, ο καθένας αυτοδύναμα, την παραχώρηση άδειας προς ενεργοποίηση του δικονομικού μηχανισμού προς έκδοση certiorari.  Ο πρώτος είναι ότι ο δικαστής που έδωσε το χωρίς ειδοποίηση διάταγμα υπερέβη τις εξουσίες του καθορίζοντας την 8/2/02 ως ημερομηνία επιστροφής του διατάγματος. Αυτό προκύπτει από το ότι η επίδοση (που έγινε στους δικηγόρους της αιτήτριας) επιτεύχθηκε την επομένη της έκδοσης του, δηλαδή, την 16η τρέχοντος, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του άρθρ. 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Σύμφωνα με αυτές ένα ex parte διάταγμα δε θα ισχύει "για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης σε όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και να ενστούν σε αυτό.  Προς ενίσχυση του επιχειρήματος έγινε παραπομπή στην απόφαση Τράπεζα Κύπρου Λτδ. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010.

Είναι γεγονός ότι στην παραπάνω υπόθεση η περίοδος 21 ημερών από την έκδοση προσωρινού διατάγματος θεωρήθηκε μεγαλύτερη της απαιτουμένης δοθέντος ότι η επίδοση της επιτεύχθηκε τη μεθεπομένη της έκδοσης της. Ωστόσο η αντίληψη μου της ουσίας της απόφασης είναι ότι η περίοδος εκείνη, όπως και οποιαδήποτε άλλη, δεν έχει αναχθεί αφευατής και άνευ ετέρου σε υπέβαση εξουσίας. Στο θέμα υπεισέρχεται η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου.  Ως κεντρικό θέμα παραμένει η υπέρβαση του πρέποντος χρόνου χωρίς όμως απολυτότητες.

Στην παραπάνω υπόθεση η Τράπεζα διόρισε, όπως είχε δικαίωμα, παραλήπτες και διαχειριστές του ενεργητικού της χρεώστριας εταιρείας.  Το εκδοθέν διάταγμα απαγόρευσε στην Τράπεζα να κοινοποιήσει στον Έφορο Εταιρειών, όπως είχε υποχρέωση με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 97 του περί Εταιρειών Νόμου, το γεγονός αυτό πέραν του ότι επέβαλλε γενική απαγόρευση γνωστοποίησης του, περιλαμβανομένης και της ίδιας της οφειλέτιδας. Η απαγόρευση επεκτεινόταν και στην είσοδο εκπροσώπων της Τράπεζας στα υποστατικά της για παραλαβή εγγράφων και περιουσιακών στοιχείων. Ήταν, όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, ένα δρακόντειο μέτρο που έπρεπε να τύχει αμεσώτερης και εγκαιρώτερης αντιμετώπισης. Ήταν περισσότερο από εμφανές το στοιχείο του κατεπείγοντος.

Στην περίπτωση μας είναι ευδιάκριτη αυτή διαφορά.  Από το ιστορικό που παρέθεσα δε φαίνεται να υπήρχε σπουδή, ιδιαίτερα μετά τη λήψη της αναστολής τον Αύγουστο του 2001.  Χωρίς να θέλω να εισηγηθώ ότι οι αιτήσεις για τα προσωρινά διατάγματα δεν πρέπει να τυγχάνουν προτεραιότητας στο χρονικό πλαίσιο που καθορίζει το άρθρ. 9(3).  Δεν είναι ολότελα άσχετη η ανοδική πορεία του αριθμού υποθέσεων και η συνακόλουθη υπερφόρτωση των Επαρχιακών δικαστηρίων.  Σημασία έχουν οι ιδιαίτερες ανάγκες της κάθε περίπτωσης. Υπό τις συνθήκες δε θεωρώ το επίδικο χρονικό διάστημα επιστροφής του διατάγματος, που εξασφαλίζει το δικαίωμα ακρόασης, τόσο μεγάλο ώστε να αποτελεί υπέρβαση δικαιοδοσίας.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η εταιρεία Φίλιππος Καμέρης Λτδ. δεν έχει δικαίωμα παρέμβασης, εφόσο δεν ήταν διάδικος στην αγωγή, όπως ακριβώς συνέβη στην υπόθεση Heli Air v. Drescher (1988) 1 C.L.R. 234.  Κατά συνέπεια δεν μπορεί να επιδιώκει ακύρωση του εντάλματος κατοχής.  Η ενέργεια επομένως του πρωτόδικου δικαστή εκφεύγει των ορίων της δικαιοδοσίας του.  Η νομική πλάνη είναι εμφανής στο πρακτικό της διαδικασίας και δικαιολογεί την παραχώρηση άδειας στην αιτήτρια να προχωρήσει.

Είναι εμπεδωμένη πιά στη νομολογία η άποψη ότι αν, όπως στην προκείμενη περίπτωση, το ένδικο μέσο της έφεσης θα παρείχε εξίσου αποτελεσματική θεραπεία, η χρήση της διαδικασίας των προνομιακών ενταλμάτων δεν προσφέρεται, εκτός στις περιπτώσεις που υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, που επιβάλλουν την προώθηση θεραπείας με το μέσο αυτό.  Στην Σταύρος Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, ο Κωνσταντινίδης Δ, εκδίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας το έθεσε ως εξής:

"Απαιτούνται εξαιρετικές περιστάσεις και κατ' ανάγκην αυτές διακριβώνονται με τη σύγκριση των δυνατοτήτων που προσφέρει η μια ή η άλλη από τις διαθέσιμες θεραπείες.  Όπως λέχθηκε στην R. v. Secretary of State (ανωτέρω) στη σελίδα 724, για να παρακαμφθεί η διαδικασία της έφεσης πρέπει ο αιτητής να δείξει ότι η υπόθεση του διακρίνεται από το είδος των υποθέσεων για τις οποίες προβλέφθηκε έφεση.  Στους δε Halsbury's Laws of England 4η έκδοση Τόμος 1(ι) σελ. 94 & 61, προσδιορίζεται ως υπερκείμενο κριτήριο το κατά πόσο η εναλλακτική θεραπεία δεν είναι τόσο βολική, επωφελής και αποτελεσματική.

..........................................................................................................."

Πρέπει να ειπωθεί ότι υπάρχει η άποψη του Basu (βλ. σχετικό απόσπασμα στο Commentary on the Constitution of India, 6η έκδοση, τόμος 1, σελ. 375) ότι δικαιωματικά ex debito justitiae το δικαστήριο εκδίδει προνομιακό διάταγμα στις περιπτώσεις όπου το πρωτόδικο δικαστήριο αποδεικνύεται ότι ενήργησε χωρίς να έχει δικαιοδοσία ή καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, παρά την ύπαρξη εναλλακτικού μέσου προς εξασφάλιση θεραπείας. Στην Hellinger Trading Ltd. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965 ο ίδιος δικαστής διαπιστώνει ότι η άποψη αυτή δε βρίσκει έρεισμα στη νομολογία στην οποία στηρίχθηκε ο Basu και παρατηρεί:

"Καταλήγω πως ενώ η ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας δεν αποκλείει τη διεκδίκηση certiorari, αυτό, στο πλαίσιο της νομολογίας, μπορεί να γίνει μόνο αν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να το δικαιολογούν.  Όπως αντιλαμβάνομαι το θέμα, αυτό ισχύει γενικά, ανεξάρτητα δηλαδή από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα.  Και εφόσον παρέχεται η δυνατότητα άσκησης έφεσης, που επίσης θα εκδικαστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, και δι' αυτής θα είναι δυνατή η παροχή πλήρους και εξ ίσου αποτελεσματικής θεραπείας, η αίτηση που απευθύνεται στο κατάλοιπο της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν δικαιολογείται."

Δε διαπιστώνω εδώ την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.  Ενόψει της κατάληξης μου αυτής δε θα ήταν σωστό να συζητήσω το δικαίωμα παρέμβασης για το οποίο έγινε παραπομπή στην Heli Air (ανωτέρω).

Η αίτηση απορρίπτεται.

Η αίτηση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο