ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 143
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙO OIKOΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΕΦΕΣΗ Αρ. 131
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ.Δ.Μεταξύ:
Λόλλου Αραδιπιώτη, από τη Λεμεσό
Εφεσείοντα/Αιτητή
- και -
Tatiana Roskova Anatolyevna Aradipiotou
Εφεσίβλητης/Καθ ΄ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 8 Φεβρουαρίου, 2002.Για τον εφεσείοντα: Κ. Μελάς.
Για την εφεσίβλητη: Φ. Αποστολίδης.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
: Με αίτηση του στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού ο εφεσείων ζήτησε τη διάλυση του γάμου του με την εφεσίβλητη. Ως λόγο ο εφεσείων προέβαλε τον ισχυρό κλονισμό του γάμου που επήλθε για λόγους που οφείλονται στο πρόσωπο της εφεσίβλητης.Ο εφεσείων τέλεσε το γάμο του με την εφεσίβλητη στις 16.8.97 στο Δημαρχείο της πόλης Bryansk της Ρωσσίας. Η εφεσίβλητη είναι Ρωσσικής καταγωγής. Μετά την επιστροφή τους στην Κύπρο κατοίκησαν στη Λεμεσό, στην οδό Ακαρνανίας αρ. 11Β, για δώδεκα συνολικά μέρες
από 28.8.97 μέχρι 9.9.97 οπότε, σύμφωνα με τα γεγονότα που πρόβαλε ο εφεσείων, υπήρξε διάσταση με αποτέλεσμα η εφεσίβλητη να κατοικήσει έκτοτε με την ύπανδρο θυγατέρα της στη Λεμεσό. Ο εφεσείων είναι ηλικίας 77 χρόνων η δε εφεσίβλητη 54 χρόνων.Στα γεγονότα που αναφέρονται στην αίτηση του ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η εφεσίβλητη, μετά το γάμο, του συμπεριφέρετο με ασυνήθη βαναυσότητα και σκληρότητα, ότι έφευγε από την οικία και επέστρεφε αργά τη νύκτα χωρίς να του δίδει εξηγήσεις, αμελούσε την περιποίηση της οικίας και την ετοιμασία φαγητού κα παραμελούσε επίσης την εκπλήρωση των συζυγικών της καθηκόντων. Ισχυρίζεται επίσης ότι στις 9.9.97 μετά από λογομαχία με την εφεσίβλητη τον εγκατέλειψε και μετέβη στην οικία της θυγατέρας της όπου διαμένει.
Στην Έκθεση Υπεράσπισης της η εφεσίβλητη αρνείται τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα και αντιτείνει ότι στις 9.9.97 όταν επέστρεψε από την οικία της θυγατέρας της, όπου πήγε να επισκεφθεί τους εγγονούς της, δεν μπόρεσε να εισέλθει στην οικία τους γιατί ο εφεσείων άλλαξε τις κλειδαριές. Πήγε και πάλι πίσω στη θυγατέρα της και διαπίστωσε ότι τα προσωπικά της αντικείμενα είχαν μεταφερθεί εκεί από τον αιτητή. Για ένα περίπου μήνα δεν υπήρξε καμιά επαφή μεταξύ τους. Αργότερα κατόπιν επιμονής του εφεσείοντα και της υπόσχεσης του ότι θα της επέτρεπε να επισκέπτεται τη θυγατέρα της και τους εγγονούς της οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν και συγκατοίκησαν. Σε σύντομο όμως διάστημα οι σχέσεις τους οξύνθηκαν για λόγους που ανάγονται στον εφεσείοντα. Στις 24.12.97 ο εφεσείων εκδίωξε την εφεσίβλητη από την οικία τους και έκτοτε είναι σε διάσταση.
Κατά την ακροαματική διαδικασία το Δικαστήριο άκουσε την ένορκη μαρτυρία του ίδιου του εφεσείοντα και επίσης την ένορκη μαρτυρία τόσο της εφεσίβλητης όσο και της θυγατέρας της ως μάρτυρα υπεράσπισης.
Το Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση της ενώπιον του μαρτυρίας απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και της θυγατέρας της. Αναφέρει το Δικαστήριο στην απόφαση του τα εξής:-
"Για τους λόγους που στη συνέχεια αναφέρουμε προτιμούμε και αποδεχόμαστε την εκδοχή της Καθ΄ης η αίτηση και απορρίπτουμε εκείνη του Αιτητή. Είναι πρώτα η συνέπεια ανάμεσα στην υπεράσπιση που πρόβαλε με το δικόγραφό της και τη μαρτυρία με την οποία την προώθησε στη δίκη. Είναι ύστερα η καλή εντύπωση που μας άφησε καταθέτοντας ως Μ.Υ.1 και η εξίσου καλή εντύπωση της μάρτυρος της Όλγας Τσιαμά (Μ.Υ.2). Είναι ακόμη η σύμπτωση της μαρτυρίας των δύο σε ότι αφορά τα γεγονότα της 9.9.97 και 24.9.97. Είναι τέλος η συνοχή και η λογική ακολουθία που χαρακτηρίζει τη μαρτυρία τους. Όλα αυτά σε αντίθεση με την εικόνα που παρουσίασε ο Αιτητής."
Ακολούθως το Δικαστήριο, στην απόφαση του δίδει λεπτομερώς τους λόγους που το οδήγησαν στην απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα καταλήγοντας στα εξής:-
"Παραδέκτηκε ο Αιτητής ότι προηγούμενα κατεχώρησε δύο άλλες αιτήσεις για διαζύγιο. Την 682/97 και την 556/97. Η δεύτερη ήταν στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Δε γνώριζε για την τύχη τους. Του τέθηκε πως τις απέσυρε και είπε για την πρώτη: "Όχι, δεν τη απέσυρα". Για τη δεύτερη είπε: "Πώς την απέσυρα αφού ήθελα διαζύγιο;". Η παραδοχή του Αιτητή για τις αγωγές αυτές μαζί με την άγνοια του για την τύχη τους και με δεδομένο ότι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στις 28.1.99 οδηγεί σε προτίμηση της μαρτυρίας της Καθ΄ης η αίτηση πως μετά τις 9.9.97 υπήρξε αναθέρμανση στη σχέση τους. Η επανασυμβίωση διάρκεσε μέχρι τις 24.12.97, όπως κατέθεσε η Καθ΄ης η αίτηση. Την ίδια κατάληξη στηρίζει και η παραδοχή του πως μετά τις 24.12.97 δημοσίευσε αγγελία με την οποία ζητούσε γνωριμία με γυναίκα. Ο Αιτητής απέτυχε να προωθήσει με συνέπεια τα γεγονότα που πρόβαλε στην αίτησή του. Ακόμη και αν αποδεχόμασταν τη θέση του ότι η σχέση τους διακόπηκε οριστικά στις 9.9.97 και πάλιν δεν είχε καμιά πιθανότητα επιτυχίας. Γιατί το περιστατικό της 9.9.97 δεν το στήριξε στη δίκη όπως το εκθέτει στο δικόγραφο του. Για την κατάρρευση της σχέσης του ευθύνεται ο ίδιος. Γι΄ αυτό η αίτηση του πρέπει ν΄ απορριφθεί και απορρίπτεται."
Με δύο λόγους έφεσης ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Και οι δύο λόγοι, που είναι συναφείς μεταξύ τους, αναφέρονται στην πραγματική μαρτυρία και προσβάλλουν, ως εσφαλμένη, την αξιολόγηση της και την, εξ αυτής, εξαγωγή των ευρημάτων και συμπερασμάτων του δικαστηρίου. Συγκεκριμένα προσβάλλονται τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων και τις διαπιστώσεις επί γεγονότων, στη βάση των οποίων κρίθηκε το αποτέλεσμα.
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας αποτελεί πρωταρχικό έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει εμπεδωθεί η αρχή ότι τα συμπεράσματα επί των γεγονότων αποτελούν ευθύνη και καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που έχει την ευκαιρία να δει και να εκτιμήσει τους μάρτυρες ενώ δίδουν μαρτυρία από το εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει για να μεταβάλει την αξιολόγηση αυτή. Ευχέρεια για τον παραμερισμό ευρημάτων περί αξιοπιστίας παρέχεται μόνο όταν καταφαίνεται εξ αντικειμένου ότι είναι ανυπόστατα, παράλογα ή αυθαίρετα. (Βλέπε, μεταξύ άλλων,
Aristotelous v. General Insurance Co. (1981) 1 CLR 582, Πίτσιλλος ν. Ευγενίου (1989) 1 ΑΑΔ 691, Kαννάουρου ν. Σταδιώτη και Άλλου (1990) 1 ΑΑΔ 35, Alambra Marketing Ltd. v. Χριστοφόρου Κώστα 1 ΑΑΔ 943, Φούτπαξ Λτδ. ν. Σταύρου Οικονόμου (1995) 1 ΑΑΔ 861).Το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει δικαιολογήσει με πληρότητα την αξιολόγηση της μαρτυρίας του εφεσείοντα ως μη αληθή. Αναφέρει ότι η θέση του εφεσείοντα για το κλονιστικό γεγονός της 9.9.97 δεν συνάδει με το δικόγραφο του, αφού την ημερομηνία αυτή δεν συναντήθηκε καν με την εφεσίβλητη, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε. Αναφέρει επίσης, και δίδει επαρκή αιτιολογία αναφερόμενο στη μαρτυρία του εφεσείοντα, ότι αυτή "στερείται συνοχής και δεν αντέχει στη βάσανο της λογικής". Ο εφεσείων, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, επινόησε το συμβάν, που ανέφερε, της 8.9.97 για να δικαιολογήσει την αλλαγή εκ μέρους του της κλειδαριάς της εισόδου της οικίας που έγινε στις 9.9.97.
Έχουμε εξετάσει με την επιβαλλόμενη προσοχή την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ο δικηγόρος του εφεσείοντα στο περίγραμμα του καθώς και τα πρακτικά της ακροαματικής διαδικασίας. Δεν διαπιστώσαμε την ύπαρξη λάθους που να δικαιολογεί τη δική μας επέμβαση. Τόσο τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία όσο και τα ευρήματα του επί των γεγονότων στη βάση των οποίων κρίθηκε το αποτέλεσμα ήταν ορθά και εύλογα ως συνάδοντα με την ενώπιον του παρουσιασθείσα μαρτυρία.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΠσ