ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 1 ΑΑΔ 345

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10720

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΗ, Δ., ΗΛΙΑΔΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.

 

 

OLGA KOURBATOVA, από τη Ρωσία

και τώρα στη Λεμεσό,

Εφεσείουσα/Ενάγουσα

και

G. ROUSSOS LEISURE INDUSTRIES LTD.,

από τη Λεμεσό,

Εφεσίβλητοι/Εναγόμενοι

-----------------------------

23 Μαρτίου 2001

 

Για την Εφεσείουσα: κ. Σ. Πήττας.

Για την Εφεσίβλητη: κα Σ. Χ" Γιώργη για κ. Ντ. Μιχαηλίδη.

------------------------

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

 

(α) Τα γεγονότα

Στις 10/7/98 η εφεσείουσα (ενάγουσα) καταχώρησε την υπ' αριθμό 5270/98 αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης (εναγόμενης εταιρείας) με την οποία ζητούσε την επιστροφή ποσού £10.000 που είχε καταβάλει δυνάμει προσυμφωνίας για την αγορά μιας έπαυλης στη Λεμεσό. Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι δικαιούται στην επιστροφή του πιο πάνω ποσού λόγω αδικαιολόγητου εμπλουτισμού και/ή λόγω πλήρους αποτυχίας του ανταλλάγματος. Η αγωγή επιδόθηκε στην εφεσίβλητη στις 21/7/98 η οποία κατεχώρησε εμφάνιση στις 3/8/98. Η αίτηση για απόφαση που καταχωρήθηκε από την εφεσείουσα στις 5/10/98 λόγω μη καταχώρισης υπεράσπισης ορίστηκε για ακρόαση στις 16/11/98 και επιδόθηκε στην εφεσίβλητη εταιρεία στις 13/10/98. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία η εφεσίβλητη εταιρεία και/ή οι δικηγόροι της παρέλειψαν να εμφανιστούν και η υπόθεση αναβλήθηκε ξανά ένα μήνα αργότερα, στις 16/12/98, για απόδειξη. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία εκδόθηκε απόφαση υπέρ της εφεσείουσας ως η απαίτηση. Εξι μέρες αργότερα, και πιο συγκεκριμένα στις 22/12/98 η εφεσίβλητη εταιρεία καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης που είχε εκδοθεί σε βάρος της.

Περιληπτικά η εφεσείουσα ισχυρίσθηκε ότι δυνάμει γραπτής προσυμφωνίας ημερομηνίας 24/3/98 συμφώνησε να αγοράσει από την εφεσίβλητη εταιρεία μια έπαυλη στο αγρόκτημα Roussos Sunrise Villas στον Αγιο Τύχωνα Λεμεσού. Η εφεσείουσα ανέλαβε να καταβάλει το ποσό των £10.000 ως προκαταβολή όχι αργότερα της 27/3/98, έναντι του συνολικού ποσού της τελικής συμφωνίας που θα υπογραφόταν πριν από τις 5/5/98. Η εφεσείουσα παρέλειψε να καταβάλει το ποσό των £10.000 μέχρι τις 27/3/98 αλλά κατόπιν νέας προφορικής συμφωνίας με υπεύθυνους της εφεσίβλητης εταιρείας, κατέβαλε στις 8/4/98 το ποσό των £10.000 ως προκαταβολή για την αγορά της έπαυλης. Τελικά η αγοραπωλησία δεν υλοποιήθηκε γιατί μεταξύ άλλων η εφεσίβλητη εταιρεία ζήτησε όπως ποσό £50.000 πληρωθεί "κρυφά" και/ή "κάτω από το τραπέζι".

Η εφεσίβλητη εταιρεία ισχυρίσθηκε ότι σύμφωνα με τους όρους της γραπτής προσυμφωνίας της 24/3/98 αν η τελική συμφωνία δεν υπογραφόταν πριν από τις 5/5/98, η εφεσίβλητη θα είχε το δικαίωμα να κρατήσει το ποσό των £10.000 ως αποζημιώσεις.

Αναφορικά με τα περιστατικά που οδήγησαν στην έκδοση της απόφασης, η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι στις 16/11/98 όταν η αίτηση για απόφαση για παράλειψη καταχώρισης Εκθεσης Υπεράσπισης ήταν ορισμένη για ακρόαση, η δικηγόρος της εφεσείουσας προχώρησε και όρισε την αίτηση για απόδειξη, ενώ η δικηγόρος της εφεσίβλητης βρισκόταν στο Δικαστήριο αναζητώντας τους δικηγόρους της εφεσείουσας. Αργότερα την ίδια μέρα σε προφορική επικοινωνία που είχε η δικηγόρος της εφεσίβλητης με το δικηγορικό γραφείο της εφεσείουσας, πληροφορήθηκε ότι η αίτηση είχε αναβληθεί στις 16/12/98 για οδηγίες και όχι για απόδειξη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού βρήκε ότι η εφεσίβλητη εταιρεία δεν είχε επιδείξει ασυγχώρητη ασέβεια προς τη δικαστική διαδικασία και ότι απεκάλυψε συζητήσιμη ή εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση, αποφάσισε όπως προβεί σε ακύρωση της σχετικής απόφασης.

 

(β) Η νομική πλευρά

Το θέμα διέπεται από τη Διαταγή 26 Θεσμός 14 που προνοεί ότι μια δικαστική απόφαση μπορεί να παραμερισθεί από το Δικαστήριο με τέτοιους όρους, όπως το Δικαστήριο ήθελε κρίνει πρέπον. Η νομολογία πάνω στο θέμα είναι αρκετά διαφωτιστική αφού οι αρχές που καθιερώνονται στην Αγγλική απόφαση Evans v. Bartlam (1937) 2 All ER 646 έχουν υιοθετηθεί στις Κυπριακές αποφάσεις Kotsapas v. Titan Construction and Engineering Company (1961) CLR 317, Christoforou v. Kyriakoulli (1963) 2 CLR 159, Phylactou v. Michael (1982) 1 CLR 204, Mine & Quarry Services Ltd v. A. Γεωργίου (Μαύρου) (1993) 1 ΑΑΔ 26, Βίκα Πίκα Ντίσκο Λτδ και άλλοι ν. Χάπυ Στρητς Ντίσκο Λτδ (1997) 1(Α) ΑΑΔ 28 και Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1(Β) ΑΑΔ 941.

Πρόσφατα το Ανώτατο Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να τονίσει σε μια παρόμοια περίπτωση ότι,

"Η γενική αρχή του δικαίου όπως προκύπτει από τις πιο πάνω αποφάσεις είναι ότι για να επιτύχει τον παραμερισμό μιας απόφασης ο αιτητής θα πρέπει να πείσει ότι έχει μια εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση στην απαίτηση που προβάλλεται εναντίον του. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη από τη μια την ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος ενός διαδίκου να ακουστεί και από την άλλη την ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών διαδικασιών. Ομως η χωρίς ουσιαστικό λόγο παράλειψη του αιτητή να εμφανισθεί και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να πάρει έγκαιρα μέτρα για την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης μπορεί να αποτελέσει λόγους για την απόρριψη της αίτησης. (Mine & Quarry Services Ltd v. Γεωργίου (Μαύρου) και Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (πιο πάνω))."

 

Οταν η συμπεριφορά του διαδίκου που επιζητεί τον παραμερισμό της απόφασης είναι ασυγχώρητη και εξισώνεται σε περιφρονητική παραγνώριση της δικαστικής διαδικασίας, το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να αρνηθεί τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης. (Ιδε Mine & Quarry Services Ltd v. A. Γεωργίου (Μαύρου) (1993) 1 ΑΑΔ 26).

Η αδικαιολόγητη παράλειψη του εναγομένου να εμφανιστεί κατά τη δικάσιμο και η χωρίς ικανοποιητική δικαιολογία παράλειψη του να λάβει μέτρα για την ακύρωση της απόφασης μπορεί να αποτελέσουν λόγο για την απόρριψη της αίτησης του για επαναφορά της αγωγής. (Ιδε Milouca Motor Trading Ltd. v. Κούρτη (1997) 1(Β) ΑΑΔ 941).

Στην παρούσα περίπτωση φαίνεται ότι στις 16/11/98 όταν η αίτηση ήταν ορισμένη για ακρόαση, οι δικηγόροι της εφεσίβλητης δεν είχαν παρουσιαστεί και η αίτηση ορίστηκε ακολούθως για απόδειξη στις 16/12/98, λόγω δε της απουσίας των δικηγόρων της εφεσίβλητης κατά την πιο πάνω ημερομηνία εκδόθηκε απόφαση σε βάρος της εφεσίβλητης. Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί προκύπτει η εικόνα ότι η αγωγή επιδόθηκε στην εφεσίβλητη εταιρεία στις 21/7/98 και η εταιρεία με οδηγίες προς τους δικηγόρους της καταχώρησε εμφάνιση 12 μέρες αργότερα, στις 3/8/98. Ανεξάρτητα από την παράλειψη της να καταχωρίσει έγκαιρα την Εκθεση Υπεράσπισης, έξι μόνο μέρες μετά την έκδοση της απόφασης καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης.

Από τα στοιχεία που έχουν παρατεθεί πιο πάνω φαίνεται ότι τόσο για την αδράνεια να παρουσιαστούν στις δύο δικασίμους όταν η αίτηση είχε οριστεί για ακρόαση, όσο και για την ουσία της απαίτησης, έχουν δοθεί από την εφεσίβλητη ικανοποιητικοί λόγοι που δικαιολογούν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη

(i) απεκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση και

(ii) δεν επέδειξε ασυγχώρητη αμέλεια ή ασέβεια στη

δικαστική διαδικασία.

Εχοντας υπόψη τα στοιχεία που έχουν παρατεθεί πιο πάνω έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.

 

 

 

Δ.

 

 

Δ.

 

 

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο