ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 70/2001

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 9 των περί της Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 όπως αυτή έχει τροποποιηθεί από τους νόμους 33/64, 35/75, 72/77, 59/81, 3/87 και 158/88

- και -

Αναφορικά με την αίτηση του Ανδρέα Κωνσταντινίδη από τη Λευκωσία

- και -

Αναφορικά με την αίτηση Γονικής Μέριμνας υπ΄ αρ. 151/01 που αφορά την ανήλικη Μαρία, Αγγελική και Στέλλα Κωνσταντινίδη

- και -

Αναφορικά με το προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 13 Ιουλίου 2001 μετά από αίτηση της Στάλως Παναουρή Κωνσταντινίδη με την ανήλικη Μαρία Κωνσταντινίδη.

- - - - - -

26 Ιουλίου, 2001.

Για τον αιτητή: κα Ε. Βραχίμη και κ. Λ. Βραχίμης.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται η παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari διά του οποίου να ακυρώνεται το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 13.7.2001 στην αίτηση Γονικής Μέριμνας αρ. 151/2001. Ζητείται επίσης όπως η ισχύς του εν λόγω διατάγματος ανασταλεί μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Οι αρχές οι οποίες διέπουν το ζήτημα, όπως έχουν αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία, αναφέρονται συνοπτικά στην απόφαση του Δικαστή Γ. Νικολάου στην Κώστας Σμυρνιού, αίτηση αρ. 2/2000, ημερ. 28.1.2000:

"Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας είναι η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης με την έννοια της συζητήσιμης υπόθεσης, χωρίς αναφορά προς ο,τιδήποτε θα μπορούσε να αντιταχθεί: βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. H ύπαρξη ωστόσο αυτής της προϋπόθεσης δεν προεξοφλεί την έκβαση. Διότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο, άδεια δεν χορηγείται εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ενόψει των οποίων το άλλο ένδικο μέσο να εμφανίζεται μη ευχερές και μη αποτελεσματικό. Οπως εξήγησε η Ολομέλεια στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, (στις σελ. 48-49):

"Και αν ακόμα ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή/και συζητήσιμο ζήτημα, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να του δοθεί η αναγκαία άδεια. Πρέπει, επίσης, να αποδείξει ότι υπάρχουν εξαιρετικές συνθήκες. Οπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και, ειδικά, διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, δίδει άδεια.

Στην υπόθεση R. v. Epping and Harlow General Commissioners (1983) 3 All E.R. 257, στη σελ. 262 ειπώθηκε:-

"But it is a cardinal principle that, save in the most exceptional circumstances, that jurisdiction will not be exercised where other remedies were available and have not been used."

To απόφθεγμα αυτό υιοθετήθηκε στην υπόθεση R. v. Chief Constable of Merseyside [1986] 1 All E.R. 257. Στην μεταγενέστερη υπόθεση R. v. Secretary of State [1986] 1 All E.R. 717, o Sir John Donaldson, MR., είπε στις σελ. 723-472:-

"However, the matter does not stop there, because it is well established that, in giving or refusing leave to apply for judicial review, account must be taken of alternative remedies available to the applicant. This aspect was considered by this court very recently in R. v. Chief Constable of Merseyside Police, ex p Calveley [1986] 1 All E.R. 257, [1986] 2 WLR 144 and it was held that the jurisdiction would not be exercised where there was an alternative remedy by way of appeal, save in exceptional circumstances. By definition, exceptional circumstances defy definition, judicial review will have no place unless the applicant can distinguish his case from the type of case for which the appeal procedure was provided."

 

 

Δικαστής του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Δικαιοδοσία Γονικής Μέριμνας), κατόπιν μονομερούς αίτησης της αιτήτριας ημερομηνίας 10.7.2001 στην αίτηση αρ. 151/2000, εξέδωσε στις 13.7.01 παρεμπίπτον προσωρινό διάταγμα με το οποίο διατάχθηκε "η συνέχιση της ιατρικής παρακολούθησης της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων Μαρίας Κωνσταντινίδη από τους παιδοψυχίατρους του Μακάριου Νοσοκομείου με τρόπο που θα καθορίζουν οι ίδιοι οι γιατροί."

Το πιο πάνω προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 10.8.2001. Συντάχθηκε στις 17.7.01 και επιδόθηκε στον αιτητή (παρούσας αίτησης) στις 20.7.01.

Οι λόγοι για τους οποίους ο αιτητής επιζητεί τις πιο πάνω θεραπείες είναι:

"Α. Δυνάμει του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6, διάταγμα το οποίο εκδίδεται άνευ ειδοποιήσεως δεν θα παραμείνει σε ισχύη για χρόνο μακρότερο του αναγκαίου για επίδοση του στους επηρεαζόμενους από αυτό για να τους δοθεί η ευκαιρία να εμφανιστούν στο Δικαστήριο και να ενστούν.

Β. Στην προκείμενη περίπτωση, ενώ ο αιτητής παρουσιαζόταν με δικηγόρο στη διαδικασία στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα και ως εκ τούτου η αναγκαία επίδοση θα μπορούσε να επιτευχθεί αυθημερόν. Περαιτέρω, ο αιτητής διαμένει και εργάζεται στη Λευκωσία και η καθ΄ ης η αίτηση γνώριζε καλώς τόσο τον τόπο διαμονής του όσο και τη διεύθυνση εργασίας του. Ως εκ τούτου η επίδοση στον ίδιο τον αιτητή θα μπορούσε επίσης να επιτευχθεί αυθημερόν.

Γ. Τα πιο πάνω αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των προνοιών του άρθρου 9 του Κεφαλαίου 6 αλλά και του άρθρου 30 του Συντάγματος όπως και των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

Δ. Επίσης, δεν έχει καταδειχθεί το κατεπείγον της έκδοσης του ειρημμένου διατάγματος ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις ώστε να παρέχεται η δικαιοδοσία στο Δικαστήριο να εκδόσει το διάταγμα μονομερώς."

 

 

Προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6 ότι το έργο του Δικαστηρίου αναφορικά με τον καθορισμό του χρόνου ο οποίος είναι "αναγκαίος" ώστε να δοθεί ο λόγος στο διάδικο προς τον οποίο απευθύνεται το προσωρινό διάταγμα είναι σαφώς διαπιστωτικό. Βλ. Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Ντίνος Παπαδόπουλος κα, Πολιτικές Εφέσεις 10129 και 19131, ημερ. 25.6.99, όπου το Εφετείο εξέτασε παρόμοιο ζήτημα και αποφάσισε τα εξής:

"Το έργο του δικαστηρίου αναφορικά με τον καθορισμό του χρόνου που είναι "αναγκαίος" ώστε να δοθεί ο λόγος και στην άλλη πλευρά, είναι, όπως σαφώς προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου 9(3), διαπιστωτικό. Το διάταγμα διατηρεί την ισχύ του μόνο εφόσον δεν εκτείνεται χρονικά πέραν του διαπιστωθέντος ως αναγκαίου χρόνου. Η διαπίστωση γίνεται στη βάση των στοιχείων της κάθε περίπτωσης με αναφορά στο πόσο σύντομα μπορεί να γίνει η επίδοση και πόσο σύντομα μπορεί η άλλη πλευρά να εμφανιστεί και να ενστεί. Μια τέτοια διαπίστωση είναι βέβαια το αποτέλεσμα κρίσης. Η οποία ωστόσο εντάσσεται σε στενά όρια αφού έχει ως μόνο κριτήριο το "αναγκαίο". Η διάταξη δεν επιτρέπει τον ορισμό του διατάγματος επιστρεπτέου σε ό,τι το δικαστήριο θα θεωρούσε ως εύλογο χρόνο οπότε θα επιτρεπόταν να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως το ενδεχομένως βαρύ δικαστικό πρόγραμμα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διατάγματος.

Στην προκείμενη περίπτωση η ταυτότητα της Τράπεζας ως εναγομένης με έδρα τη Λευκωσία καθιστούσε αυτόδηλη τη δυνατότητα επίδοσης αμέσως. Για την ετοιμασία του διατάγματος θα χρειαζόταν βέβαια χρόνος. Ενόψει όμως της φύσης του διατάγματος και των δραστικών του επιπτώσεων θα πρέπει να εκληφθεί πως το δικαστήριο δεν μπορούσε παρά να μεριμνήσει ώστε να ετοιμαστεί το διάταγμα αμέσως. Το ότι εν τέλει επιδόθηκε σε δυο ημέρες δεν ήταν τυχαίο. αντικατόπτριζε αυτή την πραγματικότητα.

Είναι φανερό ότι ο χρόνος των τριών εβδομάδων που το διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο, υπερέβαινε, και κατά πολύ μάλιστα, τον προβλεπόμενο στο άρθρο 9(3) ως αναγκαίο χρόνο αφού στο χρόνο επίδοσης δεν θα αναμέναμε να χρειαζόταν εδώ να προστεθεί χρόνος πέραν των τεσσάρων ημερών για να μπορέσει να εμφανιστεί και να ενστεί η Τράπεζα. Προέκυπτε λοιπόν σφάλμα νομικό κι αυτό διακρινόταν στην όψη του παρουσιασθέντος πρακτικού το οποίο δεν χρειαζόταν να συνίσταται σε ο,τιδήποτε πέραν του διατάγματος και του κλητηρίου εντάλματος στο οποίο αναγραφόταν ο τίτλος της αγωγής, το όνομα και η διεύθυνση της Τράπεζας. Αυτά τέθηκαν εξ αρχής ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου."

 

Στην προκείμενη περίπτωση, ο αιτητής προς τον οποίο απευθυνόταν το προσωρινό διάταγμα είναι κάτοικος Λευκωσίας καιη διεύθυνσή του ήταν γνωστή στην αιτήτρια σύζυγό του. Η επίδοση του εν λόγω διατάγματος θα ήταν ενδεχομένως εφικτή σε διάστημα ολίγων μόνο ημερών από της εκδόσεώς του ή ακόμη και την ίδια ημέρα. η δε σύνταξη του διατάγματος θα μπορούσε με οδηγίες του δικαστηρίου να πραγματοποιηθεί σε ακόμα λιγότερο χρόνο από όσο χρειάστηκε στην πραγματικότητα.

Το στοιχείο του κατεπείγοντος ή έστω του επείγοντος δεν αποκαλύπτεται ούτε από την αίτηση, στη βάση της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα ούτε από την ένορκο δήλωση που συνοδεύει την εν λόγω αίτηση. Δεν φαίνεται να υπάρχει ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί το κατεπείγον της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος μονομερώς ούτε φαίνεται πως υπήρχαν ή συνέτρεχαν άλλοι λόγοι ή περιστάσεις που θα δικαιολογούσαν το συγκεκριμένο δικονομικό διάβημα στη βάση μονομερούς αίτησης.

Κατόπιν των ανωτέρω αποφαίνομαι ότι έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση, με την έννοια που έχει προαναφερθεί. Παραχωρείται η αιτούμενη άδεια. Αίτηση προς έκδοση εντάλματος certiorari να καταχωρισθεί εντός πέντε (5) ημερών και να επιδοθεί το συντομότερο. Η ακρόαση της αίτησης ορίζεται την 7η Αυγούστου, 2001 και ώρα 9.00 π.μ. Εν τω μεταξύ και μέχρι την εκδίκαση της αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari, αναστέλλεται η εκτέλεση του προαναφερθέντος προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 13.7.2001 και κάθε περαιτέρω διαδικασίας που αφορά το εν λόγω προσωρινό διάταγμα.

 

Α. Κραμβής,

Δ.

ΣΦ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο