ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 2000
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10857
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ.Δ.
Πέτρος Αυξεντίου, εκ Παραλιμνίου
Εφεσείων
- και -
Ανδρέας Καραπάσιη, εκ Παραλιμνίου
Εφεσίβλητος
_________
18 Δεκεμβρίου, 2001
Για τον εφεσείοντα : κ. Α. Μάγος.
Για τον εφεσίβλητο : κ. Κ. Κούσιος.
_________
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.
: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίουθα απαγγελθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη
__________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Οι διάδικοι είναι γιατροί. Η παρούσα διαφορά προέκυψε από επαγγελματική συνεργασία που είχαν στο παρελθόν. Αφορά την αγορά τριών ιατρικών μηχανημάτων που αγοράστηκαν κατά την περίοδο της συνεργασίας τους. Συγκεκριμένα, μια λάμπα χειρουργείου, ένα ακτινολογικό μηχάνημα και ένα εμφανιστήριο που αγοράστηκαν με ενοικιαγορά στο όνομα του εφεσείοντα-εναγόμενου. ΄Ηταν η εκδοχή του εφεσίβλητου-ενάγοντα πως τα μηχανήματα αγοράστηκαν από κοινού με τον εφεσείοντα,
μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας. Αργότερα, όταν η συνεργασία τους διακόπηκε, συμφωνήθηκε να τα κρατήσει ο εφεσείων, ο οποίος ανέλαβε και να εξοφλήσει το υπόλοιπο της ενοικιαγοράς. Την υποχρέωση αυτή δεν εκπλήρωσε, με αποτέλεσμα ο εφεσίβλητος να αναγκαστεί να καταβάλει στον Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως της Τράπεζας Κύπρου το ποσό των £7.532, ποσό που διεκδίκησε με την αγωγή που αποτέλεσε τη βάση της παρούσας διαδικασίας.Το πρωτόδικο Δικαστήριο για τους λόγους που εξηγεί στην απόφασή του δέκτηκε την εκδοχή του εφεσίβλητου και εξέδωσε απόφαση υπέρ του για ποσό £7.532, πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα, ενώ απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα και την ανταπαίτησή του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής συνεργασίας που οι διάδικοι είχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, αγόρασαν τα πιο πάνω αναφερθέντα μηχανήματα. Πλήρωσαν από κοινού την προκαταβολή, ενώ το υπόλοιπο συμφώνησαν να το εξασφαλίσουν μέσω χρηματοδότησης στο όνομα του εφεσίβλητου. Ο εφεσίβλητος υπέγραψε ως εγγυητής και ο εφεσείων ως ενοικιαγοραστής, Οι δόσεις αποπληρώνονταν μέσω τραπεζικής εντολής από προσωπικό λογαριασμό του εφεσείοντα. Με τον τρόπο αυτό πληρώθηκαν συνολικά εννιά δόσεις ύψους £4.253,67.
΄Οταν η συνεργασία των διαδίκων τερματίστηκε την 1.8.1994 και ο εφεσίβλητος αποχώρησε από την κλινική, οι διάδικοι συμφώνησαν όπως τα μηχανήματα παραμείνουν στην κλινική του εφεσείοντα ο οποίος και θα αναλάμβανε να αποπληρώσει το υπόλοιπο της ενοικιαγοράς. Ο εφεσείων, σύμφωνα πάντα με τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, άνκαι κατέβαλε τέσσερις δόσεις, κατά παράβαση της συμφωνίας του με τον εφεσίβλητο, άφησε ανεξόφλητο υπόλοιπο £7.532 το οποίο ο Οργανισμός Χρηματοδότησης απαίτησε από τον εφεσίβλητο που ήταν και ο ενοικιαγοραστής. Ο εφεσίβλητος αναγκάστηκε έτσι ύστερα από κάποιες οικονομικές διευθετήσεις στις οποίες προέβη, να εξοφλήσει στις 11.10.1995 το ποσό, επιφυλάσσοντας το δικαίωμα να το διεκδικήσει από τον εφεσείοντα.
Επειδή πολύς λόγος έγινε στη διαδικασία για τη μορφή συνεργασίας που είχαν οι διάδικοι, αξίζει να λεχθούν λίγα λόγια για τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του σημείου αυτού. Το Δικαστήριο δέκτηκε ότι ο εφεσείων συνεργάστηκε με τον εφεσίβλητο υπό την προσωπική του ιδιότητα και ότι καμιά συμφωνία δεν έγινε από τον εφεσίβλητο με την εταιρεία, την οποία, ο εφεσείων διατηρούσε και της οποίας παρουσιαζόταν ως υπάλληλος. Σύμφωνα με την εκδοχή του εφεσείοντα, ο κύριος μέτοχος και ένας των διευθυντών της εταιρείας είναι ο ίδιος, ενώ μικρό μέρος των μετοχών κατέχει η σύζυγός του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέκτηκε ότι ο εφεσίβλητος δεν γνώριζε καν την ύπαρξη της εταιρείας, ούτε ότι η κλινική στην οποία υλοποιείτο η συνεργασία του με τον εφεσείοντα λειτουργούσε κάτω από τη σκεπή της εταιρείας αυτής. Δέχθηκε τέλος ότι ο εφεσείων παρέλειψε να κοινοποιήσει στον εφεσίβλητο την απόφασή του να εντάξει τα μηχανήματα στα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας.
Οι περισσότεροι λόγοι έφεσης ουσιαστικά στρέφονται εναντίον των συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της προσφερθείσας μαρτυρίας. Για παράδειγμα ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι οι διάδικοι είχαν επαγγελματική συνεργασία, αλλά ότι αντίθετα ο εφεσίβλητος ήταν υπάλληλος της εταιρείας "St. Afxentios Medical Centre Ltd" που αναφέρθηκε πιο πάνω, εταιρεία η οποία
κατέβαλλε τόσο τις εισφορές του στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όσο και τις φορολογικές του υποχρεώσεις. Υπάλληλος της ίδιας εταιρείας ήταν επίσης και ο εφεσείων.Ο εφεσείων επίσης ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι τα μηχανήματα αγοράστηκαν από κοινού, και ότι λανθασμένα δεν δέκτηκε το περιεχόμενο της συμφωνίας ενοικιαγοράς που κατατέθηκε ως τεκμήριο 1. Ισχυρίζεται σχετικά ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέβη τον κανόνα του αποκλεισμού εξωγενούς μαρτυρίας για απόδειξη του περιεχομένου εγγράφου. Ο εφεσείων προβάλλει επίσης το επιχείρημα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δέκτηκε ότι το ποσό της προκαταβολής και οι εννιά δόσεις που πληρώθηκαν από τον εφεσείοντα δεν είχε τη μορφή δανείου προς τον εφεσίβλητο, ενώ επίσης λανθασμένα αποφασίστηκε ότι κατά την αποχώρηση του εφεσίβλητου συμφωνήθηκε όπως ο εφεσείων αναλάβει την εξόφληση του υπόλοιπου της ενοικιαγοράς.
Η πρωταρχική ευθύνη για τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών βαρύνει κατ΄ εξοχήν το πρωτόδικο δικαστήριο το οποίο έχει την ευκαιρία να δει και ακούσει τους μάρτυρες και να αξιολογήσει την αξιοπιστία τους στα πλαίσια της ατμόσφαιρας της δίκης. Τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν είναι ανατρέψιμα αν είναι εύλογα ανοικτά επί τη βάσει της μαρτυρίας, ενώ η ευθύνη για τον προσδιορισμό των γεγονότων εν όψει αντίθετων εκδοχών βαρύνει το πρωτόδικο δικαστήριο.
Η επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική, ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας (βλέπε μεταξύ άλλων Μαυρίδης ν. Rima J. Dharaghji κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1013, Θεοδώρου ν. Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 253, 258
).Στην παρούσα υπόθεση δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί το συμπέρασμα ότι οι διαπιστώσεις του δικαστηρίου ήταν εσφαλμένες. Αντίθετα, το Δικαστήριο με μεγάλη λεπτομέρεια και με πολλή σαφήνεια δικαιολογεί όχι μόνο τα συμπεράσματά του, αλλά αναφέρεται με μεγάλη λεπτομέρεια και στους λόγους για τους οποίους κατέληξε σε αυτά. Σημειώνει ότι ο εφεσίβλητος έκαμε στο Δικαστήριο εξαιρετική εντύπωση, ήταν απόλυτα σαφής και ιδιαίτερα πειστικός, ενώ η εκδοχή του υποστηριζόταν από τα διάφορα τεκμήρια που κατατέθηκαν. Εξ ίσου πειστική το Δικαστήριο βρήκε και τη μαρτυρία των υπόλοιπων μαρτύρων του εφεσίβλητου.
Αντίθετα η γνώμη του Δικαστηρίου για τον εφεσείοντα ήταν πολύ φτωχή. Η μαρτυρία του παρουσίαζε κενά και αντιφάσεις. Στις αντιφάσεις αυτές μάλιστα το Δικαστήριο αναφέρεται με λεπτομέρεια, ενώ στέκεται και σε διάφορες θέσεις που ο εφεσείων αναθεώρησε κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του.
Δεν συμφωνούμε ότι η αποδοχή μαρτυρίας σχετικά με την ενοικιαγορά συνιστά εξωγενή μαρτυρία. Η συμφωνία ενοικιαγοράς (τεκμήριο 1) δεν ήταν το αντικείμενο της διαφοράς και η μαρτυρία δεν αποσκοπούσε σε διαφοροποίηση των συμφωνηθέντων. Αντιμετωπίστηκε ως μέρος των γεγονότων της παρούσας διαφοράς. Και η διαφορά που έδωσε βάση στην παρούσα διαδικασία ήταν η παράλειψη του εφεσείοντα να τηρήσει τη συμφωνία που συνήψε με τον εφεσίβλητο μετά τη διάλυση της επαγγελματικής τους συνεργασίας να αναλάβει την εξόφληση των δόσεων για τα συγκεκριμένα ιατρικά μηχανήματα.
Κάτω από τις περιστάσεις βρίσκουμε ότι δεν θα εξυπηρετείτο κανένας πρακτικός σκοπός αν αναφερόμαστε χωριστά σε όλους τους λόγους έφεσης και απορρίπταμε ένα προς ένα τα επιχειρήματα του εφεσείοντα. ΄Οπως είπαμε πιο πάνω, η έφεση βασίζεται ουσιαστικά στην αμφισβήτηση των διαπιστώσεων και συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, και δεν βρίσκουμε, ύστερα από μελέτη της απόφασης και των πρακτικών, λόγο να επέμβουμε.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Σ. Νικήτας, Δ.
Φρ. Νικολαίδης, Δ.
Α. Κραμβής, Δ.
/ΜΔ