ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 773
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10608
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΑΡΤΕΜΗ, Δ., ΗΛΙΑΔΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.
Μεταξύ
:ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑΞΑ, από τη Σωτήρα,
Εφεσείοντα/Ενάγοντα
και
ΑΝΔΡΕΑ Δ. ΜΕΤΑΞΑ, από τη Σωτήρα,
Εφεσίβλητου/Ενάγοντα
-----------------------------
1 Ιουνίου 2001
Για τον Εφεσείοντα: κ. Μ. Μοντάνιος μαζί με τη δ. Μοντάνιου και
ο κ. Κ. Ιωαννίδης εκ μέρους του κ. Κ. Κούρτη.
Για τον Εφεσίβλητο: κα Λ. Καμμίτση μαζί με τον κ. Χρ. Κουνιά και
κ. Η. Ηρακλέους εκ μέρους του κ. Γ. Σαββίδη.
----------------------------------- -
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ
.: Ως αποτέλεσμα τροχαίου ατυχήματος ο εφεσείων, που οδηγούσε μοτοποδήλατο, συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο του εφεσιβλήτου και υπέστη σοβαρά σωματικά τραύματα που συμπεριλάμβαναν μεταξύ άλλων την αφαίρεση της σπλήνας και ενός νεφρού. Με βάση το ποσοστό ευθύνης που συμφωνήθηκε σε 75% σε βάρος του εφεσιβλήτου και 25% σε βάρος του εφεσείοντος, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε ποσό £21.000 σαν γενικές αποζημιώσεις και £1.972 σαν ειδικές αποζημιώσεις, πλέον τόκους και έξοδα. Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης ισχυριζόμενος ότι το ποσό που επιδικάστηκε για τα τραύματα που είχε υποστεί είναι "καταφανώς μικρό και ανεπαρκές", έχοντας υπόψη τη σοβαρότητα των τραυμάτων.
Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση
Ευθύς μετά τη σύγκρουση ο εφεσείων μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Παραλιμνίου αλλά λόγω της σοβαρότητας των τραυμάτων που είχε υποστεί κρίθηκε σκόπιμο να μεταφερθεί στο Νοσοκομείο Λάρνακας. Οι ιατρικές εξετάσεις οδήγησαν στις διαπιστώσεις ότι ο εφεσείων είχε υποστεί,
(1) Σοβαρή εγκεφαλική διάσειση με απώλεια μνήμης και έλλειψη επικοινωνίας με το περιβάλλον,
(2) Κατάγματα των αριστερών πλευρών από την 4η μέχρι την 9η πλευρά,
(3) Οξεία κοιλιακή εσωτερική αιμορραγία,
(4) Ρήξη σπληνός,
(5) Ρήξη νεφρού,
(6) Μικρή ρήξη του πνεύμονος (πνευμοθωρακίου) λόγω των καταγμάτων των πλευρών.
Στο Νοσοκομείο Λάρνακας του έγινε αμέσως επείγουσα ερευνητική λαπαρατομία και του αφαιρέθηκε η σπλήνα. Δύο μέρες αργότερα ο εφεσείων οδηγήθηκε ξανά στο χειρουργείο όπου ως αποτέλεσμα ενδοφλέβιας πυελογραφίας και διαπίστωσης ότι υπήρχε πλήρης σιγή του αριστερού νεφρού, του αφαιρέθηκε ο αριστερός νεφρός. Ο εφεσείων παρέμεινε για 20 περίπου μέρες στο Νοσοκομείο Λάρνακας και ακολούθως μεταφέρθηκε στο σπίτι του όπου παρέμεινε στο κρεβάτι για ένα περίπου μήνα. Αρχικά οι πόνοι στο Νοσοκομείο ήταν αφόρητοι και του έδιναν συνεχώς ισχυρά παυσίπονα. Δεν μπορούσε να κινηθεί μόνος του και χρειαζόταν βοήθεια για να γυρίσει στο κρεβάτι και για τις φυσικές του ανάγκες. Οι πόνοι εξακολουθούσαν να υφίστανται και μετά τη μετάβαση του στο σπίτι, όχι όμως στην αρχική τους μορφή και έκταση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση τα πιο πάνω και αφού έλαβε περιπλέον υπόψη ότι είχε σημειωθεί σημαντική καλυτέρευση της υγείας του με την εμφάνιση πόνων κατά καιρούς, όπως επίσης και ότι λόγω των τραυμάτων ο εφεσείων δεν μπορεί να ασχοληθεί με τη γυμναστική, χορό και κολύμπι, επιδίκασε υπό τύπο γενικών αποζημιώσεων ποσό £28.000 που μειώθηκε στις £21.000 λόγω της κατά 25% συμφωνηθείσας συντρέχουσας αμέλειας του εφεσείοντος.
Η έφεση
Κατά τον ουσιώδη χρόνο του δυστυχήματος ο εφεσείων ήταν 20 χρόνων και έχαιρε πλήρους υγείας. Παρά τα σοβαρά τραύματα που είχε δεχθεί μετά τις χειρουργικές επεμβάσεις παρατηρήθηκε μια εντυπωσιακή καλυτέρευση της υγείας του αλλά τα επακόλουθα της αφαίρεσης της σπλήνας και του νεφρού έχουν αφήσει μερικά έμμεσα επακόλουθα που δεν μπορούν να παραγνωριστούν.
Στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Ιωάννου (1993) 1 ΑΑΔ 669, όπου το ποσό των £10.000 για απώλεια νεφρού του εφεσείοντος που ήταν ηλικίας 43 χρόνων αυξήθηκε σε £15.000, τονίστηκε ότι άνκαι η απώλεια ενός νεφρού δε δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή λειτουργία του ανθρώπου, εντούτοις το ενδεχόμενο τραυματισμού και του δεύτερου νεφρού δημιουργεί μια εφιαλτική προοπτική που προϋποθέτει συνεχώς ιδιαίτερη προσοχή στις κινήσεις του τραυματισθέντος, ένα στοιχείο που καταλήγει σε μορφή καθήλωσης των κινήσεων του. Τυχόν σοβαρός τραυματισμός ή απώλεια και του δεύτερου νεφρού θα υποχρεώσει τον τραυματισθέντα σε συχνές αιμοδιαλύσεις ή να υποστεί μεταμόσχευση ενός ξένου νεφρού.
Επιπρόσθετα η αφαίρεση της σπλήνας μειώνει την άμυνα του οργανισμού έναντι μολύνσεων και λοιμώξεων και επιβάλλει στον τραυματισθέντα να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και να λαμβάνει μέτρα προστασίας που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων τον εμβολιασμό κάθε χρόνο κατά του μικροβίου του πνευμονόκοκκου.
Ο καθορισμός των αποζημιώσεων επαφίεται στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Οι χρηματικές αποζημιώσεις δεν έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα αλλά σκοπεύουν να αποκαταστήσουν τον τραυματισθέντα από οικονομικής άποψης στην ίδια θέση που θα βρισκόταν αν δεν είχε τραυματιστεί (Poullou v. Constantinou [1973] 1 CLR 177). Οι επιδικαζόμενες αποζημιώσεις πρέπει να αντανακλούν στα ιδιάζοντα περιστατικά της κάθε υπόθεσης και να είναι εύλογες και δίκαιες. (Ιδε Φρίξου Νικολαΐδη "Αποζημιώσεις για Σωματικές Βλάβες", σ. 17).
Πρόσφατες αποφάσεις συγκλίνουν στην υιοθέτηση μιας σταθερής ανόδου των ποσών που επιδικάζονται, μια τάση που όπως τονίστηκε από τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Γ. Πική στην υπόθεση Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 ΑΑΔ 66,
"αντανακλά μεγαλύτερη ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο, την αγωνία της αναπηρίας και τη ψυχολογική οδύνη από την περιθωριοποίηση από τις συνήθεις δραστηριότητες του ανθρώπου."
(Ιδε επίσης Paraskevaides (Overseas) Ltd. v. Christofi [1982] 1 C.L.R. 789, Polycarpou v. Adamou [1988] 1 C.L.R. 727, Φοινικαρίδης και άλλη ν. Γεωργίου και άλλων [1991] 1 Α.Α.Δ. 475, Παναγή ν. Θεοδώρου [1992] 1(Β) Α.Α.Δ. 1303 και Κωνσταντίνου ν. Ιωάννου [1993] 1 Α.Α.Δ. 669).
Σε περιπτώσεις καθορισμού αποζημιώσεων το Ανώτατο Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν διαπιστωθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος που δικαιολογεί την επέμβαση. Στην παρούσα περίπτωση μετά από μια προσεκτική εξέταση της έκτασης των τραυμάτων του εφεσείοντος, των διαφόρων επακολούθων που έχουν προκύψει, όπως επίσης και της ηλικίας του εφεσείοντος, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το επιδικασθέν ποσό των £28.000 πάνω σε πλήρη ευθύνη είναι έκδηλα ανεπαρκές, σε βαθμό που δικαιολογεί την επέμβαση μας. Το ποσό των αποζημιώσεων αυξάνεται σε £40.000 επί πλήρους ευθύνης. Με βάση το ποσοστό ευθύνης που έχει συμφωνηθεί σε 75% σε βάρος του εφεσιβλήτου και 25% σε βάρος του εφεσείοντα, το ποσό των γενικών αποζημιώσεων καθορίζεται σε £30.000.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται με την αύξηση του επιδικασθέντος ποσού προς όφελος του εφεσείοντος από £21.000 σε £30.000 (λαμβανομένης υπόψη της κατά 25% συντρέχουσας αμέλειας του εφεσείοντος), με τόκο 6% από 15/4/95 και 8% από 29/11/96.
Ο εφεσίβλητος καταδικάζεται όπως καταβάλει τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ