ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
COUDOUNARIS ν. COUDOUNARIS (1980) 1 CLR 581
Iωάννου Aρέστης Mιχαήλ ν. Άννας Aνδρέα Xαραλαμπίδου (1998) 1 ΑΑΔ 555
Κωνσταντίνας Μ. Σιάτη ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ΑΕ (2000) 1 ΑΑΔ 1598
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2001) 1 ΑΑΔ 2069
19 Δεκεμβρίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ Δ. ΜΑΡΚΙΔΟΥ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη Αρ.1,
v.
HELLENIC BANK LTD.,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10966)
Συμβάσεις — Σύμβαση εγγυήσεως — Ελεύθερη βούληση συμβαλλομένων — Διασφαλίζεται με τα Άρθρα 16 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 — Κατά πόσο συμφωνία εγγυήσεως του συζύγου από τη σύζυγό του, προς τον οποίο τραπεζικός οργανισμός παραχώρησε δάνεια και άλλες τραπεζικές διευκολύνσεις ήταν άκυρη επειδή δεν ήταν αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησής της.
Με έγγραφη συμφωνία που καταρτίσθηκε στις 14.12.88 η εφεσίβλητη τράπεζα συμφώνησε να παρέχει στο σύζυγο της εφεσείουσας δάνεια, πιστώσεις και άλλες τραπεζικές διευκολύνσεις για την εξασφάλιση των οποίων ο σύζυγος της εφεσείουσας υποθήκευσε προς όφελος της εφεσίβλητης κτήμα του, ενώ η εφεσείουσα στις 15.7.89 έδωσε πρόσθετη έγγραφη εγγύηση στην εφεσίβλητη, αναλαμβάνοντας μαζί και ξεχωριστά με το σύζυγό της, να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του στην περίπτωση που η εφεσίβλητη θα απαιτούσε την αποπληρωμή του χρέους. Ο σύζυγος της εφεσείουσας κηρύχθηκε σε πτώχευση και η εφεσίβλητη αξίωσε το υπόλοιπο του χρέους του συζύγου της εφεσείουσας από αυτή. Η εφεσείουσα δεν ανταποκρίθηκε και η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή εναντίον της, με την οποία ζητούσε £15.350,32 δυνάμει της εγγράφου συμφωνίας εγγυήσεως που αυτή υπέγραψε. Η εφεσείουσα υποστήριξε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και στην έκθεση υπεράσπισης ότι λειτουργός της εφεσίβλητης τη βεβαίωσε, κατά την υπογραφή της εγγύησης πως αυτή δεν θα είχε οποιεσδήποτε επιπτώσεις εις βάρος της και ότι επρόκειτο για μια τυπική διαδικασία. Αντίθετα, ο υπάλληλος της τράπεζας ενώπιον του οποίου υπεγράφη η εγγύηση, υποστήριξε ότι εξήγησε στην εφεσείουσα το σκοπό και τις επιπτώσεις από την εκ μέρους της υπογραφή της εγγύησης, την οποία υπέγραψε με την ελεύθερη βούλησή της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον της εφεσείουσας για το ποσό των £13.582,98 με επιτόκιο και τόκους, που συμφωνήθηκαν πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας αναφέρθηκε κατ' έφεση στην αγγλική νομολογία στην οποία είχε αποφασιστεί ότι, αν αποδειχθεί πως οι περιστάσεις υπογραφής της εγγύησης είναι τέτοιες ώστε να θέτουν τον πιστωτή σε τεκμαιρόμενη γνώση των συνθηκών κάτω από τις οποίες η σύζυγος υπέγραψε την εγγύηση, τότε ο πιστωτής αναλαμβάνει τον κίνδυνο η σύζυγος να ασκήσει δικαίωμα παραμερισμού της συναλλαγής, εκτός αν ο πιστωτής προειδοποίησε επαρκώς την εγγυήτρια-σύζυγο για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει με την υπογραφή της εγγύησης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι νομοθετικές διατάξεις, Άρθρα 16 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, και η σχετική νομολογία μας, διασφαλίζουν πλήρως την ελεύθερη βούληση του ατόμου κατά τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης.
2. Οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τη μαρτυρία που προσκομίστηκε, δεν παρέχουν βάση για προώθηση των νομικών επιχειρημάτων των δικηγόρων της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Barclays Bank Plc v. O'Brien a.o. [1993] All E.R. 417,
Barclays Bank Plc v. Boulter a.ο. [1994] 4 All E.R. 513,
Royal Bank of Scotland v. Etridge (No.2) [2001] All E.R. 449,
Coudounaris v. Coudounaris (1980) 1 C.L.R. 581,
Σιάτη ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1598,
Σωκράτους ν. Σιβιτανίδη (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1602,
Ιωάννου ν. Χαραλαμπίδη (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 555.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη 1 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 13/11/00 (Αρ. Αγωγής 1314/96) εναντίον της, ως εγγυήτριας, για το ποσό των £13.582.98 πλέον τόκους, ως υπόλοιπο του χρέους του πτωχεύσαντος συζύγου της.
Φασουλιώτης για Χρ. Πουργουρίδη, για την Εφεσείουσα.
Γ. Μιχαηλίδης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ.Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Με έγγραφη συμφωνία που καταρτίστηκε στις 14.12.88 η εφεσίβλητη τράπεζα συμφώνησε να παρέχει στο σύζυγο της εφεσείουσας δάνεια, πιστώσεις και άλλες τραπεζικές διευκολύνσεις για τόσο χρονικό διάστημα όσο η ίδια η εφεσίβλητη ήθελε αποφασίσει. Οι διευκολύνσεις δόθηκαν βεβαίως με τους συνήθεις όρους και κυρίως με κυμαινόμενο επιτόκιο. Για την εξασφάλιση των πιο πάνω διευκολύνσεων ο σύζυγος της εφεσείουσας υποθήκευσε προς όφελος της εφεσίβλητης ένα κτήμα του στη συνοικία Αγία Ζώνη στη Λεμεσό, ενώ η εφεσείουσα στις 15.7.89 έδωσε πρόσθετη έγγραφη εγγύηση στην εφεσίβλητη, αναλαμβάνοντας έτσι, μαζί και ξεχωριστά με το σύζυγο της, να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του στην περίπτωση που η εφεσίβλητη θα απαιτούσε αποπληρωμή του χρέους. Ο σύζυγος της εφεσείουσας κηρύχθηκε, στις 13.4.95, σε πτώχευση με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην αίτηση 34/95. Η εφεσίβλητη αξίωσε το υπόλοιπο του χρέους του συζύγου της εφεσείουσας και από αυτή. Δεν ανταποκρίθηκε όμως και η εφεσίβλητη καταχώρισε στις 28.2.96 αγωγή εναντίον της, με την οποία ζητούσε £15.350,32 δυνάμει της εγγράφου συμφωνίας εγγυήσεως που υπέγραψε, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Η υπόθεση εκδικάστηκε από ανώτερη επαρχιακό δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και εκδόθηκε απόφαση εναντίον της εφεσείουσας στις 13.11.00, για το ποσό των £13,582.98 με τόκο επιτόκιο 9% από 1.1.2000, πλέον £5,968.35 τόκους μέχρι 31.12.99, ποσά που συμφωνήθηκαν πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.
Οι δικηγόροι της εφεσείουσας προβάλλουν ουσιαστικά ένα νομικό λόγο, που αναπτύσσεται σε συντομία μεν αλλά με καθαρότητα στο περίγραμμα αγόρευσης τους. Η επιχειρηματολογία τους στηρίζεται σε πρόσφατες αποφάσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων αλλά και του ύπατου Δικαστηρίου, αυτού των Λόρδων, της Αγγλίας, στις οποίες αναπτύσσεται η νομολογία ώστε να αντιμετωπιστεί ένα πολύ σοβαρό φαινόμενο που επηρεάζει αρνητικά ένα μέρος της κοινωνίας και ευρύτερα την οικονομία. Το ζήτημα προέκυψε από το γεγονός ότι οικονομικοί οργανισμοί προχωρούν στην εκποίηση περιουσιών για χρέη στα οποία πρωτοφειλέτης είναι ο σύζυγος με εγγυήτρια τη σύζυγο, η οποία όμως δεν έχει καμιά άμεση σχέση με το δάνειο προς το σύζυγο, που γίνεται τις περισσότερες φορές για δικό του λογαριασμό ή της επιχείρησης του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, καθώς αποφασίστηκε, αν αποδειχθεί πως οι περιστάσεις που υπεγράφη η εγγύηση είναι τέτοιες ώστε να θέτουν τον πιστωτή σε τεκμαιρόμενη γνώση των συνθηκών κάτω από τις οποίες η σύζυγος υπέγραψε την εγγύηση, τότε ο πιστωτής αναλαμβάνει τον κίνδυνο η σύζυγος να ασκήσει δικαίωμα παραμερισμού της συναλλαγής, εκτός αν ο πιστωτής προειδοποίησε επαρκώς την εγγυήτρια-σύζυγο για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει με την υπογραφή της εγγύησης. Σχετικές πάνω στο θέμα αποφάσεις, που αναφέρονται και στην υπό έφεση είναι:
- Barclays Bank PLc v. O' Brien and another [1993] All E.R., 417,
- Βarclays Bank Plc v. Boulter and another [1994] 4 All E.R. 513,
με επιστέγασμα την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου των Λόρδων στην υπόθεση Royal Bank of Scotland v. Etridge (No.2) 2001 All E.R.449. Στην τελευταία αυτή απόφαση ελέχθη πως σε τέτοιες δοσοληψίες δεν θεωρείται, εκ πρώτης όψεως, πως ασκήθηκε αθέμιτη επιρροή από το σύζυγο, μολονότι ενδεχομένως να υπάρξουν περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνται εξηγήσεις. Το Δικαστήριο των Λόρδων προχώρησε και έδωσε κατευθυντήριες οδηγίες, που αφορούν τους δανειστές τους πιστωτές και εγγυητές, ώστε να διασφαλίζεται η ελεύθερη βούληση των τελευταίων, όταν αναλαμβάνουν την εγγύηση. Ειδικά, ελέχθη πως οι τράπεζες πρέπει να διεκπεραιώνουν τις εργασίες τους κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διερευνούν κάθε περίπτωση όπου η σχέση μεταξύ εγγυητή και χρεώστη δεν είναι εμπορική. Ο πιστωτής πρέπει να παίρνει εύλογα μέτρα ώστε να αντιλαμβάνεται ο ιδιώτης εγγυητής τους κινδύνους που διατρέχει από την εγγύηση που αναλαμβάνει. Αν τούτο δεν συμβεί, τότε η τράπεζα ή οποιοσδήποτε πιστωτής, θα τεκμαίρεται πως έχει γνώση μελλοντικού πιθανού ισχυρισμού του εγγυητή πως η δοσοληψία που τον αφορά προκλήθηκε μετά από αθέμιτη επιρροή του δανειστή.
Η εκδοχή της εφεσείουσας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν πως λειτουργός της εφεσίβλητης τη βεβαίωσε, κατά την υπογραφή της εγγύησης πως αυτή δεν θα είχε οποιεσδήποτε επιπτώσεις εις βάρος της και ότι επρόκειτο για μια τυπική διαδικασία. Τη βεβαίωσε επίσης πως, εφόσον υπήρχε η υποθήκη προ όφελος της τράπεζας αυτή ήταν αρκετή για να ικανοποιήσει οποιαδήποτε μελλοντική απαίτηση εναντίον του συζύγου της. Η εκδοχή αυτή καλύπτεται στην Έκθεση Υπεράσπισης κάτω από τον τίτλο «Λεπτομέρειες δόλου και ή απάτης και ή ψευδών παραστάσεων». Στον επόμενο τίτλο «Λεπτομέρειες ψυχικής πίεσης εις βάρος εναγομένης 1 και ή παραλείψεως εναγόντων», προωθείται η θέση της εφεσείουσας πως ως σύζυγος του πρωτοφειλέτη ήταν το οικονομικά ασθενέστερο μέρος, στηριζόταν δε οικονομικά αποκλειστικά στο σύζυγο της. Τα δάνεια έγιναν για αποκλειστικά προσωπικούς του σκοπούς, και προς όφελος της εταιρείας του. Γι' αυτό και η εφεσίβλητη, σύμφωνα με την πιο πάνω αγγλική νομολογία, είχε υποχρέωση να βεβαιωθεί πως η εφεσείουσα υπέγραψε τη συμφωνία εγγύησης με την ελεύθερη βούληση της, κάτι που δεν έπραξε.
Δεν θα μας απασχολήσει, γιατί δεν το απαιτούν οι περιστάσεις της υπόθεσης, η αγγλική νομολογία πάνω στο ζήτημα. Η δική μας καλύπτει πλήρως το θέμα που συζητήσαμε. Να πούμε όμως πως οι νομοθετικές διατάξεις, άρθρα 16 και 18 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, και η σχετική νομολογία μας διασφαλίζουν πλήρως την ελεύθερη βούληση του ατόμου κατά τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης.
(Δες, μεταξύ άλλων: Coudounaris v. Coudounaris (1980) 1 C.L.R. 581,
- Σιάτη ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1598,
- Σωκράτους ν. Σιβιτανίδη (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1602,
- Ιωάννου ν. Χαραλαμπίδη (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 555).
Εν πάση όμως περιπτώσει, οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με την μαρτυρία που προσκομίστηκε, δεν παρέχουν καμιά βάση για προώθηση των νομικών επιχειρημάτων των δικηγόρων της εφεσείουσας. Το Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του, έκρινε πως η εκδοχή του λειτουργού της εφεσίβλητης τράπεζας ήταν ορθή, ενώ οι ισχυρισμοί της εφεσείουσας αναληθείς. Συγκεκριμένα, αποφάνθηκε πως ο υπάλληλος της τράπεζας ενώπιον του οποίου υπεγράφη η εγγύηση, εξήγησε στην εφεσείουσα το σκοπό και τις επιπτώσεις από την εκ μέρους της υπογραφή της εγγύησης, την οποία υπέγραψε με την ελεύθερη βούληση της. Η ίδια η εφεσείουσα παραδέκτηκε στο Δικαστήριο πως είχε υπογράψει και άλλες εγγυήσεις για το σύζυγο της, κάτι βεβαίως που δείχνει πως είχε γνώση τέτοιας συναλλαγής. Είναι μορφωμένη γυναίκα, ασκούσε το επάγγελμα της μαίας, είχε δε και δικό της εισόδημα.
Το δικαστήριο παρατήρησε επίσης, και είναι ορθό σχόλιο, πως η επίδικη εγγύηση υπογράφηκε το 1989 και έκτοτε η εφεσίβλητη τράπεζα παρείχε τις οικονομικές διευκολύνσεις στο σύζυγο της, του οποίου η επιχείρηση προφανώς δεν πήγε καλά στο τέλος. Αν η υποχρέωση της εγγύησης έγινε κάτω από τις συνθήκες, που η ίδια η εφεσείουσα ισχυρίζεται, τότε προβάλλει ευλόγως το ερώτημα γιατί δεν προέβη στα δέοντα να την ακυρώσει, αντί να περιμένει να προβάλει τους ισχυρισμούς της μετά την καταχώριση της αγωγής, που έγινε το 1996.
Για τους λόγους που συζητούμε πιο πάνω κρίνουμε πως η πρωτόδικη έφεση είναι ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.