ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 558
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική έφεση αρ.9931
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στωνΜΕΤΑΞΥ:
Τάκη Γιάλλουρου, από τη Λευκωσία
εφεσείοντος-εναγόμενου 2
- και -
Ευγένιου Νικολάου
εφεσίβλητου-ενάγοντος
........................
8.5.2001
Για τον εφεσείοντα: κ.Α.Σ.Αγγελίδης
Για τον εφεσίβλητο: κ.Χρ.Τριανταφυλλίδης
.......................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ
.: Συμφωνώ με το αποτέλεσμα της απόφασης που έχει ετοιμάσει ο Πρόεδρος. Τα γεγονότα της υπόθεσης αναφέρονται σ΄αυτή και δε θα τα επαναλάβω. Ας μου επιτραπεί όμως να διατυπώσω τη δική μου προσέγγιση, με πολλή συντομία, στα ζητήματα που μας απασχόλησαν. Τα χωρίζω σε δυο κεφάλαια: αγώγιμο δικαίωμα και αποζημιώσεις. Στην αντίληψη μου αυτά ρυθμίζονται αποκλειστικά από δύο νόμους, υπερτελείς σε ισχύ από τα συνηθισμένα νομοθετήματα, το Σύνταγμα μας και τον περί Ευρωπαϊκής Συμβάσεως δια την Προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικό) Νόμο του 1962, Ν.39/62, που κυρώνει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.Το Σύνταγμα αποτελεί, καθώς είναι γνωστό, τον ύψιστο ιεραρχικά νόμο της πολιτείας και γι΄αυτό υπερισχύει οποιουδήποτε άλλου. Οι διεθνείς συμβάσεις που κυρώνονται σε νόμο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων ακολουθούν ιεραρχικά σε ισχύ. Σύμφωνα με το άρθρο 169(3) του Συντάγματος υπερισχύουν των υπολοίπων νόμων. Στο άρθρο 30 του Συντάγματος η παράγραφος 1 και το πρώτο μέρος της παραγράφου 2 προβλέπουν τα πιο κάτω:
«1. Εις ουδένα δύναται ν΄απαγορευθή η προσφυγή ενώπιον του δικαστηρίου, εις ο δικαιούται να προσφύγη δυνάμει του Συντάγματος. Η σύστασις δικαστικών επιτροπών ή εκτάκτων δικαστηρίων υπό οιονδήποτε όνομα απαγορεύεται.
2. ΄Εκαστος, κατά την διάγνωσιν των αστικών αυτού δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ή οιασδήποτε κατ΄αυτού ποινικής κατηγορίας, δικαιούται ανεπηρεάστου, δημοσίας ακροαματικής διαδικασίας εντός ευλόγου χρόνου, ενώπιον ανεξαρτήτου, αμερολήπτου και αρμοδίου δικαστηρίου ιδρυομένου δια νόμου.»
΄Εχω την πεποίθηση πως οι λίγες, μα σοφά διαλεγμένες λέξεις του άρθρου, περικλείουν τα δικαιώματα των ατόμων σ΄ολόκληρο το φάσμα της απονομής της δικαιοσύνης, με αναφορά στους δύο μεγάλους τομείς της την αστική και ποινική. Μας ενδιαφέρει εδώ η αστική. Τα αστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις καλύπτονται από τον υπόλοιπο χώρο της δικαιοσύνης τον οποίο δεν κρατά η ποινική δικαιοδοσία. Για τα αστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις δε γίνεται στο Σύνταγμα οποιαδήποτε πρόνοια που να αφορά στον προσδιορισμό τους. Σε αντίθεση με την ποινική δικαιοδοσία όπου ρητά προβλέπεται, στο άρθρο 12, πως κανείς δεν κηρύσσεται ένοχος οποιουδήποτε αδικήματος αν τούτο δε συνιστά αδίκημα σύμφωνα με νόμο που ισχύει κατά τον χρόνο της τέλεσης της κολασίμου πράξεως ή παραλείψεως. Και μάλιστα η ποινή που επιβάλλεται δεν μπορεί να είναι βαρύτερη απ΄αυτή που ρητά προβλέπεται στο νόμο που ισχύει κατά τον χρόνο της τέλεσης της κολασίμου πράξεως. Η διαφορά αυτή δεν είναι, νομίζω, τυχαία. Δημιουργείται από την εγγενή φύση των δύο δικαιοδοσιών και τις ανάλογες προστασίες που προβλέπονται κατά τη λειτουργία τους. Τα αστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις είναι αυθύπαρκτα στις πιο πάνω διατάξεις του Συντάγματος. Το αστικό δικαίωμα και υποχρέωση δημιουργείται και ενδεχομένως από το αποτέλεσμα μιας πράξης. ΄Οταν γίνεται βλάβη ο παθών δικαιούχος έχει δικαίωμα στην απόδοση θεραπείας. Ειδικά γι΄αυτή τη πτυχή εξέφρασα πρόσφατα την άποψη, χωρίς βέβαια πολλή συζήτηση, στην υπόθεση Νομικά Ερωτήματα αρ.300 και 332 Ντίνα Παπαϊωάννου και Γιάννη Παπαϊωάννου, 11.5.2000 πως στο άρθρο 30 του Συντάγματος εμπεριέχεται το αξίωμα ubi jus ibi remedium. Πρέπει να αναφέρω πως στο ίδιο νόημα και σκέψη είναι και η απόφαση του δικαστή Κούρρη στην έφεση Elli Constantouri Kapsou ν. Middle East Airlines Airliban, (1988) 1 Α.Α.Δ. 152. Τα γεγονότα στην υπόθεση είναι ενδιαφέροντα. Η εφεσείουσα - ενάγουσα κίνησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο εναντίον των εργοδοτών της αξιώνοντας αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση. Δεν είχε όμως συμπληρώσει 26 εβδομάδες εργοδοσίας. Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε πως αποκλειστική δικαιοδοσία στο θέμα είχε το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, ενόψει των διατάξεων του Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Ν.24/67, και ως εκ τούτου απέρριψε την αγωγή. ΄Ηταν παραδεκτό πως η εφεσείουσα δεν μπορούσε να διεκδικήσει αποζημιώσεις στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών βάσει του πιο πάνω Νόμου, γιατί δεν είχε συμπληρώσει 26 εβδομάδες εργασίας. Στην έφεση ο δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε πως η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου παραβίαζε το άρθρο 30 του Συντάγματος, γιατί στερούσε από αυτή του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο, για να διεκδικήσει δικαίωμα που, κατά την άποψη της, εδικαιούτο. Η πλειοψηφία του εφετείου (Τριανταφυλλίδης, Π., και Λώρης, Δ.) έκρινε πως η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου ήταν ορθή, χωρίς να επιληφθεί της εισήγησης του δικηγόρου αναφορικά με τη λειτουργία του άρθρου 30 του Συντάγματος. Διαφορετική ήταν η άποψη του δικαστή Κούρρη ο οποίος συμφώνησε με την εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας. Δεν συζήτησε σε βάθος το ζήτημα, η σκέψη όμως της απόφασης του ενισχύει και τη δική μου. Η απόφαση του τελειώνει με την εξής φράση, σε μετάφραση:
«η εισήγηση πως ένας εργοδοτούμενος δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου είναι αβάσιμη, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση ένας πολίτης της Δημοκρατίας θα εμποδιστεί από του να έχει πρόσβαση στα Δικαστήρια, κάτι που είναι αντίθετο με τις ρητές διατάξεις του άρθρου 30 του Συντάγματος.»
Στην πολιτική έφεση 10283 INTERAMERICAN INSURANCE CO. LTD., και ΄Αντρης Μακρίδου, ημερ. 25.9.2000 έγινε εισήγηση πως η απόφαση της πλειοψηφίας στην υπόθεση Καψού είναι εσφαλμένη ενώ αυτή του δικαστή Κούρρη η ορθή. Κλήθηκε δε το Δικαστήριο να την υιοθετήσει. ΄Ομως το εφετείο δεν ασχολήθηκε με την πιθανή ανατροπή της υπόθεσης Καψού γιατί έκρινε πως τα γεγονότα της ενώπιον του έφεσης ήσαν διαφορετικά απ΄αυτά στην υπόθεση Καψού, και ως εκ τούτου δε συζήτησε την εισήγηση.
Επιπλέον, νομίζω, πως το άρθρο 30 του Συντάγματος προεκτείνει το λατινικό αξίωμα επιβάλλοντας στα Δικαστήρια να αναγνωρίζουν και εξασφαλίζουν κατά την άσκηση της αστικής τους δικαιοδοσίας κάθε αστικό δικαίωμα και υποχρέωση. Συμφωνώ, επομένως, πως ο ενάγων-εφεσίβλητος είχε αγώγιμο
δικαίωμα που πηγάζει ευθέως από τα άρθρα 15 και 17 του Συντάγματος. Συμμερίζομαι επίσης τις απόψεις που εκφράζονται στην απόφαση του Προέδρου για την εμβέλεια του άρθρου 35 του Συντάγματος μας και του αντίστοιχου άρθρου 13 της Σύμβασης.ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
:Ο υπαίτιος της ζημιάς σε παθόντα οφείλει να τον αποζημιώσει. Η ζημιά, και κατ΄αναλογία η αποζημίωση, μπορεί να είναι πραγματική, ίση δηλαδή με τα ποσά που το θύμα αποδεδειγμένα πλήρωσε για την αποκατάσταση της. Δικαιούται όμως, στις κατάλληλες περιπτώσεις, και σε γενικές αποζημιώσεις. Σ΄αυτό το είδος των αποζημιώσεων περιλαμβάνονται και οι άϋλες, ή κατ΄άλλους, ειδικές αποζημιώσεις.
Με τις σκέψεις που εξέφρασα αμέσως πιο πάνω αναφορικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 30 του Συντάγματος, στην εμβέλεια που άπτεται του ειδικού θέματος που συζητούμε, νομίζω πως είναι νομικά αδόκιμος πλέον ο χαρακτηρισμός των αποζημιώσεων ως «τιμωρητικών», «παραδειγματικών» ή «επαυξημένων». Ο μοναδικός σκοπός της αποζημίωσης είναι η επανόρθωση, από τον υπαίτιο, της ζημιάς που υπέστη το θύμα από βλάβη που υπέστη ή δικαίωμα του που παραβιάστηκε. Η τιμωρία του υπαίτιου, με την καταδίκη του σε τιμωρητικές αποζημιώσεις εκφεύγει των ορίων της αστικής δικαιοδοσίας, που δε λειτουργεί για τον κολασμό των διαδίκων σε αστική υπόθεση. ΄Οπως είπα όμως είναι καθαρά ζήτημα ορθού χαρακτηρισμού των αποζημιώσεων παρά ουσίας.
Μολονότι το πρωτόδικο Δικαστήριο χαρακτηρίζει το ποσό των ΛΚ.5.000, που έδωσε στον εφεσίβλητο, ως τιμωρητικές αποζημιώσεις, συμφωνώ κι΄εγώ, για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση του Προέδρου, πως το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει εύλογες αποζημιώσεις.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/MAA