ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 1 ΑΑΔ 1978

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10949

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΗΤΑ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.

 

Νίκος Σταύρου Χαραλάμπους, από το Γέρι,

Εφεσείων-εν άγων,

- ν -

A. Panayides Contracting Ltd, από τη Λευκωσία,

Εφεσιβλήτων -εναγομένων.

- - - - - -

17 Δεκεμβρίου, 2001.

Για τον εφεσείοντα: κα Στ. Ερωτοκρίτου.

Για τον εφεσίβλητο: κ. Λ. Γεωργίου.

- - - - - -

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Α. Κραμβής.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, υπήρξε θύμα σοβαρού εργατικού ατυχήματος που συνέβη το 1993. Για τις ζημιές που υπέστη, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε απόφαση εναντίον των εργοδοτών του, εφεσιβλήτων, για το ποσό των £368.042,65 πλέον τόκους και έξοδα. Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκαν έφεση και αντέφεση, η εκδίκαση των οποίων εκκρεμεί.

Κατόπιν μονομερούς αίτησης των εφεσιβλήτων, το πρωτόδικο δικαστήριο ανέστειλε υπό όρους, την εκτέλεση της απόφασης μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης. Οι όροι που έθεσε το δικαστήριο είναι:

(α) Οι εφεσίβλητοι να πληρώσουν στον εφεσείοντα £100.000 σε μετρητά.

(β) Οι εφεσίβλητοι να παράσχουν μέσα σε ένα μήνα από της έκδοσης του διατάγματος αναστολής της απόφασης, τραπεζική εγγύηση για το ποσό των £100.000.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης για αναστολή. Προώθησε τους πιο κάτω λόγους έφεσης:

(α) Λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έθεσε όρο για την παροχή τραπεζικής εγγύησης για ολόκληρο το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους των εφεσιβλήτων μετά την αφαίρεση των £100.000 που το δικαστήριο διέταξε να καταβληθούν.

(β) Λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δεν περιέλαβε στους όρους αναστολής εκτέλεσης την καταβολή των εξόδων που έχουν επιδικαστεί υπέρ του εφεσείοντα.

Αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, υποστηρίχθηκε από τον εφεσείοντα ότι οι εφεσίβλητοι στην ένορκο δήλωση τους προς υποστήριξη της αίτησης για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης δεν αναφέρουν ότι είναι φερέγγυοι για την πληρωμή των αποζημιώσεων που έχουν επιδικαστεί. Λέγουν επίσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, παρέλειψε να εξισορροπήσει την προσδοκία του εφεσείοντα να δρέψει άμεσα τους καρπούς της επιτυχίας του από τη μια και τον κίνδυνο να μην έχει αντίκρυσμα η έφεση των εφεσιβλήτων σε περίπτωση που θα επιτύχει από την άλλη.

Ο εφεσείων εισηγείται πως η εξισορρόπηση των πιο πάνω παραγόντων θα μπορούσε να επιτευχθεί αν το δικαστήριο, διέτασσε τους εφεσίβλητους να παραχωρήσουν τραπεζική εγγύηση για ολόκληρο το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους μετά την αφαίρεση των £100.000 οπότε θα εξασφαλιζόταν με αυτό τον τρόπο, η είσπραξη ολόκληρου του εξ αποφάσεως χρέους σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης ενώ ταυτόχρονα, και οι εφεσίβλητοι θα είναι εξασφαλισμένοι, σε περίπτωση που θα επιτύχει η έφεσή τους.

Καθόσον αφορά το δεύτερο λόγο έφεσης, ο εφεσείων υποστηρίζει ότι σύμφωνα με την κρατούσα πρακτική η πληρωμή των εξόδων έπρεπε να είχε εξαιρεθεί της αναστολής υπό τον όρο ανάληψης υποχρέωσης του δικηγόρου του να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε οδηγία ή διαταγή που το Εφετείο θα ήθελε εκδώσει αναφορικά με τα έξοδα.

Η νομική βάση της αίτησης για αναστολή είναι η Διαταγή 35 καν. 18. Οι αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα, εκπηγάζουν από τη νομολογία και μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

(α) Η απόφαση για αναστολή ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας γίνεται στο πλαίσιο της Διαταγής 35 καν. 18 και σε συνάρτηση προς τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

(β) Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης η οποία, παραμένει ισχυρή και διατηρεί την τελεσιδικία της μέχρι την τροποποίηση ή την ανατροπή της από το Εφετείο. Επεται ότι ο επιτυχών διάδικος δεν πρέπει να αποστερείται τους καρπούς της επιτυχίας του εκ μόνου του γεγονότος ότι εκκρεμεί η εκδίκαση της έφεσης του αντιδίκου του. Από την άλλη όμως αποτελεί βασική προϋπόθεση για την απονομή της δικαιοσύνης, η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης. Η άρνηση έκδοσης διαταγής για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης δυνητικά συνεπάγεται κίνδυνο εξανέμισης της αξίας της έφεσης.

Το δικαστήριο, κατά την εξέταση αίτησης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης, έχει καθήκον να εξισορροπήσει δύο σημαντικούς παράγοντες. ήτοι, τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης από τη μια και τη διασφάλιση της αξίας και του αποτελέσματος της έφεσης από την άλλη. Στην The Governor and the Company of the Bank of Scotland v. S.S. Suphire Seas, Αίτηση για Αναθεώρηση στην Αγωγή Ναυτοδικείου αρ. 191/96, ημερ. 29.6.2001, ειπώθηκαν τα εξής:

"Στην περίπτωση των αναστολών γίνεται προσπάθεια εξισορρόπησης δύο παραγόντων: Να δρέψει άμεσα ο νικητής του δικαστικού αγώνα τους καρπούς της επιτυχίας του και να μη μείνει ο άλλος, αν νικήσει, με κενά χέρια. Σ΄ αυτό το πλαίσιο κινείται η άσκηση της διακριτικής μας εξουσίας."

 

Εφόσον κριθεί ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη για έκδοση διαταγής για την αναστολή της εκτέλεσης, το δικαστήριο έχει καθήκον να επιλέξει τους κατάλληλους για την περίπτωση όρους για να τεθεί σε ισχύ η διαταγή της αναστολής. Εναπόκειται επομένως στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου η επιλογή των όρων που θα τεθούν προκειμένου να επιφέρουν την εξισορρόπηση των συγκρουομένων δικαιωμάτων μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης.

Στην προκείμενη περίπτωση, το πρωτόδικο δικαστήριο αφού διαπίστωσε αναφορικά με το θέμα της ευθύνης ότι οι εφεσίβλητοι εγείρουν με την έφεση μόνο θέμα συντρέχουσας αμέλειας του εφεσείοντα, κατέληξε στο ορθό συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πιθανοτητα ανατροπής της πρωτόδικης απόφασης από το Εφετείο καθόσον αφορά το θέμα της ευθύνης τους, ακόμα και στην περίπτωση που θα επιτύχουν στους άλλους λόγους έφεσης. Προφανώς, με βάση αυτό το σκεπτικό, το δικαστήριο έθεσε ως όρο αναστολής, την καταβολή ποσού ΛΚ100.000.

Ο δεύτερος όρος που έθεσε το δικαστήριο για την αναστολή της απόφασης είναι η παραχώρηση τραπεζικής εγγύησης για ποσό ΛΚ100.000 μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης. Για το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους που ανέρχεται στις £168.042,65 δεν έγινε οποιαδήποτε πρόνοια στην εκκαλούμενη απόφαση ούτε έχει τεθεί οποιοσδήποτε όρος. Αυτό σημαίνει ότι ο εφεσείων μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης δεν θα μπορεί να διεκδικήσει από τους εφεσίβλητους μεγάλο μέρος του ποσού που το δικαστήριο έχει επιδικάσει ενώ δεν φαίνεται ότι υπάρχουν καθορισμένα στοιχεία φερεγγυότητας των εφεσιβλήτων ή άλλα εχέγγυα που να διασφαλίζουν την είσπραξη του ποσού σε περίπτωση πλήρους αποτυχίας της έφεσης των εφεσιβλήτων. Το ενδεχόμενο ενός τέτοιου κινδύνου έπρεπε να είχε αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά από το πρωτόδικο δικαστήριο. Επομένως η λύση η οποία θα επιφέρει υπό τις περιστάσεις την ισορροπία μεταξύ των συγκρουομένων δικαιωμάτων των διαδίκων και τη μείωση ή ακόμα και την εξουδετέρωση του κινδύνου που διατρέχει η κάθε πλευρά, είναι η παροχή τραπεζικής εγγύησης προς τον εφεσείοντα για ολόκληρο το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους των εφεσιβλήτων μετά την αφαίρεση του ποσού των £100.000 η πληρωμή του οποίου έχει ήδη διαταχθεί.

Καθόσον αφορά το ζήτημα της μη συμπερίληψης στους όρους αναστολής της καταβολής των εξόδων που έχουν επιδικαστεί υπέρ του εφεσείοντα, είναι γεγονός ότι η πρακτική που ακολουθούν τα Επαρχιακά Δικαστήρια σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι ανάλογη προς ό,τι εφαρμόζεται στην Αγγλία πάνω στο ίδιο θέμα. Βλ. Annual Practice 1956, Ord. 58 r.16. Ο αποτυχών διάδικος καταβάλλει τα έξοδα που το δικαστήριο επιδίκασε εναντίον του και ο δικηγόρος που εισπράττει το ποσό, αναλαμβάνει ρητή υποχρέωση συμμόρφωσης με οποιαδήποτε οδηγία ή διαταγή του Εφετείου αναφορικά με τα έξοδα στα πλαίσια εκδίκασης της έφεσης. Δεν έχουμε διαπιστώσει την ύπαρξη οποιουδήποτε αποχρώντος λόγου γιατί να μην τηρήσει το πρωτόδικο δικαστήριο αυτή την πρακτική και στην παρούσα περίπτωση.

Κατόπιν των ανωτέρω και ύστερα από συνεκτίμηση όλων των σχετικών παραγόντων και αρχών δικαίου που διέπουν την άσκηση της διακριτικής μας εξουσίας, διατάσσουμε την προσθήκη των πιο κάτω όρων προκειμένου να συνεχισθεί περαιτέρω η αναστολή εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης επί της ουσίας της υπόθεσης μέχρι την ακρόαση και πλήρη αποπεράτωση της έφεσης και αντέφεσης η εκδίκαση των οποίων ακόμα εκκρεμεί.

(α) Οι εφεσίβλητοι εντός 30 ημερών από σήμερα να παράσχουν στον εφεσείοντα τραπεζική εγγύηση για το ποσό των ΛΚ168.000.

(β) Οι εφεσίβλητοι εντός 45 ημερών από σήμερα να πληρώσουν στο δικηγόρο του εφεσείοντα τα έξοδα που έχουν επιδικαστεί πρωτοδίκως υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων αφού δηλωθεί προηγουμένως από το δικηγόρο του εφεσείοντα που θα εισπράξει τα έξοδα είτε ενώπιόν μας σήμερα είτε ενώπιον του Πρωτοκολλητή ότι θα συμμορφωθεί αμέσως με οποιαδήποτε οδηγία ή διαταγή που το Εφετείο θα ήθελε εκδώσει στα πλαίσια της έφεσης αναφορικά με τα έξοδα.

Σε περίπτωση παράλειψης των εφεσιβλήτων να συμμορφωθούν προς τους όρους αναστολής που έχουμε προσθέσει (ανωτέρω), η πρωτόδικη απόφαση (επί της ουσίας) θα υπόκειται αμέσως σε εκτέλεση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα.

 

 

Δ.

Δ.

Δ.

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο