ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 1 ΑΑΔ 1755

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 115/2002

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

 

Αναφορικά με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος της Κυπριακής

Δημοκρατίας και το άρθρο 2 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης

(Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964

και

1. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,

2. Κυριάκος Καϊλής,

και

Αναφορικά με την υπόθεση 931/02 Κακουργιοδικείου Λευκωσίας και

τις Αποφάσεις του μεν Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας δια Παραπομπή εις το Κακουργιοδικείο δια δε το Κακουργιοδικείο

την Απόφαση του όπως ορίσει την εκδίκαση της υποθέσεως

στις 18, 19 και 20/11/2002

----------------------------------- -------------

13 Νοεμβρίου 2002

 

Για τον Αιτητή: κ. Π. Αγγελίδης.

----------------------------------< /P>

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Από τα στοιχεία που προκύπτουν από την έγγραφη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί φαίνεται ότι κατόπιν παραπόνου που υπέβαλε στις 20/5/2000 η παραπονουμένη Arezou Barmaki, ηλικίας 14 χρόνων ότι υπήρξε θύμα βιασμού, η Αστυνομία διεξήγαγε σχετικές ανακρίσεις και στις 21/5/2000 κατηγόρησε γραπτώς τον αιτητή. Δύο χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 21/5/2002 καταχωρήθηκε εναντίον του αιτητή η υπ' αριθμό 931/02 ποινική υπόθεση, η εκδίκαση της οποίας έχει ορισθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας στις 18, 19 και 20/11/2002.

 

 

 

 

Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition για την ακύρωση της πιο πάνω ποινικής διαδικασίας, γιατί η καταχώριση της ποινικής υπόθεσης έγινε πολύ καθυστερημένα σε βαθμό που επηρεάστηκαν τα συνταγματικά του δικαιώματα που αφορούν τη διεξαγωγή δίκαιης δίκης. Είναι η θέση του αιτητή ότι είχε πληροφορηθεί από το Αστυνομικό Τμήμα που διερεύνησε την υπόθεση ότι η μαρτυρία εναντίον του ήταν αναξιόπιστη και ότι δεν επρόκειτο να διωχθεί. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι λόγω της καθυστέρησης που έχει σημειωθεί η θέση του έχει επηρεασθεί δυσμενώς αφού κάποιοι φίλοι του που μπορούσαν να μαρτυρήσουν έχουν φύγει για το εξωτερικό, ενώ άλλοι έχουν λησμονήσει τα γεγονότα μετά από τη διαβεβαίωση που τους έδωσε ότι δεν θα εδιώκετο ποινικά.

 

(β) Η νομική πλευρά

Το θέμα που προκύπτει είναι κατά πόσο σε αυτό το στάδιο το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να επέμβει και να δώσει άδεια για την καταχώριση αίτησης για την ακύρωση και/ή αναστολή της ποινικής διαδικασίας που εκκρεμεί εναντίον του αιτητή για ισχυριζόμενη παραβίαση των άρθρων 5(3) και 6(1) της Διεθνούς Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Προς υποστήριξη των θέσεων του ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή επικαλέστηκε την αίτηση Οσον αφορά την αίτηση του Σταμάτη Νικολαϊδη από την Ελλάδα και τώρα στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών και Οσον αφορά την Αστυνομία (Πολιτική Εφεση αρ. 10412 της 25/11/1999) όπου τονίστηκε ότι ο επηρεασμός του δικαιώματος υπεράσπισης του κατηγορουμένου λόγω της παρατηρουμένης καθυστέρησης μπορεί να καταστήσει τη δίκη μέσα στις πρόνοιες του άρθρου 10(3) του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου αρ. 97/70 σαν καταπιεστικό μέτρο.

Το ερώτημα αν ορισμένα γεγονότα που κατ' ισχυρισμό θεμελιώνουν παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων που διασφαλίζουν το δικαίωμα της δίκαιης και ανεπηρέαστης δίκης μπορούν να εξεταστούν προκαταρκτικά, εξετάσθηκε στις υποθέσεις Αστυνομία ν. Φάντη και άλλων (1994) 2 ΑΑΔ 160, Δημοκρατία ν. Ηρακλέους (1994) 2 ΑΑΔ 225 και Δημοκρατία ν. Ford (Αρ. 2) (1995) 2 ΑΑΔ 232, όπου τονίστηκε ότι η κατοχύρωση των εχέγγυων της δίκαιης δίκης εξετάζεται μέσα στα πλαίσια της διεξαγωγής της δίκης. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ford (Αρ. 2) (πιο πάνω) από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Γ. Πική, που εξέδωσε την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου,

"Τα δικαιώματα του κατηγορουμένου για δίκαιη δίκη συναρτώνται με τη διεξαγωγή της δίκης. Παραβίασή τους δε συνεπάγεται, είτε τη διαγραφή της ποινικής ευθύνης του κατηγορουμένου, ή την κατάργηση της δίκης. Η άσκηση του δικαιώματος που κατοχυρώνει το Αρθρο 30.3(δ) συναρτάται με τη διεξαγωγή δίκαιης δίκης και όχι τον αποκλεισμό της δίκης ως του μέσου για τη διαπίστωση της ποινικής ευθύνης του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο κατηγορείται."

 

Την απαρέσκεια του για τα επακόλουθα της εξέτασης παραπόνων από κατηγορουμένους για ισχυριζόμενη παραβίαση των συνταγματικών τους δικαιωμάτων πριν από την έναρξη της ακροαματικής ποινικής διαδικασίας εξέφρασε ο Δικαστής Αρτεμίδης λέγοντας ότι,

"Είναι ανεπιθύμητος ο κατακερματισμός της δίκης σοβαρών ποινικών υποθέσεων με την παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο νομικών ερωτημάτων για γνωμάτευση. Η διαδικασία αυτή έχει καταλήξει ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο να παρεμβαίνει συχνά στην πορεία της δίκης ενώπιον του αρμόδιου Επαρχιακού Δικαστηρίου ή Κακουργιοδικείου με αποτέλεσμα, λόγω της καθυστερήσεως, να προκαλείται πόνος και ταλαιπωρία στους παράγοντες της δίκης, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η σοβαρότητα του αντικειμένου της."

 

 

 

 

 

Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής επιζητά τη χορήγηση άδειας για την έκδοση ενταλμάτων προνομιακής μορφής για την ακύρωση και/ή αναστολή της ποινικής διαδικασίας που εκκρεμεί εναντίον του. Αναμφίβολα το θέμα της ισχυριζόμενης καθυστέρησης που έχει σημειωθεί στον ορισμό της υπόθεσης για ακρόαση είναι θέμα που μπορεί να εγερθεί, αλλά θα πρέπει να εξεταστεί, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, μέσα στα πλαίσια της διεξαγωγής της δίκης.

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο