ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 1726
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ 10253 ΚΑΙ 10255
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10253
Μεταξύ:
BARCLAYS BANK PLC
Εφεσειόντων
και
1. J.G.L. (CONSTRUCTIONS) LTD
2. ΓΡΙΒΑΣ ΤΣΑΡΔΕΛΛΗΣ
3. ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΗΛΟΥ
4. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΓΡΙΒΑ ΤΣΑΡΔΕΛΛΗ
Εφεσιβλήτων
------------------------------
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10255
Μεταξύ:
1. J.G.L. (CONSTRUCTIONS) LTD
2. ΓΡΙΒΑΣ ΤΣΑΡΔΕΛΛΗΣ
3. ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΗΛΟΥ
4. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΓΡΙΒΑ ΤΣΑΡΔΕΛΛΗ
Εφεσειόντων
και
BARCLAYS BANK PLC
Εφεσίβλητης
------------------------------
25 Οκτωβρίου 2000
Εμφανίσεις
:Πολιτική Έφεση 10253
Για τους Εφεσείοντες: κ. Ξ. Κληρίδης.
Για τους Εφεσίβλητους: κ. Α. Μαθηκολώνης.
Πολιτική Έφεση 10255
Για τους Εφεσείοντες: κ. Α. Μαθηκολώνης.
Για τους Εφεσίβλητους: κ. Ξ. Κληρίδης.
------------------------
Πικής, Π.
: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσειο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χατζηχαμπής, Δ.
: Οι Εφέσεις ακούσθησαν από κοινού αφού κατεχωρήθησαν από τους διαδίκους αναφορικά με την ίδια απόφαση σε μία αγωγή. Η μεν 10253 από την Ενάγουσα Τράπεζα, η δε 10255 από τους Εναγόμενους 1, 2 και 4. Η αγωγή αφορούσε απαίτηση της Τράπεζας για £101.404,13 πλέον τόκους ως οφειλόμενο υπόλοιπο δανείων και πιστώσεων εναντίον της Εναγόμενης 1 ως πρωτοφειλέτιδας και των Εναγομένων 2 και 3 ως εγγυητών, για £31.818,00 πλέον τόκους, £7.988,24 πλέον τόκους και £65.034,00 πλέον τόκους, ως οφειλόμενα δυνάμει αντίστοιχων ενοικιαγορών εναντίον της Εναγομένης 1 ως πρωτοφειλέτιδας και των Εναγομένων 2 και 3 ως εγγυητών, και για διάταγμα εκποίησης των υποθηκών Υ432/91 και Υ3190/91 που παραχώρησε η Εναγόμενη 1 και Υ614/90 που παραχώρησε η Εναγόμενη 4 προς εξασφάλιση των ως άνω οφειλομένων ποσών. Η Έκθεση Απαίτησης αναφέρεται σε πιστώσεις και τραπεζικές διευκολύνσεις που απολάμβανε η Εναγόμενη 1 από την Τράπεζα και οι οποίες ήσαν εξασφαλισμένες με τις υποθήκες Υ614/90 για £15.000 πλέον τόκους και Υ432/91 για £110.000 πλέον τόκους (άλλη υποθήκη, η Υ240/90 από άλλα πρόσωπα ακυρώθηκε αργότερα), εκχώρηση από την Εναγόμενη 1 των ενοικίων και του προϊόντος πώλησης ακινήτου και προσωπικές εγγυήσεις των Εναγομένων 2 και 3 για £160.000 πλέον τόκους. Όταν η Εναγόμενη 1 ζήτησε περαιτέρω πιστώσεις και διευκολύνσεις, αυτές της παραχωρήθησαν υπό τη μορφή £50.000 λογαριασμού παρατραβήξεως, £27.000 λογαριασμού δανείου και £120.000 ενοικιαγορών, εφ΄όσον, όπως συνεφωνήθη, εδόθη, πέραν της Υ432/91, και η υποθήκη Υ3190/91 ως δευτέρα υποθήκη επί κτήματος της Εναγομένης 1 για £72.500 πλέον τόκους, οι δε Εναγόμενοι 2 και 3 υπέγραψαν ως εγγυητές επί τεσσάρων ενοικιαγορών, των LA1110 (η οποία εξοφλήθη) και των LA1127, LA1160 και LA1878 που είναι οι επίδικες. Εφ΄όσον προέκυπταν οφειλές, η τράπεζα ζήτησε από τους Εναγόμενους την αποπληρωμή τους και εν συνεχεία ήγειρε την αγωγή αξιώνοντας ως ανωτέρω.Οι Εναγόμενοι με την υπεράσπιση τους παραδέχοντο ότι η Εναγόμενη 1 απολάμβανε πιστώσεις και διευκολύνσεις από την Τράπεζα, οι οποίες ήσαν εξασφαλισμένες με τις υποθήκες Υ240/90, Υ614/90 και Υ432/91 και με προσωπικές εγγυήσεις των Εναγομένων 2 και 3 για £160.000 πλέον τόκους (όπως και με την εκχώρηση από την Εναγόμενη 1 των ενοικίων και του προϊόντος πωλήσεως ακινήτου), πλην όμως του ότι στη συνέχεια δόθηκε και η υποθήκη Υ3190/91, ότι οι Εναγόμενοι 2 και 3 υπέγραψαν τις ενοικιαγορές ως εγγυητές και ότι οι ενοικιαγορές προνοούσαν για τόκο 9% επί των καθυστερημένων δόσεων και πληρωμή όλων των δυνάμει αυτών οφειλομένων ποσών, αρνούνται τα υπόλοιπα. Η θέση τους είναι ότι οι συμφωνίες των ενοικιαγορών ήσαν εικονικές, παράνομες και άκυρες, καθ΄όσον καταρτίσθησαν κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Τράπεζας και των Εναγομένων 1, 2 και 3 ώστε να χρησιμοποιηθεί η περί ενοικιαγοράς νομοθεσία για τη χρηματοδότηση παράνομου σκοπού, και συγκεκριμένα τη χρηματοδότηση των Εναγομένων με τόκο πέραν του υπό του νόμου επιτρεπόμενου ορίου. Λέγεται περαιτέρω ότι τα φερόμενα ως αντικείμενα των ενοικιαγορών εμπορεύματα ήσαν ανύπαρκτα και επινοήθησαν κατόπιν συνεννόησης μεταξύ της Τράπεζας και των Εναγομένων 1, 2 και 3. Οι Εναγόμενοι ισχυρίζονται περαιτέρω ότι οι υποθήκες Υ432/91 και 3190/91 είναι άκυρες καθ΄όσον αποσκοπούσαν να εξασφαλίσουν τα ως άνω παράνομα χρέη των ενοικιαγορών καθώς και για άλλους λόγους που αφορούν τη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του
1965 (Ν. 9/65), ήγειραν δε και ανταπαίτηση, αξιώνοντας δήλωση ότι οι ενοικιαγορές και οι υποθήκες Υ432/91 και Υ3190/91 είναι άκυρες και διάταγμα ακύρωσης τους. Επ αυτού παρατηρούμε ότι η αναφορά στην υποθήκη Υ432/91 φαίνεται αβάσιμη καθ΄όσον αυτή προϋπήρχε των ενοικιαγορών και μάλιστα περιλαμβάνεται στις προϋπάρχουσες εξασφαλίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της έκθεσης απαίτησης η οποία είναι παραδεκτή με την υπεράσπιση.Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος αποδέχθηκε τη μαρτυρία των πέντε μαρτύρων της Τράπεζας και απέρριψε εκείνη του μοναδικού μάρτυρα των Εναγομένων, Εναγόμενου 2, με αυτή δε τη βάση κατέληξε ως εξής στις σελίδες 5-6:
"Δεν δέχομαι τη θέση της υπεράσπισης ότι εξοφλήθηκαν τα οφειλόμενα, προς την ενάγουσα τράπεζα, ποσά ούτε και ότι οι συμβάσεις ενοικιαγορών ήταν εικονικές και ότι η ενάγουσα τράπεζα ήταν συνεργός στη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, οιωνεί αδικήματος, παρανομίας ή παρατυπίας σε σχέση με τις επίδικες συμβάσεις ενοικιαγορών. Η παραδοχή, εκ μέρους των εναγόντων, ότι ένας αριθμός λογαριασμού που φαίνεται στο πίσω μέρος μιας των επιταγών που εκδόθηκε στο όνομα προμηθευτή - εμπόρου, είναι λογαριασμός της εναγομένης 1 δεν φανερώνει ούτε υπονοεί, κατά την κρίση μου, οποιαδήποτε γνώση, πραγματική ή εξ επαγωγής (constructive), εκ μέρους της ενάγουσας, ότι προμηθευτές και ενοικιαγοραστές συνεργάζονταν με σκοπό την καταστρατήγηση του σχετικού νόμου. Ούτε και η φύση των αντικειμένων ενοικιαγοράς, σε σχέση με την πρόοδο των οικοδομικών εργασιών της Εναγόμενης 1 φανερώνει κάτι τέτοιο, κατά την κρίση μου.
Με βάση τα προαναφερόμενα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείκτηκε με οποιοδήποτε τρόπο συμμετοχή ή συνέργεια της ενάγουσας τράπεζας σε οποιαδήποτε συνωμοσία ή συμφωνία καταδολίευση κατά συνέπεια η ενάγουσα τράπεζα δεν βρίσκεται IN PARI DELICTO με τους πωλητές ή τους ενοικιαγοραστές και επομένως δεν εμποδίζεται από του να τερματίσει τις ενοικιαγορές και να διεκδικήσει το υπόλοιπο του τιμήματος ενοικιαγοράς. Απεναντίας κρίνω ότι οι εναγόμενοι 1, οι οποίοι υπέγραψαν τις επίδικες συμβάσεις ενοικιαγορών, εμποδίζονται (are estopped) από του να αρνούνται τη γνησιότητα των συμβάσεων ή την παράδοση των αντικειμένων σ΄αυτούς."
Ως προς τα πιο πάνω, παρατηρούμε βέβαια ότι στην έκθεση υπεράσπισης δεν ετίθετο θέμα εξόφλησης των οφειλομένων ποσών παρά μόνο γενική άρνηση οφειλής, έτσι ώστε ουσιαστικά να ήταν θέμα απόδειξης της απαίτησης, και όχι εξόφλησης, εκτός βέβαια του θέματος της ισχυριζόμενης εικονικότητας και παρανομίας των ενοικιαγορών. Και όντως, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος, έχοντας απορρίψει τη θέση περί εικονικότητας και παρανομίας των ενοικιαγορών, προχώρησε να διαπιστώσει κατά πόσο η απαίτηση αποδεικνύετο επί της μαρτυρίας, καταλήγοντας θετικά επ΄αυτού σε συνάρτηση προς τα τεκμήρια που παρουσιάσθησαν και τα οποία καταδείκνυαν τα υπόλοιπα των λογαριασμών και των ενοικιαγορών και λέγοντας τα ακόλουθα στη σ. 11:
"Με βάση τα προαναφερόμενα θεωρώ ότι η μαρτυρία που δόθηκε σε σχέση με τα Τεκμήρια 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23 και 24 είναι αποδεκτή μαρτυρία στην οποία πρέπει να αποδοθεί βαρύτητα. Δεδομένου ότι δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία από την υπεράσπιση η οποία να αντικρούει ή να αμφισβητεί αυτή τη μαρτυρία ή τη μαρτυρία των Μ.Ε.1, 2 και 3 αναφορικά με τις διαδικασίες που ακολουθούνταν προς αποφυγή λαθών ή ακόμα να δημιουργεί οποιαδήποτε εύλογη αμφιβολία ως προς την ακρίβεια και την ορθότητά της, κρίνω ότι το Δικαστήριο μπορεί με ασφάλεια να στηριχθεί σ΄αυτή και να θεωρήσει ότι οι ενάγοντες, με βάση αυτή την αξιόπιστη μαρτυρία, απέδειξαν τους ισχυρισμούς τους, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων."
Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι οι ενοικιαγορές είχαν νόμιμα τερματισθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες τους και ότι οι υποθήκες ήσαν καθόλα νόμιμες ως προς το Νόμο 9/65. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο έβδομος λόγος έφεσης που προσβάλλει την κατάληξη περί του νόμιμου των ενοικιαγορών ως προς το Νόμο 9/65 εγκαταλείφθηκε στο περίγραμμα.
Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος εξέδωσε ακόλουθα απόφαση και διατάγματα ως η απαίτηση, πλην όσον αφορά τους Εναγόμενους 2 και 3 μόνο για το ποσό των £160.000 που αναφέρετο στη συμφωνία εγγύησης ημερομηνίας 6.9.1991 και χωρίς τόκο αφού θεώρησε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ως προς το "ruling rate" με βάση το οποίο, όπως προνοούσε η συμφωνία εγγύησης, θα έφερε τόκο το ποσό αυτό. Είναι εναντίον αυτού του μέρους της απόφασης που στρέφεται η έφεση της Τράπεζας 10253, ενώ η έφεση των Εναγομένων 1, 2 και 4 αφορά το υπόλοιπο σώμα της απόφασης που περιλαμβάνει και την απόρριψη της ανταπαίτησης τους.
Η κατάληξη του ευπαιδεύτου Προέδρου επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων προσβάλλεται με τον τρίτο και τον τέταρτο λόγο έφεσης στην έφεση των Εναγομένων 10255. Ως προς τον τρίτο λόγο, που αφορά την απόρριψη της μαρτυρίας του Εναγόμενου 2 και μόνου μάρτυρα των Εναγομένων, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος εξήγησε αναλυτικά γιατί έκρινε τη μαρτυρία αυτή ως αναξιόπιστη και η προσέγγιση του δεν είναι καθ΄οιονδήποτε τρόπο τρωτή. Στις εισηγήσεις που γίνονται στο περίγραμμα ως προς μόνο τα δύο από τα πέντε σημεία στα οποία βασίσθηκε η κρίση του διαφεύγει η ουσία των αντίστοιχων σχολίων του ευπαίδευτου Προέδρου. Μάλιστα ως προς την πρώτη εισήγηση, που ανάγεται τελικά στο βασικό ισχυρισμό του Εναγόμενου 2 για εξόφληση των οφειλομένων ποσών, παρατηρούμε ότι δεν σχολιάζεται καθόλου η θεμελιακή τοποθέτηση του δικαστηρίου ότι ο ισχυρισμός αυτός ήταν αόριστος και ατεκμηρίωτος, ενώ ως προς τη δεύτερη εισήγηση το μόνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι αυτή ανάγεται σε επιχειρηματολογία που δεν πείθει. Αν ο ευπαίδευτος Πρόεδρος έσφαλε σε κάτι είναι στο ότι, αν και, όπως παρατηρήσαμε, η υπεράσπιση (εκτός της θέσης περί εικονικότητας των ενοικιαγορών και ακυρότητας των υποθηκών) συνίστατο σε γενική άρνηση και δεν περιείχε ισχυρισμό για εξόφληση, εν τούτοις εξέτασε το εγερθέν κατά τη δίκη θέμα της εξόφλησης.
Ως προς τον τέταρτο λόγο, που αφορά την αποδοχή της μαρτυρίας της Τράπεζας, δεν βλέπουμε τη σχετικότητα των τεκμηρίων στα οποία αναφέρεται προς το θέμα της αξιοπιστίας. Εξ άλλου, η χρηματοδότηση των Εναγομένων, την οποία τα πλείστα αφορούν, ήταν δεδομένη. Αναφορά στα τεκμήρια αυτά γίνεται και στον πέμπτο λόγο έφεσης τον οποίο και θα εξετάσουμε εν καιρώ. Κατά τα λοιπά, δεν μπορεί να ευσταθήσει η εισήγηση ότι ήταν υποχρέωση της Τράπεζας να καλέσουν ως μάρτυρες τους προμηθευτές των αντικειμένων των ενοικιαγορών και άλλους για να αντικρούσουν τον ισχυρισμό των Εναγομένων περί εικονικότητας
τους. Ο ισχυρισμός αυτός, εγειρόμενος από τους Εναγόμενους, έθετε σε αυτούς και το ανάλογο βάρος να τον αποδείξουν. Η Τράπεζα είχε το βάρος να αποδείξει την έγκυρη κατάρτιση των ενοικιαγορών σύμφωνα με το νόμο, και αυτό έκανε.Με το δεύτερο λόγο έφεσης οι Εναγόμενοι παραπονούνται ότι κακώς διεπιστώθη ο νόμιμος τερματισμός των ενοικιαγορών, καθ΄όσον δεν απεδείχθη η αποστολή των επιστολών τερματισμού σύμφωνα με το νόμο και τους όρους των ενοικιαγορών. Όπως προκύπτει από το περίγραμμα, η εισήγηση είναι ότι δεν απεδείχθη η αποστολή των επιστολών στην τελευταία γνωστή διεύθυνση των Εναγομένων. Συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο Πρόεδρο ότι, καθ΄όσον δεν γνωστοποιήθηκε οποιαδήποτε αλλαγή διεύθυνσης, η αποστολή των επιστολών τερματισμού στις διευθύνσεις που ανεγράφοντο επί των ενοικιαγορών συνιστούσε νόμιμο τερματισμό τους. Η Εναγόμενη 4 βέβαια, στη διεύθυνση της οποίας δεν εστάλησαν επιστολές τερματισμού, δεν είχε τίποτα να κάνει με τις ενοικιαγορές αφού η υποθήκη της δεν αναφέρετο σε αυτές αλλά στις προηγούμενες υποχρεώσεις της Εναγόμενης 1.
Οι βασικοί λόγοι έφεσης, που αναπτύσσονται και σε έκταση στο περίγραμμα, είναι ο πρώτος και ο πέμπτος (ο έκτος ουσιαστικά ταυτίζεται προς τον πέμπτο, εξ ου και υιοθετείται η επιχειρηματολογία αυτού στο περίγραμμα, ο έβδομος, όπως ήδη παρετηρήθη, εγκατελείφθη στο περίγραμμα, ο όγδοος και ο έννατος, όπως αναφέρεται στο περίγραμμα, καλύπτονται από τους προηγούμενους και δεν αναπτύσσονται, ενώ ο δέκατος αφορά την απόρριψη της ανταπαίτησης και δεν αναπτύσσεται αφού συναρτάται προς την τύχη της απαίτησης).
Η ισχυριζόμενη εικονικότητα και ακόλουθη παρανομία των ενοικιαγορών και των υποθηκών, που ήταν και η ουσιαστική υπεράσπιση των Εναγομένων, συνιστά τη βάση του πέμπτου λόγου έφεσης που προσβάλλει την ανάλογη κατάληξη του ευπαιδεύτου Προέδρου επί του θέματος. Στο περίγραμμα γίνεται αναφορά σε σειρά στοιχείων τα οποία, σύμφωνα με την εισήγηση, καθιστούν τρωτή την κατάληξη αυτή ότι δεν απεδείχθη γνώση ή συνέργεια της Τράπεζας στην ισχυριζόμενη εικονικότητα των ενοικιαγορών. Τα στοιχεία αυτά τα έχουμε εξετάσει και δεν βλέπουμε πώς μπορεί να βοηθήσουν τους Εναγόμενους. Τα όσα αφορούν τη μη κλήση από την Τράπεζα μαρτύρων σχετιζομένων με τις ενοικιαγορές, και ιδιαίτερα των προμηθευτών των αντικειμένων και της υπεύθυνης του τμήματος ενοικιαγορών της Τράπεζας, τα έχουμε ήδη σχολιάσει στα πλαίσια του τέταρτου λόγου έφεσης. Τα τεκμήρια 1, 3 και 7, που αφορούν τις αποφάσεις της Εναγόμενης 1 για την εξασφάλιση των διευκολύνσεων από την Τράπεζα δεν αποδεικνύουν οτιδήποτε πέραν τούτου, μάλιστα δε το τεκμήριο 1 είναι ημερομηνίας 9.3.1990, δηλαδή πολύ πριν την παράκληση για αύξηση των διευκολύνσεων και τον καταρτισμό των ενοικιαγορών. Το τεκμήριο 5 ήταν προφανώς εξασφάλιση εξόφλησης και δεν συναρτάται προς τις ενοικιαγορές. Με τα τεκμήρια 26 και 27 η Τράπεζα επιβεβαιώνει την έγκριση και τη μορφή των διευκολύνσεων. Ουδόλως μπορεί να εξαχθεί από αυτά, σε συνδυασμό με τις ενοικιαγορές, συμπέρασμα, όπως γίνεται εισήγηση, ότι οι διευκολύνσεις αφορούσαν τα έξοδα της ανέγερσης του show room και δεν είχαν τίποτα να κάνουν με τα αντικείμενα των ενοικιαγορών. Απεναντίας, τα αντικείμενα των ενοικιαγορών (αλουμίνια, συστήματα κλιματισμού και ξυλουργικά και έπιπλα), συνάδουν πλήρως με τις ενδεχόμενες ανάγκες της ανεγειρόμενης οικοδομής. Ούτε θα αναμέναμε
την Τράπεζα να υπεισέρχεται λεπτομερώς σε αυτά τα πράγματα, εφ΄όσον οι κριτές των αναγκών τους ήσαν οι Εναγόμενοι 1. Η τελική μορφή την οποία πήραν οι περαιτέρω πιστώσεις και διευκολύνσεις ώστε πέραν του λογαριασμού παρατραβήξεως και του λογαριασμού δανείου να περιλαμβάνει και ενοικιαγορές ήταν θέμα των αναγκών και των δυνατοτήτων των μερών, όπως και τις καθόρισαν με την επιλογή τους. Ασφαλώς, δεν προκύπτει αντικανονικότητα των ενοικιαγορών από το γεγονός ότι η τελική μορφή των διευκολύνσεων περιλάμβανε και ενοικιαγορές, και ασφαλέστατα καμιά συνέργεια της Τράπεζας σε παράνομη επιδίωξη μέσω των ενοικιαγορών. Τέλος, λέγεται ότι οι επιταγές που εξεδόθησαν από την Τράπεζα για τις ενοικιαγορές και κατέληξαν στο λογαριασμό των Εναγομένων 1 αποδεικνύουν την ισχυριζόμενη συνέργια της Τράπεζας στην εικονικότητα των ενοικιαγορών. Στην πραγματικότητα η μαρτυρία (και μάλιστα στα πλαίσια της μαρτυρίας του Εναγόμενου 2) ήταν απλώς ότι στο πίσω μέρος μιας των επιταγών που εκδόθησαν επ΄ονόματι των προμηθευτών για τις ενοικιαγορές ανεγράφετο ο αριθμός του λογαριασμού της Εναγόμενης 1. Συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο Πρόεδρο ότι αυτό "δεν φανερώνει ούτε υπονοεί οποιαδήποτε γνώση, πραγματική ή εξ επαγωγής (constructive), εκ μέρους της Ενάγουσας, ότι προμηθευτές και ενοικιαγοραστές συνεργάζονταν με σκοπό την καταστρατήγηση του σχετικού νόμου" (ανωτέρω, σ. 6 της απόφασης). Με αφετηρία το ότι η Τράπεζα δεν αναμένεται να ελέγχει, να ερευνά ή να ενδιαφέρεται για τα διαμειβόμενα μεταξύ της Εναγομένης 1 και των προμηθευτών μετά από την κατάρτιση των ενοικιαγορών και την έκδοση της επιταγής στους προμηθευτές, αδυνατούμε να διαπιστώσουμε γνώση ή συμμετοχή της Τράπεζας σε αυτά ακόμα και αν ετίθετο θέμα συνέργιας μεταξύ της Εναγόμενης 1 και των προμηθευτών προς εξασφάλιση δανειοδότησης επί ανύπαρκτων αντικειμένων.Πέραν των πιο πάνω, επισημαίνουμε ότι, και αν ακόμα ετίθετο θέμα εικονικότητας των ενοικιαγορών, δεν έχει προσδιορισθεί, είτε στα δικόγραφα είτε ενώπιον μας, η παρανομία η οποία, κατ΄ισχυρισμό, θα απέληγε στην ακυρότητα τους.
Απομένει να εξετασθεί ο πρώτος λόγος έφεσης, ο οποίος προσβάλλει την κατάληξη του ευπαιδεύτου Προέδρου ότι η προσκομισθείσα μαρτυρία απεδείκνυε την απαίτηση. Στο λόγο αυτό περιλαμβάνεται εισήγηση ότι η Τράπεζα δεν διεκδικούσε με την έκθεση απαίτησης αποζημιώσεις. Και όντως δεν εδόθησαν αποζημιώσεις παρά μόνο τα διεκδικούμενα ποσά των καθυστερημένων ως και των πληρωτέων δόσεων με τόκο όπως προνοείτο και όμως εδικαιούντο στις συμφωνίες τους. Δεν έχει υποδειχθεί οποιαδήποτε διάσταση μεταξύ των επιδικασθέντων ποσών και των όρων των συμφωνιών, ούτε βέβαια ετέθη θέμα στην υπεράσπιση, που επ΄αυτού συνίστατο σε γενική άρνηση, ότι η Τράπεζα δεν εδικαιούτο τα απαιτούμενα ποσά για οποιοδήποτε τέτοιο συγκεκριμένο λόγο.
Ως προς την επάρκεια της προσκομισθείσας μαρτυρίας, θεωρούμε ότι ο ευπαίδευτος Πρόεδρος εξέτασε λεπτομερώς κάθε πτυχή του θέματος και ορθά κατέληξε στην απόφαση ότι τα τεκμήρια 21, 22, 23, 24 και 25 (που εβασίζοντο αντίστοιχα στα τεκμήρια 15, 16, 17, 18 και 19) συνιστούσαν νόμιμη και επαρκή απόδειξη της κίνησης και του οφειλόμενου υπολοίπου του λογαριασμού δανείου, του τρεχούμενου λογαριασμού και των λογαριασμών των ενοικιαγορών.
Οι αιτιάσεις της Τράπεζας στην έφεση της 10253 εστιάζονται στο συσχετισμό της συμφωνίας εγγύησης προς τις συνολικές υποχρεώσεις της Εναγόμενης 1. Είναι η θέση του κ. Κληρίδη ότι οι εγγυήσεις των εναγομένων 2 και 3 επί των ενοικιαγορών, και εν πάση περιπτώσει της ενοικιαγοράς LA1878, ήσαν επιπρόσθετες της εγγύησης τους δυνάμει της συμφωνίας εγγύησης. Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος δεν ενδιέτριψε στο θέμα αυτό, περιοριζόμενος να παρατηρήσει ότι, εφ΄όσον η συμφωνία εγγύησης περιόριζε τη συνολική ευθύνη των Εναγομένων 2 και 3 σε £160.000, η ευθύνη τους δεν μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη. Ως προς τούτο έσφαλε. Το θέμα είναι καθαρά θέμα ερμηνείας των όρων των συμφωνιών. Η συμφωνία εγγύησης προνοεί στον όρο 1 ότι:
1. In consideration of your giving time credit and/or Banking facilities and accommodation to JGL (CONSTRUCTIONS) LTD of Artemidos Avenue, Milos Court No. III, Larnaka (hereinafter referred to as "the Principal") I/We the undersigned hereby guarantee to you the payment of and undertake on demand in writing made on the undersigned by you or any of your Directors Local Directors Managers or Acting Managers to pay to you all sums of money which may now be or which hereafter may from time to time become due or owing to you anywhere from or by the Principal either as principal or surety and either solely or jointly with any other person upon current banking account bills of exchange or promissory notes or upon loan or any other account whatsoever or for actual or contingent liability including all usual banking charges."
Και ο όρος 2 προνοεί ότι:
"2. This Guarantee is to be a continuing security for the whole amount now due or owing to you or which may hereafter at any time become due or owing to you as aforesaid by the Principal ............ Provided always that the total amount recoverable hereon shall not exceed the sum of C£160,000.- (Cyprus pounds one hundred sixty thousand)."
Αυτοί οι όροι θα φαίνονταν να περιορίζουν την ευθύνη των εγγυητών σε £160.000 αναφορικά με παρούσες όσο και μέλλουσες οφειλές. Όμως, ο όρος 5 προνοεί ότι:
"5. This Guarantee is to be in addition to and is not to prejudice or be prejudiced by any other securities or guarantees (including any guarantee signed by the undersigned) which you may now or hereafter hold from or on account of the Principal...."
Ο όρος 5 λοιπόν καθαρά καθιστά τη συμφωνία εγγύησης ανεξάρτητη από οποιεσδήποτε άλλες εγγυήσεις, και ιδιαίτερα μελλοντικές εγγυήσεις όπως η επί της ενοικιαγοράς LA1878 - όσον αφορά τις ενοικιαγορές LA1127 και LA1160, που ήσαν προγενέστερες της συμφωνίας εγγύησης, το θέμα θα απέληγε να είναι θεωρητικό αφού εν πάση περιπτώσει το συνολικό ποσό των οφειλών
όταν αυτές καταρτίσθησαν δεν υπερέβαινε τις £160.000. Η ερμηνεία του όρου 5 συνάδει πλήρως και με τη λογική των εμπορικών πραγματικοτήτων, ούτε υπάρχει οτιδήποτε περί του αντιθέτου στην ίδια την εγγύηση επί της ενοικιαγοράς LA1878. Τα ποσά τα οποία δικαιούται λοιπόν η Τράπεζα εναντίον των Εγγυητών είναι τα ίδια με εκείνα που επιδικάσθησαν εναντίον της Εναγόμενης 1.Ως προς τη μη επιδίκαση τόκου επί της οφειλής των εγγυητών, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος και πάλι έσφαλε. Ο όρος 2 της συμφωνίας εγγύησης προνοεί ότι ο δικαιούμενος επί του ποσού της εγγύησης τόκος "shall be calculated ..... at the ruling rate form time to time for bank advances". Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος θεώρησε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ως προς το "ruling rate". Αλλά υπήρχε. Ήταν η όλη μαρτυρία σε σχέση με τον υπολογισμό του τόκου επί των οφειλών της Εναγόμενης 1 που καταδείκνυε ότι το επικρατούν ποσοστό για τραπεζικές δανειοδοτήσεις (ruling rate for bank advances) ήταν καθ΄όλη την εν λόγω περίοδο 9%. Δεν χρειάζετο άλλη ειδική προς τούτο μαρτυρία, αφού το εν λόγω ποσοστό μπορούσε κάλλιστα να συναχθεί ότι ήταν 9%. Μάλιστα, θα υπήρχε και αντινομία στην επιδίκαση τόκου 9% εναντίον της Εναγόμενης 1 και όχι εναντίον των εγγυητών.
Η έφεση 10253 λοιπόν επιτυγχάνει και επιτρέπεται και η έφεση 10255 αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιείται εν μέρει ως ακολούθως:
Επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσιβλήτων 2 και 3 στην Έφεση 10253 τα ακόλουθα ποσά:
α) £24.704,79 κεφάλαιο για το δάνειο, πλέον £4.564,92 τόκος μέχρι 15.3.1995 και τόκος 9% ετησίως επί του κεφαλαίου από 16.3.1995.
β) £45.173,74 κεφάλαιο, επί του τρεχούμενου λογαριασμού (παρατραβήγματος) πλέον τόκος £16.303,17 (μέχρι 15.3.1995) και τόκος 9% ετησίως επί του κεφαλαίου από 16.3.1995.
γ) £65.034 και τόκος £3.397,73 (μέχρι 20.7.1994) πλέον τόκος 9% ετησίως επί ποσού £65.034 από 21.7.1994, αναφορικά με την πρώτη σύμβαση ενοικιαγοράς.
δ) £9.704,06 και τόκος £493,62 (μέχρι 20.7.1994) πλέον τόκος 9% ετησίως επί ποσού £9.704,06 από 21.7.1994, αναφορικά με τη δεύτερη σύμβαση ενοικιαγοράς και
ε) £31.818 και τόκος £2.256 (μέχρι 20.7.1994) πλέον τόκος 9% ετησίως επί ποσού £31.818 από 21.7.1994 αναφορικά με την τρίτη σύμβαση ενοικιαγοράς.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσιβλήτων στην Έφεση 10253 και υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον των Εφεσειόντων στην έφεση 10255. Όπου τα έξοδα των εφέσεων συμπίπτουν, θα επιτραπεί μόνο ένα κονδύλι εξόδων.
Π.
Δ.
Δ.
/ΚΧ"Π