ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1614
30 Σεπτεμβρίου, 1999
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΣΤΕΛΛΗΣ,
Εφεσείων-Ενάγων,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ,
Εφεσίβλητου-Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9912)
Δικαιοδοσία Δικαστηρίων — Επαρχιακό Δικαστήριο — Κατά τόπο αρμοδιότητα Επαρχιακού Δικαστηρίου — Τα γεγονότα με βάση τα οποία κρίνεται το θέμα της δικαιοδοσίας είναι εκείνα τα οποία συνθέτουν την απαίτηση — Θέμα δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθεί σ' οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας — Στην παρούσα υπόθεση το θέμα της κατά τόπο αρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος εγέρθηκε μετά τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας και ενώ υπήρχε απόφαση του Εφετείου ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας είχε αρμοδιότητα δυνάμει του Άρθρου 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 να εκδικάσει την συγκεκριμένη υπόθεση των διαδίκων για παράβαση σύμβασης — Δεδικασμένο — Γνώμονας για την ανάληψη δικαιοδοσίας μπορούσε να ήταν μόνο οι ισχυρισμοί στην έκθεση απαιτήσεως, και αφού αυτοί παρέμειναν αναλλοίωτοι, δεν υπήρχε περιθώριο για απόδοση σ' αυτούς περιεχομένου άλλου από εκείνο που είχε ήδη οριστικά προσδιοριστεί.
Στη Θεοχάρους ν. Παστελλή (1993) 1 Α.Α.Δ. 240, κρίθηκε από το Εφετείο πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, είχε κατά τόπο αρμοδιότητα να εκδικάσει την αξίωση του ενάγοντα για το υπόλοιπο του τιμήματος πώλησης της επιχείρησής του στη Νότιο Αφρική στον εναγόμενο. Ο εναγόμενος ήταν κάτοικος Λεμεσού. Η Λάρνακα ήταν η επαρχία που έγινε η κατ' ισχυρισμόν παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων του εναγομένου.
Ενώ η υπόθεση εκδικαζόταν από το Πλήρες Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, και είχε συμπληρωθεί η ακροαματική διαδικασία, ο εφεσίβλητος-εναγόμενος έφερε ένσταση ως, προς την κατά τόπο αρμοδιότητα του, επικαλούμενος το Άρθρο 21(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι: (α) η αγωγή αφορούσε τις συναλλαγματικές που αναφέρονταν στην έκθεση απαιτήσεως και όχι τη σύμβαση, (β) ο καθορισμός στις συναλλαγματικές τράπεζας στη Νότιο Αφρική για πληρωμή, απέκλειε το Δικαστήριο να αναλάβει δικαιοδοσία με βάση τα ερείσματα του Άρθρου 21 του Ν. 14/60, (γ) η προηγηθείσα απόφαση του Εφετείου συμφωνούσε με τη δική του προσέγγιση (δ) και αν ακόμα το αγώγιμο δικαίωμα του εφεσείοντα στηριζόταν στη σύμβαση, και πάλι δεν θα είχε αρμοδιότητα, αφού ήταν η εμπορική εύνοια της επιχείρησης που πωλήθηκε, αυτή συνδεόταν με ακίνητα που στέγαζαν την επιχείρηση και επιπλέον ήταν ενδεχόμενο να αμφισβητηθεί ότι ο εφεσείων ήταν ο νόμιμος κάτοχος τους. Επομένως θα ίσχυε η πρόνοια του Άρθρου 21(2) όπως ερμηνεύθηκε στη σχετική νομολογία.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση και εισηγήθηκε πως δεν προσεγγίσθηκε ορθά το ζήτημα της επίδρασης στο θέμα της Θεοχάρους v. Παστελλή ανωτέρω.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Γνώμονας για το δικαιοδοτικό θέμα στην παρούσα περίπτωση μπορούσε να ήταν μόνο οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα στην έκθεση απαιτήσεως και αφού αυτοί παρέμειναν αναλλοίωτοι, δεν υπήρχε περιθώριο για απόδοση σ' αυτούς περιεχομένου άλλου από εκείνο που είχε ήδη οριστικά προσδιοριστεί. Ούτε και υπήρχε δυνατότητα για εκ νέου θεώρηση του θέματος της δικαιοδοσίας στη βάση του Άρθρου 21(2) αφού πλέον αποτελούσε δεδικασμένο πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, για το συγκεκριμένο λόγο που προσδιορίστηκε, είχε δυνάμει του Άρθρου 21 αρμοδιότητα.
2. Δεν είναι δυνατό να υπάρχει απόφαση του Εφετείου πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έχει κατά τόπο αρμοδιότητα και παράλληλα άλλη απόφαση, και πάλι με αναφορά στους ισχυρισμούς που περιέχονται στην έκθεση απαίτησης, πως αυτό είναι αναρμόδιο.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Θεοχάρους ν. Παστελλή (1993) 1 Α.Α.Δ. 240,
Cyprus Hotels Ltd v. Hotel Plaza Enterprises Ltd (1968) 1 C.L.R. 423,
Michaelidou v. Gregoriou (1988) 1 C.L.R. 88,
Safarino v. Σταυρινού (1991) 1 Α.Α.Δ. 1059,
Ιωαννίδης ν. Κρητικού (1992) 1 Α.Α.Δ. 828,
Attorney General a.o. (No.2) v. Savvides (1979) 1 C.L.R. 349,
Theophanous v. Georghiou (1969) 1 C.L.R. 203,
Μούρτζινου ν. Global Cruises S.A. (1992) 1 A.A.Δ. 1160,
Μπάντσιου (1994) 1 Α.Α.Δ. 634,
Central Cooperative Bank v. CY.E.M.S. (1984) 1 C.L.R. 435,
Sevegep Ltd v. United Sea Transport Limited (1989) 1(E) A.A.Δ. 729.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Kραμβής, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 30 Iανουαρίου, 1997 (Aγωγή Aρ. 2891/85) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του εφεσείοντα-ενάγοντα γιατί κρίθηκε ότι το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δεν είχε δικαιοδοσία να αποφασίσει για τα επίδικα θέματα.
Α. Ανδρέου, για τον Eφεσείοντα.
Α. Κουκούνης, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Στη Θεοχάρους ν. Παστελλή (1993) 1 Α.Α.Δ. 240, κρίθηκε από το Εφετείο πως ορθά το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, αντίθετα προς την εισήγηση του εναγομένου, είχε κατά τόπο αρμοδιότητα προς εκδίκαση της αξίωσης του ενάγοντα. Η αξίωση αφορούσε σε υπόλοιπο τιμήματος πώλησης επιχείρησης στη Νότιο Αφρική και, όσο και εάν ο εναγόμενος διέμενε στη Λεμεσό, ήταν και το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας αρμόδιο αφού ήταν στην επαρχία του που σημειώθηκε η κατ΄ισχυρισμόν παράλειψη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων.
Ανέλαβε την εκδίκαση της αγωγής το πλήρες Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, δηλώθηκαν παραδεκτά γεγονότα, προσάχθηκε μαρτυρία και, με τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας, ο εφεσίβλητος- εναγόμενος επανήλθε με ένσταση ως προς την κατά τόπο αρμοδιότητά του. Αυτή τη φορά κατ' επίκληση του άρθρου 21 (2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60). Η αξίωση του εφεσείοντα - ενάγοντα, όπως υποστήριζε και εκείνος, στηριζόταν στη γραπτή σύμβαση για πώληση της επιχείρησης, ενυπήρχαν σ' αυτή στοιχεία που την καθιστούσαν "οιονδήποτε άλλο θέμα αφορών εις ακίνητον ιδιοκτησίαν" και ο Νόμος απέκλειε την ανάληψη δικαιοδοσίας στην περίπτωση. Κατά την εναλλακτική του θέση, το ποσό που αξίωνε ο εφεσείων ήταν, σε κάθε περίπτωση, πληρωτέο στη Νότιο Αφρική. Οπότε έλειπε οποιοσδήποτε από τους δεσμούς δωσιδικίας του άρθρου 21 προς το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.
Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν συμμερίστηκε την κοινή θέση των διαδίκων πως τη βάση της αγωγής αποτελούσε η σύμβασή τους. Στην έκθεση απαίτησης γινόταν αναφορά σε 12 συναλλαγματικές τις οποίες εξέδωσαν ο εφεσίβλητος και τρίτος υπέρ του εφεσείοντα. Ερμήνευσε αυτή την αναφορά και έκρινε ότι, στην πραγματικότητα, ήταν στις συναλλαγματικές και όχι στη σύμβαση που στηριζόταν η αγωγή. Θεώρησε πως αφού καθοριζόταν σε εκείνες ως πληρωτής τράπεζα στη Νότιο Αφρική, δεν υπήρχε οποιοδήποτε από τα ερείσματα του άρθρου 21 για την ανάληψη δικαιοδοσίας. Αναφέρθηκε στην προηγηθείσα απόφαση του Εφετείου αλλά, όπως αντιλαμβανόμαστε, με την αντίληψη πως όχι μόνο δεν ήταν ασυμβίβαστη αλλά ουσιαστικά στήριζε την προσέγγισή του. Το εφετείο είχε αναφερθεί στη συμβατική ευχέρεια του εφεσείοντα να επιλέγει τον τόπο αποπληρωμής και με την αποδοχή των συναλλαγματικών αυτό ακριβώς έκαμε. Άσκησε το συμβατικό του δικαίωμα και επέλεξε ως τόπο πληρωμής τη Νότιο Αφρική.
Αλλά και στη βάση της άποψης των διαδίκων πως ήταν στη σύμβαση που στηριζόταν το αγώγιμο δικαίωμα που διεκδικούσε ο εφεσείων, δεν θα είχε κατά τόπο αρμοδιότητα. Όπως έκρινε, στοιχείο της επιχείρησης που πωλήθηκε ήταν η εμπορική της εύνοια, αυτή συνδεόταν με τα ακίνητα που στέγαζαν την επιχείρηση και, επιπλέον, ήταν υποθετικά δυνατό να εγερθεί ζήτημα ως προς το αν ο εφεσείων ήταν ο νόμιμος κάτοχός τους. Επομένως, θα ίσχυε η πρόνοια του άρθρου 21(2) όπως αυτή ερμηνεύτηκε στις υποθέσεις Cyprus Hotels Ltd v. Hotel Plaza Enterprises Ltd (1968) 1 C.L.R. 423, Michaelidou v. Gregoriou (1988) 1 C.L.R. 88, Safarino v. Σταυρινού (1991) 1 Α.Α.Δ. 1059, Ιωαννίδης ν. Κρητικού (1992) 1 Α.Α.Δ. 828 και Attorney General and Another (No.2) v. Savvides (1979) 1 C.L.R. 349.
Συμφωνούμε με την εισήγηση του εφεσείοντα πως δεν προσεγγίστηκε ορθά το ζήτημα της επίδρασης στο θέμα της Θεοχάρους ν. Παστελλή (ανωτέρω). Ούτε συναφώς οι υποθέσεις Kyriacos Theophanous v. Artemis Georghiou (1969) 1 C.L.R. 203, Μούρτζινου ν. Global Cruises S.A. (1992) 1 A.A.Δ. 1160, Μπάντσιου (1994) 1 Α.Α.Δ. 634 αναφορικά με τη δυνατότητα έγερσης του θέματος της δικαιοδοσίας σε οποιοδήποτε στάδιο και το γνώμονα για την επίλυσή του. (Βλ. επίσης Central Co-operative Bank v. CY.E.M.S (1984) 1 C.L.R. 435 και Sevegep Ltd v. United Sea Transport Limited (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 729).
Στη Θεοχάρους ν. Παστελλή αποφασίστηκε δεσμευτικά πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας είχε κατά τόπο αρμοδιότητα επειδή ήταν στην επαρχία του που σημειώθηκε η παράλειψη εκπλήρωσης της συμβατικής υποχρέωσης που είχε αναληφθεί. Ήταν στη ρίζα αυτής της κρίσης πως το αγώγιμο δικαίωμα είχε στη βάση του τη σύμβαση και, ακόμα, πως εγκύρως, δηλαδή μέσα στα πλαίσια των συμβατικών δικαιωμάτων του εφεσείοντα, προσδιορίστηκε η Λάρνακα ως τόπος πληρωμής του υπολοίπου του συμφωνηθέντος τιμήματος.
Γνώμονας για το δικαιοδοτικό θέμα στην περίπτωση μπορούσε να ήταν μόνο οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα στην έκθεση απαίτησης και αφού αυτοί παρέμειναν αναλλοίωτοι, δεν υπήρχε περιθώριο για απόδοση σ' αυτούς περιεχομένου άλλου από εκείνο που είχε ήδη οριστικά προσδιοριστεί. Ευρύτερα, δεν υπήρχε δυνατότητα για εκ νέου θεώρηση του θέματος της δικαιοδοσίας με αναφορά στη φύση και στις προεκτάσεις της βάσης της αγωγής, ενόψει του άρθρου 21(2), αφού ήταν δεδικασμένο πλέον πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, για το συγκεκριμένο λόγο που προσδιορίστηκε, είχε, δυνάμει του άρθρου 21, αρμοδιότητα. Και αυτό, ανεξάρτητα από την εισήγηση του εφεσείοντα πως η εναλλακτική θεώρηση με αναφορά στο συσχετισμό της απαίτησης με ακίνητη ιδιοκτησία, ήταν εν πάση περιπτώσει εσφαλμένη ενόψει της τροποποίησης που επέφερε στο άρθρο 21(2) ο Ν. 102(Ι)/92. Σύμφωνα με την τροποποίηση αυτή
"απαίτηση για απόδοση καθυστερημένων μισθωμάτων που προκύπτει από σύμβαση μισθώσεως ακινήτου ή απαίτηση για καταβολή αποζημιώσεως ένεκα αθέτησης πωλητηρίου ή ενοικιαστηρίου εγγράφου ή άλλης σύμβασης που αφορά την ακίνητη ιδιοκτησία δύναται να εισαχθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου."
Δεν είναι δυνατό να έχουμε την απόφαση που επικυρώθηκε από το Εφετείο πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έχει κατά τόπο αρμοδιότητα και παράλληλα δεύτερη, και πάλιν με αναφορά στους ισχυρισμούς που περιέχονται στην έκθεση απαίτησης, πως είναι αναρμόδιο.
Η αναφορά στην έκθεση απαίτησης σε συναλλαγματικές που εκδόθηκαν και η αξίωση τόκου κατ΄επίκλησή τους, πέραν από το ότι δεν θα διαφοροποιούσε τη βάση αγωγής, που είναι προνόμιο του ενάγοντα να την καθορίσει, (βλ. Μούρτζινος ν. Global Cruises Ltd , ανωτέρω, στη σελ. 1164), όπως σημειώσαμε, προϋπήρχε και δεν ήταν δυνατό πλέον να εγείρει δικαιοδοτικό ζήτημα. Το κατά πόσο δε, ενόψει της έκδοσής τους, η αξίωση του εφεσείοντα θα έπρεπε να διέλθει μέσα από την επίκλησή τους ως βάσης αγωγής, θα μπορούσε να ήταν θέμα ουσίας. Το ίδιο και το κατά πόσο, ενόψει της βάσης αγωγής που επελέγει, αβασίμως υποβλήθηκε αξίωση για τόκο κατ' επίκλησή τους.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και της έφεσης επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με την ουσία της υπόθεσης και διατάσσεται επανεκδίκασή της.
H έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης.